Σε «ελεύθερη πτώση» βρίσκεται η οικονομία της Τουρκίας, με τα σενάρια για δεσμεύσεις καταθέσεων και capital controls να φουντώνουν ολοένα και περισσότερο.

Ads

Την Παρασκευή, για πέμπτη φορά μόνο τον Δεκέμβριο, η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας παρενέβη στην αγορά συναλλάγματος για να στηρίξει το εθνικό νόμισμα, μετά την πτώση του σε ιστορικά χαμηλά έναντι του δολαρίου. Η ισοτιμία υποχώρησε στις 17,0705 λίρες ανά δολάριο. Η τουρκική λίρα έχει απωλέσει το 56% της αξίας της φέτος, με το 40% των απωλειών να καταγράφονται τον τελευταίο μήνα.

Η κατάρρευση του εθνικού νομίσματος οδήγησε σε προσωρινή αναστολή της διαπραγμάτευσης μετοχών, ομολόγων και repos. Λίγα λεπτά μετά, οι συναλλαγές ξεκίνησαν ξανά, αλλά ο δείκτης έχανε 5% και ο τραπεζικός δείκτης πάνω από 6%, με αποτέλεσμα να ακολουθήσει και δεύτερη αναστολή.

Ο εφιάλτης του πληθωρισμού

Σημειώνεται ότι την Πέμπτη, η τουρκική κεντρική τράπεζα αποφάσισε τη μείωση του βασικού επιτοκίου της κατά μία ποσοστιαία μονάδα, στο 14%, ενώ διεμήνυσε ότι θα σταματήσει τον κύκλο μείωσης επιτοκίων. 

Ads

Την ίδια ώρα, την αύξηση του κατώτατου μισθού από τις 2.825 (περίπου 160 ευρώ) στις 4.250 λίρες (240 ευρώ) αρχής γενομένης από την επόμενη χρονιά ανακοίνωσε ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Ο ίδιος δήλωσε ότι η Τουρκία πολύ σύντομα θα ξεπεράσει τις αβεβαιότητες που συνδέονται με την αστάθεια του νομίσματος και τις «υπερβολικές» αυξήσεις των τιμών.

Ο πληθωρισμός στην Τουρκία είναι υψηλότερος από το 21% και αυξάνεται σταθερά καθώς ο πρόεδρος Ερντογάν έχει αρνηθεί να αυξήσει τα επιτόκια, με συνέπεια τη μεγάλη μείωση της αγοραστικής δύναμης των Τούρκων, οι οποίοι το τελευταίο διάστημα πραγματοποιούν διαδηλώσεις, ζητώντας τον τερματισμό της συγκεκριμένης οικονομικής πολιτικής.

Από την αρχή του έτους, το τουρκικό νόμισμα έχει χάσει το 50% της αξίας του έναντι του δολαρίου, με οικονομολόγους να προβλέπουν ότι ο πληθωρισμός θα εκτοξευτεί σχεδόν στο 30% το επόμενο έτος λόγω κυρίως της αύξησης των τιμών των εισαγωγών.

Οικονομολόγοι επίσης ζητούν από τον Ερντογάν αλλαγή πολιτικής, ωστόσο ο ίδιος εμμένει στην άποψη ότι τα υψηλότερα επιτόκια αυξάνουν τον πληθωρισμό αντί να τον μειώνουν, κάτι που οι περισσότεροι απορρίπτουν. Μάλιστα, με πρόσφατη ανάρτησή του, ο νέος υπουργός Οικονομικών, Νουρεντίν Νεμπάτι δήλωσε ότι η Τουρκία είναι αποφασισμένη να μην αυξήσει τα επιτόκια. 

Η ισοτιμία της λίρας υποχώρησε μετά την ανακοίνωση της κεντρικής τράπεζας για τα επιτόκια σε νέο χαμηλό επίπεδο ρεκόρ, στις 15,51 λίρες έναντι του δολαρίου, ωθώντας επιχειρήσεις και νοικοκυριά που έχουν δανειστεί από το εξωτερικό ουσιαστικά σε πτώχευση. Επίσης, η απότομη πτώση της αξίας του νομίσματος σημαίνει πως οι τιμές των εισαγόμενων αγαθών συνεχίζουν να αυξάνονται. Αξίζει να σημειωθεί πως η κεντρική τράπεζα έχει παρέμβει τέσσερις φορές στην αγορά συναλλάγματος τις δύο τελευταίες εβδομάδες, πουλώντας δολάρια για να επιβραδύνει τις μεγάλες πωλήσεις του τουρκικού νομίσματος.

Αυτή η ανορθόδοξη προσέγγιση του Ερντογάν έχει επιτευχθεί αφού ο ίδιος έχει εγκαταστήσει αξιωματούχους στην κεντρική τράπεζα, οι οποίοι είναι πιστοί σε αυτόν. Το στοίχημα είναι το εξής: θεωρεί ότι το φθηνό χρήμα θα βοηθήσει στην οικονομική ανάπτυξη και στη δημιουργία θέσεων εργασίας, ενώ μια ασθενέστερη λίρα καθιστά την Τουρκία πιο ανταγωνιστική στη διεθνή σκηνή. Πιστεύει πως με χαμηλά επιτόκια, οι πολίτες θα συνεχίσουν τις αγορές και οι επιχειρήσεις το δανεισμό, επενδύοντας με τη σειρά τους στην οικονομία. Επιπλέον, εφόσον η λίρα χάνει αξία έναντι του δολαρίου, αυτό σημαίνει, σύμφωνα με τον Ερντογάν, πως οι εξαγωγές της Τουρκίας θα γίνουν φθηνότερες και οι ξένοι καταναλωτές θα αγοράσουν ακόμη περισσότερα. «Τα επιτόκια κάνουν τους πλούσιους πλουσιότερους, τους φτωχούς φτωχότερους», είχε δηλώσει πριν λίγο καιρό.

Αυξήσεις σε όλα τα βασικά αγαθά

Επιμένει σε αυτή την οικονομική πολιτική, παρά το γεγονός πως στην πραγματικότητα, όπως γράφουν οι New York Times, τα χαμηλά επιτόκια είναι αυτά που όντως θέτουν περισσότερο χρήμα σε κυκλοφορία, ενθαρρύνουν τους ανθρώπους να δανείζονται και να ξοδεύουν περισσότερα, αλλά τείνουν να αυξάνουν τις τιμές.

Ακόμη κι αν έχει δίκιο ως ένα βαθμό, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η Τουρκία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από εισαγωγές αυτοκινήτων και φάρμακα, καύσιμα, λιπάσματα και γενικά πρώτες ύλες. Όταν η λίρα υποτιμάται, τα προϊόντα αυτά κοστίζουν περισσότερο.

Οι αυξήσεις βέβαια που παρατηρούνται στις τιμές βασικών προϊόντων, όπως το τυρί, το χαρτί τουαλέτας, το γάλα ή το βούτυρο δείχνουν πως η κατάσταση στην τουρκική κοινωνία δεν είναι καθόλου καλή. Η τουρκική λίρα έχει χάσει τα 2/3 της αξίας της τα τελευταία τρία χρόνια, όπως σημειώνει το Bloomberg, καθιστώντας τη ζωή των σχεδόν 85 εκατομμυρίων πολιτών πιο ακριβή.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα του αδιεξόδου που υπάρχει είναι το ζήτημα της αγοράς ψωμιού, το οποίο η κυβέρνηση Ερντογάν έθεσε στο επίκεντρο του ενδιάφεροντος πιέζοντας του αρτοποιούς να διατηρήσουν τις τιμές σε χαμηλά επίπεδα. Όπως αναφέρουν όμως σε ρεπορτάζ τους οι NYT, ακόμη κι έτσι οι πωλήσεις ψωμιού έχουν πέσει, την στιγμή που το κόστος παραγωγής τους να έχει εκτοξευτεί, με την Ένωση Αρτοποιών να προειδοποιεί ότι πολλές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν το φάσμα της χρεοκοπίας.

Την ίδια ώρα, ουρές παρατηρούνται σε καταστήματα καυσίμων. «Περιμένω εδώ και 20 λεπτά για να αγοράσω καύσιμα. Είναι δυνατόν, τέτοια γελοιότητα; Αυτή είναι η κατάσταση στην οποία έφεραν την Τουρκία. Τι άλλο να πω;» διερωτήθηκε πριν λίγο καιρό ένας οδηγός, ο Ιμπραχίμ Οζτούρκ.

Το αδιέξοδο της αντιπολίτευσης

 «Το τεράστιο στοίχημα που παίρνει, όταν κατρακυλά στις δημοσκοπήσεις λόγω της επιδείνωσης της οικονομίας, συνεπάγεται πρόσθετο βραχυπρόθεσμο πόνο για μακροπρόθεσμο κέρδος», δηλώνει στο Foreign Policy ο Μπουλέντ Αλίριζα, ειδικός σε θέματα Τουρκίας στο Κέντρο για Στρατηγικές και Διεθνείς Σπουδές.

Οι επενδυτές γενικότερα θεωρούν πως η κεντρική τράπεζα μιας χώρας είναι αρμόδια να διατηρήσει τον πληθωρισμό υπό έλεγχο και να καθορίσει τα επιτόκια. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν ισχύει σε αυτή την περίπτωση. Ο Ερντογάν έχει επανειλημμένα δείξει πως εάν οι κεντρικοί τραπεζίτες ή οι υπουργοί Οικονομικών δεν κάνουν αυτό που θέλει, τότε απλώς τους ξεφορτώνεται (πριν λίγες ώρες απομάκρυνε δύο αναπληρωτές υπουργούς Οικονομικών).

Με προγραμματισμένες εκλογές το 2023, η αντιπολίτευση δεν μπορεί να κάνει και πολλά για να τον σταματήσει, καθώς μετά το δημοψήφισμα του 2017 η συγκέντρωση εξουσίας στα χέρια του Τούρκου Προέδρου αυξήθηκε κατακόρυφα. Ωστόσο, με δεδομένο ότι στις δημοσκοπήσεις το κυβερνών κόμμα χάνει σημαντικά ποσοστά, η αντιπολίτευση υπόσχεται πως με ένα νέο πρόεδρο, η χώρα θα επιστρέψει στο υβριδικό κοινοβουλευτικό-προεδρικό σύστημα που ίσχυε πριν το 2017.

«Είναι ένα κλασσικό τέλος εποχής», τονίζει ο Αλίριζα. «Δεν νομίζω ότι ο συγκεκριμένος άνθρωπος μπορεί να βγάλει άλλα κουνέλια από το καπέλο του. Από την άλλη, δεν μπορούμε να τον ξεγράψουμε εντελώς, γιατί κατέχει όλη τη δύναμη».