Οι λεπτομέρειες της τριμερούς συμφωνίας «AUKUS» για την ασφάλεια μεταξύ της Αυστραλίας, του Ηνωμένου Βασιλείου και των ΗΠΑ, η οποία σήμανε την ακύρωση της σύμβασης που είχαν υπογράψει το Παρίσι και η Καμπέρα για την προμήθεια υποβρυχίων αξίας δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ, συζητήθηκαν και συμφωνήθηκαν κατά τη διάρκεια της συνόδου κορυφής της G7 τον Ιούνιο στην Κορνουάλη, αναφέρει η εφημερίδα The Telegraph.

Ads

Σύμφωνα με το δημοσίευμα, ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, αν και παρών στη Σύνοδο, δεν ενημερώθηκε ποτέ για τις επαφές που πραγματοποιούνταν «κάτω από το μύτη του». Οι λεπτομέρειες της συμφωνίας συζητήθηκαν κατά τη διάρκεια της Συνόδου, ενώ όλα τα έγγραφα είχαν τη διαβάθμιση «άκρως απόρρητο». Μάλιστα, όπως αναφέρει η Telegraph, ο τότε βρετανός υπουργός Εξωτερικών Ντόμινικ Ράαμπ (πλέον υπουργός Δικαιοσύνης) είχε προειδοποιηθεί πως η συμφωνία θα επηρέαζε αρνητικά τις σχέσεις με την Κίνα και τη Γαλλία.

Ο Guardian ανέφερε επίσης πως οι συνομιλίες για το ζήτημα διεξάγονταν επί μήνες με απόλυτη μυστικότητα. Κατά τη διάρκεια της G7 δεν έγινε η παραμικρή αναφορά στον Μακρόν πως η κυβέρνηση της Αυστραλίας ετοιμαζόταν να ακυρώσει τη διμερή σύμβαση για την προμήθεια των υποβρυχίων, προκειμένου να αγοραστούν αντ’ αυτών αμερικανικά πυρηνικά υποβρύχια.

Οι ΗΠΑ και η Αυστραλία φαίνεται πως κατέβαλαν εξαιρετικές προσπάθειες για να κρατήσουν το Παρίσι στο σκοτάδι καθώς διαπραγματεύονταν μυστικά τη σύμβαση. Αυτός ήταν και ο βασικός λόγος που οι εξελίξεις προκάλεσαν την οργή του Παρισιού: Η διαπίστωση από την πλευρά της Γαλλίας ότι δύο από τους στενότερους συμμάχους της διαπραγματεύονταν μυστικά εδώ και μήνες.

Ads

Οι Αυστραλοί, σύμφωνα με τις πληροφορίες, προσέγγισαν τη νέα κυβέρνηση αμέσως μετά την ορκωμοσία του προέδρου Μπάιντεν, ενημερώνοντας ότι είχαν καταλήξει στην απόφαση να βγουν από μια συμφωνία 60 δισεκατομμυρίων δολαρίων με τη Γαλλία για την προμήθεια δώδεκα συμβατικών υποβρυχίων. Οι Αυστραλοί φοβούνταν πως τα γαλλικά υποβρύχια θα ήταν απαρχαιωμένα μέχρι να παραδοθούν και έτσι εξέφρασαν το ενδιαφέρον τους να αναζητήσουν έναν στόλο πιο αθόρυβων πυρηνικών υποβρυχίων βασισμένων σε αμερικανικά και βρετανικά σχέδια που θα μπορούσαν να περιπολούν σε περιοχές της Θάλασσας της Νότιας Κίνας με μικρότερο κίνδυνο εντοπισμού.

Αλλά δεν ήταν σαφές πώς θα τερμάτιζαν τη συμφωνία με τη Γαλλία, η οποία είχε ήδη υπερβεί τον προϋπολογισμό και καθυστερούσε το χρονοδιάγραμμα. «Μας είπαν ότι θα φροντίσουν να κλείσουν το θέμα με τους Γάλλους», δήλωσε ένας ανώτερος Αμερικανός αξιωματούχος.

Οι Αυστραλοί γνώριζαν πως απευθύνονταν σε «ευήκοα ώτα». Ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν έχει καταστήσει τη σκληρή αντιμετώπιση των εδαφικών φιλοδοξιών της Κίνας κεντρικό άξονα της πολιτικής του για την εθνική ασφάλεια και φέρεται να είπε στους βοηθούς του ότι αυτά τα υποβρύχια γαλλικής κατασκευής δεν θα ήταν αρκετά. Δεν είχαν τη δυνατότητα να καλύψουν το φάσμα του Ειρηνικού και να εμφανίζονται απροσδόκητα στις κινεζικές ακτές – προσθέτοντας ένα στοιχείο στρατιωτικού πλεονεκτήματος για τη συμμαχία της Δύσης.

Οι Αυστραλοί, όπως όλα δείχνουν, δεν ξεκαθάρισαν ποτέ στους Γάλλους ότι ετοιμάζονταν να ακυρώσουν τη συμφωνία, η διαπραγμάτευση της οποίας διήρκεσε χρόνια. Όπως επίσης και οι αξιωματούχοι των ΗΠΑ, σε κάθε συνάντηση σε όλα τα επίπεδα με τους Γάλλους ομολόγους τους, δεν έκαναν την παραμικρή νύξη για ένα τόσο σημαντικό ζήτημα. Οι κορυφαίοι σύμβουλοι του Τζο Μπάιντεν συζήτησαν τελικά το θέμα με τους Γάλλους λίγες ώρες πριν ανακοινωθεί δημοσίως στον Λευκό Οίκο σε μια online συνέντευξη Τύπου του Αμερικανού Προέδρου, με τον πρωθυπουργό της Βρετανίας Μπόρις Τζόνσον και τον πρωθυπουργό της Αυστραλίας Σκοτ Μόρισον.

Το αποτέλεσμα ήταν η έκρηξη που έχει πλέον οδηγήσει σε μια διάρρηξη της εμπιστοσύνης με έναν από τους παλαιότερους συμμάχους της Αμερικής. Η απόφαση του Μπάιντεν ήταν το αποτέλεσμα ενός ψυχρού υπολογισμού βάσει του οποίου ένας σύμμαχος κρίνεται στρατηγικά πιο ζωτικός από έναν άλλο. Ήταν επίσης ένα σημάδι ότι ενώ ο Μπάιντεν εκτελεί αυτό που η κυβέρνηση Ομπάμα, πριν από 12 χρόνια, ονόμασε «στροφή προς την Ασία», υπάρχει ο κίνδυνος να πατήσει σε πολιτικές νάρκες, καθώς οι παλιοί, παραδοσιακοί σύμμαχοι στην Ευρώπη αισθάνονται ότι έχουν μείνει πίσω.