Με το αίμα να ρέει άφθονο στα κατεχόμενα, από το Ισραήλ, παλαιστινιακά εδάφη και με την ισραηλινή πολεμική μηχανή να διευρύνει με αξιοσημείωτα νοσηρή μεθοδικότητα την έννοια του «δικαιώματος στην αυτοάμυνα» επί γυναικόπαιδων και ζωτικών υποδομών και δικτύων, στην Γάζα, η περίφημη «λύση» των «δύο κρατών» επαναλανσάρεται από όλους, πλην του Νετανιάχου.

Ads

Κάπου εδώ, όμως, δηλαδή στη χρήση ίδιων λέξεων, σταματούν και οι ομοιότητες στις προσεγγίσεις.

Διότι δύσκολα θα θυμηθεί κανείς στη σύγχρονη πολιτική ιστορία πιο διεσταλμένη ερμηνεία από αυτή των «δύο κρατών» ως «λύση» για την συνύπαρξη του Ισραήλ και της Παλαιστίνης.

Αυτός είναι και ο λόγος που η «λύση» μπαίνει σε εισαγωγικά. Διότι, εάν όλοι οι ισχυροί διεθνείς και περιφερειακοί γεωπολιτικοί «παίχτες» στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, δεν εννοούν το ίδιο πράγμα, χρησιμοποιώντας τις ίδιες λέξεις, η κατάσταση περιπλέκεται κι άλλο, όσο αδύνατο κι αν είναι να το φανταστεί κανείς αυτό.

Ads

Το μοτίβο

Για να γίνουν τα πράγματα ακόμη χειρότερα, ειδικά στην περίπτωση της ισραηλινής κατοχής στην Παλαιστίνη, αυτή η απουσία κοινού εννοιολογικού περιεχομένου, υπήρξε εξαρχής.

Ας δούμε πώς, σε μια συνοπτική αναδρομή:

Το ζήτημα της δημιουργίας δύο κρατών, εβραϊκού και αραβικού, στην Παλαιστίνη τέθηκε για πρώτη φορά ενώπιον της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ το 1947.

Με το Ψήφισμα 181, η Γενική Συνέλευση αποφάσισε τη διχοτόμηση της Παλαιστίνης, με την Ιερουσαλήμ να υπόκειται σε ειδικό διεθνές καθεστώς.

Με το ψήφισμα, το 56% της Παλαιστίνης παραχωρούνταν για την ίδρυση εβραϊκού κράτους, κάτι που σήμαινε ότι η παλαιστινιακή πλειοψηφία του 66%, θα κατείχε το 44% της επικράτειας.

Αυτό το σχέδιο άφησε, ευλόγως, ανικανοποίητους τους Παλαιστίνιους και όλον τον αραβικό κόσμο, αν και αυτό θα ήταν μια μάλλον αμελητέα συνέπεια σε σχέση με ό,τι θα ακολουθούσε σχεδόν αμέσως μετά.

Διότι το Ψήφισμα αυτό πνίγηκε, τελικά, μέσα στο παλαιστινιακό αίμα το 1948 με την «Νάκμπα», την Καταστροφή, δηλαδή, λέξη με την οποία οι Παλαιστίνιοι περιγράφουν τον διωγμό τους από την γη τους και την μετατροπή τους σε πρόσφυγες, μέσα στην ίδια την πατρίδα τους, με το Ισραήλ να ιδρύεται πάνω στα καπνισμένα σπαράγματα εκατοντάδων παλαιστινιακών χωριών και στα εδάφη από τα οποία εκδιώχθηκαν τουλάχιστον 700.000 άνθρωποι.

Κοιτώντας τα γεγονότα του 1948 από την χρονική απόσταση δεκαετιών, εύκολα μπορεί να διακρίνει ένας παρατηρητής την έναρξη αυτού που αργότερα θα εξελισσόταν σε μοτίβο της ισραηλινής τακτικής στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, δηλαδή την de facto αλλαγή της κατάστασης προς όφελος του Ισραήλ, επί του πεδίου, με στόχο, την μετατροπή της σε de jure επικύρωση της κατοχής.

Απόδειξη του παραπάνω είναι το γεγονός, ότι αμέσως μετά τη Νάκμπα, ο ΟΗΕ εκ των πραγμάτων προσέγγισε το ζήτημα ως προσφυγικό, πλέον, ενταγμένο στο πλαίσιο της «περιφερειακής ειρήνης και ασφάλειας».

Έτσι, με το ψήφισμα 194 ο ΟΗΕ ίδρυσε την Επιτροπή Συνδιαλλαγής για την Παλαιστίνη και επιβεβαίωσε τα δικαιώματα των Παλαιστινίων προσφύγων για επιστροφή και αποκατάσταση.

Η UNRWA – δηλαδή η υπηρεσία του ΟΗΕ για την συνδρομή στους Παλαιστίνιους πρόσφυγες – ιδρύθηκε από τη Γενική Συνέλευση το 1949.

Το 1974, το ζήτημα της Παλαιστίνης επανατέθηκε στην ημερήσια διάταξη της Γενικής Συνέλευσης.

Το ψήφισμα 3236 επιβεβαίωσε τα αναφαίρετα δικαιώματα του παλαιστινιακού λαού για αυτοδιάθεση, εθνική ανεξαρτησία και κυριαρχία και το δικαίωμα των Παλαιστινίων να επιστρέψουν στα σπίτια και τις περιουσίες τους.

Το 1975, η Συνέλευση ίδρυσε την Επιτροπή για την Άσκηση των Αναφαίρετων Δικαιωμάτων του Παλαιστινιακού Λαού. Με τα χρόνια, το ζήτημα της Παλαιστίνης και τα σχετικά ζητήματα έχουν αποτελέσει αντικείμενο πολυάριθμων ψηφισμάτων και αποφάσεων που εγκρίθηκαν από τις τακτικές, έκτακτες και έκτακτες έκτακτες συνόδους της Συνέλευσης.

 

EPA/HAITHAM IMAD

Ο ελέφαντας στο δωμάτιο

Ο ελέφαντας στο δωμάτιο όμως όλο αυτό το διάστημα ήταν – και παραμένει – ο ίδιος:

Σε ποια εδάφη θα ασκήσει τα παραπάνω δικαιώματά του ο λαός της Παλαιστίνης, ακόμη και αν υποθέσουμε ότι το Ισραήλ θα οδηγηθεί σε μόνιμη κατάπαυση πυρός και έναρξη ουσιαστικών και σοβαρών διαπραγματεύσεων;

Σε εκείνα πριν την Νάκμπα το 1948;

Σε εκείνα πριν τον πόλεμο των έξι ημερών το 1967;

Ή σε εκείνα που απέμειναν από το ισραηλινό εποικιστικό κρεσέντο, κυρίως από την 10ετία του ’90 και μετά, μέχρι σήμερα;

Για κάποιους, όπως οι Αμερικανοί, το ερώτημα είναι ρητορικό.

Μπορεί, ας πούμε, επισήμως οι ΗΠΑ να «γκρινιάζουν» κατά καιρούς για τους εποικισμούς των κατεχόμενων παλαιστινιακών εδαφών, αλλά στην πράξη δεν κούνησαν ούτε μισό δαχτυλάκι για να τους σταματήσουν.

Το εντυπωσιακό αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης ήταν, όπως αναφέρει πρόσφατη ανάλυση του Guardian, ότι ενώ το 1993, υπήρχαν περίπου 110.000 έποικοι στη Δυτική Όχθη, εκτός από αυτούς στην κατεχόμενη Ανατολική Ιερουσαλήμ, σήμερα υπάρχουν σχεδόν 500.000 και το Τελ Αβίβ θέλει να διπλασιάσει αυτόν τον αριθμό.

Η κατασκευή αυτών και τυπικά παράνομων οικισμών γίνεται πάνω σε αυτό που προοριζόταν ως «προσωρινή διοικητική λύση» στις συμφωνίες του Όσλο, το 1993, οι οποίες μοίρασαν τη Δυτική Όχθη σε περιοχές ελέγχου μέχρι την επίτευξη τελικής ειρηνευτικής συμφωνίας.

Η Ζώνη Γ, που βρίσκεται υπό ισραηλινό πολιτικό έλεγχο και υπό ισραηλινό έλεγχο σε θέματα «ασφαλείας», αποτελεί το 62% του εδάφους της Δυτικής Όχθης και είναι η μόνη εδαφικά συνεχής περιοχή, με το πιο γόνιμο και πλούσιο σε πόρους έδαφος της Δυτικής Όχθης.

Η Ενδιάμεση Συμφωνία του 1995 για τη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας όριζε πως η Ζώνη Γ θα μεταβιβαζόταν σταδιακά στην παλαιστινιακή δικαιοδοσία.

Ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος να ματαιώσεις κάτι τέτοιο, αν όχι ο de factο ισραηλινός εποικισμός της;

Γενικά, όπως τονίζεται στο ίδιο δημοσίευμα, μπορεί το περίγραμμα μιας συμφωνίας για δύο κράτη να έχει συμφωνηθεί σε μεγάλο βαθμό κατά τη διάρκεια των περασμένων δεκαετιών, ωστόσο, το αποτέλεσμα είναι, σε κάθε περίπτωση, μια βαθιά αδικία για τους Παλαιστίνιους για όλους τους λόγους και με όλους τους τρόπους.

Με πρώτη αδικία το γεγονός, ότι το κράτος τους θα ιδρυόταν μόνο στο 22% ης ιστορικής Παλαιστίνης – την περιοχή που διοικούνταν από τους Βρετανούς κατά την ψηφοφορία για τη διχοτόμηση του ΟΗΕ το 1947 – παρόλο που σήμερα οι Άραβες αντιπροσωπεύουν περίπου τον μισό πληθυσμό της περιοχής που ορίζεται τώρα ως Ισραήλ, Δυτική Όχθη και Γάζα.

Και υπάρχουν πολλά εκατομμύρια ακόμη άνθρωποι παλαιστινιακής καταγωγής στην εξορία.

Το αμερικανικό σχέδιο

Ακόμη, όμως και αν οι Παλαιστίνιοι και ο αραβικός κόσμος αποδειχθούν έτοιμοι να καταπιούν (και) αυτή την αδικία, το κύριο πρόβλημα είναι, όπως τονίζει ο Guardian, η άρνηση του Νετανιάχου να ακούσει καν για την πιθανότητα παλαιστινιακού κράτους.

Πάνω σε αυτήν την άρνηση και σε συνδυασμό με την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί, σε εδαφικό επίπεδο, στην κατεχόμενη Παλαιστίνη, οι Αμερικανοί χρησιμοποίησαν προσχηματικά μια εντελώς κενή περιεχομένου «λύση» των «δύο κρατών», με διπλό στόχο:

  • Να νομιμοποιήσουν την ισραηλινή κατοχή στην λογική του «ό,τι έγινε, έγινε» και πάμε να φτιάξουμε ένα παλαιστινιακό «κράτος» πάνω σε ασύνδετες «ατόλες» γης με καθημαγμένο παλαιστινιακό πληθυσμό
  • Να πλασάρουν την παραπάνω «λύση» ως την «χάντρα» με το «καθρεφτάκι» για το κομμάτι του αραβικού κόσμου που υποθέτουν ότι είναι πιο πρόθυμο να την αποδεχθεί, έτσι ώστε να μην απωλέσουν τις γεωπολιτικές συμμαχίες τους στην ευρύτερη περιοχή

Η «πρεμιέρα» της αμερικανικής αντίληψης περί «δύο κρατών», ως πρόσχημα νομιμοποίησης της ισραηλινής κατοχής, έγινε με ιδιαίτερα χοντροκομμένο, μάλιστα, τρόπο, τον Ιανουάριο του 2020, όταν ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, αποκάλυψε το όραμά του για την «ειρήνη» στη Μέση Ανατολή, με το οποίο προσέφερε στο Ισραήλ σχεδόν το σύνολο των διαχρονικών απαιτήσεών του, ενώ υποσχόταν στους Παλαιστίνιους ένα πιθανό «κράτος», αλλά με αυστηρούς περιορισμούς.

Στεκόμενος δίπλα στον χαμογελαστό Ισραηλινό πρωθυπουργό, Μπέντζαμιν Νετανιάχου, ο Τραμπ ανακοίνωσε λεπτομέρειες του σχεδίου 181 σελίδων με επευφημίες και χειροκροτήματα. Οι Παλαιστίνιοι ηγέτες απουσίαζαν από την καθόλου σεμνή αυτή τελετή, αφού απέρριψαν, ευλόγως, αυτό το «όραμα».

 

EPA/MICHAEL REYNOLDS

 

Συνοπτικά, το σχέδιο προέβλεπε:

  • Καθιέρωση της Ιερουσαλήμ ως «αδιαίρετης» πρωτεύουσας του Ισραήλ, με μια πιθανή παλαιστινιακή «πρωτεύουσα» σε μια συνοικία στα ανατολικά και βόρεια της πόλης.
  • Αναγνώριση της συντριπτικής πλειοψηφίας των ισραηλινών εποικισμών στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη ως «μέρος» του Ισραήλ.
  • Ένα «παλαιστινιακό κράτος» θα ιδρυθεί σε έδαφος που θα ήταν κυρίως έρημος, κοντά στη Γάζα για να αντισταθμίσει την απώλεια περίπου του 30% της Δυτικής Όχθης.
  • Η Γάζα και η Δυτική Όχθη θα συνδέονται με σιδηρόδρομο και άλλα περάσματα, ελεγχόμενα, φυσικά, από τους Ισραηλινούς.
  • Αναγνώριση της κοιλάδας του Ιορδάνη, η οποία αποτελεί περίπου το ένα τρίτο της κατεχόμενης Δυτικής Όχθης, ως «μέρος» του Ισραήλ.
  • Προσέφερε ένα «μονοπάτι» προς κάποια μορφή παλαιστινιακού «κράτους», αλλά χωρίς στρατό, και γενικό έλεγχο ασφαλείας από το Ισραήλ σε ορισμένες περιοχές, συμπεριλαμβανομένης της θάλασσας.
  • Μια σειρά από προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν οι Παλαιστίνιοι πριν λάβουν την «ανεξαρτησία» τους, συμπεριλαμβανομένης της «πλήρους διάλυσης της Χαμάς».
  • Δυνατότητα αφαίρεσης της ισραηλινής υπηκοότητας από δεκάδες χιλιάδες Άραβες Ισραηλινούς που ζουν σε 10 παραμεθόριες πόλεις, με αυτές τις πόλεις και τους κατοίκους τους να περιλαμβάνονται σε οποιοδήποτε μελλοντικό κράτος της Παλαιστίνης.
  • Αναγνώριση τμημάτων της ερήμου που συνορεύουν με την Αίγυπτο ως μέρος οποιουδήποτε μελλοντικού παλαιστινιακού κράτους.
  • Άρνηση στους Παλαιστίνιους πρόσφυγες του δικαιώματος επιστροφής στα σπίτια που καταλήφθηκαν από το Ισραήλ σε προηγούμενες συγκρούσεις.

Έχει σημασία να κατανοηθεί, ότι το παραπάνω σχέδιο, δεν ήταν μια «τραμπική» υπερβολή, αλλά μια αμερικανική τακτική.

Όπως γράφει σχετικά ο Guardian, o Άαρον Ντέιβιντ Μίλερ, ο οποίος υπηρέτησε σε έξι υπουργούς Εξωτερικών των ΗΠΑ ως σύμβουλος στις αραβο-ισραηλινές ειρηνευτικές συνομιλίες, περιέγραψε κάποτε τους Αμερικανούς διαπραγματευτές ότι συμπορεύονται με το Ισραήλ αντί να είναι ουδέτεροι διευκολυντές που εργάζονται για ένα δίκαιο αποτέλεσμα.

«Για πάρα πολύ καιρό», έγραψε το 2005, «πολλοί Αμερικανοί αξιωματούχοι που εμπλέκονται στην αραβο-ισραηλινή ειρηνευτική διαδικασία, συμπεριλαμβανομένου εμού, έχουν ενεργήσει ως δικηγόρος του Ισραήλ, τροφοδοτώντας και σε συντονισμό με τους Ισραηλινούς σε βάρος των (σς: πιθανών) επιτυχημένων ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων. Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες θέλουν να είναι ένας έντιμος και αποτελεσματικός μεσολαβητής στο αραβο-ισραηλινό ζήτημα, τότε σίγουρα μπορούν να έχουν μόνο έναν πελάτη: την επιδίωξη μιας λύσης που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες και τις απαιτήσεις και των δύο πλευρών».

Ο Μπάιντεν ως «Πυθία»

Υπάρχει κάτι που να δείχνει ότι οι ΗΠΑ άλλαξαν «πελάτη»;

Σήμερα, ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, επαναφέρει μια «ειρηνευτική διαδικασία» στην ημερήσια διάταξη:

«Όταν τελειώσει αυτή η κρίση, πρέπει να υπάρχει ένα όραμα για το τι θα ακολουθήσει. Και κατά την άποψή μας, πρέπει να είναι μια λύση δύο κρατών», είπε. «Και αυτό σημαίνει συγκεντρωμένη προσπάθεια για όλα τα μέρη – Ισραηλινούς, Παλαιστίνιους, περιφερειακούς εταίρους, παγκόσμιους ηγέτες – να μας βάλουν σε μια πορεία προς την ειρήνη».

Από κοντά και ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν, όταν περιέγραψε τα «δύο κράτη για δύο λαούς» ως «το καλύτερο μονοπάτι, ίσως ακόμη και το μοναδικό μονοπάτι».

O Μπάιντεν τόνισε «δεν υπάρχει επιστροφή στο status quo όπως ήταν στις 6 Οκτωβρίου, αυτό σημαίνει ότι η Χαμάς δεν μπορεί πλέον να τρομοκρατεί το Ισραήλ και να χρησιμοποιεί τους Παλαιστίνιους ως ανθρώπινες ασπίδες».

Ο πρόεδρος παρακάλεσε το Ισραήλ να τηρήσει τους κανόνες του πολέμου και να «κάνει ό,τι περνά από το χέρι του» για να προστατεύσει τους αμάχους.

Το «ζουμί», όμως περιέχεται στη συνέχεια.

Ο Μπάιντεν τόνισε επίσης την ανάγκη το Ισραήλ να «ενσωματωθεί» περισσότερο στη Μέση Ανατολή μόλις διευθετηθεί η σύγκρουση. Είπε ότι υπάρχει «μια πραγματική ελπίδα στην περιοχή για ένα καλύτερο μέλλον» μεταξύ των ηγετών της Μέσης Ανατολής.

Τι μπορεί να σημαίνει αυτό;

Σε μια σχετική ανάλυση στον Guardian προτείνεται, ότι «λειτουργικά, αυτό θα μπορούσε να συνεπάγεται τη συγκρότηση μιας Αραβοπαλαιστινιακής Αρχής και διεθνούς ειρηνευτικής δύναμης που θα αναλάβει την εξουσία από τις ισραηλινές δυνάμεις μετά την ήττα της Χαμάς, την ενοποίηση της Δυτικής Όχθης και της Λωρίδας της Γάζας υπό τον έλεγχο της Παλαιστινιακής Αρχής, την αναβίωση των ισραηλινο-παλαιστινιακών διαπραγματεύσεων για μια διευθέτηση του τελικού καθεστώτος και την προώθηση της περιφερειακής ασφάλειας και σταθερότητας επιδιώκοντας την εξομάλυνση των σχέσεων με το Ριάντ μαζί με μια μαζική ένεση χρημάτων από τη Σαουδική Αραβία ή τον Κόλπο για την ανοικοδόμηση της κατεστραμμένης Λωρίδας».

«Δύο κράτη» ανάλογα με το πού θα «κάτσει» η μπίλια των συμφερόντων

Οι μπίζνες της «ανοικοδόμησης» και η εξομάλυνση των σχέσεων των ΗΠΑ με τη Σαουδική Αραβία ακούγονται ως η πιο πιθανή συνέπεια στο παραπάνω σενάριο.

Αυτό διότι οι ΗΠΑ, παρά και ενάντια στο γεγονός του μακελειού που διαπράττει ο ισραηλινός στρατός στην Γάζα, έχει στηρίξει απόλυτα το Ισραήλ σε αυτή την άνευ προηγουμένη επίθεσή του, τόσο στρατιωτικά, όσο και πολιτικά – διπλωματικά και σε επίπεδο Ηνωμένων Εθνών.

Δεύτερον, διότι η διοίκηση Μπάιντεν ξεκαθάρισε εξαρχής της ανάληψης της προεδρίας, ότι δεν επρόκειτο να επαναφέρει την πρεσβεία των ΗΠΑ στο Τελ Αβίβ, από την Ιερουσαλήμ, επικυρώνοντας την αμερικανική νομιμοποίηση της καταφανούς παρανομίας του Ισραήλ να ανακηρύξει μονομερώς και αντίθετα σε όλα τα ψηφίσματα του ΟΗΕ, την Ιερουσαλήμ, εν συνόλω, ως πρωτεύουσά του.

Αυτό παραπέμπει περισσότερο στο σχέδιο Τραμπ για τα «δύο κράτη», από όσο θα ήθελε ο Μπάιντεν να παραδεχθεί.

Μέχρι στιγμής, ο Μπάιντεν μένει στις γενικολογίες.

Σύμφωνα με την αμερικανική «δεξαμενή σκέψης» The Council on Foreign Relations (CFR) η δική του «λύση δύο κρατών» – τουλάχιστον μέχρι τον περασμένο Ιούλιο – παραπέμπει σε σύνορα που μοιάζουν με εκείνα που υπήρχαν πριν από τον πόλεμο του 1967. Δηλαδή τη Λωρίδα της Γάζας, τη Δυτική Όχθη και τμήματα της Ανατολικής Ιερουσαλήμ.

Αν αυτό ισχύει, τότε δεν αλλάζει κάτι ουσιαστικό υπέρ των Παλαιστινίων στην πραγματικότητα.

Το μόνο σίγουρο είναι, όπως τονίζεται στην ίδια πηγή, η Μέση Ανατολή ήταν πάντα μείζονος σημασίας για τις Ηνωμένες Πολιτείες καθώς επιδίωκαν ένα ευρύ σύνολο αλληλένδετων στόχων, όπως η διασφάλιση ζωτικών ενεργειακών πόρων, η αποτροπή της σοβιετικής – παλαιότερα – και ιρανικής επιρροής και η διασφάλιση της ύπαρξης του Ισραήλ και των Αράβων συμμάχων της Ουάσιγκτον.

Και παρά το «αναμάσημα» περί «λύσης δύο κρατών», οι Ηνωμένες Πολιτείες παραδοσιακά δεν υποστήριζαν τις παλαιστινιακές υποψηφιότητες για την ιδιότητα του κράτους στα Ηνωμένα Έθνη, λέγοντας ότι αυτό το θέμα πρέπει να αποφασιστεί μόνο μέσω διαπραγματεύσεων με το Ισραήλ.

Πιο απλά, το μόνο βέβαιο είναι, ότι το κριτήριο για το τί «δύο κράτη» θα θεωρούν ως «λύση» οι ΗΠΑ, μετά το τέλος της σφαγής στη Γάζα, δεν θα είναι το συμφέρον των λαών της περιοχής.