Ξεκίνησε σήμερα στη Σμύρνη η δίκη 3 Τούρκων που κατηγορούνται ότι παρακολουθούσαν στρατιωτικές βάσεις, τις μετακινήσεις στρατιωτικών μονάδων και ναυτικές ασκήσεις στη δυτική Τουρκία και μετέφεραν τις πληροφορίες αυτές στις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες.

Ads

Σύμφωνα με το πρακτορείο Ανατόλια, οι Νουρί Χαφίζ, Αχμέτ Χαφίζ και Ισμέτ Σεν παραδέχτηκαν την ενοχή τους ενώπιον του δικαστηρίου και ανέφεραν, μάλιστα, ότι λάμβαναν από 700 έως 2.000 ευρώ για κάθε πληροφορία που διοχέτευαν στην ελληνική πλευρά.

Βάσει πληροφοριών που επικαλείται το CNN Türk, στο 16σέλιδο κατηγορητήριο καταχωρούνται λεπτομερώς οι δραστηριότητες των 3 ανδρών, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται διοχέτευση στην ΕΥΠ πληροφοριών σχετικά με τις στρατιωτικές περιοχές και τις μονάδες στα Μούγλα και στη Σμύρνη, τις πινακίδες των στρατιωτικών οχημάτων, τις κατευθύνσεις κινήσεών τους, τη στρατιωτική άσκηση Εφές, που πραγματοποιείται κάθε χρόνο τον Ιούνιο από τις Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις στον κόλπο Ντογάνμπεϊ, και τα πλοία των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων στα στρατιωτικά λιμάνια Εμίρ Τσακάμπεϊ και Αλάιμπεϊ της Σμύρνης.

Από το κατηγορητήριο προκύπτει επίσης ότι οι 3 Τούρκοι αποδέχτηκαν τις κατηγορίες μετά από τις καταγραφές των τηλεφωνικών τους συνδιαλέξεων με πρόσωπα που εργάζονται στην υπηρεσία πληροφοριών της Ελλάδας.

Ads

Ο Νουρί Χαφίζ, ο οποίος χρησιμοποιούσε το ψευδώνυμο «Ιπποκράτης», επειδή γεννήθηκε στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο της Κω, δήλωσε στην κατάθεσή του ότι είχε σταλθεί στην Τουρκία από τον πατέρα του ώστε να αποφύγει τη στρατιωτική θητεία στην Ελλάδα. Εκεί εργάστηκε σε καντίνες και ζαχαροπλαστεία, έγινε συνταξιούχος, ενώ παράλληλα μετέφερε σε χαμηλή τιμή χοιρινό κρέας από την Ελλάδα και το πουλούσε στα ξενοδοχεία της Τουρκίας.

Ο Χαφίζ, ο οποίος μιλάει καλά την ελληνική γλώσσα, υποστήριξε στην κατάθεσή του ότι εργάστηκε ως μέλος Τμήματος Πληροφοριών στη Δ/νση της ΜΙΤ στα Μούγλα μεταξύ 1983 – 1995. Στο κατηγορητήριο φέρεται ότι ο Χαφίζ κατέθεσε:

«Στο λιμάνι της Κω, όπου βρισκόμουν για εμπορικούς λόγους το 1986, γνωρίστηκα με ένα στέλεχος της Υπηρεσίας Πληροφοριών. Ο άνθρωπος αυτός μου είπε ότι, στην περίπτωση που του δώσω ορισμένες πληροφορίες που έχουν σημασία στην Τουρκία, θα μου δώσουν υψηλό ποσό και θα μου αγοράσουν σπίτι. Μετά από 2 – 3 χρόνια, ο Θανάσης, που κατοικούσε στην Κω και γνώριζα ότι είναι από την ελληνική μυστική υπηρεσία, ο Γιώργος, που ήταν δάσκαλος, καθώς και η κόρη του, που εργαζόταν στην τότε ΚΥΠ στην Κάλυμνο, με βρήκαν και μου ζήτησαν να εργαστώ για την ΕΥΠ.

Μου ζήτησαν να τους ενημερώνω για τα σημεία, τον αριθμό και τις ασκήσεις των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων στα Μούγλα, στο Μίλας και στο Μπόντρουμ και μου είπαν ότι θα μου δίνουν τακτικά 300 δολάρια. Επίσης, είπαν ότι θα αντιμετωπίζουν τα έξοδα. Περίπου ένα μήνα αργότερα, συναντήθηκα στο λιμάνι της Κω με τον Στέφανο και δέχτηκα να δίνω πληροφορίες για τις Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις έναντι 300 δολαρίων.

Ο Στέφανος ζήτησε πληροφορίες για τα σκάφη της Ακτοφυλακής και για τα δρομολόγια των Τούρκων ψαράδων σε σχέση με την κρίση των Ιμίων. Τη δουλειά που ξεκίνησα με 300 δολάρια την συνέχισα με 700 ευρώ. Τα χρήματα τα πήρα στο χέρι. Μόνο μια φορά κατατέθηκαν σε λογαριασμό μου στην Oyak Bank. Στο μεταξύ ο μικρός Δημήτρης, που υπηρετούσε στην ΕΥΠ, μου ζήτησε να κυκλοφορώ στην περιοχή για τη στρατιωτική άσκηση Σεφερίχισαρ».

Ο Αχμέτ Χαφίζ, ο οποίος είναι ανιψιός του Νουρί Χαφίζ, χρησιμοποιούσε το ψευδώνυμο «Σωκράτης» και «Μικρός». Στην κατάθεσή του αποδέχτηκε τις κατηγορίες.

Ο τρίτος κατηγορούμενος, τέλος, ο Ισμέτ Σεν, ο οποίος είχε συλληφθεί από τις ελληνικές Αρχές ενώ περνούσε λαθραία στην Κω, κατέθεσε ότι μετά τη σύλληψή του, ο Χασάν Ντενίζ – μεταφραστής στην ΕΥΠ – και ο Δημήτρης – επίσης εργαζόμενος στην ΕΥΠ – του υποσχέθηκαν ότι θα τον βγάλουν από τις φυλακές και θα τον βοηθήσουν οικονομικά.

Αποδεχόμενος την πρόταση, ο Σεν επέστρεψε στην Τουρκία, όπου δεχόταν κατά καιρούς τηλεφωνήματα από τον Ντενίζ και το Δημήτρη. Σε αντάλλαγμα για τις πληροφορίες που τους έδινε, λάμβανε γύρω στα 500 – 2.000 ευρώ.