Ως είθισται σε ανάλογες περιπτώσεις, οι διεθνείς εξελίξεις φτάνουν στην Ελλάδα μέσα από τα «εσωστρεφή» «φίλτρα» του κυρίαρχου μιντιακού συστήματος, ενίοτε σε τέτοιο βαθμό, που η πληροφόρηση γύρω από αυτές τις εξελίξεις ή, πολύ περισσότερο, η ανάλυσή τους, να είναι εξαιρετικά περιορισμένες σε ό,τι κάθε φορά νοείται ως «εθνικό συμφέρον». Αντίστοιχα, εάν οι διεθνείς εξελίξεις είναι μακριά από τη γεωπολιτική γειτονιά μας ή ακόμη και κοντά, αλλά δεν εμπλεκόμαστε άμεσα, τότε τις τρώει το «μαύρο» μιντιακό «σκοτάδι».

Ads

Η περίπτωση της λιβυκής κρίσης εμπεριέχει και τις δύο παραπάνω προσεγγίσεις σε μία: Ασχολούμαστε επειδή η Τουρκία κατασκεύασε θαλάσσια «σύνορα» με μία από τις πλευρές της εμφύλιας σύγκρουσης, τα οποία… προσπερνάνε την ύπαρξη της νησιωτικής Ελλάδας. Πολύ πιθανόν, εάν δεν συνέβαινε αυτό, ακόμη και το γεγονός πως αντικειμενικά όσα συμβαίνουν στη Λιβύη θα έπρεπε να μας ενδιαφέρουν άμεσα αφού άπτονται των ευρύτερων εξελίξεων στην Ανατολική Μεσόγειο, δεν θα ήταν αρκετό για να διαταράξει τη μακαριότητα των εγχώριων ΜΜΕ.

Για να είμαστε δίκαιοι όμως, στην προκειμένη περίπτωση, η παρέμβαση της Τουρκίας δεν «ξύπνησε» μόνο την Αθήνα, αλλά και τις Βρυξέλλες. Και αυτό δεν το λέμε εμείς, αλλά ο Σταύρος Δρακουλαράκος, Διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας και διευθυντής έκδοσης στο Κέντρο Μεσογειακών, Μεσανατολικών και Ισλαμικών Σπουδών, στον οποίο απευθυνθήκαμε για μια πρώτη αποτίμηση της Διάσκεψης του Βερολίνου, αυτή τη φορά, όχι σε σχέση με την Ελλάδα, αλλά με την ίδια τη χώρα και την ευρύτερη περιοχή.

Το πετρέλαιο, οι πρόσφυγες και ο Ερντογάν

Για τον συνομιλητή μας, η Διάσκεψη του Βερολίνου για τη Λιβύη, ως προς τα ευρωπαϊκά κράτη, «αντιπροσωπεύει δύο προτεραιότητες: Το προσφυγικό και το πετρέλαιο. Ο στόχος είναι να επέλθει εκεχειρία και μελλοντικά μια σταθερή κυβέρνηση αναγνωρισμένη από όλους, η οποία θα μπορέσει να  ελέγξει την προσφυγική ροή και την αδιάκοπη παροχή πετρελαίου στην Ευρώπη. Οπότε, στην προκειμένη περίπτωση, με το να μπει η Τουρκία στο παιχνίδι της διαπραγμάτευσης και της μελλοντικής επίλυσης του λιβυκού ζητήματος, προσπαθεί να προωθήσει δύο στόχους της: 1. Να αποτελέσει ρυθμιστή του λιβυκού ζητήματος, δηλαδή, ότι με τις προσπάθειές της θα “λύσει” το ζήτημα με τον ένα ή τον άλλο τρόπο 2. Ως ρυθμιστής να αντιπροσωπεύει τα ευρωπαϊκά συμφέροντα. Θέλει να παρουσιαστεί ως εκπρόσωπος των ευρωπαϊκών συμφερόντων, ότι “εγώ είμαι ο προστάτης” και ότι από τη στιγμή που θα έχει λυθεί το λιβυκό και θα υπάρχει μια τουρκική επιρροή, όπως “έχω ρυθμίσει την προσφυγική ροή στο έδαφός μου έτσι θα κάνω και τις κατάλληλες ενέργειες ώστε από τη Λιβύη να μην υπάρχει προσφυγική ροή προς την Ευρώπη”».

Ads

Γιατί όμως να χρειάζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση μια τέτοια «εκπροσώπηση»; «Δεν είναι ένας ρόλος τον οποίο η Τουρκία θέλει να της δώσει η Ευρώπη. Είναι ένας ρόλος που η Τουρκία θέλει να τον πάρει de facto» εξηγεί ο Σταύρος Δρακουλαράκος. «Η ΕΕ δεν θέλει να εμπλακεί άμεσα και να λυθεί η κατάσταση με όσο το δυνατόν λιγότερες οικονομικές και στρατιωτικές παρεμβάσεις, με στόχο μια σταθερή κυβέρνηση, χωρίς να φανεί ότι προωθεί τη μία ή την άλλη πλευρά».

Αν, όμως, οι πάντες χρησιμοποιούν τη Λιβύη για τα δικά τους συμφέροντα, τότε δεν θα αναδυθούν κίνδυνοι ακόμη και για την ύπαρξή της ή τη μετατροπή της σε προτεκτοράτο; Ο συνομιλητής μας θεωρεί ότι προς το παρόν δεν διαφαίνεται μια τέτοια εξέλιξη. «Θα υπάρχουν σίγουρα κάποιες διαβεβαιώσεις από πλευράς ΟΗΕ και ΕΕ όσον αφορά τα βασικά δικαιώματα των πολιτών και κάποια εχέγγυα όσον αφορά στο πολιτικό σύστημα. Αλλά όπως βλέπουμε και στην Αίγυπτο από τη στιγμή που έπεσε η Μουσουλμανική Αδελφότητα με το πραξικόπημα του αλ Σίσι, δεν σημαίνει ότι επειδή κάποιο κράτος έχει ένα καθεστώς στρατιωτικό που προέρχεται από πραξικόπημα δεν θα έχει καλές σχέσεις με την ΕΕ. Οπότε δεν μπορούμε να αποκλείσουμε τίποτα σε ό,τι αφορά στο μέλλον της Λιβύης».

Ο Στ. Δρακουλαράκος συμμερίζεται την κοινή παραδοχή ότι η Τουρκία ενισχύθηκε περαιτέρω μετά τη Διάσκεψη του Βερολίνου. Και όχι μόνο αυτό, αλλά θεωρεί, ότι «αυτή η διάσκεψη έγινε επειδή η Τουρκία παρενέβη στο λιβυκό ζήτημα. Οπότε ναι, ενισχύθηκε η πολιτική της Τουρκίας που ήταν ότι με το “έτσι θέλω θα μπω στη Λιβύη”».

Ένα μπερδεμένο γεωπολιτικό «παζλ»

Η γενική εντύπωση είναι ότι ενώ στη Συρία, Μόσχα και Άγκυρα είναι σύμμαχες, στη Λιβύη είναι αντίπαλες. «Είναι λίγο πιο σύνθετο» εκτιμά ο Στ. Δρακουλαράκος. «Σε ό,τι αφορά στη Ρωσία, ό,τι έγινε στη Συρία ήταν μια τεράστια επιτυχία όπως το βλέπουν με τα δικά τους συμφέροντα». Αλλά «και στο ίδιο το συριακό ζήτημα και σε πολλές φάσεις του, Ρωσία και Τουρκία δεν συμφωνούσαν απόλυτα. Αυτό το βλέπουμε και στο λιβυκό ζήτημα. Η Ρωσία κρατάει κάποιες αποστάσεις αυτή τη στιγμή, έχει σχέσεις και με τα δύο μέρη, ενώ η Τουρκία έχει καθαρές σχέσεις με το καθεστώς του Σάρατζ, το επίσημο καθεστώς. Αλλά από τη στιγμή που η Ρωσία κρατάει σχέσεις και με τα δύο μέρη δεν αναιρεί κάποια συνεργασία με την Τουρκία. Γι’ αυτό και έκαναν τη συνάντηση στη Μόσχα ως μεσολαβητές. Δεν είναι κόντρα αυτή τη στιγμή μεταξύ τους. Η Ρωσία είναι σε μια κατάσταση “wait and see” (σσ. περίπου κάτι σαν ‘βλέποντας και κάνοντας”)  για να δει τι τη συμφέρει περισσότερο και ποιο μέρος να υποστηρίξει παραπάνω».

Σε ό,τι αφορά στο αν θα υπάρξει εξωτερική εποπτεία στη χώρα, έστω με αφορμή την εφαρμογή των 55 σημείων της συμφωνίας του Βερολίνου, ο Στ. Δρακουλαράκος λέει ότι «θα το δούμε όταν θα γίνει η επόμενη συνάντηση της Γενεύης». «Κάποιες χώρες, κάποιες επιτροπές θα εποπτεύσουν το κατά πόσο υπάρχει αποστολή όπλων και δυνάμεων, πόσο υπάρχει εξωτερική παρέμβαση. Το θέμα είναι τι ουσιαστική αρμοδιότητα θα έχει αυτή η εποπτεία. Πολιτικά όλοι θα σεβαστούν τη συμφωνία. Οι αποστολές (σσ. όπλων, δυνάμεων) “κάτω από το τραπέζι” θα γίνονται – αν γίνονται – με πολιτική έγκριση αλλά χωρίς άμεση σχέση μεταξύ τους. Δηλαδή θα έρχονται μισθοφόροι από Ρωσία αλλά η Ρωσία θα λέει “δεν έχω καμία σχέση μαζί τους και πράττουν με δική τους θέληση”. Όλα αυτά θα γίνονται ώστε η ισορροπία να γείρει προς το συμφέρον του κάθε κράτους, αλλά κρατώντας κάποιες αποστάσεις ώστε  να μπορούν να πουν ότι είναι ουδέτεροι μεσολαβητές».

Ο ίδιος επίσης θεωρεί ότι αν η ΕΕ στείλει δυνάμεις, αυτές θα είναι καθαρά ειρηνευτικές, με αποστολή την προστασία του καθεστώτος της Τρίπολης από τον Χάφταρ. «Αλλά δεν θα είναι μια πρωτοβουλία καθαρά ευρωπαϊκή. Θα είναι στο πλαίσιο του ΟΗΕ».

Στο μεταξύ, μέχρι να ενεργοποιηθεί η συμφωνία η «εκεχειρία» στην Λιβύη περνάει δύσκολες στιγμές. Είναι ευνόητο, ότι οι αντιμαχόμενες πλευρές και κυρίως η πλευρά του Χάφταρ που κυριαρχεί επί του στρατιωτικού πεδίου, θα επιδιώξει να δημιουργήσει όσο το δυνατόν ισχυρότερα δεδομένα υπέρ του, ώστε να ενισχύσει την διαπραγματευτική δύναμή του.

«Σίγουρα η de facto κατάσταση προϋποθέτει ότι θα έχει περισσότερη δύναμη σε οποιαδήποτε διαπραγμάτευση γίνει» λέει ο Στ. Δρακουλαράκος. «Αυτή τη δύναμη την έχει ο Χάφταρ και την είχε και πριν το Βερολίνο». Αυτό σημαίνει ότι, κατά κάποιον τρόπο, ο στρατάρχης μπορεί να θεωρηθεί ως «χαμένος» στο Βερολίνο, δεδομένου ότι ήταν πολύ κοντά σε μια πολύ πιθανή στρατιωτική νίκη; Ο αναλυτής δεν συμφωνεί με αυτή την προσέγγιση. «Οποιαδήποτε απόφαση του Βερολίνου δεν μπορεί να επηρεάσει άμεσα τη δύναμη που έχει αυτή τη στιγμή στη Λιβύη ο Χάφταρ. Όλα θα πρέπει να γίνονται με τους δικούς του όρους, γιατί βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση».