«Απορρίπτεται η προσφυγή της Εύας Καϊλή κατά του αιτήματος της Ευρωπαίας Γενικής Εισαγγελέως και της αποφάσεως της Προέδρου του Κοινοβουλίου» για την άρση της ασυλίας της πρώην αντιπροέδρου του Ευρωκοινοβουλίου, απεφάνθη το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο χαρακτηρίζοντας την προσφυγή ως «απαράδεκτη στο σύνολό της», με την αιτιολογία ότι οι επίμαχες πράξεις δεν υπόκεινται σε προσφυγή. Το αίτημα αφορά έρευνα για τη διαχείριση των βουλευτικών αποζημιώσεων, η οποία ωστόσο δεν συνδέεται με το σκάνδαλο Qatargate.

Ads

Σημειώνεται ότι το Γενικό Δικαστήριο της ΕΕ (ΓΔΕΕ) αποφαίνεται ότι στις προαναφερθείσες πράξεις δε διατυπώνεται κάποια οριστική θέση ούτε της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας ως προς την έρευνα που έχει κινηθεί εις βάρος της Ε. Καϊλή, ούτε του Κοινοβουλίου ως προς τη νομική της κατάσταση.

Επιπλέον, οι πράξεις αυτές δεν παράγουν δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα ικανά να θίξουν τα συμφέροντά της, μεταβάλλοντας ουσιωδώς τη νομική της κατάσταση. Ακόμη, το Δικαστήριο κρίνει ότι, μέχρι την έκδοση της τελικής αποφάσεως του Κοινοβουλίου, η Εύα Καϊλή εξακολουθεί να απολαύει της προστασίας των προνομίων και των ασυλιών που απονέμονται από το δίκαιο της ΕΕ.

Το αίτημα άρσης της ασυλίας είναι αναγκαίο προς διασφάλιση της αποτελεσματικότητας των ερευνών, όταν η ασυλία της οποίας απολαύει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο συνιστά εμπόδιο στην έρευνα που το αφορά σημειώνει χαρακτηριστικά το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.

Ads

Υπενθυμίζεται ότι βασιζόμενη σε έρευνα που διενεργήθηκε με αντικείμενο τη διαχείριση των βουλευτικών αποζημιώσεων, η Ευρωπαία Γενική Εισαγγελέας Laura Kövesi ζήτησε, στις 15 Δεκεμβρίου 2022, από την πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Ρομπέρτα Μέτσολα να άρει την κοινοβουλευτική ασυλία της πρώην αντιπροέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Αρχικά, η Ρομπέρτα Μέτσολα ανακοίνωσε το αίτημα αυτό στην ολομέλεια του Κοινοβουλίου, παραπέμποντάς το στην επιτροπή νομικών υποθέσεων. Στη συνέχεια, η Εύα Καϊλή άσκησε ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της ΕΕ προσφυγή ζητώντας να ακυρωθεί τόσο το εν λόγω αίτημα.

«Εγώ θα αποδείξω την αθωότητά μου»

Για το QatarGate και όλα όσα συνέβησαν στις έρευνες των δικαστικών αρχών αναφέρθηκε η Εύα Καϊλή σε συνέντευξή της στην εκπομπή Quarta Repubblica του ιταλικού καναλιού Rete4, το βράδυ της Δευτέρας (15/1), κάνοντας λόγο για μεροληψία στις έρευνες των δικαστών και για παραβιάσεις δικαιωμάτων στην «καρδιά» της Ευρώπης.

«Πιστεύω ότι σε αυτή την έρευνα υπήρξαν κατάφωρες παραβιάσεις του ευρωπαϊκού δικαίου, το τεκμήριο αθωότητας και η αμεροληψία των δικαστών λείπουν εντελώς: διασυνδέσεις δικαστών με μασονία, προέκυψαν συγκρούσεις συμφερόντων, δεν υπήρξαν οι εγγυήσεις που υπάρχουν στην Ιταλία» είπε η Έυα Καϊλή στο Ιταλικό κανάλι.

Τόνισε πως θα αποδειξει την αθωότητά της, «εδώ υπήρξε και υπάρχει μόνο το τεκμήριο της ενοχής. Εγώ θα αποδείξω την αθωότητά μου και θα αποδειχθεί πως δεν υπάρχουν στοιχεία για τις κατηγορίες που διατυπώνουν εναντίον μου» δήλωσε.

Ανέφερε επίσης πως για να την πιέσουν να ομολογήσει της είπαν τις πρώτες ημέρες της σύλληψής της πως, «η κόρη μου θα ανατεθεί στις κοινωνικές υπηρεσίες, όλα αυτά για να με κάνουν να ομολογήσω κάτι που δεν διέπραξα», είπε, προσθέτοντας πως «είναι απαράδεκτο να συμβαίνουν τέτοιες παραβιάσεις των δικαιωμάτων στην καρδιά της Ευρώπης».

«Ζήτησα ακρόαση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αλλά αυτό δεν έχει συμβεί ακόμη, και νομίζω ότι είναι σωστό πριν από τις ευρωεκλογές οι πολίτες να μάθουν τι έχει συμβεί», τόνισε η Καϊλή.

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, η Καϊλή αναφέρθηκε και στον ανακριτή Μισέλ Κλεζ, ο οποίος «αναγκάστηκε να κάνει ένα βήμα πίσω λόγω υποψίας σύγκρουσης συμφερόντων, αφού προέκυψε μια επιχειρηματική σχέση μεταξύ του γιου του και του γιου της ευρωβουλευτή – που προσεγγίστηκε επανειλημμένα για την υπόθεση αλλά δεν ερευνήθηκε – Maria Arena, συνιδιοκτήτες μιας εταιρείας νόμιμης κάνναβης», όπως γράφει το ANSA.

«Νομίζω ότι απέναντι σε έναν δικαστή που έδειξε ότι έχει πολιτικές φιλοδοξίες, που αναγκάστηκε να αποσυρθεί λόγω σύγκρουσης συμφερόντων και που διεξήγαγε όλη την υπόθεση με αυτόν τον τρόπο, πρέπει να εγείρονται σοβαρά ερωτήματα σε όλους τους πολίτες σχετικά με την όλη έρευνα του Qatargate», κατέληξε.