Με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό, Μπέντζαμιν Νετανιάχου, στο πλευρό του -κάτι που ούτως ή άλλως ακόμη και σημειολογικά δεν μας προϊδέαζε και με τον καλύτερο τρόπο- ο Ντόναλντ Τραμπ παρουσίασε την επωνομαζόμενη «Συμφωνία του Αιώνα», το σχέδιο για την επίλυση του Παλαιστινιακού ζητήματος. Στην πράξη όμως επιβεβαιώθηκε πλήρως η σημειολογία, στην οποία αναφερθήκαμε αμέσως παραπάνω. Κι αυτό γιατί το σχέδιο που παρουσίασε ο Αμερικάνος πρόεδρος δεν είναι τίποτα άλλο από ένα win-win deal για τα ισραηλινά συμφέροντα.

Ads

Αυτός είναι άλλωστε κι ο λόγος που το σχέδιο απορρίφθηκε σε οργισμένους τόνους από τους Παλαιστίνιους πριν καλά-καλά ολοκληρωθεί η παρουσίασή του.

Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς τις «παγίδες», που υποκρύπτει το σχέδιο Τραμπ για τον παλαιστινιακό λαό, ακόμη κι αν ο ίδιος υποστηρίζει ότι πρόκειται για την «ιστορική του ευκαιρία να γίνει αυτόνομο κράτος». Κι αυτές οι «παγίδες» δεν έχουν να κάνουν μόνο με την αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως «αδιαίρετης πρωτεύουσας του Ισραήλ, κάτι που από μόνο του αποτελεί casus belli για τους Παλαιστινίους.

Ας ρίξουμε όμως μια πιο διεξοδική ματιά στα βασικά σημείου του σχεδίου Τραμπ:

Ads

Η «ρεαλιστική λύση δύο κρατών»: Οι Παλαιστίνιοι θα έχουν το δικαίωμα σε ένα κράτος, αλλά υπό προϋποθέσεις. Θα πρέπει να αναγνωρίσουν το Ισραήλ ως «Εβραϊκό κράτος», «να απορρίψουν την τρομοκρατία σε όλες τις μορφές της» και να ενισχύσουν τα θεσμικά τους όργανα.

Εάν συμφωνήσουν να διαπραγματευτούν και τελικά να αποκτήσουν ένα τέτοιο κράτος, την ίδρυση του οποίου αποδέχθηκε ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Μπενιαμίν Νετανιάχου, αυτό το παλαιστινιακό κράτος θα είναι «αποστρατιωτικοποιημένο». Το Ισραήλ θα παραμείνει υπεύθυνο για την ασφάλεια και τον έλεγχο του εναέριου χώρου στα δυτικά της κοιλάδας του Ιορδάνη, ενώ η Χαμάς, η οποία ελέγχει τη Λωρίδα της Γάζας, θα πρέπει να «αφοπλιστεί».

Τα σύνορα και οι εποικισμοί: Σύμφωνα με το σχέδιο, το Ισραήλ θα ενσωματώσει τη «μεγάλη πλειοψηφία» των παράνομων ισραηλινών εποικισμών στην κατειλημμένη Δυτική Όχθη, η οποία θα συνδεθεί με την υπόλοιπη χώρα μέσω της δημιουργίας οδικού δικτύου αλλά και συστήματος μεταφορών ανθρώπων αλλά και αγαθών.
Παράλληλα, επισφραγίζεται η κυριαρχία του Ισραήλ στην κοιλάδα του Ιορδάνη, μια στρατηγική λωρίδα γης στα σύνορα της Ιορδανίας.

Παράλληλα, το σχέδιο προβλέπει τον επανασχεδιασμό των σημερινών ισραηλινών συνόρων, προκειμένου να προκύψει ένα παλαιστινιακό κράτος «εδαφικά συνεχές», κάτι που μπορεί να αποδειχθεί δυσεπίλυτο παζλ για αυτή την περιοχή κατακερματισμένη από τους ισραηλινούς οικισμούς. που αποτελείται από δύο μπλοκ που χωρίζονται από το Ισραήλ, τη Λωρίδα της Γάζας στη Μεσόγειο και τη Δυτική Όχθη στην ανατολική πλευρά.

Εμπειρογνώμονες εκτιμούν πάντως πως θα μπορούσαν να προκύψουν και άλλες παρενέργειες όπως το να βρεθούνε περίπου 275 χιλιάδες Ισραηλινοί πολίτες εκτός συνόρων Ισραήλ λόγω της ανάγκης διασύνδεσης 10 αραβικών πόλεων εντός των συγκεκριμένων εδαφών.

Η τύχη της Ιερουσαλήμ: Ο πρόεδρος Τραμπ, ο οποίος είχε ήδη παραβιάσει την αμερικανική πολιτική ετών, αναγνωρίζοντας την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του ισραηλινού κράτους, δήλωσε την Τρίτη ότι η Ιερουσαλήμ θα «παραμείνει η αδιαίρετη πρωτεύουσα του Ισραήλ».

Αλλά ο ίδιος φάνηκε να αντιφάσκει με αυτή του τη δέσμευση, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι ένα μελλοντικό παλαιστινιακό κράτος θα μπορούσε να έχει την πρωτεύουσά του στην αλ Κουντς, την «Ανατολική Ιερουσαλήμ». Αν αυτό μπορεί να γίνει κατανοητό ως Ανατολική Ιερουσαλήμ, δηλαδή το τμήμα που κατέλαβε και προσάρτησε το Ισραήλ το 1967, που οι Παλαιστίνιοι διεκδικούν ως πρωτεύουσα του κράτους τους, φαίνεται ότι η κυβέρνηση Τραμπ σκέπτεται να τους αφήσει μόνο προάστια στην ανατολική πλευρά της ιερής πόλης – δηλαδή, τοποθεσίες όπως το Άμπου Ντις, που τεχνικά βρίσκεται στην Ιερουσαλήμ, αλλά στην ανατολική πλευρά του τείχους ασφαλείας που χωρίζει το Ισραήλ από τα Παλαιστινιακά Εδάφη.

Σχετικά με το θέμα των Αγίων Τόπων, ο Αμερικανός πρόεδρος ζήτησε τη διατήρηση του status quo στην Πλατεία των Τζαμιών, το Όρος του Ναού για τους Εβραίους, διατηρώντας τον έλεγχο αυτού του τόπου, όπου βρίσκεται ειδικότερα το τέμενος αλ Άκσα, από την Ιορδανία.

Η μοίρα των προσφύγων:  Το σχέδιο ενταφιάζει οριστικά το δικαίωμα των Παλαιστινίων προσφύγων να επιστρέψουν στο ισραηλινό έδαφος αν ανήκουν σε οικογένειες που εγκατέλειψαν αυτά τα εδάφη, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του πολέμου του 1967. Το ζήτημα αυτό ήταν πραγματικό αγκάθι σε όλες τις προηγούμενες προσπάθειες ειρηνικής διευθέτησης, εξαιτίας της άρνησης του Ισραήλ.

«Οι Παλαιστίνιοι πρόσφυγες θα έχουν την επιλογή να ζήσουν στο μελλοντικό παλαιστινιακό κράτος, να ενταχθούν στις χώρες στις οποίες διαμένουν σήμερα ή να εγκατασταθούν σε μια τρίτη χώρα», ανέφερε. Με απλά λόγια, τυχόν υπογραφή της συμφωνίας θα σήμαινε το οριστικό τέλος του καθεστώτος πρόσφυγα (όπως αναγνωρίζεται αυτό από τα Ηνωμένα Έθνη) για δεκάδες χιλιάδες Παλαιστίνιους.

Τερματισμός των Παλαιστινιακών προγραμμάτων σπουδών: Πρόκειται για κοινή απαίτηση των ΗΠΑ και του Ισραήλ, καθώς εκφράζουν την εκτίμηση πως «τα Παλαιστινιακά προγράμματα σπουδών προωθούν τη βία, τον εξτρεμισμό, την τρομοκρατία και το μίσος για τους γείτονες», θέτοντας τον τερματισμό τους ως προϋπόθεση για τη δημιουργία Παλαιστινιακού Κράτους

Το «ξέσπασμα οργής» των Παλαιστινίων

Στο άκουσμα των προβλέψεων του -«ιστορικού» κατά το Τραμπ- σχεδίου οι αντιδράσεις εκ μέρους των Παλαιστινίων υπήρξαν -όπως πραναφέραμε- οργισμένες. Οργανώσεις αλλά και ακτιβιστές έδιναν μάλιστα όρκο να μην επιτρέψουν να εφαρμοστεί.

Πολλοί κάνουν λόγο για μια νέα διακήρυξη Μπαλφούρ, το κείμενο δηλαδή που υπογράφτηκε στις 2 Νοεμβρίου του 1917 από τον τότε επικεφαλής της βρετανικής διπλωματίας, Άρθουρ Μπάλφουρ (εξού και ο τίτλος), και το οποίο   άνοιξε τον δρόμο για τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ και την κατοχή της Παλαιστίνης.

Μαζικές διαδηλώσεις κατά του σχεδίου πραγματοποιήθηκαν στα Παλαιστινιακά εδάφη, ενώ δεκάδες χιλιάδες Μουσουλμάνοι συγκεντρώθηκαν σε χώρους λατρείας για να εκφράσουν την αντίθεσή τους.

Χαρακτηριστική ήταν η δήλωση του Παλαιστίνιου προέδρου, Μαχμούντ Αμπάς, ο οποίος αφού συγκάλεσε έκτακτη σύσκεψη στη Ραμάλα τόνισε ότι «η συμφωνία του Αιώνα ανήκει στον σκουπιδοντενεκέ της Ιστορίας», προσθέτοντας ότι η «Παλαιστίνη δεν είναι προς πώληση». Το τελευταίο σχόλιο είναι πιθανότατα «καρφί» για εκείνους, που παροτρύνουν τους Παλαιστινίους  να αποδεχθούν το σχέδιο και να επωφεληθούν από την οικονομική δέσμη των 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων διεθνών επενδύσεων για δέκα χρόνια. Παράλληλα ο Παλαιστίνιος πρόεδρος επεσήμανε ότι είναι ανοιχτός σε διαπραγματεύσεις, αρκεί να έχουν ως «βάση τη διεθνή νομιμότητα».

Θα πρέπει να σημειωθεί πως η Παλαιστινιακή αρχή έχει κόψει τους «διαύλους επικοινωνίας» με τον Λευκό Οίκο από το 2017, όταν ο Ντόναλντ Τραμπ έσπευσε να αναγνωρίσει την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα το Ισραήλ.

Από τη μεριά του, ο Αζάμ αλ Αχμάντ, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής της Φατάχ δήλωσε ότι η Παλαιστινιακή αρχή θα ζητήσει την έκτακτη σύγκληση του Αραβικού Συνδέσμου το Σάββατο, προκειμένου να υιοθετήσουν από κοινού αρνητική στάση έναντι του σχεδίου. Άφησε δε αιχμές για κράτη του Κόλπου, τα οποία κινούνται για την εξομάλυνση των σχέσεών τους με το Ισραήλ.

Πώς αντιδρούν Αραβικά κράτη, Ευρωπαίοι, ΟΗΕ

Πράγματι, τόσο ο Ντόναλντ Τραμπ όσο και ο Μπενιαμίν Νετανιάχου τόνισαν την παρουσία, κατά την παρουσίαση του σχεδίου στο Λευκό Οίκο, των πρεσβευτών του Ομάν, του Μπαχρέιν και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, τους οποίους ευχαρίστησαν θερμά. Ο Αμερικανός πρόεδρος μάλιστα επαίνεσε «το απίστευτο έργο που έχουν κάνει για να βοηθήσουν» στην εφαρμογή αυτής της πρότασης ειρήνης.

Δεν ήταν όμως όλες οι αντιδράσεις τόσο θετικές. Ιράν και Τουρκία απέρριψαν σε υψηλούς τόνους το σχέδιο, ενώ το Κατάρ επεσήμανε ότι οποιαδήποτε προσπάθεια ειρήνευσης δεν έχει κανένα μέλλον χωρίς τη συγκατάθεση των Παλαιστινίων. Στο ίδιο μήκος κύματος και η Σαουδική Αραβία, η οποία, αφού δήλωσε -ως καλός «παραδοσιακός» σύμμαχος των ΗΠΑ- την ευγνωμοσύνη της για τις «προσπάθειες Τραμπ», έκανε λόγο για την ανάγκη να υπάρξουν «απευθείας διαπραγματεύσεις» μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων, ενώ η Αίγυπτος περιορίστηκε να δηλώσει πως θα εξετάσει διεξοδικά το σχέδιο.

Από την πλευρά της, η Ιορδανία εξέφρασε σοβαρές επιφυλάξεις για το σχέδιο, προειδοποιώντας ότι «η προσάρτηση Παλαιστινιακών εδαφών από το Ισραήλ θα έχει ευρύτερες συνέπειες για την περιοχή».  

Με ιδιαίτερη οργή αντέδρασαν -όπως ήταν αναμενόμενο- η Χεσμπολάχ στο Λίβανο αλλά και οι Χούθι στην Υεμένη.

Από την άλλη, οι αντιδράσεις των Ευρωπαίων κινήθηκαν σε σαφώς πιο θετικό πλαίσιο. Η Γαλλία χαιρέτισε τις προσπάθειες του Ντόναλντ Τραμπ, σημειώνοντας πως η λύση στο Παλαιστινιακό πρέπει να εδράζεται στη «δημιουργία δύο κρατών, σε συμμόρφωση πάντα με το διεθνές δίκαιο», ενώ σε ανάλογο μήκος κύματος κινήθηκαν τόσο η Γερμανία όσο και ο ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ για την εξωτερική πολιτική, Ζοζέπ Μπορέλ.

Πιο ενθουσιώδης υπήρξε η αντίδραση της Μεγάλης Βρετανίας, που χαιρέτισε την παρουσίαση του σχεδίου ως ένα πολύ θετικό βήμα.

Γιατί τώρα;

Ιδιαιτέρως συγκρατημένος φαίνεται προς το παρόν ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτιέρες, ο οποίος υπενθύμισε μέσω του εκπροσώπου ότι «τα Ηνωμένα Έθνη είναι σταθερά προσηλωμένα στην ειρηνική συνύπαρξη μεταξύ των δύο λαών, εντός διεθνώς αναγνωρισμένων συνόρων, στη βάση της χάραξης που υπήρχε πριν το 1967.

Σε κάθε περίπτωση, ο χρόνος της ανακοίνωσης του σχεδίου δεν είναι τυχαία, ιδιαίτερα αν λάβει υπόψη τα δεδομένα που έχουν ενώπιον τους ο Ντόναλντ Τραμπ και ο Μέντζαμιν Νετανιάχου.

Ιδιαίτερα, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός φαίνεται να αντιλαμβάνεται πως το πολιτικό του άστρο οδεύει προς οριστική δύση, ενώ πιθανότατα θα βρεθεί ενώπιον της Δικαιοσύνης για υποθέσεις Διαφθοράς. Πολιτικοί αναλυτές λοιπόν εκτιμούν πως βλέπει μια τέτοια συμφωνία ως την πολιτική του κληρονομία, η οποία θα έρθει να καλύψει τις εντυπώσεις από τις δίκες που θα αντιμετωπίσει.

Το ίδιο σημαντικό φαντάζει όμως η επίτευξη συμφωνίας και για τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος βρίσκεται ήδη υπό έρευνα για «ουκρανικό σκάνδαλο», ενώ βρίσκεται λίγους μήνες πριν τις αμερικάνικες εκλογές, με τα προγνωστικά να μην είναι ιδιαίτερα ευνοϊκά για την επανεκλογή του.

Με βάση τα παραπάνω, η παρουσίαση του σχεδίου αποτελεί στοίχημα για τον Τραμπ, ο ο οποίος θέλει να δείξει πως  την ώρα που οι πολιτικοί του αντίπαλοι τον απομονώνουν, ο ίδιος «κάνει παιχνίδι» σε διεθνές επίπεδο.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε άλλωστε «εμπνευστής» του εν λόγω σχεδίου δεν είναι άλλος από τον γαμπρό του και στενό σύμβουλό του Τζάρεντ Κούσνερ. Μόνο που η προσπάθεια επιβολής της  συγκεκριμένης συμφωνίας θα έχει μάλλον την τύχη της αντίστοιχης του 2003, με πρωταγωνιστές τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ, Τζορτζ Μπους τζούνιορ, και του τότε Ισραηλινού πρωθυπουργού, Αριέλ Σαρόν.