Το Alternative for Germany (AfD), το ακροδεξιό κόμμα της Γερμανίας, βρίσκεται στο επίκεντρο μιας ευρείας πολιτικής και νομικής διαμάχης, καθώς αυξάνονται οι εκκλήσεις για την απαγόρευσή του, παρά το γεγονός ότι «απολαμβάνει» τη μεγαλύτερη δημοτικότητα στην ιστορία του.

Ads

Το AfD, που πλέον αποτελεί τη μεγαλύτερη αντιπολιτευτική δύναμη στη Γερμανία, κατάφερε να σημειώσει ιστορικό ποσοστό 20,8% στις εθνικές εκλογές του Φεβρουαρίου, επίδοση που αποτελεί το υψηλότερο ποσοστό ακροδεξιού κόμματος από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Η κατάσταση περιπλέκεται περαιτέρω από την πρόσφατη απόφαση της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Προστασίας του Συντάγματος (BfV) τον Μάιο, η οποία σε μια εκτενή έκθεση 1.100 σελίδων χαρακτήρισε επίσημα το AfD ως εξτρεμιστική οντότητα που απειλεί τη δημοκρατία, με ρατσιστικά και αντι-μουσουλμανικά χαρακτηριστικά.

Η διεθνής διάσταση του ζητήματος ενισχύεται από την έντονη υποστήριξη που έλαβε το κόμμα από την κυβέρνηση Τραμπ, με τον δισεκατομμυριούχο Έλον Μασκ να προτρέπει τους Γερμανούς να ψηφίσουν υπέρ του AfD πριν τις εκλογές. Τόσο ο Αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς όσο και ο Υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο έχουν επικρίνει την απόφαση χαρακτηρισμού του κόμματος ως εξτρεμιστικού.

Ads

Το γερμανικό πολιτικό σύστημα, βασισμένο στην αρχή της «μαχητικής δημοκρατίας» (streitbare Demokratie), προβλέπει συγκεκριμένες διαδικασίες για την προστασία της δημοκρατικής τάξης. Για την απαγόρευση ενός κόμματος απαιτείται η εκπλήρωση δύο βασικών κριτηρίων: η απόδειξη της εχθρικής στάσης προς τη δημοκρατική τάξη και η ύπαρξη πραγματικής απειλής λόγω της δημοτικότητας του κόμματος.


Η νομική διαδικασία απαγόρευσης είναι εξαιρετικά περίπλοκη και απαιτεί την έγκριση του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου. Στην ιστορία της Γερμανίας, μόνο δύο κόμματα έχουν απαγορευτεί: το Σοσιαλιστικό Κόμμα του Ράιχ (SRP) το 1952 και το Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας (KPD) το 1956.

Οι πρακτικές συνέπειες μιας πιθανής απαγόρευσης του AfD θα ήταν εκτεταμένες. Οι 152 έδρες του κόμματος στην Bundestag θα επηρεαστούν διαφορετικά: οι 42 άμεσες έδρες θα απαιτήσουν νέες εκλογές, ενώ οι 110 έδρες της λίστας θα παραμείνουν κενές μέχρι τις επόμενες εκλογές.

Ωστόσο, υπάρχουν σοβαρές ανησυχίες σχετικά με τις πιθανές επιπτώσεις μιας απαγόρευσης. Η πρωτοφανής δημοτικότητα του AfD, που έφτασε ακόμη και το 26% σε δημοσκοπήσεις μετά τις εκλογές, θα μπορούσε να οδηγήσει σε «φαινόμενο μάρτυρα» και περαιτέρω ριζοσπαστικοποίηση των υποστηρικτών του.

Η πολιτική ηγεσία της χώρας παραμένει διχασμένη. Το SPD υποστηρίζει την έναρξη διαδικασιών απαγόρευσης, ενώ το κυβερνών CDU/CSU εκφράζει επιφυλάξεις. Ο Καγκελάριος Μερτς έχει εκφράσει σκεπτικισμό για τέτοιες διαδικασίες, ενώ ο Υπουργός Εσωτερικών Ντόμπριντ έχει αποστασιοποιηθεί από τις προτάσεις του SPD.

Η κατάσταση περιπλέκεται περαιτέρω από τις διεθνείς διαστάσεις του ζητήματος, με την κυβέρνηση Τραμπ να παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις. Μια πιθανή απαγόρευση θα μπορούσε να προκαλέσει διπλωματικές εντάσεις και να ενισχύσει τη λαϊκιστική ρητορική περί «αντιδημοκρατικής Ευρώπης».