Σε κρίσιμη καμπή το πολιτικό σκηνικό στη Γαλλία, αφού ο πρόσφατος διορισμός του συντηρητικού πρώην διαπραγματευτή της ΕΕ για το Brexit, Μισέλ Μπαρνιέ, ως Πρωθυπουργού, έχει πυροδοτήσει εντάσεις. Από τη μία η Αριστερά, που θεωρεί την κίνηση αυτή ως μια προσπάθεια «αρπαγής εξουσίας», κατεβαίνει στους δρόμους με χιλιάδες πολίτες να διαμαρτύρονται για έλλεμμα δημοκρατίας, ενώ η ακροδεξιά δηλώνει ότι δεν πρόκειται να αντιταχτεί στην επιλογή του Γάλλου Προέδρου, αλλά θα παρακολουθεί στενά τις επιδόσεις του.

Ads

Ο 73χρονος Μπαρνιέ ανέλαβε τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης, την περασμένη Πέμπτη μετά τον διορισμό του από τον Μακρόν 60 ημέρες μετά τις βουλευτικές εκλογές του Ιουλίου, ενώ αναμένεται η ψηφοφορία από την Εθνοσυνέλευση. Η επιλογή του Μπαρνιέ από τον Γάλλο Πρόεδρο αποτελεί μια κίνηση για να μπει ένα τέλος στο πολιτικό αδιέξοδο που ξεκίνησε μετά τις πρόωρες εκλογές τον περασμένο Ιούνιο και Ιούλιο, όπου κανένα κόμμα δε κέρδισε την απόλυτη πλειοψηφία, να σταθεροποιήσει την κυβέρνησή του, αλλά και μια προσπάθεια να βρεθεί ισορροπία στο γαλλικό κοινοβούλιο.

Η αντίδραση της Αριστεράς

Το περασμένο Σάββατο 7 Σεπτεμβρίου, χιλιάδες διαδηλωτές κατέκλυσαν τους δρόμους της Γαλλίας, διαμαρτυρόμενοι κατά του διορισμού του Μισέλ Μπαρνιέ ως Πρωθυπουργού από τον Εμανουέλ Μακρόν. Ηγέτες της αριστεράς, όπως ο Ζαν-Λικ Μελανσόν, επικεφαλής του κόμματος Ανυπότακτη Γαλλία (La France Insoumise), έχουν καταδικάσει ανοιχτά αυτό που θεωρούν ως «αρπαγή εξουσίας» από τον Μακρόν και κάνουν λόγο για έλλειμμα δημοκρατικής ακεραιότητας.

Η αριστερή συμμαχία του Νέου Λαϊκού Μετώπου είχε έρθει πρώτη στις εκλογές, όμως ο Γάλλος Πρόεδρος επέλεξε να μην τους ζητήσει να σχηματίσουν κυβέρνηση καθώς τα άλλα κόμματα είχαν δηλώσει ότι θα την καταψήφιζαν αμέσως. Η συμμαχία είχε προτείνει για πρωθυπουργό την Λουσί Καστέ, μια 37χρονη οικονομολόγο, αλλά ο Μακρόν απέρριψε την πρόταση της Αριστεράς, υποστηρίζοντας ότι δεν θα επιβίωνε σε μια ψήφο εμπιστοσύνης.

Ads

Σύμφωνα με το γαλλικό υπουργείο εσωτερικών περισσότεροι 100.000 διαδηλωτές έχουν βγει στους δρόμους σε όλη τη χώρα με τους 26.000 να διαδηλώνουν στο Παρίσι, ενώ ηγετικά στελέχη της Αριστεράς κάνουν λόγο για περισσότερους από 300.000. Το Σάββατο, πολλοί διαδηλωτές έστρεψαν την οργή τους στον 46χρονο Μακρόν καλώντας τον να παραιτηθεί.

 

«Η Πέμπτη Δημοκρατία καταρρέει»

Με βασικά συνθήματα «Προδοσία Μακρόν» και «Δημοκρατία απέναντι στη λιτότητα», οι διαδηλώσεις αντικατοπτρίζουν την βαθιά ριζωμένη απογοήτευση των πολιτών με την προεδρία του Μακρόν και την πεποίθησή τους ότι υπάρχει έλλειμμα δημοκρατίας. Στα μάτια τους, ο διορισμός του Μπαρνιέ, ενός συμβόλου του πολιτικού κατεστημένου της Γαλλίας, απλώς διαιωνίζει το υπάρχον status quo.

«Η Πέμπτη Δημοκρατία καταρρέει», δήλωσε η 21χρονη διαδηλώτρια Manon Bonijol, αναφερόμενη στο σημερινό σύστημα διακυβέρνησης της Γαλλίας. «Το να εκφράζει κανείς την ψήφο του είναι άχρηστο όσο ο Μακρόν είναι στην εξουσία», πρόσθεσε.

Η 44χρονη Αλεξαντρά Ζερμέν κατηγόρησε τον Μακρόν ότι καπηλεύεται τις επιθυμίες των ψηφοφόρων.

«Η διαδήλωση είναι ο μόνος τρόπος για να πω ότι δεν συμφωνώ, ακόμη και αν γνωρίζω πολύ καλά ότι είναι άχρηστη», δήλωσε η Ζερμέν.

«Η δημοκρατία δεν είναι μόνο η τέχνη του να αποδέχεσαι ότι κέρδισες, είναι επίσης η ταπεινότητα του να αποδέχεσαι ότι έχασες», δήλωσε ο Μελάνσον στην πορεία στο Παρίσι, ενώ υποσχέθηκε ότι δεν θα υπάρξει παύση.

«Υπό παρακολούθηση» από την ακροδεξιά

Από την άλλη πλευρά, το ακροδεξιό Rassemblement National (RN), υπό την ηγεσία της Μαρίν Λεπέν και του Ζορντάν Μπαρντελά, χωρίς να αντιτίθεται ανοιχτά στον Μπαρνιέ, υπόσχεται να παρακολουθεί στενά την απόδοσή του ειδικά σε θέματα όπως η μετανάστευση, όπου οι προηγούμενες θέσεις του Μπαρνιέ έχουν συναντήσει αποδοχή από τη βάση του RN. Η ηγεσία του κόμματος δήλωσε το Σαββατοκύριακο ότι δεν πρόκειται να αντιταχτεί στην επιλογή του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν για πρωθυπουργό.

Σε συνέντευξή του στο TF1, ο Μπαρντελά, πρόεδρος της νέας ακροδεξιάς ομάδας Πατριώτες για την Ευρώπη στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, εξήγησε ότι το RN δεν επιθυμεί να προκαλέσει «θεσμική αταξία και δημοκρατικό χάος», κάτι που, όπως είπε, ορισμένα αριστερά κόμματα προσπαθούν να επιτύχουν. Ανέφερε, επίσης, ότι δεν ήθελε να δώσει ψήφο εμπιστοσύνης στη νέα κυβέρνηση πριν καν αρχίσει να κυβερνά, υπογραμμίζοντας ότι ο Μπαρνιέ βρίσκεται υπό παρακολούθηση από το κόμμα του και ότι οποιαδήποτε συνέχιση των πολιτικών του Μακρόν, που έχουν απορριφθεί από τους ψηφοφόρους, θα μπορούσε να οδηγήσει στην πτώση της κυβέρνησής του.

Η Λεπέν, σε δηλώσεις της στην εφημερίδα La Tribune Dimanche, ευχαρίστησε τον Μακρόν για την προσοχή του στις θέσεις του RN, αναφερόμενη ιδίως στις απόψεις του Μπαρνιέ για τη μετανάστευση. Ο Μπαρνιέ, σύμφωνα με τη Λεπέν, μοιράζεται παρόμοιες θέσεις με το κόμμα της πάνω στο μεταναστευτικό, θέμα που ανέδειξε κατά τις προκριματικές εκλογές του 2022, όταν προωθούσε την υπεροχή του εθνικού δικαίου έναντι του ευρωπαϊκού.

Με 126 έδρες στο κοινοβούλιο, το RN διαθέτει πλέον την πολιτική ισχύ να επηρεάζει καίριες αποφάσεις, γεγονός που του προσφέρει σημαντική επιρροή στην εύθραυστη κυβέρνηση του Μακρόν.

Δυναμική κουλτούρα συμβιβασμού

Ο ίδιος ο Μπαρνιέ, σε συνέντευξή του στην Journal du Dimanche, επανέλαβε τα λόγια της ακροδεξιάς στην Journal du Dimanche παραδεχόμενος ότι βρίσκεται «υπό το άγρυπνο μάτι όλου του γαλλικού λαού» και όλων των πολιτικών ομάδων. «Θα ακούσω τους πάντες», πρόσθεσε, προτείνοντας μια «δυναμική κουλτούρα συμβιβασμού» όπου ο καθένας διατηρεί την ταυτότητά του”. Την Παρασκευή δήλωσε ότι είναι ανοιχτός στο να ορίσει υπουργούς όλων των πολιτικών αποχρώσεων, συμπεριλαμβανομένων «ανθρώπων από την αριστερά».

Για τον Μακρόν, ο διορισμός του Μπαρνιέ αποτελεί ένα στοίχημα. Η κυβέρνησή του, η οποία ήδη αντιμετωπίζει έντονη αντιπαράθεση από πολλές πλευρές, πρέπει τώρα να περνά τις συμπληγάδες ενός διχασμένου κοινοβουλίου, όπου η επίτευξη συμβιβασμών είναι απαραίτητη. Η πολιτική εμπειρία και η διπλωματική ικανότητα του Μπαρνιέ ενδέχεται να του φανούν χρήσιμες, ωστόσο αντιμετωπίζει τη δύσκολη αυτή πρόκληση και να καταφέρει να συνεργαστεί τόσο με την Αριστερά όσο και με την ακροδεξιά αν θέλει να κυβερνήσει αποτελεσματικά, και το πρώτο μεγάλο τεστ θα είναι η παρουσίαση του προϋπολογισμού του 2025 στις αρχές Οκτωβρίου.