Σε φάση εσωστρέφειας εισέρχεται από σήμερα -και επισήμως- η Γερμανία, μετά την διάλυση του κυβερνητικού συνασπισμού, ταυτόχρονα με τον εκλογικό θρίαμβο του Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ.

Ads

Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που ανακοίνωσε ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς, την 15η Ιανουαρίου θα διεξαχθεί ψηφοφορία για λάβει ή όχι η κυβέρνηση ψήφο εμπιστοσύνης από την Bundestag (την κάτω Βουλή).

Το πιθανότερο σενάριο είναι οι βουλευτές να ανοίξουν τον δρόμο για εκλογές ως το τέλος Μαρτίου.

Γερμανία: Επίσπευση των εκλογών ζητά το CDU

Να ζητήσει άμεσα ψήφο εμπιστοσύνης από την Bundestag επισπεύδοντας και την διεξαγωγή εκλογών, κάλεσε τον καγκελάριο ο αρχηγός του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU) και επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας της Χριστιανικής Ένωσης (CDU/CSU) Φρίντριχ Μερτς, απορρίπτοντας το χρονοδιάγραμμα που παρουσίασε χθες, Τετάρτη, το βράδυ ο Όλαφ Σολτς για κυβέρνηση μειοψηφίας έως το τέλος του έτους, ψήφο εμπιστοσύνης στις 15 Ιανουαρίου και εκλογές έως το τέλος Μαρτίου.

Ads

«Ο κυβερνητικός συνασπισμός απέτυχε (…) Το τέλος της χθεσινής νύχτας σήμανε και το τέλος του “φωτεινού σηματοδότη” και επομένως και το τέλος της τρέχουσας νομοθετικής περιόδου και δεν υπάρχει απολύτως κανένας λόγος να ζητηθεί ψήφος εμπιστοσύνης τον Ιανουάριο», δήλωσε ο κ. Μερτς μετά την έκτακτη συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής ομάδας, η οποία αποφάσισε ομόφωνα ότι ο καγκελάριος πρέπει να ζητήσει την ψήφο εμπιστοσύνης ήδη την επόμενη εβδομάδα. Αν αποτύχει να εξασφαλίσει την ψήφο της πλειοψηφίας, έχει 21 ημέρες για να διαλύσει το κοινοβούλιο.

Νωρίτερα ο υπουργός-επιτελάρχης της καγκελαρίας Βόλφγκανγκ Σμιτ (SPD) είχε αναφέρει ως πιθανότερη ημερομηνία διεξαγωγής των εκλογών την 9η Μαρτίου. Ο Φρίντριχ Μερτς ωστόσο τόνισε σήμερα ότι η Γερμανία δεν αντέχει μια κυβέρνηση μειοψηφίας και μια προεκλογική εκστρατεία διάρκειας πολλών μηνών. Σήμερα το απόγευμα ο αρχηγός του CDU θα συναντηθεί με τον Όλαφ Σολτς και αργότερα θα γίνει δεκτός από τον ομοσπονδιακό πρόεδρο Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ.

Γερμανίδα ΥΠΕΞ: Η τάξη είναι το πιο σημαντικό πράγμα

Μιλώντας νωρίτερα σήμερα στο πρωινό μαγκαζίνο του πρώτου καναλιού της γερμανικής δημόσιας τηλεότασης ARD, η υπουργός Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ (Πράσινοι) τάχθηκε υπέρ του χρονοδιαγράμματος που πρότεινε ο Όλαφ Σολτς, υποστηρίζοντας ότι έτσι διασφαλίζεται η ομαλή μετάβαση.

«Σε αυτούς τους αβέβαιους καιρούς η τάξη είναι το πιο σημαντικό πράγμα. Μετά τις εκλογές στις ΗΠΑ και την εκλογική νίκη του Ντόναλντ Τραμπ, θα αλλάξουν πολλά διεθνώς. Κανένας νέος πρόεδρος όμως δεν θα αναλάβει τα καθήκοντά του στις ΗΠΑ, τη μεγαλύτερη οικονομία, τους επόμενους τρεις μήνες και η Γερμανία, ως τρίτη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, έχει κεντρική ευθύνη στην Ευρώπη», δήλωσε η κυρία Μπέρμποκ.

Διαφορετική άποψη εξέφρασε ο επικεφαλής των ομοσπονδιακών βουλευτών της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης (CSU) Αλεξάντερ Ντόμπριντ, τονίζοντας ότι η Γερμανία «δεν μπορεί απλώς να αντέξει έναν καγκελάριο σε κώμα».

Όλαφ Σολτς: Κατηγόρησε τον Λίντνερ για «ακατανόητους εγωισμούς» και «μικρόψυχες μικροκομματικές τακτικές»

Απευθυνόμενος στους πολίτες, ο καγκελάριος Σολτς επέρριψε την ευθύνη για την διάλυση του κυβερνητικού συνασπισμού στον αρχηγό του Κόμματος των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP) Κρίστιαν Λίντνερ, καταλογίζοντάς του «ακατανόητους εγωισμούς» και «μικρόψυχες μικροκομματικές τακτικές».

«Διέρρηξε πολλές φορές την εμπιστοσύνη μου, ακύρωσε αυθαίρετα την συμφωνία για τον προϋπολογισμό (…) Δεν υπάρχει βάση εμπιστοσύνης για περαιτέρω συνεργασία, συνεπώς δεν είναι δυνατή η σοβαρή κυβερνητική εργασία», είπε χαρακτηριστικά ο καγκελάριος στην ιδιαίτερα φορτισμένη ομιλία του.

Νωρίτερα, στο πλαίσιο της συνεδρίασης της κυβερνητικής επιτροπής, ο αρχηγός του FDP εισηγήθηκε την προκήρυξη πρόωρων εκλογών, κάτι το οποίο απέρριψε ο καγκελάριος. Στις αιτιάσεις του κ. Λίντνερ περί αδυναμίας συνεννόησης των κυβερνητικών εταίρων, ο Όλαφ Σολτς απάντησε με την αποπομπή του από το υπουργείο Οικονομικών, η οποία συνεπάγεται προφανώς και την αποχώρηση του FDP από την κυβέρνηση.

Λίγες ώρες αργότερα, από το FDP ανακοινώθηκε η αποχώρηση από την κυβέρνηση και των υπολοίπων υπουργών του κόμματος, με τον Φόλκερ Βίσινγκ να μην αποχωρεί από το υπουργείο Μεταφορών, μένοντας τελικά στην κυβέρνηση.

«Ο καγκελάριος με ρώτησε προσωπικά εάν επιθυμώ να παραμείνω και απάντησα θετικά», δήλωσε ο Βίσινγκ και εξήγησε ότι αποχωρεί από το FDP προκειμένου «να μην βάλει το κόμμα σε μπελάδες», ενώ διευκρίνισε ότι δεν απομακρύνεται από τις βασικές αξίες των Φιλελευθέρων.

«Η χώρα μας χρειάζεται ένα νέο ξεκίνημα και γρήγορα εύρυθμες πολιτικές συνθήκες γρήγορα. Μετά τη μοναχική του απόφαση, δεν έχουμε πλέον καμία εμπιστοσύνη στον Φόλκερ Βίσινγκ. Η Γερμανία χρειάζεται μια πραγματική οικονομική μετάβαση που θα ανακουφίσει το βάρος των εταιρειών, θα μειώσει τη γραφειοκρατία και θα μειώσει τους φόρους», δήλωσαν σε κοινή ανακοίνωσή τους οι απερχόμενοι υφυπουργοί.

Ο κ. Βίσινγκ είχε προϊδεάσει για την στάση του με πρόσφατο άρθρο του στην Frankfurter Allgemeine Zeitung, στο οποίο είχε ταχθεί κατά της αποχώρησης του κόμματός του από την κυβέρνηση, κάνοντας λόγο για «ασέβεια» προς τους πολίτες. «Οι πολίτες είναι αυτοί που αποφασίζουν για τις δυνατότητες σχηματισμού πλειοψηφίας, όχι οι πολιτικοί ή οι κομματικές διασκέψεις. Οι συνασπισμοί δεν είναι εύκολο πράγμα. Η διακυβέρνηση δεν είναι εύκολο πράγμα. Η δημοκρατία δεν είναι εύκολο πράγμα. Είμαστε υπεύθυνοι να διασφαλίσουμε ότι θα πετύχουμε μαζί», έγραφε ο υπουργός.

Την θέση του υπουργού Οικονομικών αναλαμβάνει ο υφυπουργός στην καγκελαρία Γκέοργκ Κούκις, ο οποίος έχει διατελέσει και υφυπουργός Οικονομικών υπό τον Όλαφ Σολτς την περίοδο 2018-2021, ενώ πριν από την είσοδό του στην πολιτική ήταν επικεφαλής της Goldman Sachs στην Γερμανία.

Λίντνερ: Προσχεδιασμένη η συμπεριφορά του Σολτς

Ο κ. Λίντνερ από την πλευρά του δήλωσε μεταξύ άλλων ότι κατέθεσε προτάσεις για οικονομική ανάκαμψη, οι οποίες, όπως τόνισε, δεν έγιναν δεκτές ούτε καν ως βάση για διαβούλευση από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) και τους Πράσινους. «Από την προσεκτικά προετοιμασμένη δήλωση του καγκελαρίου απόψε καταλάβαμε γιατί», δήλωσε ο αρχηγός του FDP, κατηγορώντας τον Όλαφ Σολτς για προσχεδιασμένη συμπεριφορά.

Στην κατηγορία του κ. Σολτς ότι ο κ. Λίντνερ ζητούσε περικοπές συντάξεων και φοροαπαλλαγές για τους πλούσιους, ο αποπεμφθείς πλέον υπουργός Οικονομικών αντέτεινε ότι ακόμη και απόψε ο καγκελάριος του ζήτησε επιτακτικά την άρση του «φρένου χρέους» για λόγους «έκτακτης ανάγκης», κάτι με το οποίο, όπως είπε, δεν μπορούσε να συμφωνήσει. Ο Όλαφ Σολτς επεδίωκε, είπε, για την συνέχιση της στήριξης της Ουκρανίας, την ενεργοποίηση του κανόνα «έκτακτης ανάγκης», η οποία δικαιολογεί τον επιπλέον έκτακτο δανεισμό του κράτους. Ο Κρίστιαν Λίντνερ υποστήριξε ακόμη ότι πρότεινε την συντεταγμένη από κοινού πρόωρη προσφυγή στις κάλπες, κάτι που απέρριψε ο καγκελάριος.

«Δυστυχώς, ο Όλαφ Σολτς έδειξε ότι δεν έχει τη δύναμη να δώσει στη χώρα μας νέα αρχή», τόνισε ο κ. Λίντνερ και πρόσθεσε ότι αυτό θα πρέπει να το κάνει νέα κυβέρνηση.

Η αποψινή κατάληξη είχε προεξοφληθεί από πολιτικούς, αναλυτές και ΜΜΕ ήδη από τις προηγούμενες ημέρες, καθώς κλιμακωνόταν η ένταση μεταξύ των μέχρι χθες κυβερνητικών εταίρων.

Η αντίστροφη μέτρηση ξεκίνησε την προηγούμενη εβδομάδα, όταν ο Κρίστιαν Λίντνερ κατέθεσε κείμενο θέσεων, με το οποίο απαιτούσε την άμεση αναστολή της πολιτικής για το κλίμα και την σχεδόν εκ βάθρων αναθεώρηση της συνολικής οικονομικής στρατηγικής της κυβέρνησης, αφήνοντας να εννοηθεί πως από την αποδοχή των προτάσεών του θα κρινόταν η παραμονή του FDP στην κυβέρνηση.

Γερμανία: Πώς σχολιάζουν τις εξελίξεις τα ΜΜΕ της χώρας

Για «δύσκολο αποχωρισμό» έκανε λόγο σε σχόλιό της η Frankfurter Allgemeine Zeitung, επισημαίνοντας ότι «στο τέλος μιας ημέρας γεμάτης γεγονότα, ο Όλαφ Σολτς αποπέμπει τον υπουργό Οικονομικών του, καθώς η σχέση του με τον πρόεδρο του FDP είναι εμφανώς τόσο διαλυμένη που η κοινή πορεία έχει τελειώσει έπειτα από σχεδόν τρία χρόνια».

«Το τέλος του κυβερνητικού συνασπισμού είναι καλή είδηση για την Γερμανία», έκρινε η Süddeutsche Zeitung επισημαίνοντας ότι «οι κυβερνώντες αντιμετώπισαν ο ένας τον άλλον με περιφρόνηση». Θα διεξαχθούν νέες εκλογές την άνοιξη και στη συνέχεια θα μπορέσει να υπάρξει αναδιοργάνωση, διαβεβαίωσε η εφημερίδα.

Το Der Spiegel σημείωσε τον νέο, «μαχητικό» τόνο που υιοθέτησε ο καγκελάριος, τόσο στις ανακοινώσεις του, όσο και εσωτερικά, κατά την συνάντησή του αργότερα με την κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματός του. «Πολλοί βουλευτές τον χαρακτήρισαν μαχητικό και άνετο. Ο καγκελάριος προέτρεψε τους βουλευτές να συμπεριφέρονται με επαγγελματισμό και πειθαρχία», εξήγησε το περιοδικό.

«Αυτή η πτώση είναι λογική συνέπεια» των αμερικανικών εκλογών, εκτίμησε, σε διαφορετικό ύφος, το Focus εξηγώντας ότι «το μήνυμα από αυτό το διπλό χτύπημα λέει ότι η δύναμη της εκλογικής νίκης του Ντόναλντ Τραμπ παρέσυρε τον γερμανικό συνασπισμό και η αστοχία του κυβερνητικού συνασπισμού αποτελεί την πρώτη μεγάλη επιτυχία του Τραμπ».

Ο κόσμος στην Γερμανία «είχε από καιρό χορτάσει από τη συμμαχία αυτών των ανισοτήτων, των ερωτευμένων με τα επιχειρήματα και των εμμονικών με την ηθική. Ποτέ άλλοτε ομοσπονδιακός καγκελάριος δεν κατάφερε να καταστρέψει την εμπιστοσύνη που του δόθηκε με τόσο διαρκή τρόπο μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα», έκρινε το Focus περιγράφοντας τον Όλαφ Σολτς με όρους όπως «αποκομμένος» και «αποξενωμένος από την πραγματικότητα», καθώς «αρνείται πεισματικά και αλαζονικά την προσωπική του ευθύνη για την δική του πολιτική αποτυχία».

«Ο Όλαφ Σολτς δεν απέτυχε εξαιτίας του Κρίστιαν Λίντνερ, αλλά κυρίως λόγω του Όλαφ Σολτς», κρίνει το περιοδικό.

«Ο Σολτς τελειώνει τον κυβερνητικό συνασπισμό με κρότο και ακολουθεί η λασπομαχία», σχολίασε το τηλεοπτικό δίκτυο ntv τονίζοντας πως οι κατηγορίες που εξαπέλυσε ο καγκελάριος εναντίον του κ. Λίντνερ «είναι άνευ προηγουμένου, ειδικά για τον κατά τα άλλα μάλλον συγκρατημένο σοσιαλδημοκράτη και είναι πιθανό να σημαίνουν την αρχή μιας λασπολογίας που όμοιά της δεν έχει ζήσει η Γερμανία στο τέλος μιας κυβερνητικής συμμαχίας».

«Επιτέλους τέλος!», συνοψίζει η Bild θυμίζοντας ότι επί μήνες ο συνασπισμός του Όλαφ Σολτς «κρατούσε τη χώρα σε αγωνία -αλλά μόνο υπό την έννοια των καβγάδων και της δυσαρέσκειας» και σημειώνοντας ότι η κυβέρνηση δεν ανταποκρίθηκε σε καμία περίπτωση στο πραγματικό της καθήκον, να οδηγήσει την Γερμανία έξω από την κρίση. «Αντιθέτως: τα κόμματα της συγκυβέρνησης οδήγησαν την χώρα ακόμη πιο βαθιά σε ένα χάος μέσω της γκρίνιας και των συνεχών αλληλοκατηγοριών».

Στο τέλος ο Κρίστιαν Λίντνερ, συνεχίζει η ταμπλόιντ, «μάζεψε το απαραίτητο θάρρος ώστε να τελειώσει το κόκκινο-κίτρινο-πράσινο δράμα. Άνοιξε τον δρόμο για μια νέα αρχή και έκανε αυτό που η πλειοψηφία των πολιτών απαιτούσε εδώ και καιρό από τα φανάρια: τράβηξε την πρίζα». Από τη μια είναι κατανοητό ότι ο κ. Σολτς επιτίθεται πλέον τόσο έντονα στον κ. Λίντνερ. Άλλωστε ο συνασπισμός είναι ιστορία. Και ο καγκελάριος Σολτς επίσης, υποστήριξε η εφημερίδα.

Η Handelsblatt εκτίμησε στο σχόλιό της ότι «η συνεπής πορεία του Λίντνερ προς νέες εκλογές αξίζει σεβασμού» και ότι ο Όλαφ Σολτς και ο Ρόμπερτ Χάμπεκ δεν ήταν πρόθυμοι να αναλάβουν την ευθύνη για ανασυγκρότηση ή νέες εκλογές, έτσι ο Λίντνερ ανέλαβε δράση πράττοντας το σωστό την κατάλληλη στιγμή. «Θα θέλαμε σχεδόν να πούμε: Respect, κύριε Λίντνερ, το να διακινδυνεύει κανείς τη θέση του για να παραμείνει πιστός στον εαυτό του δεν συμβαίνει συχνά στην πολιτική», συμπλήρωσε η οικονομική εφημερίδα.

AfD: «Καθυστερημένη απελευθέρωση» της χώρας η διάλυση του κυβερνητικού συνασπισμού στη Γερμανία

Καθυστερημένη «απελευθέρωση» της Γερμανίας χαρακτήρισαν την διάλυση του κυβερνητικού συνασπισμού οι επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας της Εναλλακτικής για την Γερμανία (AfD) Αλίς Βάιντελ και Τίνο Χρουπάλα.

«Η συμμαχία του SPD, των Πρασίνων και του FDP οδήγησε την χώρα στην οικονομική άβυσσο. Έπειτα από μήνες αδράνειας και αμέτρητες συνεδρίες ψυχοθεραπείας και ομφαλοσκόπησης, χρειαζόμαστε τώρα μια θεμελιώδη πολιτική επανεκκίνηση, προκειμένου να οδηγήσουμε την οικονομία και ολόκληρη την χώρα στην έξοδο από αυτή την σοβαρή κρίση στην οποία έχει περιέλθει λόγω της ιδεολογικά καθοδηγούμενης πολιτικής του SPD, των Πρασίνων και του FDP», υποστήριξαν στην ανακοίνωσή τους και πρόσθεσαν ότι ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς «πρέπει να προσφέρει στην χώρα την τελευταία υπηρεσία του και να ζητήσει αμέσως ψήφο εμπιστοσύνης».