Όλοι οι αντάρτες που συμμετείχαν στην σημερινή επίθεση κατά του Τσετσενικού Κοινοβουλίου, σκοτώθηκαν από τις κυβερνητικές δυνάμει, ενώ από τις ανταλλαγές πυρών έχασαν τη ζωή τους τουλάχιστον τρεις φρουροί Ασφαλείας του Κοινοβουλίου. Ο πρόεδρος της Τσετσενίας Ραμζάν Καντίροφ δήλωσε ότι όλοι οι βουλευτές του Κοινοβουλίου του Γκρόζνι, είναι σώοι και ασφαλείς.

Ads

Μέχρι στιγμής 13 τραυματίες έχουν διακομιστεί στο νοσοκομείο της πόλης, όμως σύμφωνα με το ΡΙΑ-Νόβοστι, βρίσκονται καθ’ οδόν και άλλοι τραυματίες. Νεκροί είναι οι τέσσερις αντάρτες και τέσσερις εργαζόμενοι στο Κοινοβούλιο.

Εκπρόσωπος του υπουργείου Εσωτερικών στην πρωτεύουσα της Τσετσενίας, Γκρόζνι, δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ότι αντάρτες εισέβαλαν στο κτίριο αφού σκότωσαν τους φρουρούς ασφαλείας και πήραν ομήρους. «Η επιχείρηση εξόντωσης των ανταρτών και απελευθέρωσης των βουλευτών και των υπαλλήλων διήρκεσε 15 έως 20 λεπτά. Ολοι οι βουλευτές είναι εν ζωή, απομακρύνθηκαν από το κτίριο του κοινοβουλίου και είναι ασφαλείς», δήλωσε ο πρόεδρος της Τσετσενίας, σύμφωνα με το πρακτορείο Ιντερφάξ.

Νωρίτερα, το πρακτορείο Ιντερφαξ μετέδιδε πως οι πυροβολισμοί σημειώθηκαν στο γραφείο του προέδρου της Βουλής, το οποίο είχε εκκενωθεί προηγουμένως με ασφάλεια.

Ads

Το πρακτορείο ειδήσεων Ria-Novosti, επικαλούμενο πηγές ασφαλείας, είχε μεταδώσει «Την ώρα που προσέρχονταν οι βουλευτές με τα οχήματά τους, εισήλθε στο χώρο της Βουλής και ένα ΙΧ με αντάρτες. Ένας εξ’ αυτών ανατινάχθηκε επιτόπου και άλλοι δύο ή τρεις εισέβαλαν στο κτήριο του Κοινοβουλίου. Ακολούθησαν πυροβολισμοί».

«Την ώρα που προσέρχονταν οι βουλευτές με τα οχήματά τους, εισήλθε στο χώρο της Βουλής και ένα ΙΧ με τρομοκράτες. Ένας εξ’ αυτών ανατινάχθηκε επιτόπου και άλλοι δύο ή τρεις εισέβαλαν στο κτίριο του κοινοβουλίου. Ακολούθησαν πυροβολισμοί», μετέδωσε το Ria-Novosti.

Για την επίθεση στη Βουλή έχει ενημερωθεί ο υπουργός Εσωτερικών της Ρωσίας Ρασίντ Νουργκαλίεφ, ο οποίος βρίσκεται στο Γκρόζνι. Το κτίριο της Βουλής εκκενώθηκε και η περιοχή έχει αποκλειστεί, ενώ συγκεντρώνονται ισχυρές δυνάμεις ασφαλείας.

Στον τόπο της επίθεσης βρέθηκε ο επικεφαλής της Δημοκρατίας Ραμζάν Καντίροφ, ο οποίος συντόνισε την επιχείρηση «εξόντωσης των τρομοκρατών». Μετά συνομίλησε τηλεφωνικά με τον πρωθυπουργό Βλαντίμιρ Πούτιν, ο οποίος ενημερώθηκε για την εξέλιξη της επιχείρησης και έδωσε οδηγίες για την παροχή βοήθειας στα θύματα και τις οικογένειές τους.

Μετά την επίθεση, η ρωσική δικαιοσύνη εξέδωσε νέο διεθνές ένταλμα σύλληψης σε βάρος του απεσταλμένου των τσετσένων αυτονομιστών Άχμεντ Ζακάγεφ, ο οποίος έχει καταφύγει στο Λονδίνο. Η εισαγγελία διευκρινίζει πως “το 2001 είχε ήδη εκδοθεί ένταλμα σύλληψης σε βάρος του Άχμεντ Ζακάγεφ. Από τότε όμως ο αριθμός των εγκλημάτων για τα οποία κατηγορείται άλλαξε σημαντικά. Το γεγονός αυτό, καθώς και αλλαγές της ρωσικής νομοθεσίας, κατέστησαν απαραίτητη την έναρξη μιας νέας διαδικασίας”.

Ο Ζακάγεφ, ένας ηγέτης με φήμη μετριοπαθούς που έχει καθεστώς πολιτικού πρόσφυγα στη Βρετανία, κατηγορείται για “τρομοκρατικές” δραστηριότητες από τη Ρωσία, η οποία ζητεί την έκδοσή του. Στις 17 Σεπτεμβρίου, βάσει εντάλματος σύλληψης που είχε εκδοθεί από τη Μόσχα, ο Ζακάγεφ συνελήφθη στην Πολωνία όπου είχε πάει για να συμμετάσχει σ’ ένα παγκόσμιο συνέδριο τσετσένων αυτονομιστών. Όμως πολωνικό δικαστήριο αποφάσισε την ίδια ημέρα να απελευθερώσει τον Ζακάγεφ, γεγονός που του επέτρεψε να εγκαταλείψει την Πολωνία.