Η τελευταία παγκόσμια οικονομική κρίση ήταν μια οικονομική καρδιακή προσβολή. Αυτήν μπορεί να είναι μια κατάρρευση όλου του σώματος, εκτιμά το Foreign Policy. Οι προβλέψεις υποβαθμίζονται ραγδαία όσο εφαρμόζονται τα περιοριστικά μέτρα, οι χρηματιστηριακοί δείκτες βρίσκονται σε ελεύθερη πτώση, το πετρέλαιο υποχώρησε σε χαμηλό σχεδόν 20 ετών και οι επενδυτές αρχίζουν να ρευστοποιούν.

Ads

Σύμφωνα με την Deutsche Bank ζούμε τη χειρότερη ύφεση από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ ο Διεθνής Οργανισμός Εργασίας προειδοποιεί ότι μπορεί να χαθούν έως και 25 εκατ. θέσεις εργασίας.

Μεταξύ πανικού και αντίδρασης

Σύμφωνα με το Bloomberg, η πιο αξιοσημείωτη εκδήλωση της αγοράς, είναι η άνοδος κατά 34 μονάδες στην απόδοση του 10ετούς κρατικού ομολόγου των ΗΠΑ, ίσως το σημαντικότερο χρηματοοικονομικό σημείο αναφοράς παγκοσμίως. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη μεταβολή του από το καλοκαίρι του 1987. Επίσης, δύο από τις τρεις μεγαλύτερες ημερήσιες μεταβολές κινήσεις του δείκτη του δολαρίου έναντι έξι βασικών ανταγωνιστικών του νομισμάτων τα τελευταία οκτώ χρόνια έλαβαν χώρα την περασμένη εβδομάδα.

Ads

Η άνοδος του δολαρίου, όπως υποστηρίζουν οι αναλυτές,  πιθανόν αντανακλά την έλλειψη δολαρίων τα οποία χρειάζονται απελπισμένα οι δανειολήπτες. Όσον αφορά το ράλι στις αποδόσεις των ομολόγων, τα πιθανότερα σενάρια που κυκλοφορούν είναι ότι ορισμένα μεγάλα hedge funds έχουν αναγκαστεί να πουλήσουν αμερικανικά κρατικά ομόλογα,  ότι κρατικά επενδυτικά ταμεία πωλούν ομόλογα για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις για ρευστό από πλευράς κυβερνήσεων μετά την πτώση των τιμών του πετρελαίου και ότι η Κίνα πουλά μέρος του αμερικανικού χρέους που διαθέτει, είτε επειδή χρειάζεται τη ρευστότητα είτε επειδή έχει συμφέρον να τσακίσει την αμερικανική οικονομία.

Όλοι αυτοί οι παράγοντες έχουν την εσωτερική λογική τους. Ορισμένοι άνθρωποι μπορεί απλώς να αποκομίσουν κάποια κέρδη. Υπάρχουν όμως και χειρότερες εκδοχές.

Την Τρίτη, η κεντρική ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ, Federal Reserve, ανακοίνωσε ότι επανενεργοποιεί ένα πρόγραμμα της εποχής του 2008 για την υποστήριξη εμπορικών χρεογράφων τα οποία εκδίδουν εταιρείες – ουσιαστικά για να εξασφαλίσει ότι η έλλειψη βραχυπρόθεσμης χρηματοδότησης δεν θα αναγκάσει κάποια μεγάλη εταιρεία να αποτύχει να καταβάλει τους μισθούς των εργαζομένων της και να οδηγήσει έτσι την κρίση σε άλλα επίπεδα.

Την ίδια ημέρα ανακοινώθηκε ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ θα ζητούσε τη συναίνεση του Κογκρέσου για ένα πακέτο δημοσιονομικών κινήτρων συνολικού όγκου 850 δισ. δολαρίων. Κατά περίεργη σύμπτωση, αυτό είναι σχεδόν το ακριβές ποσό που το Κογκρέσο είχε εγκρίνει το 2009, στο πλαίσιο του νομοσχεδίου για την ανάκαμψη της αμερικανικής οικονομίας, ενώ μέχρι το τέλος της ημέρας την Τρίτη, ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ είχε ανεβάσει το ποσό στο 1,25 τρισ. δολάρια.

Η είδηση ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα δαπανήσει 360 δισεκατομμύρια λίρες (περίπου 435 δισεκατομμύρια δολάρια), υποδηλώνει ότι το τελικό ποσό που θα πρέπει να δαπανήσουν οι ΗΠΑ θα είναι πολύ περισσότερο.

Σύμφωνα με το Bloomberg, βρισκόμαστε στο μεταίχμιο μεταξύ πανικού και αντίδρασης. Ακόμα κι αν τα νέα σχετικά με τον ιό συνεχίσουν να γίνονται χειρότερα, θα συνηθίσουμε σιγά σιγά τη νέα πραγματικότητα. Το 2008, η περίοδος κατά την οποία οι υπεύθυνοι για τη χάραξη πολιτικής έριχναν κάτι νέο στη μάχη με το πρόβλημα κάθε εβδομάδα, ενώ η αγορά έπεφτε και η μεταβλητότητα σταδιακά μειωνόταν διήρκεσε περίπου πέντε μήνες.

Μια επιτυχημένη απάντηση θα μπορούσε να συμβάλει στην μείωση της έκτασης αυτής της περιόδου στον χρόνο, ωστόσο υπάρχει και ο αστάθμητος παράγοντας ότι δεν γνωρίζουμε πόσον καιρό θα διαρκέσουν τα μέτρα για την υγειονομική καταπολέμηση του ιού.

Από την άλλη οικονομολόγοι της Morgan Stanley υποστηρίζουν πως η επερχόμενη ύφεση στην παγκόσμια οικονομία δεν θα είναι τόσο βαθιά, όσο πριν από μία δεκαετία. Σε έκθεση της η ομάδα των οικονομολόγων της Morgan Stanley αναφέρει ότι αναμένει ο ρυθμός ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας να κυμανθεί σε επίπεδα της τάξης του 0,9%, που μπορούν να θεωρηθούν «υφεσιακά», είναι χειρότερα από την ύφεση του 2001, αλλά καλύτερα από το 0,5% του 2009. Βέβαιαα, «αν και τα μέτρα, που έχουν ληφθεί, θα παράσχουν ένα δίχτυ προστασίας στην οικονομία, η ζημιά τόσο από τις επιπτώσεις τον κορονοϊό, όσο και από τις πιο σφικτές οικονομικές συνθήκες θα αποτελέσουν ένα μεγάλο σοκ για την παγκόσμια οικονομία», επισημαίνεται στην έκθεση της αμερικανικής τράπεζας.

Αν όμως ο Ντόναλντ Τραμπ ζητά τώρα από το Κογκρέσο να σπεύσει να δώσει χρήματα στους Αμερικανούς, να συμπεριληφθούν τα στρατιωτικά νοσοκομεία στην οργάνωση περίθαλψης και από τους απλούς ανθρώπους να μένουν σπίτι για να σταματήσουν τη διάδοση του κοροναϊού, τον Μάιο του 2018, ο ίδιος αναδιάρθρωσε και μείωσε την δαπάνη για την ετοιμότητα για πανδημία.

Σήμερα βρίσκεται μπροστά σε μια κατάσταση, όπου μεταξύ των κινδύνων που συζητούνται ευρέως στους κύκλους της οικονομικής πολιτικής, είναι η σκόπιμη διακοπή των εθνικών οικονομιών λόγω έκτακτης ανάγκης για τη δημόσια υγεία.

Το 2008, η οικονομική αβεβαιότητα που εξαπλώθηκε από την ύφεση της ακίνητης περιουσίας-μέσω των subprime στις αγορές χρηματοδότησης και από εκεί στους ισολογισμούς μεγάλων τραπεζών- προκάλεσε μια οικονομική καρδιακή προσβολή, με συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας. Στις χειρότερες εποχές, το χειμώνα του 2008-2009, χάνονταν κάθε μήνα πάνω από 750.000 θέσεις εργασίας, συνολικά 8,7 εκατομμύρια χάθηκαν κατά τη διάρκεια της ύφεσης. Σημαντικές βιομηχανίες πτώχευσαν και σημειώθηκε η μεγαλύτερη συρρίκνωση του διεθνούς εμπορίου που παρατηρήθηκε ποτέ.

Το Foreign Policy εκτιμά ότι είναι πολύ νωρίς για να προβλέψουμε με βεβαιότητα την πορεία της οικονομικής ύφεσης που αντιμετωπίζουμε εξαιτίας του κοροναϊού. Αλλά η ύφεση είναι αναπόφευκτη. Η παγκόσμια μεταποιητική βιομηχανία ήταν ήδη ασταθής το 2019. Σήμερα κλείνουνε σκόπιμα οι μεγάλες οικονομίες του κόσμου για τουλάχιστον αρκετούς μήνες. Τα εργοστάσια κλείνουν, καταστήματα, γυμναστήρια, μπαρ, σχολεία, κολέγια και εστιατόρια. Οι πρόωροι δείκτες δείχνουν ότι οι απώλειες θέσεων εργασίας θα είναι πολλά εκατομμύρια. Για τομείς όπως η αεροπορική βιομηχανία, ο αντίκτυπος θα είναι πολύ χειρότερος. Στη βιομηχανία πετρελαίου, η προοπτική της συρρίκνωσης της αγοράς έχει εξαπολύσει έναν αδίστακτο πόλεμο τιμών μεταξύ του ΟΠΕΚ, της Ρωσίας και των παραγωγών. Αν οι πόλεμοι τιμών εξαπλωθούν, θα μπορούσαν να φέρουν έναν καταστρεπτικό κύκλο αποπληθωρισμού του χρέους που θα θέσει σε κίνδυνο τον τεράστιο όγκο του εταιρικού χρέους στον κόσμο, ο οποίος είναι διπλάσιος από αυτόν του 2008. Έτσι, το διεθνές εμπόριο θα συρρικνωθεί δραματικά.

Αυτό που χρειάζεται τώρα, σύμφωνα με το συντηρητικό Foreign Policy είναι ένα ολοκληρωμένο δίχτυ ασφαλείας, επενδύσεις σε υποδομές δημόσιας υγείας, βελτιωμένη επιτήρηση, μοντελοποίηση και εγκαταστάσεις έκτακτης ανάγκης, καθώς και σημαντική αποθεματική ικανότητα. Όλα αυτά, μπορούν ταυτόχρονα  να προσφέρουν εξαιρετικές ευκαιρίες σε επενδύσεις σε διάφορους τομείς παραγωγής και να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας υψηλής ποιότητας. Οι δαπάνες για την υγειονομική περίθαλψη, που αντιπροσωπεύουν ένα μικρό ποσοστό της οικονομικής δραστηριότητας, θα πρέπει να εκραγούν.

Στην Ευρώπη

Οι εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ακόμα πιο έκτακτου και επείγοντος χαρακτήρα. Στην περίπτωσή των Ευρωπαίων, η κρίση δημοσίου χρέους έχει επανέλθει στο προσκήνιο, μόνο που αυτή τη φορά το σενάριο έχει αλλάξει. Η Γερμανία αντιτάχθηκε κατηγορηματικά σε οτιδήποτε που να θυμίζει ομόλογα διάσωσης, για τη διάσωση του τραπεζικού συστήματος κατά τη διάρκεια της κρίσης στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας. Ωστόσο τώρα η Άνγκελα Μέρκελ υποστηρίζειρφ τα «ευρωομόλογα κορονοϊού», με κοινό δανεισμό.

Το 2008, οι τράπεζες βρισκόταν στο επίκεντρο της καταιγίδας. Δεδομένης της ενοποίησης των ισολογισμών τους, είναι λιγότερο πιθανό αυτή τη φορά οι μεγάλες τράπεζες της Αμερικής να αντιμετωπίσουν δυσκολίες. Ωστόσο, οι τράπεζες της Ευρώπης δεν ανέκαμψαν ποτέ πραγματικά από το διπλό σοκ του 2008 και την κρίση της ευρωζώνης. Τα δημόσια οικονομικά της Ιταλίας βρίσκονται σε επισφαλή ισορροπία.

Με την Ιταλία να γονατίζει από τον κοροναϊό και με την πανδημία να κλυδωνίζει ολόκληρη την Ευρώπη, η ΕΚΤ, μετά από έκτακτη νυχτερινή τηλεδιάσκεψη, ανακοίνωσε νέο επιθετικό πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης με αγορές ομολόγων – συμπεριλαμβανομένων και των ελληνικών – ύψους 750 δις ευρώ.

Το νέο πρόγραμμα είναι ένα νομισματικό πακέτο-μαμούθ που αποφασίστηκε ειδικά για την πανδημία, ονομάστηκε Pandemic Emergency Purchase Programme  (PEPP), μπορεί να διευρυνθεί ακόμη περισσότερο εάν απαιτηθεί, και θα παραμείνει σε ισχύ τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2020. «Οι έκτακτες συνθήκες επιβάλουν έκτακτη δράση. Δεν υπάρχουν όρια στην δέσμευσή μας στο ευρώ. Είμαστε αποφασισμένοι να χρησιμοποιήσουμε όλα τα όπλα που έχουμε στην διάθεσή μας» δήλωσε η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ.

Στην πραγματικότητα, η ΕΚΤ μπαίνει μετωπικά σ’ αυτή την νέα «οικονομία πολέμου» και κόβει αφειδώς χρήμα για να διασώσει τις ευρωπαϊκές οικονομίες από μία ύφεση απρόβλεπτου βάθους και διάρκειας.

Τέλος, το ερώτημα που αφορά την Κίνα. Το 2008, η Κίνα δεν υπέστη οικονομικές επιπτώσεις. Αντιμέτωπη με μια κρίση που έχει αναγκάσει τον τερματισμό ενός μεγάλου μέρους της κινεζικής οικονομίας και πιθανόν να προκαλέσει μια δραματική συρρίκνωση του παγκόσμιου εμπορίου, το ερώτημα είναι πόσο μεγάλη είναι η ζήτηση για χρηματοδότηση σε δολάρια από την πλευρά των παγκοσμιοποιημένων επιχειρήσεων της Κίνας. Από το 2008, οι δραστηριότητές τους στο εξωτερικό έχουν επεκταθεί εντυπωσιακά και, όπως και άλλες επιχειρήσεις αναδυόμενων αγορών, δανείζονται σε μεγάλο βαθμό στο αμερικανικό νόμισμα. Οι επίσημοι διαχειριστές αποθεμάτων της Κίνας έχουν ένα μεγάλο απόθεμα δολαρίων.

Αντιμετωπίζοντας μια παγκόσμια έκτακτη ανάγκη για τη δημόσια υγεία και το κοινό συμφέρον για τη διατήρηση της οικονομικής σταθερότητας, με οικονομικούς όρους μπορεί κανείς μόνο να ελπίζει ότι η τεχνοκρατική φαντασία θα σεβαστεί την ιδιαιτερότητα, θα δοκιμάσει νέα εργαλεία και θα πολιτικοποιήσει την κρίση.