Η επανάσταση απέτυχε – και ο διάσημος εμπνευστής της τιμωρήθηκε παραδειγματικά. Αυτό που προσπάθησε να κάνει στην Ισπανία ο δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Μπαλτάσαρ Γκαρθόν, έχει ήδη συμβεί σε πολλές άλλες χώρες. Οι Γερμανοί ερεύνησαν τα εγκλήματα των ναζί, οι Γάλλοι τα εγκλήματα του Βισί, οι Νοτιοαφρικανοί τα εγκλήματα του απαρτχάιντ – όμως για την Ισπανία, οι 100.000 εξαφανισμένοι του εμφυλίου και της δικτατορίας του Φράνκο παραμένουν ένα ταμπού που καίει όποιον προσπαθεί να το αγγίξει.

Της Ευρυδικης Mπερση από την Καθημερινή, 23/5/2010

Στις 14 Μαΐου, η αρμόδια δικαστική επιτροπή απάλλαξε τον Γκαρθόν από τα καθήκοντά του και τον παρέπεμψε σε δίκη που μπορεί να του στοιχίσει την έξωσή του για 10 έως 20 χρόνια από το δικαστικό σώμα. Το έγκλημά του; Είχε ανοίξει έρευνα για τις ευθύνες του Φράνκο και 44 άλλων μελών της κυβέρνησής του, κατηγορώντας τους για εγκλήματα κατά του πολιτεύματος, για χιλιάδες παράνομες συλλήψεις και εξαφανίσεις και για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.

Ads

Ο Γκαρθόν βασίστηκε στην αρχή που ορίζει ότι τα σοβαρότερα των εγκλημάτων δεν παραγράφονται – με ανάλογα επιχειρήματα έδωσε το 1998 μάχη για την έκδοση του πρώην δικτάτορα της Χιλής, Αουγκούστο Πινοτσέτ, στην Ισπανία.

Το γεγονός ότι έχουν περάσει 35 χρόνια από τον θάνατο του Φράνκο και ότι αν οι έρευνες του Γκαρθόν αφήνονταν να φθάσουν στο τέλος τους, πιθανώς δεν θα είχε απομείνει κανείς για να καταδικαστεί, προφανώς δεν αρκούσε για να επιτρέψει στον δικαστή να προχωρήσει τις έρευνές του.

Η Φάλαγγα

Η φασιστική οργάνωση Φάλαγγα, που υπάρχει ακόμα, προσέφυγε και πέτυχε να ανακηρυχθεί ο Γκαρθόν αναρμόδιος για τέτοιες έρευνες – και όχι μόνο αυτό, αλλά και να παραπεμφθεί σε δίκη και να μην οριστεί ποιος άλλος δικαστής θα μπορούσε να θεωρηθεί αρμόδιος.

Ads

Ο ισπανικός πολιτικός κόσμος απέδειξε ότι δεν είναι αρκετά ώριμος για να αναμετρηθεί με το παρελθόν του – παρά την αντίθετη γνώμη δεκάδων χιλιάδων πολιτών που κατέβηκαν στις αρχές Μαΐου στους δρόμους, πολλοί για πρώτη φορά στη ζωή τους, προκειμένου να υπερασπίσουν τον διωκόμενο δικαστή. Αν και ο Γκαρθόν κατηγορείται από τους αντιπάλους του για στενές σχέσεις με το κυβερνών σοσιαλιστικό κόμμα του Χοσέ Λουίς Ροντρίγκες Θαπατέρο, έγινε σαφές ότι οι κυβερνητικές πλάτες του δεν ήταν και τόσο ισχυρές. Γιατί, φυσικά, πέρα από τα όποια νομικά επιχειρήματα, το θέμα ήταν εξ ολοκλήρου πολιτικό.

Μετά τον νόμο της αμνηστίας του 1977 (ο οποίος, κατά τον Γκαρθόν, δεν καλύπτει εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας), η ισπανική πολιτική ζωή είχε βρεθεί σε μια κατάσταση ισορροπίας, στην οποία το Λαϊκό Κόμμα, το κόμμα των διαδόχων του Φράνκο, αναβαπτιζόταν μέσα από τους δημοκρατικούς θεσμούς και κανείς δεν μιλούσε για τα παλιά. Θα χρειαζόταν πολιτική απόφαση σε κορυφαίο επίπεδο για να βρεθεί η φόρμουλα που θα επέτρεπε τη συνέχιση των ερευνών.

Ο Γκαρθόν είχε πολιορκήσει το Λαϊκό Κόμμα και από μια άλλη πλευρά, ερευνώντας τη λεγόμενη «Τράμα Γκίρτελ», ένα δίκτυο εκτεταμένης διαφθοράς, η αποκάλυψη του οποίου έχει «κάψει» αρκετά υψηλόβαθμα στελέχη της συντηρητικής παράταξης, μεταξύ αυτών και τον ταμία του κόμματος Λουίς Μπάρθενας.

Ο Θαπατέρο

Εν τω μεταξύ, η σοσιαλιστική ισπανική κυβέρνηση άνοιξε σοβαρότατα κοινωνικά μέτωπα, περικόπτοντας μισθούς, συντάξεις και επιδόματα και προσπαθώντας να εφαρμόσει μέτρα λιτότητας. Υπό αυτές τις συνθήκες, ο πρωθυπουργός Θαπατέρο πιθανώς προτίμησε να αναβάλει την ολομέτωπη αναμέτρηση με την ισπανική δεξιά και να ξοδέψει το φθίνον πολιτικό κεφάλαιό του σε μια αγωνιώδη προσπάθεια να αποφύγει την έκρηξη της κοινωνικής δυσαρέσκειας. Αντί να στηρίζει τον ανένδοτο κατά της δεξιάς, ο Θαπατέρο βρέθηκε να προσπαθεί να εφαρμόσει ο ίδιος δεξιές πολιτικές – και η επανάσταση που ευαγγελιζόταν ο Γκαρθόν εγκαταλείφθηκε.