Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, ανακοίνωσε τη Τετάρτη την εν μέρει διαγραφή φοιτητικών δανείων, ένα θέμα που βρίσκεται στο επίκεντρο μιας έντονης δημόσιας συζήτησης στη χώρα, καθώς ένα έτος φοίτησης σε πανεπιστήμιο μπορεί να κοστίζει πολλές δεκάδες χιλιάδες δολάρια.

Ads

«Τηρώντας την προεκλογική μου υπόσχεση, η κυβέρνησή μου ανακοινώνει ένα σχέδιο με στόχο να ανακουφιστούν οι οικογένειες της εργατικής και της μεσαίας τάξης, καθώς ετοιμάζονται να ξαναρχίσουν την αποπληρωμή των ομοσπονδιακών φοιτητικών δανείων, τον Ιανουάριο του 2023», έγραψε στο Twitter ο Αμερικανός πρόεδρος.

Αυτή η διαγραφή ύψους τουλάχιστον 10.000 δολαρίων ανά δάνειο, αφορά μόνο εκείνους το εισόδημα των οποίων δεν ξεπερνά τα 125.000 δολάρια σε ετήσια βάση.

Η απόφαση αυτή του Μπάιντεν εκτιμάται ότι θα ενισχύσει τους Δημοκρατικούς ενόψει των ενδιάμεσων εκλογών του Νοεμβρίου, καθώς θα κερδίσει τις ψήφους των νέων φοιτητών. Η κυβέρνηση απορρίπτει τους φόβους που εκφράζονται ότι η απόφαση θα εντείνει επίσης τις πληθωριστικές πιέσεις, υποστηρίζοντας ότι θα αποδεσμευτούν εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια για κατανάλωση.

Ads

Οι Αμερικανοί καταναλωτές βαρύνονται με ένα ογκώδες χρέος ύψους 1,75 τρισεκατομμυρίων δολαρίων σε φοιτητικά δάνεια, ως αποτέλεσμα των ακριβών διδάκτρων που είναι κατά πολύ υψηλότερα από εκείνα των περισσότερων πλούσιων χωρών.

Σύμφωνα με μια μελέτη της Ομοσπονδιακής Τράπεζας της Νέας Υόρκης, αν περικόπτονταν όλα τα φοιτητικά δάνεια κατά 10.000 δολάρια, το συνολικό ποσό θα ανερχόταν σε 321 δισεκ. ενώ θα εξαλειφόταν το χρέος για 11,8 εκατομμύρια δανειολήπτες, δηλαδή το 31% των φοιτητών.

Λόγω της πανδημίας, η κυβέρνηση είχε αποφασίσει να σταματήσουν οι αποπληρωμές τόκων και κεφαλαίου για τα περισσότερα ομοσπονδιακά φοιτητικά δάνεια από τον Μάρτιο του 2020. Αυτή η «παύση πληρωμών» θα λήξει στα τέλη Αυγούστου.

Οι Δημοκρατικοί πίεζαν τον Μπάιντεν να διαγράψει ποσό ύψους 50.000 δολαρίων ανά δανειστή, με το σκεπτικό ότι λόγω των χρεών τους οι νέοι Αμερικανοί είναι αδύνατον να αποταμιεύσουν χρήματα για να αγοράσουν σπίτι ή για άλλες μεγάλες αγορές. Οι Ρεπουμπλικάνοι από την πλευρά τους υποστηρίζουν ότι το «χάρισμα» των δανείων θα βοηθήσει δυσανάλογα τα μεγάλα εισοδήματα.

«Δεν θα ζητήσω ποτέ συγγνώμη επειδή βοήθησα εργαζόμενους Αμερικανούς και τη μεσαία τάξη, ειδικά από εκείνους που ψήφισαν υπέρ της μείωσης φόρων ύψους 2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων και ωφέλησαν κυρίως τους πλουσιότερους Αμερικανούς και τις μεγάλες εταιρείες», απάντησε ωστόσο ο Αμερικανός Πρόεδρος.

Αντιδράσεις και συμφωνίες

Οι Ρεπουμπλικάνοι αντιστάθηκαν σθεναρά στη διαγραφή φοιτητικών δανείων με τον επικεφαλής τους στη Γερουσία, Μιτς Μακόνελ, να δηλώνει ότι «ο σοσιαλισμός του προέδρου Μπάιντεν σε ό,τι αφορά τα φοιτητικά δάνεια είναι ένα χαστούκι σε κάθε οικογένεια που έκανε θυσίες για να αποταμιεύσει χρήματα για το κολέγιο, σε κάθε πτυχιούχο που αποπλήρωσε το δάνειό του και σε κάθε Αμερικανό που επέλεξε διαφορετική καριέρα ή κατατάχθηκε εθελοντικά στις Ένοπλες Δυνάμεις για να αποφύγει τα χρέη».

Ο πρώην υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Λάρι Σάμερς υποστήριξε ότι η ελάφρυνση χρέους «καταναλώνει πόρους που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν καλύτερα βοηθώντας όσους δεν είχαν, για οποιονδήποτε λόγο, την ευκαιρία να φοιτήσουν σε κολέγιο», επισημαίνοντας πως ενδέχεται να οδηγήσει σε αύξηση των διδάκτρων.

Ομοίως, ο Τζέισον Φέρμαν, καθηγητής του Χάρβαρντ που διετέλεσε επικεφαλής των οικονομικών συμβούλων του πρώην προέδρου Μπαράκ Ομπάμα, τόνισε ότι «το να χύνεις βενζίνη αξίας περίπου μισού τρισεκατομμυρίου δολαρίων στη φωτιά του πληθωρισμού που ήδη μαίνεται, συνιστά απερισκεψία».

Ωστόσο, ο επικεφαλής οικονομολόγος του οίκου Moody’s Μαρκ Ζάντι τάχθηκε στο πλευρό του Λευκού Οίκου, εκτιμώντας ότι το μέτρο θα λειτουργήσει αποπληθωριστικά.