Σε κυνήγι μαγισσών εξελίσσεται η φίμωση φιλοπαλαιστινικανών φωνών που κλιμακώνεται στα αμερικανικά πανεπιστήμια.

Ads

Μετά από επιστολή που υπέγραψαν μέλη φοιτητικών συλλόγων του Χάρβαρντ, όπου ανέφερε ότι υπεύθυνο για τον πόλεμο με τη Χαμάς είναι το κράτος του Ισραήλ, πολλοί φοιτητές είδαν τα στοιχεία τους να δημοσιοποιούνται στο διαδίκτυο, μέλη των οικογενειών τους να στοχοποιούνται, αλλά και τις φωτογραφίες τους να προβάλλονται με τον χαρακτηρισμό «αντισημίτες» σε γιγαντοοθόνη πάνω σε φορτηγό σταθμευμένο στην είσοδο ενός από τα πιο διάσημα πανεπιστήμια του κόσμου. Ο σάλος που δημιουργήθηκε αλλά και το κλίμα στην ακαδημαϊκή κοινότητα, είναι σύμφωνα με δημοσίευμα της Liberation ενδεικτικό των ιδεολογικών προεκτάσεων της συνεχιζόμενης σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή.

«Στην αρχή, υπήρξε μια μαζική αντίδραση. Το βράδυ της 7ης Οκτωβρίου, λίγες ώρες μετά την επίθεση της Χαμάς, και ενώ μόλις είχε αρχίσει η καταμέτρηση των περισσότερων από 1.500 θυμάτων, αγνοουμένων και ομήρων, περίπου τριάντα φοιτητικοί σύλλογοι και λέσχες του Χάρβαρντ συνυπέγραψαν μια επιστολή σύμφωνα με την οποία «το ισραηλινό καθεστώς, το οποίο είναι απολύτως υπεύθυνο για όλη τη βία» που εδώ εβδομήντα πέντε χρόνια έχει κατακλύσει τη ζωή των Παλαιστινίων. «Τα σημερινά γεγονότα δεν ήρθαν ουρανοκατέβατα» αναφέρεται στο κείμενο. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, εκατομμύρια Παλαιστίνιοι στη Γάζα έχουν αναγκαστεί να ζουν σε μια υπαίθρια φυλακή. […] [Δεν] έχουν πουθενά να φύγουν ή να καταφύγουν και τις επόμενες ημέρες θα υποστούν όλο τη βία και το μένος του Ισραήλ».

Μακαρθισμός

Παρόμοιες αντιδράσεις υπήρξαν και σε άλλα αμερικανικά πανεπιστήμια, στη Νέα Υόρκη (Columbia), στην Πενσυλβάνια (UPenn) και στην Καλιφόρνια (Stanford). Τα γεγονότα αυτά συνέβησαν ταυτόχρονα και προκάλεσαν έναν καταιγισμό καταδικαστικών δηλώσεων τις οποίες τα μέσα ενημέρωσης αναπαρήγαγαν ανεξέλεγκτα. Όπως επισημαίνει η Liberation υπήρξαν και φωνές που στήριξαν τις αντιδράσεις των φοιτητών. Ακτιβιστής σε εβραϊκές φιλοπαλαιστινιακές οργανώσεις, ο οποίος αποφοίτησε πρόσφατα από το Χάρβαντ δήλωσε στη Liberation ότι είναι περήφανος και συγκινημένος από την ακρίβεια και το θάρρος της επιστολής των φοιτητών του Χάρβαρντ. Όμως όπως επισημαίνει οι αντιδράσεις απέναντι στους φοιτητές ήταν παράλογες. «Στα δεκαπέντε χρόνια φιλοπαλαιστινιακού ακτιβισμού, δεν έχω ξαναδεί τέτοιο επίπεδο Μακαρθισμού, σε σχέση με τη λογοκρισία και την καταστολή» είπε.

Ads

Ακολούθησε ένα μπαράζ πιέσεων προς τις διοικήσεις των πανεπιστημίων να καταδικάσουν τις πρωτοβουλίες των φοιτητών, ακόμη και να λάβουν πειθαρχικά μέτρα εναντίον τους. Στις 10 Οκτωβρίου, η πρόεδρος του Χάρβαρντ, Κλοντίν Γκέι, αναγκάστηκε με ανακοίνωσή της να καταδικάσει «τις τρομοκρατικές θηριωδίες της Χαμάς» και να κάνει σαφές ότι παρά «το δικαίωμα κάθε φοιτητή να εκφράζει τη δική του άποψη, κανένας φοιτητικός σύλλογος -ούτε καν αυτές οι τριάντα- δεν έχει το δικαίωμα να μιλά για λογαριασμό του πανεπιστημίου ή της διοίκησής του». «Ιδιαίτερα σε μια εποχή όπως αυτή, θέλουμε να υπογραμμίσουμε τη δέσμευσή μας σε ένα περιβάλλον διαλόγου και ενσυναίσθησης, στοχασμού και καλής θέλησης», αναφέρει μια άλλη ανακοίνωση της σχολής. Όμως, η συγκίνηση και ο θυμός έχουν ήδη δώσει τη θέση τους σε αντίποινα.

Τόσο στο Χάρβαρντ όσο και στο UPenn, πλούσιοι δωρητές, προστάτες και μέλη διοικητικών συμβουλίων έσπευσαν να ανακοινώσουν την αποχώρησή τους αποσύροντας μαζί τους και τα εκατομμύριά τους.

Το φορτηγό που πρόβαλλε τα πρόσωπα και τα ονόματα των φοιτητών μελών των συλλόγων που υπέγραψαν την επιστολή ναύλωσε η υπερσυντηρητική οργάνωση Accuracy in Media, η οποία ιδρύθηκε το 1969 για να υποστηρίξει τον πόλεμο του Βιετνάμ.

Υπεύθυνο για τη σύνταξη της εν λόγω επιστολής ήταν το τοπικό τμήμα της Επιτροπής Αλληλεγγύης για την Παλαιστίνη (PSC). Κάνοντας λόγο για «χείμαρρο μίσους, ρατσισμού και απειλών» κατά των πραγματικών ή υποτιθέμενων υποστηρικτών της, η Επιτροπή εξέδωσε μια άλλη ανακοίνωση όπου εξέφραζε την αντίθεσή της στη βία κατά αμάχων από όπου κι αν προέρχεται και αναγκάστηκε να ακυρώσει, για λόγους ασφαλείας, την ολονυχτία που διοργανώθηκε στην πανεπιστημιούπολη «σε ένδειξη πένθους για όλες τις αθώες ζωές που χάθηκαν».

Ο δισεκατομμυριούχος της Γουόλ Στριτ Μπιλ Άκμαν και απόφοιτος του Χάρβαρντ, απαίτησε από το πανεπιστήμιο να δώσει στη δημοσιότητα τα ονόματα των φοιτητών που υπέγραψαν την επιστολή, ώστε ο ίδιος αλλά και άλλοι επιχειρηματίες να διασφαλίσουν ότι δεν θα τους προσλάβουν ποτέ, ούτε «κατά λάθος».

Εν τω μεταξύ οι εν λόγω φοιτητές στοχοποιήθηκαν διαδικτυακά σε καμπάνιες doxxing, με την αποκάλυψη προσωπικών πληροφοριών και στοιχείων επικοινωνίας ατόμων και των συγγενών τους. Η Accuracy in Media φέρεται να δημιούργησε διευθύνσεις URL με τα ονόματα των στοχοποιημένων φοιτητών ζητώντας να «τιμωρηθούν».

Ένας 23χρονος φοιτητής του Στάνφορντ δημιούργησε σελίδα με τίτλο «College Terror List, ένας χρήσιμος οδηγός για τους εργοδότες». Η δικηγορική εταιρεία Davis Polk, μία από τις μεγαλύτερες στον κόσμο, ανακάλεσε προσλήψεις που επρόκειτο να κάνει σε απόφοιτους του Χάρβαρντ και του Κολούμπια. Εκτός από τους ίδιους του φοιτητές, στο στόχαστρο έχουν μπει και μέλη των οικογενειών τους ακόμη και πολύ νεαρά σε ηλικία.

«Βαριά η ατμόσφαιρα»

Ο πρώην σύμβουλος του Ομπάμα και λέκτορας του Χάρβαρντ, οικονομολόγος Τζέισον Φέρμαν, μαζί με τον συνάδελφό του Λόρενς Σάμερς (πρώην πρόεδρο της σχολής και υπουργό του Κλίντον) επέκριναν δριμύτατα τη στάση του στάσης της Επιτροπής Αλληλεγγύης PSC, χαρακτηρίζοντάς την ως νομιμοποιητική των καταχρήσεων της Χαμάς. Δήλωσαν, δε καθησυχασμένοι «τη γενική καταδίκη» όμως και ταυτόχρονα «θορυβημένοι από τις απειλές εναντίον φοιτητών, αφού πολλοί από αυτούς δεν είχαν καμία σχέση με την εν λόγω επιστολή».

Αλλά και στο Κολούμπια, όπου διδάσκουν οι καλύτεροι ειδικοί στο παλαιστινιακό, ανάμεσά τους και ο Edward Said, περίπου είκοσι φοιτητικοί σύλλογοι, επίσης, υπέγραψαν κείμενο που αναφέρει ότι «το βάρος της ευθύνης για τον πόλεμο και τα θύματά του πέφτει αναμφισβήτητα στην εξτρεμιστική ισραηλινή και σε άλλες δυτικές κυβερνήσεις, συμπεριλαμβανομένης αυτής των ΗΠΑ, οι οποίες χρηματοδοτούν και υποστηρίζουν σθεναρά την ισραηλινή επιθετικότητα, το απαρτχάιντ και τον εποικισμό». Όπως αναφέρει η Liberation, o κατάλογος των υπογραφόντων θα αποσυρθεί σύντομα, σε αναγνώριση της «ανικανότητας και της παταγώδους αποτυχίας του Κολούμπια να προστατεύσει τους φοιτητές του από το doxxing και την παρενόχληση». Μετά το ξέσπασμα διαδηλώσεων και από τις δύο πλευρές, στις 12 Οκτωβρίου, η πανεπιστημιούπολη αναγκάστηκε να κλείσει με την αστυνομία να είναι παρούσα.

O Γαλλοβρετανός ιστορικός Thomas Dodman, και λέκτορας στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, θεωρεί πως «υπάρχει αδυναμία διαλόγου με σεβασμό ανάμεσα στα δύο μέρη. «Η ατμόσφαιρα είναι εξαιρετικά βαριά, λέει ο Dodman. Υπάρχουν φοιτητές και συνάδελφοι που επηρεάζονται άμεσα, επειδή έχουν συγγενείς στο Ισραήλ ή στη Γάζα, αλλά είναι δύσκολο να δημιουργηθεί ένα εποικοδομητικό πνεύμα για να έρθουν οι άνθρωποι κοντά, να καταλάβουν ότι υπάρχει πόνος και από τις δύο πλευρές και να συζητήσουν». Ο ίδιος εκφράζει τη λύπη του για τις διοικητικές πιέσεις και πιστεύει ότι εμποδίζουν την ανάδυση ενός πλαισίου διαλόγου, όπου θα οδηγήσει τη συζήτηση πέρα από τις «απλοϊκές εξηγήσεις που συναντάμε στα μέσα ενημέρωσης και ιδιαίτερα στα κοινωνικά δίκτυα, όπου οι περισσότεροι φοιτητές αντλούν τις πληροφορίες τους από διχασμένες και πολύ κομματικές πηγές. Αλλά ο ρόλος μας είναι να παρέχουμε εξηγήσεις σε βάθος, να προσφέρουμε ένα φόρουμ ιδεών, κάτι που το πανεπιστήμιο προς το παρόν εμποδίζει, επειδή, δικαιολογημένα, θέλει να κρατήσει τις αποστάσεις του από αυτό το θέμα. Αλλά αυτή θα έπρεπε να είναι η αποστολή του» καταλήγει ο καθηγητής.