Επιλέγοντας τη συλλογική αγορά των εμβολίων κατά του κορωναϊού για όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Έ.) και, στη συνέχεια, τη «δίκαιη και ισότιμη» διανομή, η Κομισιόν είχε κάνει, την άνοιξη του 2020, μια ισχυρή πολιτική επιλογή.

Ads

Δύο χρόνια αργότερα, η μελέτη των στοιχείων ως προς την κατανομή, τη μεταπώληση και τις δωρεές των διαφόρων εμβολίων κατά τη διάρκεια αυτού του πρώτου έτους της εκστρατείας εμβολιασμού δείχνει ότι έχει διευρυνθεί ένα χάσμα μεταξύ της πρόθεσης της Επιτροπής και της εφαρμογής της από τα Κράτη-Μέλη. Διαβάζοντας αδημοσίευτα στοιχεία από πολλές χώρες, αναδύονται δύο Ευρώπες: αυτή που προτίμησε τα εμβόλια ιικού φορέα (AstraZeneca και Janssen), στην Ανατολική και Νότια Ευρώπη, και εκείνη που στοιχημάτισε στα εμβόλια αγγελιοφόρου RNA (Pfizer και Moderna) στο Βορρά και στη Δύση.

Αυτή η διχοτόμηση βασίζεται στο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν αυτών των χωρών: Πάνω από το 84% των εμβολίων που έχουν λάβει τα πλουσιότερα Κράτη-Μέλη είναι εμβόλια αγγελιαφόρου RNA (67,6% από την Pfizer και 16,5% από τη Moderna), ενώ οι δέκα φτωχότερες χώρες έχουν λάβει λίγο περισσότερο από το 66% των εμβολίων τους (57,4% από την Pfizer και 9,1% από τη Moderna).

image

Ads

Ποσόστωση με βάση τον αριθμό των κατοίκων

Επιπλέον, αρκετές από τις φτωχότερες χώρες της Ε.Έ. έχουν μεταπωλήσει μεγάλες ποσότητες εμβολίων RNA που είχαν λάβει στο παρελθόν. Έτσι, η Πολωνία, από τις 60 εκατομμύρια δόσεις εμβολίων RNA που έλαβε, μεταπώλησε 11 εκατομμύρια, ιδίως στην Αυστρία, τη Γερμανία, την Ισπανία, τη Νορβηγία, ακόμη και στην Αυστραλία. Η Βουλγαρία μεταπώλησε πάνω από 3,1 εκατομμύρια δόσεις εμβολίων αγγελιοφόρου RNA, εκ των οποίων 3 εκατομμύρια δόσεις από την Pfizer στη Γαλλία, και η Ρουμανία μεταπώλησε 2,6 εκατομμύρια δόσεις του ίδιου εμβολίου, εκ των οποίων σχεδόν 1 εκατομμύριο στη Γαλλία.

Αυτή η απόκλιση αντικατοπτρίζεται στα δεδομένα σχετικά με τη χρήση αυτών των εμβολίων: τα προϊόντα ιικού φορέα αντιπροσωπεύουν το 18% όλων των εμβολιασμών που γίνονται στα φτωχότερα Κράτη-Μέλη, έναντι του 10,8% στις πλουσιότερες χώρες.

Ωστόσο, ο μηχανισμός συλλογικών αγορών που τέθηκε σε εφαρμογή το 2020 θα έπρεπε να είχε επιτρέψει την αποφυγή αυτής της κατάστασης. Εκείνη την εποχή, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ήθελε να αποφύγει τον εθνικιστικό ανταγωνισμό και να επιτρέψει την πρόσβαση στο εμβόλιο από τις «μικρές χώρες». Ήταν, επίσης, απαραίτητο να καταφέρει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο σε μία ήδη εξαιρετικά τεταμένη αγορά, παρόλο που κανένα εμβόλιο δεν είχε αποδείξει ακόμη την αποτελεσματικότητά του. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο υπέγραψαν στη συνέχεια σημαντικές συμβάσεις με τους παρασκευαστές.

Όταν υπεγράφησαν οι πρώτες συμβάσεις αγοράς, μεταξύ Αυγούστου και Νοεμβρίου 2020, η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια των διαφόρων υποψηφίων εμβολίων δεν ήταν ακόμη γνωστές. Ωστόσο, η τιμή τους τα ξεχώρισε. Όπως αποκαλύφθηκε από διαρροές, σε αυτές τις πρώτες συμβάσεις, η AstraZeneca χρεώθηκε 1,78 ευρώ ανά δόση, η Janssen 7 ευρώ, η Pfizer 12 ευρώ και η Moderna 14, 83 ευρώ,. Η Επιτροπή κατάφερε να συνάψει συμβάσεις με οκτώ παρασκευαστές. Έως τις Στις 22 Δεκεμβρίου 2021, παραδόθηκαν 915 εκατομμύρια δόσεις, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων («ECDC»), υπεραρκετές για τον εμβολιασμό ολόκληρου του πληθυσμού με δύο δόσεις.

Σύμφωνα με τα σχέδια της Επιτροπής, τα εμβόλια αυτά επρόκειτο να κατανεμηθούν ανάλογα με τον πληθυσμό. Για κάθε υπογεγραμμένη σύμβαση, οι χώρες λαμβάνουν μια συγκεκριμένη ποσόστωση ανάλογα με τον αριθμό των κατοίκων τους. «Μία δίκαιη λύση, διότι ο ιός χτυπά ομοιόμορφα παντού, σε όλες τις περιοχές της Ε.Έ.», εξηγούν συνέχεια, στις Βρυξέλλες. Ωστόσο, τα Κράτη-Μέλη, προσηλωμένα στις εθνικές τους αποφάσεις ως προς αυτό το θέμα, απαιτούν να υπάρχει ευελιξία σε αυτόν τον κανόνα.

image

«Αγορά από δεύτερο χέρι»

Πράγματι, εάν μία χώρα αποφασίσει να μην λάβει όλες τις ποσοστώσεις της, οι υπόλοιπες δόσεις στη συνέχεια ανακατανέμονται μεταξύ των λοιπών ενδιαφερομένων κρατών. Είναι, επίσης, δυνατή η μεταπώληση ή η χορήγηση μέρους των δόσεων σε άλλες χώρες, ευρωπαϊκές ή μη. Ωστόσο, αυτές οι μεταπωλήσεις πρέπει να πραγματοποιούνται χωρίς κέρδος και παραμένουν στη διακριτική ευχέρεια των κρατών: καμία επίσημη παρακολούθηση αυτής της «αγοράς από δεύτερο χέρι» δεν υπάρχει.

Τα διάφορα Υπουργεία Υγείας στις ανατολικές χώρες της Ε.Έ. παραμένουν σιωπηλά ως προς αυτήν την άνιση κατανομή των εμβολίων, δηλώνοντας απλώς ότι «έχουν εξασφαλίσει αρκετές δόσεις για τον πληθυσμό τους» ή ότι «σέβονται τις ευρωπαϊκές συμβάσεις». Πολλοί παράγοντες παίζουν ρόλο στην επιλογή τους, εξηγεί το ευρωπαϊκό παράρτημα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. Συγκεκριμένα, «οι χώρες έπρεπε να εξετάσουν, με βάση την αξιολόγηση των προθέσεων του πληθυσμού τους, εάν τα χαρακτηριστικά, τα προφίλ, οι χώρες προέλευσης των εμβολίων θα επηρέαζαν την αποδοχή τους, έτσι ώστε τα εμβόλια που έλαβαν να μην μείνουν αναξιοποίητα». Η εκτεταμένη άρνηση του εμβολίου στην Ανατολή και η αρχική δυσπιστία ως προς τα εμβόλια αγγελιαφόρου RNA πιθανότατα προσμετρήθηκαν. Όπως και η τιμή των δόσεων.

«Αυτή η κατανομή αντικατοπτρίζει τη διαφορά τιμών», εκτιμά η Ellen’t Hoen, ερευνήτρια στο Πανεπιστημιακό Ιατρικό Κέντρο του Γκρόνινγκεν («UMCG», Ολλανδία) και διευθύντρια της διεθνούς ομάδας εμπειρογνωμόνων στους τομείς Δικαίου (Πνευματικής Ιδιοκτησίας) και Υγείας (Medicines Law & Policy). «Οι φτωχότερες χώρες ίσως ήταν κάπως απρόθυμες να διαθέσουν χρήματα σε τόσο υψηλές τιμές, πριν υπάρξουν διαθέσιμα εμβόλια».

«Όταν υπεγράφησαν αυτές οι συμβάσεις, δεν ήταν παράλογο για τις φτωχές χώρες να προτιμήσουν τα φθηνότερα εμβόλια!», δήλωσε, από πλευράς του, ο Peter Baker, ειδικός ερευνητής σε θέματα υγείας στο Κέντρο Παγκόσμιας Ανάπτυξης. «Μόνο αργότερα ανακαλύψαμε τα οφέλη των εμβολίων RNA, ειδικά ως αναμνηστικά…».

Στην πραγματικότητα, ενώ η ελαφρώς υψηλότερη αποτελεσματικότητα των εμβολίων αγγελιαφόρου RNA γινόταν εμφανής από το καλοκαίρι του 2020, όπου δημοσιεύθηκαν τα πρώτα αποτελέσματα των κλινικών δοκιμών, οι μετέπειτα, το 2021, μελέτες -παρουσία νέων παραλλαγών, ήταν αυτές που επιβεβαίωσαν αυτές τις διαφορές στην αποτελεσματικότητα.

Ως αποτέλεσμα, ακόμη και αν τα εμβόλια ιικού φορέα είναι αποτελεσματικότερα κατά 80% και πλέον έναντι σοβαρών μορφών της νόσου, «τα πλουσιότερα Κράτη-Μέλη βασίστηκαν στα αποτελεσματικότερα εμβόλια», αναλύει η Anne Bucher, Γενική Διευθύντρια Υγείας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή έως τον Οκτώβριο του 2020.

image

Καθυστέρηση στις εκστρατείες εμβολιασμού

Η διαθεσιμότητα των δόσεων και ειδικά ο χρόνος παράδοσης έχουν, επιπλέον, αποδειχθεί λιγότερο σημαντικά για τα εμβόλια ιικού φορέα, εξ ου και μία ορισμένη καθυστέρηση στην ανάπτυξη εκστρατειών εμβολιασμού για χώρες που έχουν προτιμήσει εμβόλια ιικού φορέα έναντι των εμβολίων αγγελιαφόρου RNA.

Τέλος, ένα άλλο μειονέκτημα, το εμβόλιο της AstraZeneca έχει τη μικρότερη διάρκεια ζωής, μόλις έξι μήνες. Επομένως, πρέπει να είναι αποτελεσματικό πριν από τη λήξη του. Στη Γαλλία, 210.000 δόσεις έχουν καταστραφεί λόγω υπέρβασης της ημερομηνίας λήξης, ενημερώνει η Γενική Διεύθυνση Υγείας. Ορισμένες χώρες, όπως η Πολωνία, η Ουγγαρία ή η Ρουμανία, φαίνεται να έχουν συσσωρεύσει ακόμη μεγαλύτερα αποθέματα που έχουν λήξει. Σύμφωνα με τις πληροφορίες μας, αρκετά εκατομμύρια δόσεις της AstraZeneca καταστράφηκαν έτσι στην Ευρώπη.

Η Ουγγαρία μοιάζει να είναι ειδική περίπτωση: είναι η ευρωπαϊκή χώρα που έλαβε τις περισσότερες δόσεις ανά κάτοικο, υπογράφοντας συμβάσεις για εμβόλια μη εγκεκριμένα στην Ευρώπη (το κινεζικό Sinopharm και το ρωσικό Sputnik V). Η εμβολιαστική κάλυψη αυξήθηκε ταχύτερα εκεί από ό,τι αλλού, αγγίζοντας το 50% του πληθυσμού έως τα τέλη Μαΐου 2021.

Ωστόσο, από τις 22 Δεκεμβρίου 2021, η χώρα χορήγησε μόνο το ήμισυ των δόσεων που είχε λάβει και η εμβολιαστική της κάλυψη δεν ξεπερνούσε το 70%. Παρά την εξαγωγή 2,8 εκατομμυρίων περίπου δόσεων της AstraZeneca, εκ των οποίων το ένα εκατομμύριο μεταπωλήθηκε, η χώρα είχε, ως φαίνεται, ακόμα τέσσερα περίπου εκατομμύρια δόσεις AstraZeneca σε απόθεμα, τα οποία έληξαν, καθώς η τελευταία παράδοσή τους έγινε μετά από έξι μήνες.

image

Τι γίνεται με τη Γαλλία; Χορήγησε μόνο το 30% της ποσόστωσής της από την Janssen και την AstraZeneca και έλαβε περισσότερα από την ποσόστωσή της από τα εμβόλια RNA.

Προκειμένου να αυξήσει το απόθεμά της, η γαλλική κυβέρνηση αγόρασε κυρίως 4 εκατομμύρια περίπου επιπλέον δόσεις της Pfizer από τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία. Η Γαλλία μεταπώλησε, επίσης, περίπου 270.000 δόσεις, κυρίως του εμβολίου Janssen, στην Ελβετία (150.000 δόσεις) και στον Καναδά (20.000). Η Γαλλία, αλλά και η Ισπανία ή η Πορτογαλία μεταπώλησαν στα ανεξάρτητα μικροκράτη, όπως το Μονακό ή η Ανδόρα.

Θα μπορούσαν οι διαφορές στην ποιότητα του εμβολίου και το χρονοδιάγραμμα των παραδόσεων να έχουν αντίκτυπο στη δυναμική της πανδημίας; Το ερώτημα είναι ακόμη πιο εύλογο, δεδομένου ότι οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης συγκαταλέγονται στις πιο πληγείσες από άποψη υπερβολικής θνησιμότητας. «Ωστόσο, δεν θα ήταν συνετό να αποδώσουμε αυτήν την αξιολόγηση μόνο σε αυτό το είδος ανισότητας των εμβολίων», δήλωσε ο Emmanuel Baron, διευθυντής της ερευνητικής και επιδημιολογικής ομάδας («Epicentre») των Γιατρών Χωρίς Σύνορα.

«Πολλοί άλλοι παράγοντες παίζουν ρόλο εδώ, όπως η κατάσταση των υπηρεσιών υγείας, τα μέτρα που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση της πανδημίας, η ενίοτε χαοτική ρητορική των αξιωματούχων για τα εμβόλια και κυρίως η χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη στις χώρες αυτές, που σχετίζεται κυρίως με την απροθυμία του πληθυσμού».

Εντός της Ε.Έ, τα χαμηλότερα ποσοστά εμβολιασμού εντοπίζονται στην Ανατολική Ευρώπη, σύμφωνα με το Κέντρο «ECDC»: λίγο περισσότερο από το 29,5% του πληθυσμού έλαβε δύο δόσεις στη Βουλγαρία, 42% στη Ρουμανία, 51% στη Σλοβακία, 59% στην Πολωνία, έναντι 80% στη Γαλλία, 83% στη Γερμανία και 93% στην Πορτογαλία.

image

image

image

image

Πηγή: Le Monde