Δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που η καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ κήρυττε την ανάγκη απεξάρτησης της Ευρώπης από τις ΗΠΑ. Και είναι ακόμα μικρότερος ο χρόνος από την εποχή που ΗΠΑ και Γαλλία είχαν έρθει σε ρήξη με αφορμή τη συμφωνία AUKUS και τα εξοπλιστικά προγράμματα, με το Παρίσι να κατηγορεί την Ουάσινγκτον για «πισώπλατη μαχαιριά» και να ανακαλεί μέχρι και τον πρεσβευτή από την Ουάσινγκτον. Ο Γάλλος Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν είχε υποστηρίξει ακόμα και το τέλος του ΝΑΤΟ. Όμως όλα ανατράπηκαν με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Ads

Οι Δυτικοί σύμμαχοι τα ξαναβρήκαν και ενώθηκαν ενάντια στον κοινό εχθρό, ωστόσο τα σύννεφα στις σχέσεις τους έχουν κάνει και πάλι την εμφάνισή τους. Οι κυρώσεις στη Ρωσία έφεραν τους Ευρωπαίους σε τρομερά δυσχερή θέση στον ενεργειακό τομέα. Με την έναρξη του χειμώνα κορυφαίοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι εμφανίζονται ιδιαίτερα ενοχλημένοι με την κυβέρνηση Μπάιντεν, κατηγορώντας τους Αμερικανούς ότι αποκομίζουν τεράστια κέρδη από τον πόλεμο, την ώρα που οι χώρες της ΕΕ υποφέρουν.

«Το γεγονός είναι ότι, αν το δει κανείς νηφάλια, η χώρα που κερδίζει περισσότερο από αυτόν τον πόλεμο είναι οι ΗΠΑ επειδή πουλάνε περισσότερο φυσικό αέριο και σε υψηλότερες τιμές και επειδή πουλάνε περισσότερα όπλα», δήλωσε ένας ανώτερος ευρωπαίος αξιωματούχος στο Politico την περασμένη εβδομάδα.

Το νέο «Buy American»

Την ίδια στιγμή, ο Τζό Μπάιντεν προχώρησε και σε μια ακόμη κίνηση που προκάλεσε αντιδράσεις στην Ευρώπη. Πρόκειται για το νόμο Inflation Reduction Act – IRA («Buy American»), ο οποίος παρέχει εκπτώσεις φόρου και επιδοτήσεις σε καταναλωτές και εταιρείες των ΗΠΑ για «πράσινα» προϊόντα όπως ηλεκτρικά οχήματα, ανεμογεννήτριες κ.ά., με την προϋπόθεση ωστόσο πως αυτά θα παράγονται εντός των αμερικανικών συνόρων. Πρόκειται για κολοσσιαίο οικονομικό πρόγραμμα αμερικάνικων «πράσινων» επενδύσεων ύψους 370 δισεκατομμυρίων δολαρίων που αποκλείει τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις. Εξαιρέσεις από το πρόγραμμα απολαμβάνουν μόνο ο Καναδάς και το Μεξικό.

Ads

Πληροφορίες από διεθνή οικονομικά μέσα αναφέρουν πως ήδη ευρωπαϊκές εταιρείες εξετάζουν να κατευθύνουν στις ΗΠΑ τις επόμενες επενδύσεις τους. «Οι Αμερικάνοι φίλοι μας παίρνουν αποφάσεις που έχουν οικονομικό αντίκτυπο σε εμάς», υπογράμμισε με νόημα πριν από λίγες ημέρες ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Ζοζέπ Μπορέλ. Σε μια προσπάθεια να αμβλυνθούν – έστω σε κάποιο βαθμό – οι ανησυχίες των Ευρωπαίων συστάθηκε μια αμερικανοευρωπαϊκή Task Force που είχε ήδη συναντήσεις το προηγούμενο διάστημα και αναμένεται να έχει νέες κρίσιμες συζητήσεις τις επόμενες ημέρες. Συγκεκριμένα στις 5 Δεκεμβρίου θα υπάρξουν νέες επαφές και διαπραγματεύσεις με αίτημα για εξαιρέσεις ή μετατροπές στο πρόγραμμα.

Η συνάντηση Μπάιντεν – Μακρόν

Σε αυτό το πλαίσιο ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν επισκέπτεται τις ΗΠΑ και συναντάται με τον Τζο Μπάιντεν. Είναι το δεύτερο επίσημο ταξίδι του μετά από εκείνο το 2018. Ήταν από τους ελάχιστους ηγέτες που ο τότε Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υποδέχτηκε σε επίσημη επίσκεψη.

Σαφέστατα οι σχέσεις Μακρόν – Μπάιντεν απέχουν πολύ από το σημείο που βρίσκονταν πέρυσι τέτοια εποχή μετά το επεισόδιο με την πισώπλατη συνεργασία ΗΠΑ, Βρετανίας και Αυστραλίας, που οδήγησε και στην ακύρωση μιας τεράστιας εξοπλιστικής συμφωνίας της τελευταίας με τη Γαλλία ύψους δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Όμως παρά τα κοινά συμφέροντα και τη συμπόρευση που πυροδότησε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οι προκλήσεις και τα αγκάθια παραμένουν. Ο πόλεμος στην Ουκρανία, το πυρηνικό πρόγραμμα, η στρατηγική της Κίνας στον Ινδοειρηνικό χώρο και άλλα ζητήματα άμυνας και γεωπολιτικής θα βρίσκονται στην ατζέντα. Όμως το επίμαχο θέμα αναμένεται να είναι οι οικονομικές σχέσεις ΗΠΑ και ΕΕ, ιδιαίτερα στον τομέα της ενέργειας, και ο νέος νόμος IRA.

Είναι ενδεικτικό πως το Politico, χαρακτήρισε την επίσκεψη Μακρόν στην Ουάσινγκτον ως την τελευταία διπλωματική ευκαιρία, προκειμένου να αποφευχθεί ένας εμπορικός πόλεμος με τις ΗΠΑ – ΕΕ. Ο Μακρόν, σύμφωνα με τις πληροφορίες, θα καταθέσει προτάσεις στον Μπάιντεν για φθηνότερο φυσικό αέριο και ευρωπαϊκή πρόσβαση στο πρόγραμμα επιδοτήσεων για τις πράσινες βιομηχανίες. Ωστόσο η γαλλική πλευρά δεν εμφανίζεται ιδιαίτερα αισιόδοξη για θετική ανταπόκριση του Αμερικανού Προέδρου.

Ο Γάλλος Πρόεδρος, χωρίς υπεκφυγες, έστειλε το μήνυμα κατά την έναρξη της επίσκεψής του. Αναφερόμενος στα όσα συζήτησε στη συνάντησή του με αμερικανούς βουλευτές σημείωσε: «είπα με πολλή ειλικρίνεια, πολύ φιλικά ότι αυτό που συνέβη τους τελευταίους μήνες αποτελεί πρόκληση για μας, διότι αρχίζει να προκαλεί ενεργειακά ζητήματα και το κόστος του πολέμου στην Ουκρανία δεν είναι το ίδιο στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ». «Όμως, πάνω απ’ όλα, οι επιλογές που έγιναν, ιδιαίτερα ο νόμος Inflation Reduction Act (IRA) είναι επιλογές που θα προκαλέσουν κατακερματισμό στη Δύση», πρόσθεσε.

Ο νόμος αυτός, σημείωσε ο Εμανουέλ Μακρόν,« δημιουργεί τόσο μεγάλες διαφορές ανάμεσα στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη που πολλοί σε ευρωπαϊκές εταιρείες απλούστατα θα πουν πως “θα κάνουμε περισσότερες επενδύσεις στην άλλη πλευρά του (Ατλαντικού) Ωκεανού”». Χαρακτήρισε τα εν λόγω μέτρα «υπερβολικά επιθετικά», και ζήτησε να υπάρξει καλύτερος οικονομικός συντονισμός μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ.

«Αυτές οι επιλογές δεν θα μπορέσουν να φέρουν αποτέλεσμα παρά μόνο αν υπάρχει συντονισμός ανάμεσά μας, αν αποφασίζουμε μαζί, αν συγχρονιστούμε ξανά», είπε και πρόσθεσε: «Πρέπει να προσπαθήσουμε μαζί να ανέλθουμε στο ύψος της κοινής μας ιστορίας», ώστε η συμμαχία να παραμείνει «πιο δυνατή από όλα». Υπογράμμισε δε τον κίνδυνο η Ευρώπη και η Γαλλία να μετατραπούν σε «κάποιο είδος μεταβλητής προσαρμογής» ανάμεσα στην αντιπαλότητα ΗΠΑ – Κίνας. 

Ο κίνδυνος της εξάρτησης και το ενδεχόμενο εμπορικού πολέμου

Οι Ευρωπαίοι υποστηρίζουν ότι οι ΗΠΑ πρέπει να δείξουν μεγαλύτερη αλληλεγγύη προς την ΕΕ, η οποία φέρει το οικονομικό βάρος του πολέμου στην Ουκρανία. Μάλιστα χαρακτηρίζουν θλιβερό το γεγονός οι τιμές της ενέργειας της ΕΕ να εκτινάσσονται πολύ πάνω από αυτές στις ΗΠΑ. Σχετικά με το νόμο IRA, οι μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες κατασκευής αυτοκινήτων, εμφανίζονται εξοργισμένες κάνοντας λόγο για «παράνομο κίνητρο» το οποίο θα ωθεί τους καταναλωτές να αγοράζουν αμερικάνικα ηλεκτρικά οχήματα.

Αν δεν βρεθεί η «χρυσή τομή» τότε δεν αποκλείεται η ΕΕ να προσφύγει και νομικά εναντίον των ΗΠΑ στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, καθώς ο νόμος IRA, όπως υποστηρίζουν, δεν είναι σύννομος με τους διεθνείς κανόνες εμπορίου και ανταγωνισμού. Πρόκειται για μια διαδικασία που είναι αρκετά χρονοβόρα και δεν πρόκειται να δώσει άμεσες λύσεις. Και παρότι όλοι συμφωνούν πως ο οικονομικός πόλεμος δεν συμφέρει καμία από τις δύο πλευρές, κανείς δεν μπορεί σε αυτή τη φάση να τον αποκλείσει. Μάλιστα στο τραπέζι έχουν ήδη πέσει προτάσεις για αντίστοιχη πρωτοβουλία από τις Βρυξέλλες για ενίσχυση της κατανάλωσης και της παραγωγής ευρωπαϊκών προϊόντων. Ένα «Buy European» κόντρα στο «Buy American».

Η πραγματικότητα ωστόσο είναι πως επί του παρόντος τα ευρωπαϊκά κράτη δυσκολεύονται να χαράξουν μια κοινή στρατηγική για την ευρωπαϊκή βιομηχανία, καθώς η ενεργειακή κρίση έχει προκαλέσει τεράστια προβλήματα και επιπλέον δεν είναι λίγες οι φορές που τα συμφέροντα είναι αλληλοσυγκρουόμενα. Είναι επίσης πραγματικότητα πως η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν έλαβε ιδιαίτερα υπόψη της την Ευρώπη όταν αποφάσισε το δικό της πρόγραμμα ενίσχυσης. Και μόνο αυτο το γεγονός θα πρέπει να προβληματίσει την Ευρώπη, που σταδιακά εξαρτάται και πάλι όλο και περισσότερο από τις ΗΠΑ, σε μια επιστροφή της «αμερικανικής κηδεμονίας» που θυμίζει την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου.