Έντεκα χρόνια μετά την εισβολή των αμερικανών στο Ιράκ στο πλαίσιο του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας», οι σουνίτες τζιχαντιστές επελαύνουν προς τη Βαγδάτη καταλαμβάνοντας την μία περιοχή μετά την άλλη και αφήνοντας πίσω πλήθος νεκρών και εκτοπισμένων. Η Αλ Κάιντα έχει ξεκινήσει την αντεπίθεση ενώ οι επεμβάσεις της Δύσης στην ευρύτερη περιοχή διέλυσαν εκτός των άλλων και τις παραδοσιακά εύθραυστες ισορροπίες. Τα γεγονότα στη Μέση Ανατολή διαμορφώνουν νέα δεδομένα σε διπλωματικό επίπεδο, αλλά και στα πεδία των μαχών, ενώ σταδιακά αναπτύσσονται και «ανορθόδοξες συμμαχίες». «Το Ιράκ εξελίχθηκε σε έναν νέο Βιετνάμ και μάλιστα πολύ χειρότερο», ενώ την ίδια στιγμή «η Αλ Κάιντα έχει πλέον τόσα παρακλάδια – παραρτήματα που θα μπορούσε να ονομαστεί ΜακΚάιντα», σχολιάζει ο ομότιμος καθηγητής Μεσανατολικών Σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Αλέξανδρος Κούτσης, που μίλησε στο Tvxs.gr για τις εξελίξεις και το πλαίσιο που έχει διαμορφωθεί στη Μέση Ανατολή. Θα μπορούσε τελικά να υπάρξει μια νέα εισβολή στο Ιράκ;

Ads

Σουνίτες, σιίτες και «υπερσυγκεντρωτική εξουσία»

Όπως εξηγεί ο κ. Κούτσης στο Tvxs.gr με την αμερικανική εισβολή στο Ιράκ το 2003 ανετράπη ένα καθεστώς διακυβέρνησης που επικρατούσε από την αγγλοκρατία και το οποίο είχε ως βασική αρχή την υπερσυγκεντρωτική εξουσία.

Στον ισλαμικό κόσμο υπάρχουν δύο κυρίαρχα θρησκευτικά δόγματα: Σουνίτες και Σιίτες. Το ίδιο ισχύει και στο Ιράκ, όπου πλειοψηφία αποτελούν οι Σιίτες. Ωστόσο αυτή η πλειοψηφία δεν εκφραζόταν και σε επίπεδο εξουσίας. Εκτός από το θρησκευτικό ζήτημα στο Ιράκ υπάρχει και εθνοτικό καθώς υπάρχει ισχυρή κουρδική μειονότητα, η οποία έχει δημιουργήσει και τη δική της αυτόνομη περιφέρεια το «Ιρακινό Κουρδιστάν». Η αυτονομία του «Ιρακινού Κουρδιστάν» έχει αναγνωριστεί τόσο από το ίδιο το Ιράκ, όσο και από τα Ηνωμένα Έθνη.

Ads

Με την κατάληψη του Ιράκ, το 1918, οι Βρετανοί για να διατηρήσουν ενιαίο το Ιράκ εφάρμοσαν ένα μοντέλο διακυβέρνησης βασισμένο σε διατήρηση των μειονοτήτων με μονάρχη στη Βαγδάτη. Η υπερσυγκεντρωτική εξουσία στη Βαγδάτη, που αποτελούσε επαρχία των Σουνιτών, διατηρήθηκε και τις επόμενες δεκαετίες, μετά την αποχώρηση των Άγγλων, μέχρι την εισβολή των Αμερικανών στο Ιράκ. «Με αυτό τον τρόπο προέκυψε και το δικτατορικό καθεστώς του σουνίτη Σαντάμ Χουσεΐν. Η πλειοψηφία λοιπόν των σιιτών ήταν πάντα στην αντιπολίτευση και μάλιστα μια αντιπολίτευση που υπέφερε από τη δικτατορία του Σαντάμ», τονίζει ο Αλέξανδρος Κούτσης και προσθέτει:

«Με την εισβολή των ΗΠΑ αυτή η παράδοση ανατράπηκε. Απώτερος στόχος των αμερικανών ήταν η ασφάλεια των ίδιων και του Ισραήλ στο χώρο της Μέσης Ανατολής. Σε πρώτη φάση θα έπρεπε να διαλυθεί ο στρατός του Ιράκ. Όπως και έγινε. Ο στρατός των σουνιτών που διαλύθηκε ήταν ένας στρατός με πολύ μεγάλη εμπειρία στα πεδία των μαχών, αντικαταστάθηκε στην πράξη από έναν στρατό σιιτών, ο οποίος όμως δεν είχε την ανάλογη εμπειρία. Με τη διεξαγωγή των εκλογών η πλειοψηφία των σιιτών κατέλαβε την εξουσία. Ωστόσο η κυβέρνηση του σιίτη Νουρί Αλ Μαλίκι, ο οποίος σε μεγάλο βαθμό επηρεάζεται από την Τεχεράνη, δεν ακολούθησε μια λογική συνεργασία με τη σουνίτικη αντιπολίτευση αντίθετα λειτούργησε εκδικητικά».

Επιπλέον ο Μαλίκι απομόνωσε και τους σιίτες συμμάχους του. Σε αντίθεση με τον Μαλίκι, που τάσσεται υπέρ του Ιρανικού μοντέλου διακυβέρνησης, ηγετικές φυσιογνωμίες των σιιτών είναι ο αγιατολάχ Αλ Σιστάνι, που έχει μεγάλη δύναμη στη Βασόρα και ο Μοκντάντα αλ Σαντρ. Και οι δύο τάσσονται κατά του ιρανικού μοντέλου, ζητώντας μια Δημοκρατία με ισχυρό Ισλάμ, αλλά χωρίς την ανάμιξη των θρησκευτικών ηγετών στην πολιτική. Και οι δύο βρέθηκαν εκτός εξουσίας.

Η άνοδος των Τζιχαντιστών

Σε μεγάλο βαθμό η επέλαση των σουνιτών τζιχαντιστών οφείλεται στη στάση του σουνίτικου πληθυσμού, η οποία είναι αποτέλεσμα της πολιτικής του Μαλίκι. «Οι σουνίτες δυσαρεστημένοι από τη διακυβέρνησή του και την απομόνωσή τους, ζητούν μια διαφορετική πολιτική. Αυτός είναι και ο λόγος που δεν αντιστέκονται στην προέλαση των τζιχαντιστών. Στην πραγματικότητα οι τζιχαντιστές δεν έχουν την υποστήριξη της πλειονότητας των σουνιτών, αλλά βασίζονται κυρίως στην ανοχή τους. Ουσιαστικά θέτουν το δίλημμα στο Μαλίκι: Ή αλλάζει πολιτική ή αφήνουμε τους τζιχαντιστές. Αν ικανοποιηθούν τα αιτήματά τους θα συμμετάσχουν ακόμη και στην αντιμετώπιση των τζιχαντιστών», σχολιάζει ο κ. Κούτσης.

Η οργάνωση «Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και της Μεγάλης Συρίας*», οι μαχητές της οποίας επελαύνουν στο Ιράκ με στόχο να καταλάβουν τη Βαγδάτη, επίσημα γεννήθηκε μέσα στον Συριακό εμφύλιο. Ωστόσο η δημιουργία των τζιχαντιστικών οργανώσεων, που αποτελούν παρακλάδια της Αλ Κάιντα, κλιμακώνεται με την εισβολή των αμερικανών στο Ιράκ. Μετά τον απαγχονισμό του Σαντάμ Χουσεΐν, το κίνημα των υποστηρικτών του – σουνίτικο κοσμικό – αποδυναμώθηκε. Στο αντάρτικο κυριάρχησαν οι σουνίτες τζιχαντιστές της Αλ Κάιντα του Ιράκ.

«Την Αλ Κάιντα  συνήθως την αναφέρω και ως «ΜακΚάιντα» καθώς έχει παρακλάδια – «παραρτήματα» παντού. Ένα από αυτά ήταν στο Ιράκ. Υπάρχει η Αλ Κάιντα του Ιράκ, η Αλ Κάιντα της Υεμένης, η Αλ Κάιντα της Λιβύης, στο Μάλι υπήρχε κ.α. Οι τζιχαντιστές, κατά τη διάρκεια των έντεκα χρόνων (από την εισβολή των ΗΠΑ), πραγματοποιούσαν βομβιστικές επιθέσεις κατά αμερικανικών στόχων αλλά και κατά στόχων της σιιτικής κυβέρνησης», σημειώνει ο Αλέξανδρος Κούτσης.

Οι νεκροί από τις επιθέσεις ανέρχονται σε δεκάδες χιλιάδες. Μόνο το 2013 οι νεκροί από τις επιθέσεις των τζιχαντιστών ξεπέρασαν τις 7.000. Με την άνοδο του Νουρί Αλ Μαλίκι στην εξουσία και την εκδικητική πολιτική του ενισχύθηκε και η Αλ Κάιντα του Ιράκ. (Βίντεο του RT για τα θύματα μέχρι το Νοέμβριο του 2013. Αναλυτικά τα θύματα ανά μήνα μόνο μέσα στο 2013)

Πρόσωπο «κλειδί» για τη δημιουργία της οργάνωσης «Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και της Μεγάλης Συρίας» είναι ο Αμπού Μπακρ αλ-Μπαγκντάντι. Ο Μπαγκντάντι ήταν ο αρχηγός της Αλ Κάιντα του Ιράκ. Με την έναρξη του συριακού εμφυλίου ο ίδιος μαζί με πολλούς μαχητές της οργάνωσης μεταβαίνουν στη Συρία για να πολεμήσουν ενάντια στις δυνάμεις του Μπασάρ Αλ Άσαντ, ο οποίος ανήκει στους Αλαουίτες, μια θρησκευτική ομάδα του Σιίτικου Ισλάμ. Ωστόσο εκεί βρισκόταν ήδη η Αλ Νούσρα, παρακλάδι της Αλ Κάιντα στη Συρία. Η άφιξη του Μπαγκντάντι στα πεδία των μαχών προκάλεσε διαμάχες στο εσωτερικό των τζιχαντιστών. Ο λόγος ήταν πως η Αλ Νούσρα είχε μόνο Σύρους μαχητές, ενώ στην ομάδα του Μπαγκντάντι υπήρχαν πολλοί τζιχαντιστές από το εσωτερικό. Το τελευταίο διάστημα σημειώθηκαν ακόμη και ένοπλες συγκρούσεις μεταξύ των τζιχαντιστών. Ο Αλ Ζαουάχρι, που διαδέχθηκε τον Μπιν Λάντεν στην ηγεσία της Αλ Κάιντα, παρενέβη και κάλεσε τον Μπαγκντάντι να αποχωρήσει από τη Συρία και να επιστρέψει στο Ιράκ.

Το αίτημα του Αλ Ζαουάχρι ικανοποιήθηκε ωστόσο ο Μπαγκντάντι είχε νωρίτερα δημιουργήσει την οργάνωση «Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και της Μεγάλης Συρίας». Η επιδίωξη της οργάνωσης αποκαλύπτεται από το όνομά της: Η δημιουργία ενός ισλαμικού κράτους όχι μόνο στο Ιράκ, αλλά και στη «Μεγάλη Συρία». Όπως εξηγεί ο Αλέξανδρος Κούτσης, «Μεγάλη Συρία» αποκαλείται μια περιοχή που περιλαμβάνει τον Λίβανο, τη Συρία, το Ισραήλ, την Παλαιστίνη και την Ιορδανία. Ο Μπαγκντάντι παραμένει παράλληλα αρχηγός της Αλ Κάιντα του Ιράκ.

Όπως τονίζει ο κ. Κούτσης η παρουσία του Μπαγκντάντι στη Συρία ήταν καθοριστικής σημασίας. Από τη μία η ισχυρή παρουσία των τζιχαντιστών επισημάνθηκε από τον Μπασάρ Αλ Άσαντ και απέτρεψε εν μέρει μια περαιτέρω ενίσχυση των ανταρτών της αντιπολίτευσης από τη Δύση. Παράλληλα στο χάος του συριακού εμφυλίου δόθηκε η δυνατότητα στον Μπαγκντάντι και τους μαχητές του να καταλάβουν στρατιωτικές αποθήκες και να εξοπλιστούν. Με αυτόν τον τρόπο τα τελευταία τρία χρόνια ενισχύονται και οι μαχητές της οργάνωσης στο Ιράκ. Σημειώνεται πως οι τζιχαντιστές χρηματοδοτούνται και από ορισμένους Σαουδάραβες που ασπάζονται την ιδεολογία τους.

«Ανορθόδοξες συμμαχίες» και το ενδεχόμενο νέας εισβολής

Η άνοδος των τζιχαντιστών δημιούργησε νέα δεδομένα στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, καθώς φαίνεται πως η Δύση αναζητά ένα νέο μέτωπο συμμάχων ενάντια στην Αλ Κάιντα. Στη Συρία ο Μπασάρ Αλ Άσαντ δεν αποτελεί «μέρος του κακού», τουλάχιστον όχι όσο στο παρελθόν. «Όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα η κατάσταση η Δύση στη Συρία έχει να επιλέξει μεταξύ του Άσαντ και της Αλ Κάιντα», σχολιάζει ο κ. Κούτσης, ενώ υπογραμμίζει πως μια νέα σελίδα ανοίγεται και στις σχέσεις του Ιράν και των ΗΠΑ. Πρόκειται για μια «ανορθόδοξη συμμαχία» καθώς έρχεται σε αντίθεση με τους παραδοσιακούς συμμάχους των αμερικανών στην περιοχή και ειδικότερα με το Ισραήλ. 

ΗΠΑ και Ιράν, εν μέσω της επέλασης των τζιχαντιστών στο Ιράκ, φαίνεται πως έχουν έρθει πιο κοντά. Το Ιράν αναμένεται να παίξει καθοριστικό ρόλο στις εξελίξεις στο Ιράκ καθώς οι ΗΠΑ θέλουν να αποφύγουν μια νέα εισβολή. Εξάλλου μέχρι σήμερα επίσημα ο Λευκός Οίκος απορρίπτει το ενδεχόμενο χερσαίας επιχείρησης. Από την άλλη το Ιράν θα μπορούσε να στείλει στο Ιράκ στρατιωτικές δυνάμεις αλλά χωρίς διακριτικά, όπως έπραξε και στη Συρία στηρίζοντας τον Μπασάρ Αλ Άσαντ μαζί με τη Χεζμπολάχ. Ο λόγος που οι ΗΠΑ θέλουν να αποφύγουν μια επίσημη στρατιωτική εισβολή του Ιράν στο Ιράκ είναι πως κάτι τέτοιο θα προκαλούσε την αντίδραση των σουνιτών, οι οποίοι θα μπορούσαν να ταχθούν στο πλευρό των τζιχαντιστών.

Προϋπόθεση για να «στεριώσει» μια συνεργασία μεταξύ των ΗΠΑ και του Ιράν αποτελεί μια συμφωνία για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα. Το θέμα του πυρηνικού προγράμματος βρίσκεται στο επίκεντρο της διεθνούς κοινότητας τα τελευταία χρόνια με τη Δύση να κατηγορεί την Τεχεράνη πως στόχος της είναι η δημιουργία πυρηνικών όπλων και για αυτό το λόγο έχει επιβάλει οικονομικές κυρώσεις με εμπάργκο στο πετρέλαιο. Από την πλευρά του το Ιράν αναφέρει πως η πυρηνική ενέργεια θα χρησιμοποιηθεί μόνο για ειρηνικούς σκοπούς. Οι εξελίξεις στο Ιράκ φαίνεται πως θα επισπεύσουν μια λύση στο θέμα. «Οι ΗΠΑ ζητούν από το Ιράν να χρησιμοποιήσει την επιρροή του στον Μαλίκι ώστε να αλλάξει την πολιτική του και να ικανοποιήσει τους σουνίτες. Όμως είναι δύσκολο να ζητάς συνεργασία και κοινή δράση και παράλληλα να διατηρείς το εμπάργκο. Εκτιμώ πως οι ΗΠΑ θα δεχτούν τις προτάσεις του Ιράν που είναι μετριοπαθείς και προβλέπουν τον έλεγχο της διαδικασίας του εμπλουτισμού του ουρανίου ώστε να αποτραπεί η χρήση του για όπλα, αλλά όχι την καταστροφή των πυρηνικών αντιδραστήρων, όπως αρχικά ζητούσε η Ουάσινγκτον. Νομίζω πως αυτές οι προτάσεις θα γίνουν δεκτές δεδομένου πως και οι ΗΠΑ θα υπογραμμίσουν την ανάγκη να επιτευχθεί συμφωνία ώστε να αντιμετωπιστούν οι τζιχαντιστές», αναφέρει ο Αλέξανδρος Κούτσης και προσθέτει:

«Η εισβολή στο Ιράκ για τις ΗΠΑ εξελίχθηκε σε ένα νέο Βιετνάμ. Μάλιστα είναι χειρότερη η εξέλιξη για τις ΗΠΑ καθώς από το Βιετνάμ αποχώρησαν, ωστόσο από το Ιράκ δεν μπορούν να απεμπλακούν γιατί έχουν μεγάλα συμφέροντα στην περιοχή. Έντεκα χρόνια και δεν κατάφεραν να ελέγξουν τίποτα. Ακόμη και αν υπέγραψαν κάποιες συμφωνίες αυτές όπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα δεν ισχύουν πλέον». 

Σχετικά με το ενδεχόμενο μιας νέας εισβολής στο Ιράκ ο Αλέξανδρος Κούτσης εκτιμά πως «δεν πρόκειται να υπάρξει κάτι τέτοιο». «Οι ΗΠΑ αν χρειαστεί ίσως να προχωρήσουν σε κάποιους βομβαρδισμούς και σε αεροπορικές επιδρομές με μη επανδρωμένα αεροσκάφη, ενώ το Ιράν θα μπορούσε να στείλει μέλη της επίλεκτης στρατιωτικής μονάδας των «Φρουρών της Επανάστασης», χωρίς όμως διακριτικά για να μην αντιδράσουν οι σουνίτες. Παράλληλα οι κυβερνητικές δυνάμεις αναμένεται να ενισχυθούν από τους σιίτες μαχητές του Σιστάνι από το Νότιο Ιράκ. Στον Άσαντ θα επιτραπεί να συνεχίσει τους βομβαρδισμούς σε θέσεις των τζιχαντιστών στο βόρειο Ιράκ, στα σύνορα με τη Συρία». Το επόμενο διάστημα θα φανεί αν αυτή η ανορθόδοξη σύμπραξη θα προχωρήσει και αν θα σχηματιστεί ένα μέτωπο για την αντιμετώπιση των τζιχανστιών. Έντεκα χρόνια μετά την αμερικανική εισβολή το Ιράκ βυθίζεται και πάλι στο απόλυτο χάος, ενώ πλέον αναλυτές θέτουν και το ζήτημα της δυνατότητας του Ιράκ να διατηρηθεί ως ενιαίο κράτος.

* Η οργάνωση αναφέρεται συνήθως ως «Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και του Λεβάντε», όμως ακριβέστερη μεταφορά του ονόματος από τα αραβικά είναι «Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και της Μεγάλης Συρίας». Η Μεγάλη Συρία όπως την αποκαλούν είναι η περιοχή που περιλαμβάνει τον Λίβανο, τη Συρία, το Ισραήλ, την Παλαιστίνη και την Ιορδανία. (Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και του Νταας – Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και της Μεγάλης Συρίας)