Το αργότερο μέχρι τη Δευτέρα του Πάσχα αναμένεται να επιστρέψει στο σπίτι της, στις Βρυξέλλες, η Εύα Καϊλή, καθώς κρίθηκε ελεύθερη με περιοριστικούς όρους για το σκάνδαλο Qatargate.

Ads

Όπως ανέφερε ο δικηγόρος της Μιχάλης Δημητρακόπουλος, όταν η κατηγορούμενη για το σκάνδαλο έμαθε ότι αποφυλακίζεται, το πρώτο πράγμα που σκέφθηκε ήταν ότι θα δει ξανά το παιδί της. Επιπλέον σχετικά με τις κατηγορίες σε δηλώσεις του ανέφερε ότι «δεν βρέθηκε δακτυλικό αποτύπωμα της σε δεσμίδα με χρήματα».

Διαβάστε επίσης: Αποφυλάκιση Εύας Καϊλή: Δεν θα μείνει μαζί με τον Τζόρτζι – Το σκεπτικό της απόφασης του δικαστηρίου

«Περιμένω με ανυπομονησία να βρεθεί το ηλεκτρονικό βραχιόλι για να βγω από τη φυλακή. Την πρώτη μέρα θέλω απλώς να μείνω στο σπίτι με την κόρη μου. Όλη μέρα μαζί της. Από τον Ιανουάριο μέχρι σήμερα την έχω δει μόνο δύο φορές το μήνα» τόνισε η Εύα Καϊλή στην εφημερίδα La Repubblica.

Ads

«Θα μείνω στις Βρυξέλλες, θα συνεχίσω να αγωνίζομαι για την αθωότητά μου» πρόσθεσε.

Η υπό όρους αποφυλάκιση της Εύας Καϊλή είχε ιδιαίτερη τεχνική δυσκολία αφού «είναι αδύνατον να βρεθεί υπό περιορισμό στο ίδιο σπίτι με τον συγκατηγορούμενο σύντροφό της Φραντσέσκο Τζιόρτζι», τόνισε ο Νίκος Κορογιαννάκης, δικηγόρος που ζει κι εργάζεται στις Βρυξέλλες.

«Έπρεπε ήδη το θέμα αυτό να έχει διευθετηθεί από τη βελγική δικαιοσύνη», τόνισε ο δικηγόρος απαντώντας στο ερώτημα για το πότε και το πού θα μεταφερθεί σε κατ οίκον περιορισμό η κυρία Καϊλή.

Η ΕΡΤ σημειώνει, ότι η Εύα Καϊλή θα διαμένει σε σπίτι διαφορετικό από αυτό του συντρόφου της Φραντσέσκο Τζιόρτζι το οποίο βρίσκεται σε απόσταση 10 χιλιομέτρων από το δικό της. Αξίζει να σημειωθεί πως, σύμφωνα με το Politico, η Καϊλή θα επιστρέψει στο διαμέρισμά της, λίγα μόλις βήματα από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το θεσμικό όργανο για το οποίο κατηγορείται ότι βοήθησε να διαφθαρεί.

Η απελευθέρωσή της, συνιστά στην πραγματικότητα ένα νέο κεφάλαιο στην πολύμηνη προσπάθεια των αρχών να ξεκαθαρίσουν ποιοι μπορεί να βρίσκονταν υπό την επιρροή ξένων κυβερνήσεων ενώ εργάζονταν στο Κοινοβούλιο. Αλλά δεν σημαίνει ότι η διαδικασία κινείται προς μια δίκη σύντομα, όπως δήλωσε στο ίδιο μέσο ο Christian De Valkeneer, καθηγητής ποινικού δικαίου στο Καθολικό Πανεπιστήμιο της Λουβέν στο Βέλγιο. 

«Δεν προϋποθέτει ότι η έρευνα έχει ολοκληρωθεί», δήλωσε επίσης. Στο Βέλγιο, πρόσθεσε ο De Valkeneer, η αποφυλάκιση υπό ηλεκτρονική παρακολούθηση θεωρείται «επέκταση του εντάλματος σύλληψης, με τη μόνη διαφορά ότι το ένταλμα δεν εκτελείται σε φυλακή». Ωστόσο, οι αρχές σύντομα δεν θα έχουν πλέον κανέναν στη φυλακή, εγείροντας ερωτήματα σχετικά με το πού βρίσκεται η έρευνα.

Επί μήνες, τα δίχτυα των εισαγγελέων μόνο διευρύνονταν, καθώς η αστυνομία συνέλαβε δύο ακόμη ευρωβουλευτές, τον Βέλγο Μαρκ Ταραμπέλα και τον Ιταλό Αντρέα Κοζολίνο, καθώς και μια λογίστρια στην Ιταλία, τη Μόνικα Μπελίνι.

Ωστόσο, η δράση έχει επιβραδυνθεί τις τελευταίες εβδομάδες, χωρίς άλλες συλλήψεις και με τη σταδιακή απελευθέρωση υπόπτων σε κατ’ οίκον περιορισμό. Ο Κοζολίνο και η Μπελίνι βρίσκονται επίσης και οι δύο ακόμη στην Ιταλία, όπου οι τοπικοί δικαστές ζητούν από το Βέλγιο περισσότερες πληροφορίες προτού αποφασίσουν σχετικά με το αίτημα έκδοσης.

Καθ’ όλη τη διάρκεια όλων αυτών, η κράτηση της Kαϊλή έχει γίνει αντικείμενο έντονης συζήτησης σχετικά με τις συνθήκες εγκλεισμού στο βελγικό σύστημα φυλακών.

Οι δικηγόροι της δεν σταμάτησαν να διαμαρτύρονται για την κράτησή της, παρομοιάζοντας μάλιστα την κατάστασή της με «βασανιστήρια» σε κάποιο σημείο. Τόνισαν ότι η Εύα Καϊλή είχε ένα παιδί 2 ετών στο σπίτι και υποστήριξαν ότι οι δυο τους θα έπρεπε να είναι μαζί. Ιταλοί μέλη Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έγραψαν επίσης επιστολή τον Φεβρουάριο καταγγέλλοντας τη μεταχείριση της.

Ομοίως, στην Ιταλία, οι δικηγόροι των δύο τοπικών υπόπτων, Κοζολίνο και Μπελίνι, υποστήριξαν ότι θα ήταν απάνθρωπο να μεταφερθούν οι πελάτες τους στα κελιά των φυλακών του Βελγίου. Ουσιαστικά, ισχυρίστηκαν ότι οι Βέλγοι εισαγγελείς ήθελαν να βάλουν τους ανθρώπους στη φυλακή μέχρι να «αναποδογυρίσουν», δηλαδή να συνεργαστούν.

Οι βελγικές αρχές έχουν ως επί το πλείστον αποφύγει να απαντήσουν δημοσίως στους ισχυρισμούς σχετικά με τις συνθήκες κράτησης.

Υπενθυμίζεται πως τόσο ο Τζόρτζι, όσο και ο Ιταλός πρώην ευρωβουλευτής Αντόνιο Παντσέρι, ο φερόμενος ως επικεφαλής του δικτύου δωροδοκίας, ο οποίος ήρθε σε συμφωνία με τους Βέλγους ανακριτές, έχουν αφεθεί ελεύθεροι με ηλεκτρονική παρακολούθηση.