Μέσα σε έντονες διαμαρτυρίες και διαδηλώσεις ο 77χρονος συγγραφέας Πέτερ Χάντκε παρέλαβε χθες Τρίτη 10 Δεκεμβρίου 2019 το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας στη Στοκχόλμη, ως «ένας από τους πιο σημαντικούς συγγραφείς στην Ευρώπη από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο», σύμφωνα με το κείμενο της  Σουηδικής Ακαδημίας. Ταυτόχρονα σημειώθηκαν έντονες αντιδράσεις κι ένα κύμα αγανάκτησης, κυρίως στα Βαλκάνια, εξαιτίας της στήριξης του Χάντκε στον πρώην πρόεδρο της Σερβίας Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς αλλά και τη “φιλοσερβική” στάση του γενικότερα κατά τη διάρκεια των πολέμων της γιουγκοσλαβικής διαδοχής της δεκαετίας του 1990. 

Ads

Η στοχοποίηση του Χάτνκε από τα γαλλικά ΜΜΕ

Οι επικριτές του δεν ξεχνούν την παρουσία του Χάντκε στην κηδεία του Μιλόσεβιτς στις 18 Μαρτίου του 2006 στο Ποζάρεβατς της Σερβίας, καθώς και τη δήλωσή του συγγραφέα ότι είναι «ευτυχισμένος που βρίσκεται δίπλα σ’ έναν άνθρωπο που υπεράσπιζε το λαό του». Στον επικήδειο που εκφώνησε τοτε ο Χάτνκε είχε πει πως: «Είμαι εδώ για τη Γιουγκοσλαβία, για τη Σερβία, για τον Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς».

Τότε ήταν που ο διευθυντής του πιο γνωστού γαλλικού θεάτρου Κομεντί Φρανσέ (Comedie-Francaise), o Μαρσέλ Μποζονέ αποφάσισε να κατεβάσει από το ρεπερτόριο του 2007 το έργο του Χάντκε «Το Ταξίδι στην Ηχηρή Χώρα ή  Τέχνη των Ερωτήσεων«  (Voyage to the Sonorous Land or the Art of Asking). Ο ίδιος είχε τότε δηλώσει πως «ο Χάντκε με την ομιλία του στο Πόζαρεβατς πρόσβαλε τη δουλειά των Γάλλων ανταποκριτών πολέμου».  Ωστόσο ο τότε Γάλλος Υπουργός Πολιτισμού αποστασιοποιήθηκε από την απόφαση του Μποζονέ.

Ads

Έπειτα από αυτή την απόφασή του κορυφαίου θεατρικού ανθρώπου της Γαλλίας κι άλλοι στράφηκαν με θύμο ενάντια στον ανυπότακτο Αυστριακό συγγραφέα Πέτερ Χάντκε. «Στις πρώτες γραμμές μάχης βρέθηκαν φυσικά οι ‘’βετεράνοι’’ του πολέμου των ΜΜΕ, δοκιμασμένοι μαχητές κατά του σέρβικου φασισμού και της μεγάλης Σερβίας», σχολίαζε ειρωνικά ο Μίλιβοϊ Σρέμπρο, καθηγητής του Πανεπιστήμιου Michael de Mantaigne του Μπορντό στο βιβλίο του Σημειώσεις ενός Απάτρι (Ecris et Cris d’un Apatride). Οι αμέσως μετά που πυροβόλησαν τον συγγραφέα ήταν ο Ζαν Μπλαν (Jan Blan), διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου στο Μπρέστ, και ο συνάδελφός του o διευθυντής του Κέντρου Δράματος στην Ορλεάνη. 

image

Η περίπτωση Ρεζίς Ντεμπρέ

Πρέπει να σημειωθεί πως παρόμοια επικριτική στάση είχαν τότε υιοθετήσει πολλά γαλλικά ΜΜΕ εναντίον και του  Ρεζίς Ντεμπρέ (Regis Debray), έναν από τους μεγαλύτερους σύγχρονους Γάλλους διανοούμενους, ο οποίος εισήγαγε τον όρο mediologia, την επιστήμη των ΜΜΕ. Όταν λοιπόν την άνοιξη του 1999 το ΝΑΤΟ βομβάρδιζε τη Σερβία, ο Ντεμπρέ ξαφνικά έγινε ένας από τους μεγαλύτερους αιρετικούς για τη γαλλική κοινή γνώμη καθώς, μετά το ταξίδι που έκανε στη βομβαρδισμένη Σερβία, εξέθεσε μία διαφορετική και με περισσότερες αποχρώσεις εικόνα για τον «δίκαιο» και «ηθικό» πόλεμο του ΝΑΤΟ και για τις «παράπλευρες απώλειές» του.

Γιατί δεν πήρε το «Βραβείο Heinrich Heine»

Το 2008 επίσης επρόκειτο να δοθεί το «Βραβείο του Χάινριχ Χάινε» (Heinrich Heine), του μεγάλου Γερμανού ποιητή, ακριβώς στον αμφιλεγόμενο Πέτερ Χάντκε. Το βραβείο αυτό είχε μάλιστα και χρηματικό έπαθλο 50.000 ευρώ. Ωστόσο υπήρξαν σοβαρές αντιδράσεις, Η εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung και το περιοδικό Der Spiegel, που είχαν διαμορφώσει την εικόνα στους Γερμανούς αναγνώστες τους, για την αποκλειστική ενοχή των Σέρβων στον εμφύλιο πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας, στάθηκαν εχθρικά απέναντι στη βράβευση του. Μερικοί από τους βουλευτές των πολιτικών κομμάτων, που αντιπροσωπεύονται στην τοπική βουλή του Ντίσελντορφ, δήλωσαν ότι στη συνεδρίαση που έπρεπε να γίνει τέλος Ιουνίου, θα απέτρεπαν την απόφαση της επιτροπής και θα αρνούνταν να δώσουν χρήματα για το βραβείο αυτό. Για να διευκολύνει την κατάσταση που είχε πάρει διαστάσεις υστερίας, στις αρχές Ιουνίου ο Χάντκε παραιτήθηκε από το βραβείο κι έτσι, για πρώτη φορά από το 1972, το «Βραβείο Χάινριχ Χάινε» δεν απονεμήθηκε το έτος 2008. 

Στην επιστολή που έστειλε τότε ο Πέτερ Χάντκε στον δήμαρχο της πόλης, Ιωακείμ Έρβιν, ο  συγγραφέας προτείνει ειρωνικά στους «κακοδιάθετους και στενόμυαλους» τοπικούς πολιτικούς αντί για την ακυρωμένη συνεδρίαση του βραβείου να βγουν στον καθαρό αέρα (frisch Luft) και για πικνίκ στον Ρήνο, ενώ ο ίδιος θα πήγαινε για άλλη μια φορά να προσκυνήσει στον τάφο του Χάινε που βρίσκεται στο Μονμάρτη του Παρισιού…

image

«Εγώ Ήμουν Εκεί, Εκείνοι Ήταν;»

Ο Πέτερ Χάντκε δήλωσε τότε για τις επικρίσεις που δεχόταν: «Εγώ ποτέ δεν έχω προσβάλει κανένα λαό. Κριτίκαρα τους Ούστασι (Κροάτες φασίστες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου), κριτίκαρα την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και τον Πάπα (λόγω του Κροάτη καρδινάλιου Στεπίνατς που ευλογούσε τις σφαγές κατά των Σέρβων), γι’ αυτό το λόγο και βγήκα από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, αλλά ποτέ δεν πρόσβαλα έναν ολόκληρο λαό όπως το κάνουν εκείνοι».

Αξίζει να σημειωθεί πως ο Χάντκε το 1999 αποσκίρτησε από την Καθολική Εκκλησία και έγινε ορθόδοξος, που ήταν μια αντίδραση του στους βομβαρδισμούς του ΝΑΤΟ στη Σερβία. Ο ίδιος αναφέρθηκε σ’ αυτό το γεγονός λέγοντας ότι ένα άρθρο που διάβασε τότε στη Le Monde, ενός καθολικού επισκόπου που ονόμαζε τους βομβαρδισμούς του ΝΑΤΟ «σβήσιμο πυρκαγιάς με Canadair»: «Πρέπει να ζητώ συγνώμη που είμαι ευαίσθητος στα λόγια;» αναρωτήθηκε ο Χάντκε. «Άλλωστε ορθόδοξος ή καθολικός, παραμένω χριστιανός, το λιγότερο μέχρι το θάνατο, ακολουθώντας τα Ευαγγέλια και τις Ευχαριστίες. Και ως προς εκείνους που με κατηγορούν ότι ξέχασα το Βούκοβαρ: ποτέ δεν το ξέχασα! Εγώ ήμουν εκεί, εκείνοι ήταν;» 

Σε μια επιστολή του τότε στους αναγνώστες της Liberation ο Χάτνκε προσπαθεί να εξηγήσει κάποιες διαφορές που υπάρχουν στη χρήση των λέξεων, όπως για παράδειγμα της λέξης «γενοκτονία» που αποδίδεται άδικα μόνο στους Σέρβους, οι οποίοι μπορεί να έκαναν στη Σρεμπρένιτσα τρομερά εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, αλλά αυτή ήταν η εκδίκηση μετά από τα τριάντα καμένα χωριά χωρία γύρω από τη Σρεμπρένιτσα και τη σφαγή των γυναικών και παιδιών που έκαναν οι Μουσουλμάνοι στη Κράβιτσα (20 χιλιόμετρα μακριά από τη Σρεμπρένιτσα). Αυτή η σφαγή των γυναικόπαιδων που προηγείται της Σρεμπρένιτσας, γιατί δεν ονομάζεται γενοκτονία;», αναρωτιέται ο Χάντκε.  Επίσης τονίζει στην απολογία του ότι ο αριθμός των νέων ανθρώπων που άδικα πέθαναν και στις τρεις εμπλεκόμενες πλευρές  (Σέρβοι, Κροάτες και Μουσουλμάνοι) είναι περίπου  ίδιος.   

image

Ένοχος γιατί καταστρέφει τα Δυτικά στερεότυπα

Ανάμεσα στους λίγους υπερασπιστές τότε του Πέτερ Χάντκε ήταν φυσικά οι Σέρβοι, που είχαν δαιμονοποιηθεί κατά τη δεκαετία του 1990 από τα Δυτικά ΜΜΕ: «Στα μάτια των Νέο-Ιεροεξεταστών ο Χάντκε είναι ένοχος γιατί δεν παραδέχεται την βολικά πακεταρισμένη, μανιχαϊστική αλήθεια για τον εμφύλιο πόλεμο στην πρώην Γιουγκοσλαβία, την οποία την κατασκεύασαν όσοι διαμορφώνουν την τελική εικόνα των σύγχρονων ΜΜΕ δαιμονοποιώντας, αν χρειάζεται κι έναν ολόκληρο λαό.  Ο Χάντκε είναι ένοχος επειδή σπέρνει την αμφιβολία για την δική τους αλήθεια, ενώ διορθώνει την ήδη γραμμένη –απ’ αυτούς!– ιστορία και τολμά να αναζητάει το δίκαιο για τον “ένοχο λαό’’.  Ο Χάντκε είναι επίσης ένοχος γιατί επιδέξια και θρασύτατα και πολλές φορές μόνος του εναντίων όλων, καταστρέφει ευρέως αποδεχόμενα στερεότυπα στη Δύση για τα “καλά” και τα “κακά”’ παιδιά, για τα θύματα και τους θύτες, για τους αθώους και γενοκτόνους λαούς. 

Ο Χάντκε εδώ και χρόνια αποκαλύπτει την παγίδα στην οποία πολλοί έπεσαν: πρόκειται για ένα απαίσιο προπαγανδιστικά αμάλγαμα το οποίο ταύτισε τον Μιλόσεβιτς με τον Χίτλερ, και τους Σέρβους, “το λαό που τον ψήφισε”, με τους Ναζί. Ο Χάντκε επίσης είναι ένοχος επειδή τολμά και αποκαλύπτει τα ψέματα για τα σέρβικα στρατόπεδα συγκέντρωσης και για τους μαζικούς βιασμούς τους οποίους τα Δυτικά ΜΜΕ ακόμη αποδίδουν αποκλειστικά στους Σέρβους της Βοσνίας. Φταίει που ζητάει συμπόνια για όλα τα θύματα της ανόητης αδελφοκτονίας και που ζητάει να ακουστούν και οι λυγμοί των μητέρων από τη Κράβιτσα (Σερβίδων) και όχι μόνο μητέρων από τη Σρεμπρένιτσα (Μουσουλμάνων)», έγραψε χαρακτηριστικά ο  συγγραφέας και καθηγητής Milivoj Srebro, στο σέρβικο περιοδικό ΝΙΝ (01.06.2006). 

image

Αγάπη για τη Γιουγκοσλαβία

Οι ρίζες του Πέτερ Χάντκε προφανώς μας δίνουν και την κατάλληλη εξήγηση για τη μεγάλη του αγάπη που είχε για την Γιουγκοσλαβία. Η μητέρα του, την οποία ονομάζει κάπου «η άγια μητέρα μου», ήταν σλοβένικης καταγωγής και ήταν υπέρ της Γιουγκοσλαβικής ιδέας. Ο πατέρας του ήταν Αυστριακός στρατιώτης γερμανικού Ναζιστικού Στρατού και ο Πέτερ Χάντκε ήταν ήδη 19 χρόνων όταν για πρώτη φορά γνώρισε τον πατέρα του μέχρι και τα 29 του μισούσε τον πατέρα του (το γράφει στο έργο του Αδιάφορο Κακό), μέχρι που κατάλαβε μερικά πράγματα και τον συγχώρεσε που ήταν αδύναμος, μαλθακός και μέλος του Ναζιστικού Κόμματος. Και οι δύο θείοι του είχαν μεγάλη αγάπη για τη Γιουγκοσλαβία και μίσος για τον στρατό του «θηρίου» Χίτλερ στον οποίο επιστρατεύτηκαν παρά τη θέληση τους και σκοτώθηκαν και οι δύο στον πόλεμο. 

Το 1996 πήγε για πρώτη φορά στη Σερβία και έτυχε να ήταν αυτό και το γαμήλιο ταξίδι του, γιατί είχε μόλις παντρευτεί τη γυναίκα του και της έλεγε συνεχώς: «Πρέπει να πάω εκεί να δω τι κάνουν οι άνθρωποι, κανείς δεν γράφει για αυτούς. Δεν ρωτάω τι έγινε στη λαϊκή του Σαράγιεβο. Ρωτάω: τι ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ έχει συμβεί εκεί; Θα ήθελα να ξέρω τι έγινε με το Ντουμπρόβνικ; Είναι πραγματικά καταστραμμένο; Όταν πήγα στη Σερβία πρώτη φορά ένιωσα ένα φανταστικό πόνο, ο οποίος ακόμη δεν σταμάτησε. Ο Ζαν Πολ Σάρτρ μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο επισκέφτηκε το Κράγκουγιεβατς, μία βιομηχανική πόλη της Σερβίας με 200.000 κατοίκους, όπου οι Γερμανοί άδειασαν ένα ολόκληρο Γυμνάσιο, πήραν τους καθηγητές και μαθητές, περίπου 1.200 άτομα, και τους εκτέλεσαν. Ο Σαρτρ ένιωσε ότι όλη τη χώρα σκέπασε ο πόνος, ότι πονάει ολόκληρη η Σερβία, και αυτός ο πόνος ήρθε από τους Γερμανούς και αυτό πρέπει να το θυμούνται. Στην Σερβία αυτός ο πόνος ακόμη υπάρχει και αυτό δεν είναι η παράνοια μου», έγραφε ο Χάντκε.  

«Όχι Νόμπελ για Fake News»

Οι αντιδράσεις κατά του Πέτερ Χάντκε και της βράβευσής του εκδηλώθηκαν έντονα την Τρίτη 10 Δεκεμβρίου, όταν διαδηλωτές αψήφησαν τις υπό του μηδενός θερμοκρασίες για να διαδηλώσουν ενάντιον της Σουηδικής Ακαδημίας. Ενώ οι επίσημοι έφταναν με λιμουζίνες, μια μικρή ομάδα διαδηλωτών κουνούσαν πλακάτ που ανέγραφαν συνθήματα όπως «Όχι Νόμπελ για Ψευδείς Ειδήσεις» (No Nobel for Fake News), σε μια αναφορά σε σχόλια του Χάντκε που έθεσαν υπό αμφισβήτηση τη σφαγή τουλάχιστον 8.000 Βόσνιων μουσουλμάνων ανδρών και αγοριών στην Σρεμπρένιτσα τον Ιούλιο του 1995. 

Μετά το τέλος της τελετής απονομής, περίπου χίλια άτομα συγκεντρώθηκαν στη Στοκχόλμη σε μια διαδήλωση κατά του Χάντκε, κυματίζοντας σημαίες της Βοσνίας και φορώντας λευκά περιβραχιόνια που οι Σερβοβόσνιοι εξανάγκαζαν να φορούν όσοι δεν ήταν Σέρβοι το 1992. «Το πρόβλημα με τον Χάντκε είναι η άρνησή του να παραδεχθεί την γενοκτονία του βοσνιακού πληθυσμού τη δεκαετία του 1990», δήλωσε ο Άνταν Μαχμουτοβιτς, ένας εκ των διοργανωτών των σημερινών διαδηλώσεων στη Στοκχόλμη, που διέφυγε το 1993 στη Σουηδία ως πρόσφυγες από τον πόλεμο στην Βοσνία.

Επίσης οι πρέσβεις Τουρκίας, Αλβανίας, Βοσνίας, Κροατίας και Κοσόβου μποϊκόταραν την τελετή απονομής των βραβείων Νόμπελ, εξαιτίας της βράβευσης του Αυστριακού λογοτέχνη. «Το να απονέμεται το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας σε έναν ρατσιστή, ο οποίος αρνείται τη γενοκτονία στη Βοσνία και υπερασπίζεται εγκληματίες πολέμου, στις 10 Δεκεμβρίου, Παγκόσμια Ημέρα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ισοδυναμεί απλώς με ανταμοιβή των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων», είχε  δηλώσει νωρίτερα χθες ο λαλίστατος Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ως “γνώστης”… των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του Διεθνούς Δικαίου. Μάλιστα ο Ερντογάν μεταξύ άλλων τόνισε πως αν απονεμόταν στον ίδιο το Νόμπελ Ειρήνης, εκείνος δεν θα το αποδεχόταν!