Η Γαλλία ήταν επί αιώνες μια ισχυρή παγκόσμια δύναμη με παρουσία και στις πέντε ηπείρους του πλανήτη μας. Στα τέλη του 19ου αιώνα ήταν η δεύτερη αποικιακή αυτοκρατορία στον κόσμο με τεράστιες κτήσεις, ειδικά στην Αφρική. Έναν αιώνα αργότερα η Γαλλία περιορίστηκε στα μητροπολιτικά της εδάφη και σε μια σειρά μικρών υπερπόντιων κτήσεων, που τις παρέχουν ωστόσο  πολύ ισχυρά γεωπολιτικά ερείσματα. Μόνο στην Αφρική, η Γαλλία συνεχίζει να διατηρεί το κύρος της, καθώς της ανήκει το νομισματικό σύστημα (CFA) που τέθηκε σε ισχύ σε αρκετές νοτιοαφρικανικές χώρες.

Ads

Μια δεκαετία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ο Φρανσουά Μιτεράν, ο οποίος αργότερα θα γινόταν πρόεδρος της Γαλλίας, είχε πει πως “χωρίς την Αφρική, η Γαλλία δεν θα έχει θέση στην ιστορία του 21ου αιώνα”. Ως μια πρόβλεψη που γίνεται πραγματικότητα, η σύγχρονη Γαλλία επιστρέφει ως παγκόσμια δύναμη και πάλι μέσω της Αφρικής, χρησιμοποιώντας μάλιστα και την “ήπια ισχύ” της γαλλικής γλώσσας προκειμένου να επικυρώσει την ηγεμονία της στη Δυτική Αφρική.
 
Η γαλλική υποχώρηση και η προώθηση ΗΠΑ, Κίνας και Τουρκίας στην Αφρική

Τη δεκαετία του 1990 οι παράγοντες που ένωναν προηγουμένως τα γαλλόφωνα έθνη άρχισαν να δείχνουν σημάδια φθοράς. Η αφρικανική νεολαία μεγάλωσε απελευθερωμένη από τις αδιάκοπες παρεμβάσεις της Γαλλίας στις εσωτερικές πολιτικές και οικονομικές υποθέσεις των χωρών τους.

Ήταν φανερό πως η πολιτική της Γαλλίας στην Αφρική δεν ήταν πλέον ρεαλιστικό να εφαρμοστεί επί του πεδίου. Μολονότι οι παλαιότερες γενιές των Αφρικανών συνέχιζαν να βλέπουν το Παρίσι ως θεματοφύλακα των αξιών τους, οι νεότερες γενιές όμως, στις οποίες πέρασε η σκυτάλη της εξουσίας, ήταν περισσότερο επικριτικές απέναντι στη Γαλλία. Άρχισαν μάλιστα να κοιτούν την Κίνα και τις ΗΠΑ για περισσότερες επενδυτικές ευκαιρίες. Ειδικά η Κίνα κατά την τελευταία εικοσαετία άπλωσε πάνω από την Αφρική μια “επενδυτική βεντάλια” αξίας άνω των 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε στρατηγικούς τομείς, όπως οι υποδομές, τα ορυκτά, κατασκευές, σιδηρόδρομοι, λιμάνια κ.λ.π. Οι περισσότερες κινεζικές επιχειρήσεις ήρθαν στην Αφρική εις βάρος της Γαλλίας, της οποίας το μερίδιο αγοράς στη Μαύρη Ήπειρο μειώθηκε σε ιστορικά χαμηλό.

Ads

Τα τελευταία μάλιστα χρόνια άρχισε να διεισδύει και η Τουρκία στην αφρικανική ήπειρο και ειδικά σε περιοχές που η Γαλλία θεωρεί πως ανήκουν στη δική της σφαίρα επιρροής. Το γεγονός αυτό προκάλεσε ενόχληση και οργή στο Παρίσι, το οποίο και γι’ αυτό το λόγο συμμετέχει ενεργά στον αντί-τουρκικό συνασπισμό στην Ανατολική Μεσόγειο ώστε να ανακόψει την γεωπολιτική εκ δίπλωση της Τουρκίας εν τη γενέσει της προτού εξαπλωθεί και στη Μαύρη Ήπειρο.
 
Επιστροφή στην Αφρική μέσω των Γαλλικών και η σύγκριση με τα Αγγλικά

Έπειτα από αυτές τις αρνητικές εξελίξεις, η Γαλλία ξεκίνησε να προσαρμόζει τον τρόπο διατήρησης της κηδεμονίας της στην Αφρική, πλέον όχι μέσω της κλασσικής ισχύος και της οικονομίας, αλλά κυρίως μέσω της γλώσσας. Το 2018 ο πρόεδρος Εμάνουελ Μακρόν αποκάλυψε το σχέδιο του να αναζωογονήσει τη σύνδεση της Γαλλίας με τις πρώην αποικίες της στην Αφρική. Ανάμεσα στα άλλα η Γαλλία θα επένδυε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ στην δημιουργία χιλιάδων σχολείων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Αφρική, που θα βασίζονται στη γαλλική γλώσσα και κουλτούρα. Οι πολιτικοί στο Παρίσι άρχισαν πλέον να βλέπουν τη γαλλική γλώσσα ως σημαντικό εργαλείο διαμόρφωσης της αφρικανικής πολιτικής.

Καταρχάς τα Γαλλικά είναι διαφορετικά από τα Αγγλικά, τόσο στη χρήση τους ως γλώσσα της πολιτικής και της διπλωματίας, όσο και στο μέγεθος της διάδοσής τους ως διεθνείς γλώσσες. Με 1,5 περίπου δισεκατομμύρια χρήστες, που τη μιλούν είτε ως πρώτη είτε ως δεύτερη γλώσσα, τα Αγγλικά είναι μακράν η πιο διαδεδομένη γλώσσα παγκοσμίως. Η εκτεταμένη χρήση τους ως γλώσσα επικοινωνίας στις επιχειρήσεις, στις επιστήμες ακόμη και στην ψυχαγωγία, καθιστούν τα Αγγλικά μια γλώσσα δυναμική και παγκόσμια.

Ωστόσο καμιά χώρα δεν μπορεί να διεκδικήσει από μόνη της το ρόλο του de facto ηγέτη του Αγγλόφωνου κόσμου. Ούτε η Μεγάλη Βρετανία, ούτε οι ΗΠΑ. Ούτε φυσικά ο Καναδάς, η Αυστραλία, η Νότια Αφρική κ.λ.π. Αν και η κάθε μία τους προσπαθεί να διεκδικήσει μια “γλωσσική σφαίρα επιρροής”. Ακόμη και η Ινδία, η οποία εξελίσσεται στην πολυπληθέστερη χώρα του κόσμου και είναι ήδη η δεύτερη πληθυσμιακά Αγγλόφωνη χώρα παγκοσμίως, άρχισε να διεκδικεί το δικό της αυτόνομο ρόλο στη λεγόμενη “Αγγλόσφαιρα” (Anglosphere).
 
Η γλώσσα ως παράγοντας “ήπιας ισχύος”

Στη γεωπολιτική η γλώσσα θεωρείται παράγοντας “ήπιας ισχύος”, που επηρεάζει τις σχέσεις μεταξύ χωρών και λαών. Εξαιτίας λοιπόν της αποκεντρωμένης φύσης των Αγγλικών καμιά αγγλόφωνη χώρα δεν μπορεί από μόνη της να τα χρησιμοποιήσει ως παράγοντα “ήπιας ισχύος” προς όφελος της. Τα Γαλλικά αντίθετα είναι μια γλώσσα συγκεντρωτική και το αδιαμφισβήτητο κέντρο της είναι η μητροπολιτική Γαλλία. Για παράδειγμα στη Γαλλική Ακαδημία του Παρισιού έχει ανατεθεί ο ρόλος του επίσημου εκδότη και θεματοφύλακα του λεξικού της γαλλικής γλώσσας που χρησιμοποιείται παγκοσμίως (βέβαια στις γαλλόφωνες χώρες της Αφρικής έχουν ήδη δημιουργηθεί πολλές “κρεόλικες” διάλεκτοι των γαλλικών, διανθισμένες με ντόπιες λέξεις). Αυτό προσφέρει αυτομάτως στο Παρίσι ένα εργαλείο για να ρυθμίζει τη γαλλική γλώσσα πιο αποτελεσματικά και προς τα συμφέροντα του, σε σύγκριση με άλλες γαλλόφωνες χώρες. Έτσι -κάτι που δεν συμβαίνει στην περίπτωση των Αγγλικών- η εκάστοτε γαλλική κυβέρνηση μπορεί να ενεργεί ως κύριος εκπρόσωπος της γαλλικής γλώσσας στον γαλλόφωνο κόσμο, και να εποπτεύει τη χρήση της τόσο στην πολιτική και στο στρατό όσο στα media και στον πολιτισμό.

image
 
Μακρόν: “τα Γαλλικά θα γίνουν η υπ’ αριθμόν ένα γλώσσα στην Αφρική”

Η Γαλλία λοιπόν είναι ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης του γαλλόφωνου κόσμου, παρότι υπάρχουν οι μικρές αλλά πλούσιες, και μερικώς γαλλόφωνες, χώρες του Βελγίου και της Ελβετίας. Σήμερα η γαλλόφωνη κοινότητα περιλαμβάνει 280 εκατομμύρια ανθρώπους, που έχουν τα Γαλλικά είτε ως πρώτη (μητρική) είτε ως δεύτερη γλώσσα, και είναι εξαπλωμένη σε όλες τις ηπείρους. Είναι η έκτη σε αριθμό ομιλητών γλωσσά στον κόσμο πίσω από τα Μανδαρίνοι (επίσημη γλώσσα της Κίνας), τα Αγγλικά, τα Ισπανικά, τα Αραβικά και τα Ινδικά. Τον Νοέμβριο του 2017 ο πρόεδρος Μακρόν, μιλώντας σε φοιτητές στη Μπουρκίνα Φάσο, δήλωσε ότι “τα Γαλλικά θα γίνουν η υπ’ αριθμόν ένα γλώσσα στην Αφρική, ίσως και σε όλο τον κόσμο, αν παίξουμε τα χαρτιά μας σωστά κατά τις επόμενες δεκαετίες”.

Μια μελέτη της γαλλικής επενδυτικής τράπεζας Natixis εκτιμά ότι, μέχρι τα μέσα του 21ου αιώνα, τα Γαλλικά θα ομιλούνται από 750 εκατομμύρια ανθρώπους. Θα σημειώσουν δηλαδή μια αύξηση της τάξεως του 143%, ενώ οι ομιλούντες τα Αγγλικά θα αυξηθούν κατά 62% την ίδια περίοδο. Αυτό καθιστά τα Γαλλικά την ταχύτερα αυξανόμενη γλώσσα παγκοσμίως. Αν και φαίνεται κάπως παράδοξη μια τόσο μεγάλη αύξηση, μιας και ο πληθυσμός της Γαλλία θα αυξηθεί με πολύ λιγότερο ρυθμό τις επόμενες δεκαετίες, εντούτοις υπάρχει βάση πίσω από αυτές τις προβλέψεις. Συγκεκριμένα 29 χώρες στον κόσμο έχουν ως σήμερα αναγνωρίσει τα Γαλλικά ως επίσημη γλώσσα τους. Από αυτές οι 21 είναι χώρες της Δυτικής και Κεντρικής Αφρικής, οι οποίες γνωρίζουν εκρηκτική πληθυσμιακή αύξηση.

 Αυτό θεωρείται από πολλούς ως το “εισιτήριο” για να καταστήσει τη Γαλλία και πάλι παγκόσμια δύναμη. Το 2050 οι γαλλόφωνοι θα αποτελούν το 8% του παγκόσμιου πληθυσμού (από 3% που είναι σήμερα) και από αυτούς το 80% θα είναι Αφρικανοί. Γιατί όμως αυτοί οι Αφρικανοί θα αγκαλιάσουν τη γαλλική γλώσσα;

Η χρήση των Γαλλικών στην Αφρική ως “γλώσσας-γέφυρας”

Ως γνωστόν τα Γαλλικά, τα Αγγλικά, τα Ισπανικά και τα Πορτογαλικά επιτελούν συχνά το ρόλο της “γλώσσας-γέφυρας” ή της “κοινής γλώσσας” ανάμεσα σε διαφορετικές αφρικανικές φυλές, που μιλούν διαφορετικές γλώσσες, αλλά ζουν σε ένα κοινό κράτος. Επίσης η χρήση αυτής της “γλώσσας-γέφυρας” λ.χ. τα Γαλλικά, επιτρέπει τους πολίτες διαφορετικών αφρικανικών κρατών να επικοινωνουν εύκολα και να συναλλάσσονται οικονομικά και πολιτιστικά μεταξύ τους. Τα Γαλλικά, λόγω της δομής, της ιστορίας και της διάδοσής τους, θεωρούνται πρακτική γλώσσα για την οικονομία, την πολιτική, τη διπλωματία και τον πολιτισμό στο μεγαλύτερο τμήμα της αφρικανικής ηπείρου.

Έτσι, ακόμη και αγγλόφωνες χώρες, όπως η Νιγηρία και η Γκάνα, που περιτριγυρίζονται από πολλές γαλλόφωνες χώρες, έχουν εκδηλώσει έντονο ενδιαφέρον για τα Γαλλικά, προκειμένου να ενσωματωθούν καλύτερα και να δραστηριοποιηθούν επιχειρηματικά στο γαλλόφωνο περιβάλλον της Δυτικής Αφρικής. Το ίδιο συμβαίνει και σε κάποιες πρώην ισπανικές αποικίες, οι οποίες και έχουν ήδη υιοθετήσει τα Γαλλικά ως δεύτερη επίσημη γλώσσα τους. Με αυτό τον τρόπο αυξάνεται και η επιρροή της Γαλλίας στην Αφρική.

Το αφρικανικό “σχέδιο Μάρσαλ” του Μακρόν

Τα Γαλλικά ως γλώσσα έχουν λοιπόν έναν “άσσο στο μανίκι” τους, όσο τα γαλλόφωνα αφρικανικά έθνη θα συνεχίσουν να παρουσιάζουν την υψηλότερη δημογραφική αύξηση παγκοσμίως. Αυτό προσφέρει τη δυνατότητα στους σχεδιαστές της γαλλικής πολιτικής να έχουν πρόσβαση σε μια τεράστια ανθρώπινη δεξαμενή μέσω της οποίας θα μπορούν να επεκτείνουν την επιρροή τους παγκοσμίως. Έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι ο πρόεδρος Μακρόν, σε μια περίοδο λιτότητας, αποφάσισε να ξοδέψει η Γαλλία εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ σε γαλλικά σχολεία σε 20 αφρικανικές χώρες.

Με παρουσία σε 131 χώρες το Υπουργείο Παιδείας της Γαλλίας διαθέτει ένα από τα μεγαλύτερα δίκτυα σχολείων παγκοσμίως και το γαλλικό κράτος χορηγεί 700 εκατομμύρια ευρώ ετησίως για την προαγωγή των γαλλικών. Το σχέδιο του Μακρόν είναι να ενισχύσει αυτές τις προσπάθειες και να ανεβάσει την ποιότητα των γαλλικών σχολείων, ώστε να γίνουν ακόμη πιο ελκυστικά και να διπλασιάσει τον αριθμό των μαθητών και φοιτητών που σπουδάζουν σε αυτά. Στα πλαίσια αυτά και προκειμένου να καλύψει τις ελλείψεις σε δασκάλους και καθηγητές στα αφρικανικά γαλλόφωνα σχολεία, το Παρίσι σχεδιάζει να φέρει στη Γαλλία περισσότερους Αφρικανούς φοιτητές στα γαλλικά πανεπιστήμια οι οποίοι, αφού αποφοιτήσουν, θα διδάξουν γαλλικά στην Αφρική προωθώντας ταυτόχρονα τον γαλλικό πολιτισμό και την επιρροή. Το αφρικανικό “σχέδιο Μάρσαλ” του Μακρόν δεν είναι απλώς μια επίδειξη καλής θέλησης, αλλά προωθεί ταυτόχρονα τα γαλλικά συμφέροντα στην Αφρική.

Το γεωπολιτικό ενδιαφέρον της Γαλλίας μετακινείται νοτιότερα

Το μεγάλο στοίχημα λοιπόν της αξιοποίησης της γαλλικής γλώσσας ως εργαλείο ήπιας ισχύος θα δοκιμαστεί επί του πεδίου και θα αποδειχθεί κατά πόσο το Παρίσι μπορεί να επεκτείνει κι άλλο τη σφαίρα της επιρροή του, προσελκύοντας στην francosphere και αγγλόφωνες χώρες όπως η Νιγηρία, η Γκάνα, η Γουινέα Μπισάου κ.ά. Γνωρίζει πάντως η Γαλλία πως η ήπια ισχύς από μόνη της δεν αρκεί, αν δεν συνοδεύεται από οικονομικές επενδύσεις, επιχειρηματικά πλάνα, αλλά και, σε ορισμένες περιπτώσεις, στρατιωτική παρουσία και αμυντική συνδρομή.

Όσο οι Αφρικανοί καθιστούν τα γαλλικά διεθνή γλώσσα, τόσο το “γεωπολιτικό κέντρο βάρους” της Γαλλίας θα μετακινείται νοτιοτερα, από τη Δυτική Ευρώπη στη Μεσόγειο κι από εκεί στη Δυτική και Κεντρική  Αφρική. 

Ένα δισεκατομμύριο γαλλόφωνοι ως το 2065!

Αναμφίβολα η γλώσσα αποτελεί μια μορφή επιρροής. Ωστόσο δεν είναι σίγουρο κατά πόσο η ήπια ισχύς της μπορεί να αποδώσει πραγματικά. Αν, τέλος, το Παρίσι δεν μπορέσει να διαχειριστεί αποτελεσματικά την εργαλειοποίηση της γαλλικής γλώσσας στην Αφρική, τότε ίσως να καταλήξει εκείνο αντικείμενο επιρροής προερχόμενης από μια, όλο και ισχυρότερη και πληθυσμιακά μεγαλύτερη, Αφρική. Κοντολογίς να “αφρικανοποιηθεί” γλωσσικά, ίσως και πολιτισμικά, με αφρικανικά Γαλλικά να υποκαθιστούν τελικά τα παριζιάνικα Γαλλικά.

Σύμφωνα με τις προβλέψεις το έτος 2065 στις γαλλόφωνες χώρες θα ζουν συνολικά ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι. Αν το Παρίσι καταφέρει και “καβαλήσει” αυτό το δημογραφικό κύμα υπέρ της γαλλοφωνίας, και το δικό της νομισματικό σύστημα επικρατήσει στη Δυτική Αφρική, τότε, λίγο μετά τα μέσα του 21ου αιώνα, η Γαλλία θα έχει επιστρέψει στο προσκήνιο ως παγκόσμια δύναμη, που θα έχει απλά την έδρα της στην Ευρώπη.