* Δρ. Άννα Μηλιώνη, μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο Centre for Research in Ethics (CRE), Μόντρεαλ – Κείμενο στο Κέντρο Πολιτικής Θεωρίας του Ινστιτούτου ΕΝΑ

Ads

Ο κόσμος κινείται. Άνθρωποι από τις πιο προνομιούχες περιοχές του πλανήτη συχνά μετακινούνται για να αποκτήσουν πρόσβαση σε ευκαιρίες απασχόλησης και να βελτιώσουν τις συνθήκες διαβίωσής τους. Για ανθρώπους από τον υπόλοιπο κόσμο, η κινητικότητα μπορεί να είναι ένας τρόπος να γλιτώσουν από τον πόλεμο, την καταπίεση και τις περιβαλλοντικές καταστροφές.

Kάποιοι άλλοι λόγοι για τους οποίους οι άνθρωποι μετακομίζουν, ανεξάρτητα από το από πού προέρχονται, είναι η επιθυμία τους να ξεφύγουν από τη φτώχεια ή την κακοποίηση, να βοηθήσουν την οικογένειά τους ή να δημιουργήσουν μια καλύτερη ζωή κάπου αλλού. Ακόμα και οι άνθρωποι που δεν μετακομίζουν μπορεί να έχουν σκεφτεί να μετακομίσουν κάποια στιγμή στη ζωή τους. Και παρόλο που, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης, περίπου το 97% του παγκόσμιου πληθυσμού δεν περνάει ποτέ τα σύνορα της χώρας στην οποία ζει, η κινητικότητα είναι πολύ πιο εκτεταμένη σε ενδοκρατικό επίπεδο, καθώς οι άνθρωποι συχνά αλλάζουν πόλεις ή γειτονιές κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Σε αυτό το πλαίσιο, η μόνιμη ή ακόμη και η μακροπρόθεσμη εγκατάσταση δεν μπορεί πλέον να θεωρείται δεδομένη, αν ποτέ ήταν.

Δεδομένης της μεγάλης σημασίας της κινητικότητας στην ανθρώπινη ζωή, η ηθική της μετανάστευσης αμφισβητεί την παραδοχή της στασιμότητας, βάσει της οποίας λειτουργούσε και εξακολουθεί σε μεγάλο βαθμό να λειτουργεί η σύγχρονη πολιτική φιλοσοφία. Το θεμελιώδες άρθρο του Joseph Carens «Aliens and Citizens: The Case of Open Borders» (1987) εισήγαγε την οπτική των μεταναστών στο διάλογο σχετικά με τη δικαιοσύνη των εθνικών συνόρων, σε μια εποχή που η κυρίαρχη προσέγγιση αντιλαμβανόταν τις κοινωνίες ως κλειστά συστήματα. Για τον Carens, η ελεύθερη μετανάστευση είναι μέρος της δικαιοσύνης και όχι ένα πρόβλημα που εμφανίζεται σε έναν μη ιδεατό κόσμο ως αποτέλεσμα της αδικίας.

Ads

Έκτοτε, η ηθική της μετανάστευσης αναπτύχθηκε σημαντικά ως πεδίο, θέτοντας ερωτήματα σχετικά με το δικαίωμα στη μετανάστευση, τα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά δικαιώματα των μεταναστών, καθώς και τους όρους κοινωνικής συνύπαρξης στις κοινωνίες υποδοχής. Ωστόσο, η δημόσια συζήτηση περιστράφηκε κυρίως γύρω από την οπτική γωνία των κρατών υποδοχής.

Πέρα από τον Μεθοδολογικό Εθνικισμό

Πρόσφατα, ο Alex Sager (2016, 2018, 2021) πήγε αυτή τη συζήτηση ένα βήμα παραπέρα. Σύμφωνα με τον Sager, παρότι η ηθική της μετανάστευσης έχει καταστεί ένας πλούσιος και ζωντανός τομέας της πολιτικής φιλοσοφίας, εξακολουθεί να θεωρεί τη μόνιμη εγκατάσταση σε έναν τόπο ως τη φυσιολογική ανθρώπινη κατάσταση και να αντιμετωπίζει τη μετανάστευση ως μια εξαιρετική, αν όχι προβληματική, κατάσταση. Αυτή η στατική προκατάληψη συνδέεται με την υιοθέτηση της οπτικής γωνίας του μεθοδολογικού εθνικισμού: συνειδητά ή ασυνείδητα, υποθέτουμε ότι τα κράτη είναι οι πιο βασικές μορφές κοινωνικής οργάνωσης.

Παραβλέποντας το γεγονός ότι τα σύγχρονα κράτη είναι ιστορικά μεταβαλλόμενοι θεσμοί εξουσίας που έχουν τις δικές τους εσωτερικές εντάσεις και μπορεί κάποια στιγμή να διαλυθούν (Sassen 2006), θεωρούμε την εθνική ταυτότητα απαραίτητη για τη συγκρότηση και τη διατήρηση των δεσμών κοινωνικής αλληλεγγύης και αναμένουμε από τα άτομα να ταυτιστούν πλήρως με τα κράτη των οποίων είναι πολίτες. Με βάσει αυτές τις παραδοχές, αποδίδουμε στα κράτη τον ρόλο του βασικού παράγοντα στη συζήτηση για τη μεταναστευτική ηθική. Αυτό δημιουργεί μια αντίθεση μεταξύ των στατικών πληθυσμών που έχουν κοινά συμφέροντα και κοινή ταυτότητα και των μεταναστών που αμφισβητούν αυτά τα συμφέροντα και αυτές τις ταυτότητες.

Ο μεθοδολογικός εθνικισμός παρουσιάζεται σε τρεις διακριτές αλλά αλληλένδετες και αλληλοενισχυόμενες παραλλαγές:

  • Πρώτον, μπορεί να εκφραστεί ως τάση φυσικοποίησηςτων κρατών, εκλαμβάνοντας τα κράτη ως αποτέλεσμα της φυσικής εξέλιξης των ανθρώπινων κοινοτήτων. Οι εναλλακτικές μορφές κοινωνικής οργάνωσης είτε δεν εξετάζονται καθόλου, είτε απαξιώνονται ως οπισθοδρομικές και υπανάπτυκτες. Αυτό περιορίζει το πολιτικό μας φαντασιακό σε έναν κόσμο στον οποίο οι πολιτικές κοινότητες χωρίζονται σε και οργανώνονται γύρω από κράτη. Παράλληλα, προσεγγίσεις που είναι κριτικές προς το κράτος και υπερασπίζονται εναλλακτικούς τρόπους πολιτικής οργάνωσης απορρίπτονται ως μη βιώσιμες ή ουτοπικές.
  • Δεύτερον, ο μεθοδολογικός εθνικισμός μπορεί να εκφραστεί ως η τάση να σκεφτόμαστε τα κράτη ως αυστηρά εδαφικέςπολιτικές κοινότητες, δηλαδή ως πολιτικές κοινότητες που ασκούν δικαιοδοσία στα εδάφη τους. Αυτό είναι ανακριβές από πολλές απόψεις. Πρώτα απ’ όλα, αποσιωπεί φαινόμενα διεθνικότητας. Καθώς πολλοί πολίτες κρατών μπορεί να ζουν, μόνιμα ή προσωρινά, σε άλλα κράτη, τελούν υπό πολλαπλές δικαιοδοσίες: όχι μόνον υπό αυτήν του κράτους στο έδαφος του οποίου διαμένουν, αλλά και υπό εκείνη του κράτους καταγωγής τους. Έτσι, τα κράτη δεν ασκούν μόνο εδαφική δικαιοδοσία επί όσων (πολιτών ή μη) βρίσκονται στο έδαφός τους, αλλά και εξωεδαφική δικαιοδοσία επί των πολιτών τους που βρίσκονται στο εξωτερικό. Επιπλέον, η εδαφικοποίηση του κράτους αποσιωπά το φαινόμενο της ρευστότητας των συνόρων. Όπως τονίζει η Ayelet Shachar (2020), η κατανόηση των συνόρων ως στατικών γραμμών που ορίζουν την επικράτεια των κρατών αγνοεί κρίσιμους τρόπους με τους οποίους τα κράτη ασκούν την εξουσία τους. Τα κράτη μπορεί να επεκτείνουν τα σύνορά τους προς τα έξω, πέρα από την επικράτειά τους. Για παράδειγμα, οι έλεγχοι διαβατηρίων και οι συνοριακοί έλεγχοι πραγματοποιούνται συχνά προτού οι δυνάμει μετανάστες φτάσουν στο έδαφος του επιθυμητού κράτους προορισμού τους, εμποδίζοντάς τους ακόμη και να εγκαταλείψουν το έδαφος του τρέχοντος κράτους διαμονής τους. Ταυτόχρονα, τα κράτη μπορεί να μετακινήσουν τα σύνορά τους προς τα μέσα, δημιουργώντας συνοριακές «ζώνες» στις οποίες δεν ισχύει η τυπική συνταγματική προστασία των δικαιωμάτων (όπως η συνοριακή ζώνη «χωρίς σύνταγμα» μήκους περίπου 160 χλμ. στις Ηνωμένες Πολιτείες) ή ακόμη και αποκλείοντας ορισμένες γεωγραφικές περιοχές από τη δικαιοδοσία τους, για μεταναστευτικούς σκοπούς (όπως η πολιτική της Αυστραλίας να θεωρεί τους αιτούντες άσυλο που φτάνουν παράτυπα στην Αυστραλία ως μη ευρισκόμενους στην αυστραλιανή επικράτεια, παρά τη φυσική τους παρουσία εκεί). Τέλος, η κατανόηση των κρατών ως εδαφικών μονάδων παραβλέπει το γεγονός ότι οι πολιτικές αποφάσεις που λαμβάνονται σε ένα κράτος έχουν συχνά συνέπειες για άλλα κράτη. Παρά την τάση να θεωρούνται τα κράτη ως αυτόνομες μονάδες, πολλές κρατικές πολιτικές έχουν επιπτώσεις που εκτείνονται πολύ πέρα από την επικράτεια του κράτους. Μερικές φορές, οι αποφάσεις που λαμβάνονται σε ένα κράτος μπορούν να έχουν σημαντικές συνέπειες για τη ζωή πολλών ανθρώπων σε όλο τον κόσμο. Παρότι αυτό ισχύει ιδίως για τα πλούσια και ισχυρά κράτη, ακόμη και τα μικρότερα κράτη μπορούν εν μέρει να διαμορφώσουν το τι συμβαίνει στη ζωή των ανθρώπων σε άλλα μέρη του κόσμου τους, μέσω της συμμετοχής τους σε ενώσεις κρατών, όπως η ΕΕ.
  • Κατά έναν αντιφατικό τρόπο, η τρίτη παραλλαγή του μεθοδολογικού εθνικισμού συνίσταται στην αγνόησητων κρατών. Αντί να αποτελούν αντικείμενο κριτικού ελέγχου, τα κράτη συχνά γίνονται η αόρατη υπόθεση που πλαισιώνει τη σκέψη μας. Ως αποτέλεσμα, μπορεί να μη συνειδητοποιούμε ότι πολλές από τις κατηγορίες που χρησιμοποιούμε όταν σκεφτόμαστε τον κόσμο δεν αντικατοπτρίζουν κάποια προϋπάρχουσα πραγματικότητα, αλλά δημιουργούνται από τα κράτη προκειμένου να διαχειριστούν τους πληθυσμούς. Για παράδειγμα, το ποιος είναι πολίτης ενός κράτους δεν είναι ζήτημα προσωπικής ταύτισης με ένα προϋπάρχον έθνος, αλλά το αποτέλεσμα κρατικών πολιτικών που καθορίζουν υπό ποιες συνθήκες οι άνθρωποι έχουν πρόσβαση στην ιθαγένεια. Το αποτέλεσμα θα διαφέρει, ανάλογα με το εάν ένα κράτος απονέμει ιθαγένεια σε οποιονδήποτε γεννιέται στο κράτος αυτό, σύμφωνα με την αρχή του ius soli (του «δικαίου του εδάφους»), σε οποιοδήποτε παιδί πολίτη αυτού του κράτους, ανεξάρτητα από το πού γεννιέται, σύμφωνα με την αρχή του ius sanguinis (του «δικαίου του αίματος»), ή σύμφωνα με κάποιον συνδυασμό των δύο αρχών. Η σύνθεση των πολιτών ενός κράτους θα εξαρτηθεί επίσης από τους κανόνες που ρυθμίζουν την πολιτογράφηση, δηλαδή τις συνθήκες υπό τις οποίες οι μη πολίτες μπορούν να έχουν πρόσβαση στην ιθαγένεια. Επομένως, τα κράτη είναι αυτά που καθορίζουν ποιος θεωρείται πολίτης και ποιος θεωρείται μετανάστης σε κάθε δεδομένη χρονική στιγμή. Ομοίως, η κατηγορία των «παράτυπων» μεταναστών είναι αποτέλεσμα περιοριστικών μεταναστευτικών πολιτικών που ρυθμίζουν ποιος έχει και ποιος δεν έχει το δικαίωμα να εισέλθει και να παραμείνει σε ένα κράτος. Η πρόταση των κριτικών θεωρητικών της μετανάστευσης να χρησιμοποιούμε τον όρο «παρατυποποιημένοι» αντί του «παράτυποι» έχει ως στόχο να επιστήσει την προσοχή στο γεγονός ότι οι άνθρωποι καθίστανται παράτυποι, αντί να είναι παράτυποι. Το επιχείρημα ισχύει και για άλλες κρατικές κατηγοριοποιήσεις των μεταναστών, καθώς και για την ίδια τη διάκριση μεταξύ μεταναστών και πολιτών.

Και οι τρεις παραλλαγές συμβάλλουν στο να θεωρηθεί η μετανάστευση μια κατάσταση εξαίρεσης και στο να καθιερωθεί μιας σαφής διαχωριστική γραμμή μεταξύ μεταναστών και πολιτών – παρά το γεγονός ότι οι τελευταίοι κάνουν συχνά πολλές μετακινήσεις. Παρότι οι τρεις παραλλαγές διαφέρουν μεταξύ τους και δεν χρειάζεται να συνυπάρχουν, τείνουν να τέμνονται και να ενισχύουν η μία την άλλη, διατηρώντας μια μεθοδολογικά εθνικιστική άποψη για τον κόσμο.

Ο Sager υποστηρίζει ότι η ηθική της μετανάστευσης πρέπει να απελευθερωθεί από αυτόν τον μεθοδολογικό εθνικισμό και να μετατραπεί σε μια ευρύτερη «ηθική της κινητικότητας» (Sager 2018, σελ. 91). Μας καλεί να αλλάξουμε την εστίασή μας από την έννοια της μετανάστευσης, που νοείται ως η έλευση ξένων νεοεισερχόμενων στο κράτος μας, στην ευρύτερη έννοια της κινητικότητας και να διερευνήσουμε «πώς οι μετανάστες ταξιδεύουν μέσα σε διακρατικά συστήματα που συνδέουν τους ανθρώπους σε ξηρά, ωκεανό και αέρα» (Sager 2018, σελ. 92). Αντί να υιοθετούμε μια στατική κρατικιστική οπτική που υποθέτει την ύπαρξη σταθερών εθνικών ταυτοτήτων και αντιλαμβάνεται τους μετανάστες ως ξένους, ως δυνάμει απειλή για τον πολιτισμό και τον τρόπο ζωής «μας», θα πρέπει να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε τις αδικίες που σχετίζονται με την ανθρώπινη κίνηση και να σκεφτούμε τρόπους αντιμετώπισής τους.

Κινητικότητα και Μετανάστευση

Ένα εμπόδιο σε αυτή την αλλαγή οπτικής γωνίας από τη μετανάστευση στην κινητικότητα έχει να κάνει με τον τρόπο με τον οποίο γίνεται αντιληπτή η μετανάστευση. Η υπόθεση ότι η μόνιμη εγκατάσταση είναι ο κανόνας και η μετανάστευση είναι μια κατάσταση εξαίρεσης αγνοεί τους πολλούς τρόπους με τους οποίους η ανθρώπινη κινητικότητα εντός και εκτός των κρατικών συνόρων αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ανθρώπινης ζωής. Η υπόθεση ότι η μόνιμη εγκατάσταση είναι ο κανόνας και η μετανάστευση είναι μια εξαιρετική κατάσταση αγνοεί τους πολλούς τρόπους με τους οποίους η ανθρώπινη κινητικότητα εντός και πέραν των κρατικών συνόρων αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ανθρώπινης ζωής. Πέραν του να καθιστά εξαίρεση τη μετανάστευση ως πράξη, η υπόθεση αυτή διαμορφώνει επίσης τον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε τη μετανάστευση. Αυτό συμβαίνει με πολλούς τρόπους.

Πρώτον, υποθέτοντας ότι η μόνιμη εγκατάσταση είναι ο κανόνας, παραβλέπουμε τους πολλούς τρόπους με τους οποίους αυτή είναι απρόσιτη για πολλούς ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Οι περιβαλλοντικές καταστροφές, οι πόλεμοι, η έκθεση στη βία και τις διώξεις, καθώς και η έλλειψη στέγης ως αποτέλεσμα της φτώχειας και της αδυναμίας εύρεσης εργασίας στον τόπο διαμονής κάποιου είναι πολύ πιο διαδεδομένες από όσο συχνά υποθέτουν οι άνθρωποι.

Η απόφαση κάποιου να μεταναστεύσει είναι συχνά το άμεσο αποτέλεσμα αυτών των συνθηκών, οι οποίες αντικατοπτρίζουν την αδυναμία πρόσβασης σε ασφαλή και μόνιμη εγκατάσταση στο κράτος διαμονής του. Το να κατανοήσουμε ότι –μακράν του να αποτελεί κανονικότητα– η μόνιμη εγκατάσταση συχνά δεν είναι διαθέσιμη στους μετανάστες υπονομεύει την ευρέως διαδεδομένη διάκριση μεταξύ μεταναστών, που υποτίθεται ότι μετακινούνται ηθελημένα, από τη μια πλευρά, και προσφύγων, από την άλλη. Οι άνθρωποι που δεν εμπίπτουν στη νομική κατηγορία των προσφύγων που προσπαθούν να ξεφύγουν από διώξεις –ή ακόμη και στην πιο διευρυμένη κατηγορία των περιβαλλοντικών προσφύγων– συχνά εξακολουθούν να είναι αναγκασμένοι να μετακινηθούν λόγω της μη προσβασιμότητας ασφαλούς εγκατάστασης στο κράτος διαμονής τους.

Δεύτερον, η απόφαση να μετακινηθούν μπορεί να λάβει τη μορφή είτε εσωτερικής είτε διεθνούς μετανάστευσης. Δηλαδή, οι άνθρωποι συχνά αποφασίζουν να μετακομίσουν κάπου αλλού επειδή δεν μπορούν πλέον να μείνουν εκεί όπου έμεναν. Το αν η μετανάστευσή τους θα παραμείνει εντός των συνόρων ενός μόνο κράτους ή όχι θα εξαρτηθεί από διάφορους παράγοντες, όπως από το ποιες ευκαιρίες είναι διαθέσιμες εντός του κράτους διαμονής τους, από το αν έχουν οικογένεια και φίλους σε αυτό το κράτος ή στο εξωτερικό ή αν υπάρχουν διακρατικά δίκτυα μετανάστευσης που συνδέουν το κράτος διαμονής τους με άλλες χώρες, από το πόσο εύκολη ή δύσκολη είναι η μετακίνηση σε άλλη χώρα κ.λπ. Υιοθετώντας μια κρατικοκεντρική οπτική, ο μεθοδολογικός εθνικισμός περιορίζει την κατηγορία της μετανάστευσης στη διεθνή μετανάστευση.

Με αυτόν τον τρόπο, η συζήτηση γύρω από τη μετανάστευση υποθέτει και ενισχύει μια σαφή διαχωριστική γραμμή μεταξύ μεταναστών και πολιτών, παραβλέποντας το γεγονός ότι πολλοί πολίτες μπορεί επίσης να είναι εσωτερικοί μετανάστες. Αυτό αποσιωπά το γεγονός ότι οι διεθνείς μετανάστες και οι πολίτες ενδέχεται να μοιράζονται σημαντικές εμπειρίες κινητικότητας και ότι τα κίνητρα της κινητικότητας είναι τα ίδια, ανεξάρτητα από το αν η κινητικότητα αυτή λαμβάνει τη μορφή εσωτερικής ή διεθνούς μετανάστευσης.

Τρίτον, οι άνθρωποι τείνουν να υποθέτουν ότι η μετανάστευση οδηγεί σε μόνιμη εγκατάσταση. Δηλαδή, η μετανάστευση νοείται κυρίως ως μετακίνηση από το κράτος προέλευσης σε ένα άλλο κράτος, όπου τελικά εγκαθίσταται ο μετανάστης. Έτσι, οι μετανάστες νοούνται ως «πολίτες υπό διαμόρφωση» και τα επιχειρήματα υπέρ της χορήγησης δικαιωμάτων σε αυτούς βασίζονται στην υπόθεση ότι γίνονται σταδιακά μέλη του νέου κράτους τους. Σε αυτό το σημείο χρειάζεται προσοχή. Είναι αλήθεια ότι πολλοί άνθρωποι που αρχικά σχεδιάζουν να μεταναστεύσουν σε ένα άλλο κράτος μόνο προσωρινά, καταλήγουν να εγκατασταθούν εκεί οριστικά. Είναι επίσης ζωτικής σημασίας οι άνθρωποι που εγκαθίστανται μόνιμα σε ένα κράτος να αναγνωρίζονται πράγματι ως μέλη του νέου κράτους τους, με πρόσβαση σε δικαιώματα και στην ιθαγένεια.

Ωστόσο, αυτό δεν θα πρέπει να μας κάνει να αγνοήσουμε το γεγονός ότι η μετανάστευση μπορεί να λάβει πολλές μορφές. Συχνά, είναι κρίσιμο μέρος των σχεδίων ζωής των ανθρώπων που μεταναστεύουν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους μετά από μια περίοδο στο εξωτερικό, όπως τονίζουν οι Valeria Ottonelli και Tiziana Torresi (2022) σε μια σημαντική συμβολή.

Σε άλλες περιπτώσεις, οι μετανάστες βλέπουν το κράτος της τρέχουσας διαμονής τους ως έναν ενδιάμεσο σταθμό στο ταξίδι τους, όπως συμβαίνει συχνά με τους μετανάστες που φτάνουν σε χώρες της Νότιας Ευρώπης, όπως η Ελλάδα ή η Ιταλία, οι οποίοι όμως θέλουν τελικά να μεταναστεύσουν σε πλουσιότερα ευρωπαϊκά κράτη, όπου θα έχουν πρόσβαση σε περισσότερες ευκαιρίες. Επιπλέον, τα κράτη συχνά προσπαθούν να αποτρέψουν τους μεταναστευτικούς πληθυσμούς από το να εγκατασταθούν μόνιμα στην επικράτειά τους, περιορίζοντας την πρόσβασή τους στο νομικό καθεστώς της μόνιμης κατοικίας. Αντί να εγκατασταθούν μόνιμα, αυτοί οι άνθρωποι εγκλωβίζονται σε μια κατάσταση «μόνιμης προσωρινότητας» (Ellermann 2020), καθώς το μεταναστευτικό τους καθεστώς παραμένει επισφαλές και τους προσφέρει περιορισμένη πρόσβαση σε δικαιώματα, που προορίζονται για τους πολίτες και τους μόνιμους κατοίκους. Επιπλέον, πολλοί μετανάστες μετέχουν σε σχήματα κυκλικής μετανάστευσης, επιστρέφοντας στο ίδιο κράτος κάθε χρόνο για μερικούς μήνες, χωρίς να εγκαθίστανται εκεί μόνιμα.

Θεωρώντας τη μόνιμη εγκατάσταση τον κανόνα, η μεθοδολογικά εθνικιστική κατανόηση της μετανάστευσης παραβλέπει όλους αυτούς τους τρόπους με τους οποίους η μετανάστευση είναι διαποτισμένη με κινητικότητα. Για να λάβουμε σοβαρά υπόψη την κινητικότητα, πρέπει να δώσουμε προσοχή στις παραγνωρισμένες όψεις αυτού που θα μπορούσε να ονομαστεί κινητή μετανάστευση, δηλαδή μετανάστευση που δεν οδηγεί απαραίτητα σε μακροπρόθεσμη εγκατάσταση, αλλά είναι πιθανό να ακολουθηθεί από περαιτέρω μετακίνηση (Milioni 2024). Αυτό μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι οι εν λόγω μετανάστες λαμβάνουν προσωρινή μόνο άδεια παραμονής στη χώρα στην οποία μεταναστεύουν και, ως εκ τούτου, αναμένεται να μετακινηθούν κάπου αλλού μετά από ορισμένο χρονικό διάστημα. Μπορεί επίσης να οφείλεται στο γεγονός ότι η κινητικότητα αντί της μόνιμης εγκατάστασης αποτελεί μέρος των σχεδίων των ανθρώπων που μεταναστεύουν.

Δηλαδή οι άνθρωποι μετακινούνται όταν δεν έχουν το νόμιμο δικαίωμα ή/και την πρόθεση να εγκατασταθούν μόνιμα στο κράτος της τρέχουσας διαμονής τους. Και στις δύο περιπτώσεις, η τυποποιημένη αντίληψη περί μεταναστών ως δυνάμει μόνιμων κατοίκων της χώρας, οι οποίοι θα πρέπει να λογίζονται ως «πολίτες υπό διαμόρφωση», δεν ισχύει, καθώς δεν λαμβάνει υπόψη ούτε τις προθέσεις των μεταναστών ούτε τα αντικειμενικά εμπόδια που αντιμετωπίζουν όταν πρόκειται να αποκτήσουν πρόσβαση σε ασφαλή και μόνιμη εγκατάσταση στο κράτος διαμονής τους, λόγω του μεταναστευτικού τους καθεστώτος.

Πρέπει να σημειωθεί ότι η κινητή μετανάστευση είναι μια πολύ ευρεία κατηγορία. Καθώς ορίζεται σε αντίθεση με την κυρίαρχη υπόθεση περί μόνιμης εγκατάστασης, καλύπτει πολλές διαφορετικές περιπτώσεις μετανάστευσης που δεν ικανοποιούν αυτή την υπόθεση. Τούτου δοθέντος, θα πρέπει να θεωρείται όρος-ομπρέλα που χαρακτηρίζεται από σημαντική εσωτερική ποικιλία.

Θα μπορούσαμε να σκεφτούμε την κινητή μετανάστευση ως ένα φάσμα που ξεκινά από τις περιπτώσεις πολύ ευάλωτων μεταναστών, όπως οι παράνομα αφιχθέντες μετανάστες, οι αιτούντες άσυλο και οι προσωρινά εργαζόμενοι, καλύπτει περιπτώσεις πιο προνομιούχων μεταναστών, όπως οι διεθνείς φοιτητές, οι ακαδημαϊκοί ή οι μηχανικοί, και καταλήγει στις διεθνείς ελίτ. Ενώ όλες αυτές οι περιπτώσεις παραβλέπονται από το κυρίαρχο παράδειγμα της μετανάστευσης, η καθεμία εγείρει ξεχωριστές αξιώσεις και μπορεί να συνδέεται με ξεχωριστές μορφές αδικίας. Επομένως, είναι σημαντικό τόσο να μη διαλάθει της προσοχής μας η κατηγορία της κινητής μετανάστευσης στο σύνολό της όσο και το να δώσουμε προσοχή στην εσωτερική ποικιλία αυτής της κατηγορίας.

Η έννοια της κινητής μετανάστευσης ρίχνει φως στους τρόπους με τους οποίους τα κράτη περιορίζουν την πρόσβαση στη μόνιμη εγκατάσταση σε ορισμένες προνομιούχες κατηγορίες μεταναστών. Για τις λιγότερο προνομιούχες μορφές μετανάστευσης, τα κράτη τείνουν να δίνουν προτεραιότητα σε πιο προσωρινές μορφές μετανάστευσης, που διατηρούν τους μετανάστες σε μια κατάσταση κινητικότητας και καθιστούν την εγκατάσταση ανέφικτη. Αυτός ο διαχωρισμός μεταξύ μεταναστών που έχουν πρόσβαση στην εγκατάσταση και άλλων που δεν έχουν τέμνεται με ταξικούς και φυλετικούς διαχωρισμούς, διαιωνίζοντας ευρύτερες ανισότητες.

Επιπλέον, αναγνωρίζεται ευρέως ότι οι ευκαιρίες κινητικότητας κατανέμονται άνισα σε όλο τον κόσμο – σε βαθμό που οι κοινωνικοί επιστήμονες να μιλούν για ένα «παγκόσμιο χάσμα κινητικότητας» (Mau et al. 2015), το οποίο τέμνεται με ένα «παγκόσμιο χάσμα κόστους βίζας» (Recchi et al. 2021). Αν δώσουμε προσοχή στην κινητή μετανάστευση, αποκαλύπτεται ότι υπάρχει και μια άλλη πλευρά σε αυτή την ανισότητα. Οι πιο προνομιούχοι άνθρωποι και οι άνθρωποι από τον Παγκόσμιο Βορρά έχουν πρόσβαση όχι μόνο σε σημαντικές ευκαιρίες κινητικότητας αλλά και σε σημαντικές ευκαιρίες εγκατάστασης, ενώ οι λιγότερο προνομιούχοι άνθρωποι και οι άνθρωποι από τον Παγκόσμιο Νότο έχουν πολύ περιορισμένη πρόσβαση όχι μόνο σε ευκαιρίες κινητικότητας αλλά και σε ευκαιρίες για ασφαλή και μόνιμη εγκατάσταση. Η υπόθεση ότι η μόνιμη εγκατάσταση είναι ο κανόνας μας κάνει να παραβλέπουμε αυτή τη δεύτερη πλευρά των ανισοτήτων που σχετίζονται με την κινητικότητα. Η ανανοηματοδότηση πολλών περιπτώσεων μετανάστευσης ως περιπτώσεων κινητής μετανάστευσης δείχνει ότι τόσο η κινητικότητα όσο και η εγκατάσταση είναι ζωτικής σημασίας για τους μετανάστες και ενισχύει το επιχείρημα ότι τα δικαιώματα κινητικότητας θα πρέπει να συνοδεύονται από δικαιώματα εγκατάστασης.

Τέλος, η θεώρηση της κινητής μετανάστευσης ως μιας μορφής ανθρώπινης κινητικότητας, μεταξύ άλλων, υπονομεύει τη διάκριση μεταξύ διεθνών μεταναστών και πολιτών. Οι πολίτες που δεν διασχίζουν τα εθνικά σύνορα μπορεί να εξακολουθούν να είναι εσωτερικοί μετανάστες. Επιπλέον, οι πολίτες ενδέχεται να μετακινούνται με διάφορους τρόπους. Η ανεργία συχνά συνεπάγεται ότι οι άνθρωποι χρειάζεται να μετακινηθούν προκειμένου να έχουν πρόσβαση σε ευκαιρίες απασχόλησης. Η ετοιμότητα να μετακομίσει κανείς μακριά από τον τόπο κατοικίας του εάν βρει δουλειά μπορεί να αποτελεί προϋπόθεση για την πρόσβαση στο ταμείο ανεργίας. Σε μικρότερη κλίμακα, η στεγαστική επισφάλεια αναγκάζει τους ανθρώπους να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, πηγαίνοντας από το ένα σπίτι στο άλλο, ή ακόμα και να βρεθούν άστεγοι. Το να σκεφτούμε τους μετακινούμενους μετανάστες, μαζί με τους μετακινούμενους πολίτες, ως ανθρώπους των οποίων τα δικαιώματα και οι ανάγκες παραβλέπονται, λόγω της υπόθεσης ότι η ασφαλής και μόνιμη εγκατάσταση είναι ευρέως διαθέσιμη σε όλους, μπορεί να βοηθήσει στη δημιουργία δικτύων αλληλεγγύης που αμφισβητούν την άνιση κατανομή των δικαιωμάτων στην κινητικότητα και την εγκατάσταση.

Προς μια Μεταναστευτική Ηθική της Κινητικότητας

Χρειάζεται πολλή δουλειά ώστε να υιοθετήσουμε την πρόταση του Sager και να μετατρέψουμε την ηθική της μετανάστευσης σε μια ευρύτερη ηθική της κινητικότητας. Η συνειδητοποίηση ότι σε πολλές περιπτώσεις η μετανάστευση είναι κινητική και ότι οι μετακινούμενοι μετανάστες ενδέχεται να έχουν, τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό, παρόμοιες εμπειρίες κινητικότητας και να αντιμετωπίζουν παρόμοιες προκλήσεις με τους μετακινούμενους πολίτες αποτελεί ένα πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση. Υπό αυτή την έννοια, μια πιο κινητική ηθική της μετανάστευσης αποτελεί βασικό μέρος μιας ευρύτερης ηθικής της κινητικότητας που θα αντιμετώπιζε τις αδικίες με τις οποίες έρχονται αντιμέτωποι τόσο οι μετανάστες όσο και οι πολίτες όσον αφορά την κινητικότητα και την εγκατάσταση.

Με αυτά τα δεδομένα, είναι δυνατόν να διατυπωθούν ορισμένες βασικές προκαταρκτικές θέσεις για μια μεταναστευτική ηθική της κινητικότητας που θα υπερβαίνει τον μεθοδολογικό εθνικισμό, δικαιώνοντας τις αιτιάσεις των μετακινούμενων μεταναστευτικών πληθυσμών:

  1. Η ανθρώπινη κινητικότητα είναι φυσιολογική και οι άνθρωποι πάντοτε μετακινούνταν στην ανθρώπινη ιστορία.
  2. Υπάρχουν αρκετές ομοιότητες μεταξύ των εμπειριών των διεθνών μεταναστών και των εμπειριών των εσωτερικών μεταναστών. Συχνά, αυτές οι εμπειρίες διαφέρουν κυρίως ως προς την κλίμακά τους.
  3. Η μετανάστευση μας αφορά όλους, όχι μόνο υπό την έννοια ότι οι μη μετανάστες είναι μέλη των κοινοτήτων υποδοχής που πρέπει να φιλοξενήσουν τους μετανάστες αλλά και με την έννοια ότι οποιοσδήποτε μπορεί δυνητικά να γίνει μετανάστης.
  4. Οποιεσδήποτε διαφορές στη μεταχείριση των μεταναστευτικών και των εγκατεστημένων πληθυσμών πρέπει να δικαιολογούνται όχι μόνο από την οπτική γωνία αυτών των τελευταίων αλλά και από εκείνη των μεταναστών.
  5. Ειδικότερα, οι μετακινούμενοι μετανάστες αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο αδικαιολόγητων αποκλεισμών, καθώς δεν έχουν το δικαίωμα και/ή την πρόθεση μόνιμης εγκατάστασης, θέτοντας ως εκ τούτου υπό αμφισβήτηση μεθοδολογικά εθνικιστικές παραδοχές που μεροληπτούν υπέρ της μόνιμης εγκατάστασης.
  6. Οι μετανάστες θα πρέπει να έχουν πρόσβαση όχι μόνο σε ευκαιρίες κινητικότητας αλλά και σε ευκαιρίες ασφαλούς και μόνιμης εγκατάστασης.

Βιβλιογραφικές πηγές

Carens, Joseph. 1987. “Aliens and Citizens: The Case for Open Borders.” The Review of Politics 49 (2): 251-273. https://doi.org/10.1017/S0034670500033817.

Ellermann, Antje. 2020. “Discrimination in migration and citizenship.” Journal of ethnic and migration studies 46 (12): 2463-2479. https://doi.org/10.1080/1369183X.2018.1561053.

Mau, Steffen, Fabian Gülzau, Lena Laube, and Natascha Zaun. 2015. “The Global Mobility Divide: How Visa Policies Have Evolved over Time.” Journal of ethnic and migration studies 41 (8): 1192-1213. https://doi.org/10.1080/1369183X.2015.1005007.

Milioni, Anna. 2024. “Mobility, Migration, and Mobile Migration.” Philosophy 99 (2): 273-303. https://doi.org/10.1017/S0031819124000019.

Ottonelli, Valeria, and Tiziana Torresi. 2022. The Right Not to Stay: Justice in Migration, the Liberal Democratic State, and the Case of Temporary Migration Projects. Oxford: Oxford University Press.

Recchi, Ettore, Emanuel Deutschmann, Lorenzo Gabrielli, and Nodira Kholmatova. 2021. “The global visa cost divide: How and why the price for travel permits varies worldwide.” Political geography 86: n/a. https://doi.org/10.1016/j.polgeo.2021.102350.

Sager, Alex. 2016. “Methodological Nationalism, Migration and Political Theory.” Political studies 64 (1): 42-59. https://doi.org/10.1111/1467-9248.12167.

—. 2018. Toward a Cosmopolitan Ethics of Mobility. Cham: Palgrave Macmillan.

—. 2021. “Political philosophy beyond methodological nationalism.” Philosophy compass 16 (2): n/a. https://doi.org/10.1111/phc3.12726.

Sassen, Saskia. 2006. Territory, authority, rights: From medieval to global assemblages. Princeton: Princeton University Press.

Shachar, Ayelet. 2020. The shifting border: Legal cartographies of migration and mobility: Ayelet Shachar in dialogue. Manchester: Manchester University Press.