Η είδηση ότι η πριγκίπισσα του Ντουμπάι  Χάγια μπιντ Χουσεΐν το έσκασε, έκανε τον γύρο του κόσμου, αποκαλύπτοντας ότι η καταπίεση των γυναικών συμβαίνει ακόμα και στις «καλύτερες» οικογένειες. Μάλιστα ζητά διαζύγιο αλλά και μέρος από την αμύθητη περιουσία του σεΐχη του Ντουμπάι, Μοχάμεντ μπιν Ρασίντ Αλ Μακτούμ.

Ads

Η νεότερη από τις 6 συζύγους του σεΐχη κι ετεροθαλής αδελφή του βασιλιά Αμπντάλα της Ιορδανίας, δραπέτευσε από το Ντουμπάι και μαζί με την 11χρονη κόρη της Τζαλίλα και τον 7χρονο γιο της Ζαγέντ ταξίδεψαν αρχικά στη Γερμανία πριν καταλήξουν αργότερα στο Λονδίνο, όπου και βρίσκονται μέχρι σήμερα. Μάλιστα φαίνεται να είχε προετοιμάσει προσεκτικά τα βήματά της, αφού είχε φροντίσει να αγοράσει την πολυτελή κατοικία όπου διαμένει, ήδη από το 2017.

Όπως διέρρευσε στον Τύπο, η Χάγια «φοβάται για τη ζωή της» και αποφάσισε να εγκαταλείψει το σύζυγό της, όταν έμαθε την αλήθεια για τα βασανιστήρια και τη φυλάκιση της 33χρονης κόρης του Λατίφα, η οποία προσπάθησε δύο φορές να δραπετεύσει χωρίς επιτυχία.

Όταν η πριγκίπισσα του Ντουμπάι, Λατίφα, εγκατέλειψε την πατρίδα της τον Φεβρουάριο του 2018 και επιβιβάστηκε στο γιοτ ενός πλούσιου Γάλλου φίλους της, ο πατέρας της, ο σεΐχης Μοχάμεντ μπιν Ρασίντ Αλ Μακτούμ συνέταξε γρήγορα μια ομάδα για να την εντοπίσει. Μέσα σε λίγες μέρες, είχε επιστρέψει με το ζόρι στο παλάτι. Δεν τα κατάφερε.

Ads

Αυτή η «οικογενειακή» ιστορία θα παρέμενε μυστική, αν δεν είχε βγει στη δημοσιότητα ένα βίντεο 39 λεπτών που είχε τραβήξει η 33χρονη πριγκίπισσα πριν διαφύγει και διέρρευσε μετά την «απόδρασή» της. «Αν παρακολουθείτε αυτό το βίντεο, τότε αυτό δεν είναι καλό για εμένα», προειδοποιούσε σε αυτό. «Είτε είμαι νεκρή ή σε πολύ, πολύ, πολύ κακή κατάσταση», έλεγε.

Οι φόβοι της πριγκίπισσας Λατίφα φαίνεται ότι επαληθεύτηκαν. Η οικογένεια της την έχει περιορίσει σε κατ’οίκον περιορισμό και την έχει σε καταστολή χορηγώντας της ψυχοφάρμακα. Το βίντεο που έδωσε στη δημοσιότητα ως ύστατο άσμα της προσπάθειάς της για ελευθερία, αξίζει προσοχής όμως, καθώς προσφέρει μια ματιά στις μυστικές ζωές των πριγκιπισσών του αραβικού κόσμου και ρίχνει φως στο χάσμα μεταξύ της λαμπερής τους εικόνας και της δύσκολης πραγματικότητας που βιώνουν.

Όπως σημειώνει το Foreign Policy, οι περισσότερες γυναίκες στον αραβικό κόσμο είναι σε μειονεκτική θέση στην κοινωνία. Οι παραδοσιακές οικογένειες γενικά επιβάλλουν αυστηρούς περιορισμούς στις γυναίκες. Κάτω από το σύστημα της κηδεμονίας της Σαουδικής Αραβίας, ένας αρσενικός συγγενής – σύζυγος, πατέρας ή γιος σε ορισμένες περιπτώσεις – έχει πλήρη εξουσία να λαμβάνει κρίσιμες αποφάσεις για μια γυναίκα από τη γέννησή της μέχρι και το θάνατο της.

Η αντιμετώπιση αυτή επεκτείνεται και σε δημόσιους φορείς. Μέχρι πρόσφατα, για παράδειγμα, το χορηγούμενο από την κυβέρνηση Πανεπιστήμιο Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων απαγόρευε στις φοιτήτριες του να έχουν πάνω τους κινητό τηλέφωνο με κάμερα. Η δε γυναικεία πτέρυγα της πανεπιστημιούπολης περικλείεται από ένα τοίχο επενδεδυμένο με συρματόπλεγμα και οι πύλες του φυλάσσονται. Μια γυναίκα μπορεί να φύγει από το πανεπιστήμιο με κάποιον μόνο εάν συμφωνούν οι κηδεμόνες της, οι οποίοι ενημερώνονται μέσω μηνυμάτων για τις κινήσεις της.

Το σύστημα κηδεμονίας στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα δεν είναι τόσο ακραίο όσο στη Σαουδική Αραβία, λέει ο Hiba Zayadin, ερευνητής του Human Rights Watch, στο Foreign Policy, αλλά είναι εξίσου σκληρό. Δεν υπάρχει νόμος κατά της ενδοοικογενειακής βίας κατά της γυναίκας, ο συζυγικός βιασμός δεν θεωρείται έγκλημα και οι γυναίκες που εργάζονται χωρίς τη συγκατάθεση των συζύγων τους είναι «ανυπάκουες».

Όσο παράξενο κι αν ακούγεται, ακόμα και για τις γυναίκες της υψηλής κοινωνίας του αραβικού κόσμου – είτε είναι μέλη βασιλικών ή πολιτικών οικογενειών – η κατάσταση είναι η ίδια. «Η ζωή τους είναι αφόρητη», λέει ο Hala al-Dosari, ένας γνωστός Σαουδάραβας ακτιβιστής για τα ανθρώπινα δικαιώματα. «Έχουν τα μέσα για να ζήσουν καλύτερα από τον μέσο όρο και δεν είναι αποκλεισμένες από το να δουν πως ζουν οι γυναίκες στον Δυτικό κόσμο. Αντιθέτως συναναστρέφονται τέτοιες γυναίκες», εξηγεί. Αλλά αυτά είναι μόνο υπενθύμιση μιας ζωής που δεν τους επιτρέπεται να έχουν. Για πολλές από αυτές τις γυναίκες, ο πλούτος δεν είναι καν παρηγοριά για το γεγονός ότι δεν έχουν τη δυνατότητα να κάνουν τις επιλογές που επιθυμούν.

Στον κόσμο τους κυριαρχεί η υποκρισία. Οι μεγάλες οικογένειες του αραβικού κόσμου συνήθως παρουσιάζονται στον έξω κόσμο ως φιλελεύθερες και κοσμικές. Η πριγκίπισσα Latifa, για παράδειγμα, είναι η κόρη ενός από τους πιο «ανοιχτόμυαλους» Άραβες ηγέτες του Περσικού Κόλπου, που συχνά κάνει εμφανίσεις με τη σύζυγό του, την πριγκίπισσα Χάγια και τις κόρες του, χωρίς εκείνες να έχουν καλυμμένο το πρόσωπό τους. Ο σεΐχης έχει ταχθεί μάλιστα δημοσίως κατά της ενδοοικογενειακής βίας και για την ανάγκη προστασίας των ανηλίκων. Αλλά η μεταχείριση των κόρων του αμαυρώνει τη διεθνή εικόνα που προσπαθεί να χτίσει, αλλά οι πατριαρχικές του αποφάσεις δεν τον αφήνουν. Όσες γυναίκες «απειλούν» την πατριαρχική δομή της οικογένειας ή την πατριαρχική δημόσια τάξη φυλακίζονται, είτε στο σπίτι είτε σε πραγματικές φυλακές.

Σε αυτό το πλαίσιο, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι Αραβίδες πριγκίπισσες προσπαθούν να αποδράσουν. Αυτή μάλιστα δεν ήταν η πρώτη προσπάθεια απόδρασης της πριγκίπισσας Λατίφα. Το 2002, όταν ήταν 16 ετών, προσπάθησε να περάσει στο Ομάν, αλλά ο πατέρας της την έπιασε στα πράσα και πάλι. Φυλακίστηκε, βασανίστηκε και αρνήθηκε ιατρική βοήθεια. Όπως μάλιστα εξήγησε στο βίντεο που ανάρτησε, κίνητρο για την προσπάθειά της να ξεφύγει από το Ντουμπάι είναι η μεγαλύτερη αδελφή της, η Σαμσά. Ήταν εκείνη που προσπάθησε πρώτη να αποδράσει κι όταν απέτυχε, φυλακίστηκε για χρόνια στο παλάτι.

Το πρόβλημα εκτείνεται όμως και πέρα από τα σύνορα του Ντουμπάι. Η Yahya Assiri, διευθύντρια της οργάνωσης ALQST που εδρεύει στο Λονδίνο και βοηθάει γυναίκες του αραβικού κόσμου να ξεφύγουν από την καταπίεση, λέει στο Foreign Policy, ότι το 2013 κλήθηκε να χειριστεί το θέμα των κορών του βασιλιά Αμπντουλά Μπιν Αμπντούλ της Σαουδικής Αραβίας. Και οι 4 κόρες του ήταν σε κατ’οικον περιορισμό και ήθελαν να το σκάσουν. Είχαν έρθει σε επαφή με την οργάνωση αλλά όταν έγινε το πραξικόπημα εναντίον του πατέρα τους, τα ίχνη τους χάθηκαν. Το τελευταίο μήνυμα που έστειλε η οργάνωση στην μητέρα τους ήταν: «βρήκατε λύση ή βρίσκεστε υπό απειλή;». Δεν απάντησε ποτέ… Παρά την εξαφάνιση των κοριτσιών, η Assiri εξακολουθεί να λαμβάνει κλήσεις από άλλες πριγκίπισσες της βασιλικής οικογένειας της Σαουδικής Αραβίας, που ζητούν τη βοήθεια της για να εγκαταλείψουν τη χώρα. Οι κηδεμόνες του όμως έχουν φροντίσει να πάρουν τα διαβατήριά τους και χωρίς αυτά δεν μπορούν κυριολεκτικά να πάνε πουθενά.

Τον περασμένο μήνα, η Rahaf Mohammed, κόρη του κυβερνήτη του Sulaimi στη βόρεια Σαουδική Αραβία, κατάφερε να φύγει αλλά απελάθηκε από την Ταϊλάνδη στην οποία κατέφυγε. Επί μία εβδομάδα tweetαρε μετά μανίας λεπτομέρειες για τη φυλακή της ζωής της, τραβώντας πάνω της τα βλέμματα όλου του κόσμου. Τελικά της έδωσε άσυλο ο Καναδάς. Όμως αυτή ήταν μία από τις λίγες που τα κατάφεραν. Όπως έκανε γνωστό υπόκειντο σε κακοποίηση στο σπίτι αλλά και αυστηρούς περιορισμούς. Η οικογένειά της δεν την άφηνε να κόψει τα μαλλιά της, με το επιχείρημα ότι οι γυναίκες με μακριά μαλλιά είναι πιο επιθυμητές από τους άντρες, κι όταν τελικά εκείνη τα έκοψε, την έκλεισαν στο σπίτι μέχρι να μακρύνουν ξανά. Τώρα πια την αποκήρυξαν για να «ξεπλύνουν την ντροπή», που νομίζουν ότι τους προκάλεσε.

Οι αποτυχημένες προσπάθειες δεν αποθαρρύνουν τις φυλακισμένες πριγκίπισσες και μη του αραβικού κόσμου, να ονειρεύονται ότι αφήνουν πίσω τους τα πλούτη της οικογένειας τους και μπαίνουν σε ένα αεροπλάνο που θα τους οδηγήσει σε μια ελεύθερη ζωή. Δεν τους σταματά καν η εφαρμογή Absher που ειδοποιεί τους κηδεμόνες τους όταν προσπαθούν να περάσουν τα σύνορα. Οι επιτυχημένς τους αναζωπυρώνουν την ελπίδα τους ότι μπορεί να τα καταφέρουν κι αυτές…

Γιατί το πάθος τους για την απελευθέρωση από την πατριαρχία, είναι πιο δυνατό ακόμη κι από τα χρυσά κελιά που της βάζουν…