Στις 23 Μαρτίου, οι Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις με επικεφαλής τους Κούρδους (SDF), υποστηριζόμενες από αμερικανικά μαχητικά και βρετανικές και γαλλικές ειδικές δυνάμεις, κατέλαβαν τα τελευταία εκατοντάδες τετραγωνικά μέτρα της Μπαγκούζ, στην ανατολική Συρία,  δίνοντας τη «χαριστική βολή» στο Ισλαμικό Κράτος. Ή μήπως όχι; Όπως αναφέρει το Spiegel σε ανάλυσή του το ΙΚ είναι βαριά πληγωμένο, αλλά δεν έχει νικηθεί.

Ads

Χάρη στην εμπειρία τους ως στρατιωτικών και αξιωματικών των μυστικών υπηρεσιών στο Ιράκ του Σαντάμ Χουσεϊν μέχρι το 2003, οι διοικητές του ΙΚ, κατά τη διάρκεια ενός εντυπωσιακού «πολέμου αστραπή» το Καλοκαίρι του 2014, κατάκτησαν μεγάλα τμήματα της ανατολικής Συρίας, καθώς επίσης τη Μοσούλη, το Τικρίτ και μεγάλα τμήματα του δυτικού Ιράκ. Τον Ιούλιο του 2014, ο «χαλίφης» της οργάνωσης, Αμπού Μπακρ αλ Μπαγκντάντι στάθηκε στον άμβωνα του μεγάλου τεμένους Αλ Νούρι της Μοσούλης και ανακήρυξε την «ίδρυση» του «χαλιφάτου». Στην ακμή του, το ΙΚ έλεγχε μια περιοχή του μεγέθους της Ιορδανίας. Σήμερα, σχεδόν πέντε χρόνια αργότερα, μετά από αμέτρητες μάχες, φαίνεται να έχει τελειώσει.

Εκ των υστέρων έγινε φανερό, ότι η τζιχάντ του ΙΚ ήταν επιτυχής μόνο όσο ο υπόλοιπος κόσμος παρέμενε άπραγος. Έτσι, αφού η διεθνής κοινότητα παρακολουθούσε απλώς την πτώση της Μοσούλης, το ΙΚ προχώρησε σε έναν καταλυτικά εσφαλμένο υπολογισμό δύο μήνες αργότερα. Στη βόρεια ιρακινή πόλη Σιντζάρ, οι τζιχαντιστές επιτέθηκαν στον θύλακα των Γιαζίντι, μια αρχαία θρησκευτική, φιλήσυχη κοινότητα, η οποία, στα μάτια του ΙΚ, πληρούσαν όλες τις προϋποθέσεις για να υποδουλωθούν και να εξοντωθούν. 

Αφού λοιπόν ο κόσμος δεν ενδιαφέρθηκε για την Μοσούλη, ο Μπαγκντάντι πίστεψε ότι δεν θα κουνιόταν φύλλο για τους Γιαζίντι. Αλλά με αυτή την επίθεση, το ΙΚ απείλησε ξαφνικά και την Ερμπίλ, την πρωτεύουσα του ιρακινού Κουρδιστάν. Η σχεδόν βιβλική σκηνή των δεκάδων χιλιάδων Γιαζίντι να πεθαίνουν από τη δίψα, περικυκλωμένοι από τζιχαντιστές, οδήγησε την μέχρι τότε διστακτική κυβέρνηση των ΗΠΑ υπό την προεδρία Ομπάμα να παρέμβει. Ξεκίνησε αεροπορικές επιδρομές εναντίον του ΙΚ και ταυτόχρονα έστηνε έναν διεθνή συνασπισμό. Οι επακόλουθες εκτελέσεις Αμερικανών και Βρετανών ομήρων από το ΙΚ, μερικοί από τους οποίους είχαν εξαφανιστεί επί δύο χρόνια χωρίς σημάδια ζωής, αποσκοπούσαν να αποτρέψουν τους επιτιθέμενους, αλλά είχαν το αντίθετο αποτέλεσμα.

Ads

Ήταν η αρχή του τέλους. Σε ανοιχτή αντιπαράθεση, το ΙΚ δεν είχε καμία πιθανότητα κατά της σαρωτικής πολεμικής μηχανής της Δύσης. Οι τζιχαντιστές έχαναν την μία πόλη μετά την άλλη, την μια περιοχή μετά την άλλη, μέχρι την πτώση και της Μπαγκούζ. Εκεί, ένας Κούρδος διοικητής έδωσε μια νηφάλια ανάλυση: «Μας επιτέθηκαν ως μια συμβατική δύναμη. Αυτό ήταν το λάθος τους. Ως αντάρτικη δύναμη θα ήταν πολύ πιο δύσκολο, ίσως αδύνατο, να τους νικήσουμε».

Εκτός αν έχει αποσυρθεί για να προετοιμάσει μια νέα επίθεση.

Μια καλά υπολογισμένη ήττα;

Η μάχη της Μπαγκούζ δεν ήταν το αυτοκτονικό φινάλε των μαχητών του ΙΚ που περίμεναν πολλοί.  Αντίθετα, αντί να ανατινάσσονται μέσα σε ένα θρησκευτικό παραλήρημα καθώς ορμάνε προς τους επιτιθέμενους, εκείνοι παραδόθηκαν ήσυχα κατά δεκάδες χιλιάδες.

Ουσιαστικά, η διαδικασία της φυγής είχε ξεκινήσει από τον Ιανουάριο ή και πιο νωρίς. Ένας Γερμανός που εντάχθηκε στο ΙΚ το 2014 και τώρα παραδόθηκε στις SDF είπε στο Spiegel ότι από τον Δεκέμβριο ακόμη άκουγαν καθημερινά για καθημερινές λιποταξίες. Η επίσημη γραμμή ήταν ότι οι λιποταξίες θα τιμωρούνταν ακόμη και με εκτέλεση, αλλά δέκα μέρες αργότερα αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν νότια του Hajin και εκεί πλέον είπαν στους μαχητές ότι αν ήθελαν ήταν ελεύθεροι να φύγουν.

Στα τέλη Φεβρουαρίου, το ΙΚ άρχισε να απαλλάσσεται από κάθε επιπλέον στόμα που έπρεπε να ταΐσει, απομακρύνοντας οποιονδήποτε δεν μπορούσε να πολεμήσει. Οι γυναίκες, τα παιδιά, οι ηλικιωμένοι και οι τραυματίες, έφυγαν. Γιατί όμως το ΙΚ επέλεξε την Μπαγκούζ για την τελική μάχη; Η γραφική εκδοχή των τζιχαντιστών είναι το σύνηθες «όραμα ενός αγοριού που είδε ότι το χαλιφάτο θα έχανε όλες τις πόλεις εκτός από την Μπαγκούζ». Υπάρχει, όμως, μια άλλη, μακράν πιο πιθανή εξήγηση: Η Μπανγκούζ ήταν κάποτε φωλιά λαθρεμπόρων. Ακριβώς πίσω από τους απότομους λόφους στην άκρη της πόλης βρίσκονται τα σύνορα και η έρημος της ιρακινής επαρχίας Ανμπάρ, όπου, σύμφωνα με αναφορές πολλών υπηρεσιών πληροφοριών, ο ηγέτης του ΙΚ διέφυγε στις αρχές Ιανουαρίου.

Το ΙΚ ήταν ειδικό στην κατασκευή σηράγγων. Ήδη από το 2014, οι τζιχαντιστές άρχισαν να σκάβουν εξελιγμένα δίκτυα υπόγειων περασμάτων, κάποια βαθύτερα από πέντε έως έξι μέτρα. Έσκαψαν σε πόλεις όπως η Ράκα και η Μοσούλη. Οι σήραγγες είχαν ηλεκτρικό ρεύμα, ιατρείο, αποθηκευτικούς χώρους, κέντρα διοίκησης, κρυφές εξόδους και φωλιές ελεύθερων σκοπευτών. Το 2016, οι Ιρακινοί στρατιώτες στο Μοσούλη βρήκαν ακόμη και ειδικά σχεδιασμένα τρυπάνια για την κατασκευή τούνελ: Γιγάντια μηχανήματα, μήκους αρκετών μέτρων, με τεράστιες κεφαλές φρεζαρίσματος και πολλαπλούς κινητήρες.

Στους λόφους της Μπαγκούζ είχαν επίσης σκάψει σήραγγες. Μέχρι στιγμής, οι προκεχωρημένες δυνάμεις δεν βρήκαν κανέναν από τους κορυφαίους εμίρηδες της οργάνωσης, ούτε κάποιο ίχνος των τριών τελευταίων Δυτικών ομήρων που κρατούσε το ΙΚ. Επίσης, δεν έχουν βρει χρυσό ή δείγμα των φερόμενου πλούτου που υπολογίζεται μεταξύ 50 και 300 εκατομμυρίων δολαρίων. Σύμφωνα με έναν πληροφοριοδότη του ΙΚ, μερικά από τα χρήματα είναι κρυμμένα σε ψυγεία που θάβονται στην ιρακινή έρημο.

Ετσι, η Μπαγκούζ είναι προφανώς, όχι μόνο το σημείο  κατάρρευσης του «χαλιφάτου» και το τέλος της εδαφικής εξουσίας του. Είναι επίσης μια πύλη πίσω στον «υπόγειο», «αόρατο κόσμο», όπου η στρατιωτική ανωτερότητα των αντιπάλων δεν έχει και μεγάλη σημασία. Τρομοκρατικές επιθέσεις, δολοφονίες, εκβιασμοί: Όλα τα πράγματα που έκανε το ΙΚ στο Ιράκ προτού ξαφνικά καταλάβει τη Μοσούλη είναι πολύ πιο εύκολα από το να προσπαθεί να κρατήσει μια τεράστια κατακτημένη επικράτεια.

Προετοιμάζοντας την επιστροφή στο «σκοτάδι»

Το ΙΚ έχει προετοιμάσει από καιρό την «υπόγεια» λειτουργία του. Σε ορισμένες περιοχές έχει επιστρέψει, από άλλες δεν έφυγε ποτέ. Όπως η εύφορη περιοχή Hawija, δυτικά της Μοσούλης, που διασχίζεται από δύο ποτάμια και όπου οι μαχητές του υποχώρησαν το 2017. Εδώ ουδέποτε απειλήθηκαν από το διεθνή συνασπισμό και εξακολουθούν να τρομοκρατούν τον πληθυσμό από τότε.

Στη νότια Συρία, μια περιοχή που επανάκτησαν τα κυβερνητικά στρατεύματα πέρυσι, οι δυνάμεις του ΙΚ φάνηκε να εξαφανίζονται. Για χρόνια, περίπου 1.200 μαχητές του ΙΚ είχαν την βάση τους στην κοιλάδα του ποταμού Γιαρμούκ στη νότια επαρχία Νταράα. Μετά την κατάληψη της Νταράα το περασμένο καλοκαίρι, περισσότεροι από 500 τζιχαντιστές παραδόθηκαν και, σύμφωνα με διάφορες πηγές, 80 από αυτούς στρατολογήθηκαν από την 4η θωρακισμένη μεραρχία του συριακού στρατού. Οι υπόλοιποι μαχητές του ΙΚ μετακινήθηκαν – υπό την επίβλεψη  του κυβερνητικού στρατού, σύμφωνα με το Spiegel – στην έρημο, κοντά στην πόλη Σουγουαΐντα, στην περιοχή των Δρούζων.

Για χρόνια η μειονότητα των Δρούζων αρνούνταν να υπηρετήσουν στον στρατό, επιδιώκοντας να παραμείνουν όσο το δυνατόν πιο ουδέτεροι και να προστατεύουν μόνο τη δική τους περιοχή. Στα τέλη Ιουλίου, οι ίδιοι μαχητές του ΙΚ που είχαν μεταφερθεί στην περιοχή, επέδραμαν στα χωριά των Δρούζων, αφήνοντας πίσω τους περίπου 240 νεκρούς. Μετά από αυτή τη σφαγή, οι ηγέτες των Δρούζων φέρονται να υπαναχώρησαν έναντι της Δαμασκού και να αναγνώρισαν την κυριαρχία της στην γη τους. Το Spiegel θεωρεί ότι οι υπηρεσίες πληροφοριών της Δαμασκού συνεργάζονται «διακριτικά» με το ΙΚ, το οποίο «παραμένει ένας χρήσιμος εχθρός» για την κυβέρνηση.

«Βιλαέτια» παντού…

Το γερμανικό περιοδικό σημειώνει ότι σε άλλες χώρες το ΙΚ συνεργάζεται με τρομοκρατικές ομάδες οι οποίες στοχεύουν στη δημιουργία «βιλαετιών», τα οποία είναι διοικητικές διαιρέσεις του μουσουλμανικού κόσμου και, κυρίως, των χαλιφάτων. Η Λιβύη είναι το πιο σημαντικό κέντρο του ΙΚ εκτός της Συρίας. Παρά το γεγονός ότι δεν ελέγχουν το σημαντικό λιμάνι της Σύρτης, ωστόσο, παραμένει άγνωστο το μέγεθος της εξάπλωσής του στην επαρχία, εξάπλωση η οποία ευνοείται και από το χάος που ακολούθησε την πτώση του Καντάφι.

Στο Σινά, οι τοπικές τρομοκρατικές οργανώσεις συμμάχησαν με το ΙΚ, ωστόσο ο αιγυπτιακός στρατός καταφέρνει προς το παρόν να διατηρεί τον έλεγχο. Σε αυτό βοήθησε και το γεγονός ότι η Χαμάς συνεργάζεται με την αιγυπτιακή κυβέρνηση για να διατηρήσει τις υπόγειες σήραγγες τροφοδοσίας και διαφυγής από και προς την Γάζα.

Ωστόσο, το ΙΚ φέρεται να έχει κινητοποιήσει περίπου 2.000 υποστηρικτές του για να πολεμήσει εναντίον του αιγυπτιακού κράτους, τροφοδοτώντας φήμες ότι το Ισραήλ χρησιμοποιεί τους τζιχαντιστές ως εργαλείο κατά της Χαμάς.

Στο Αφγανιστάν, το παρακλάδι του ΙΚ, η οργάνωση «Επαρχία Χορασάν», δραστηριοποιείται κυρίως στην ανατολική πλευρά της χώρας, όπου μάχεται, όχι μόνο εναντίον των αμερικανικών και κυβερνητικών στρατευμάτων, αλλά και εναντίον των Ταλιμπάν, οι οποίοι δεν θέλουν ανταγωνιστές. Όσο περισσότερο, όμως, οι Ταλιμπάν «χαλαρώνουν» προς την κατεύθυνση της διαπραγμάτευσης μιας ειρηνικής διευθέτησης, τόσο πιο ελκυστικό γίνεται το για εκείνους τους Ταλιμπάν που απορρίπτουν κατηγορηματικά όλες τις διαπραγματεύσεις.

Ωστόσο, πιο ανησυχητική είναι η κατάσταση στη βορειοανατολική Νιγηρία και τις γειτονικές χώρες, όπου «αλωνίζουν» οι τζιχαντιστές της αιματηρότατης Μπόκο Χαράμ. Ακόμη και το ΙΚ επέκρινε τις σφαγές πολιτών στις οποίες επιδίδεται τακτικά η οργάνωση και ανακάλεσε την υποστήριξή του προς αυτήν το 2016. Την ίδια χρονιά όμως το ΙΚ «ευλόγησε» μια ομάδα που αποσπάστηκε από την Μπόκο Χαράμ και που τώρα κυριαρχεί σε αυτό που ονομάζουν «επαρχία της Δυτικής Αφρικής». Αυτή η νέα ομάδα κατάφερε να επεκτείνει την επικράτεια που ελέγχει και τώρα κυβερνάει σαν κράτος εν κράτει. Οι αγορές και οι εμπορικές μεταφορές φορολογούνται και προστατεύονται από την οργάνωση, με την κυβέρνηση να εμφανίζεται ανίσχυρη εναντίον αυτού του εχθρού, που είναι πολύ πιο «άπιαστος» και «θολός» από την Μπόκο Χαράμ.

Το ΙΚ δεν ηττήθηκε

Η πεποίθηση ότι το ΙΚ ηττήθηκε επειδή δέχθηκε συντριπτικό χτύπημα η ορατή εκδοχή του μάλλον είναι κοντόφθαλμη. Υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες τζιχαντιστές που έχουν συλληφθεί και κρατούνται φυλακισμένοι σε στρατόπεδα αιχμαλώτων, ενώ περίπου 70.000 γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένοι κρατούνται μόνο στο στρατόπεδο προσφύγων Al Hawl, ενώ οι πρώην μαχητές του ΙΚ κρατούνται σε φυλακές και στρατιωτικές βάσεις διασκορπισμένες στην περιοχή, με την φύλαξή τους να έχουν αναλάβει κατά κύριο λόγο οι Κούρδοι.

Για τον στρατηγό Τζόζεφ Βότελ, διοικητή των αμερικανικών στρατευμάτων στη Μέση Ανατολή, τα παραπάνω δεν συνιστούν ήττα του ΙΚ: «Αυτό που βλέπουμε τώρα δεν είναι η παράδοση του IΚ ως οργάνωσης», δήλωσε ενώπιον της Επιτροπής Ενόπλων Δυνάμεων της Γερουσίας, «αλλά μια υπολογισμένη απόφαση για να εξασφαλιστούν οι οικογένειές τους» και διατηρώντας τη δυνατότητα και τις πιθανότητες να επανακάμψουν, περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή.