Η κλιματική κρίση δεν είναι απλώς ένα περιβαλλοντικό ζήτημα· είναι και ένα βαθιά ενεργειακό φαινόμενο, που επαναπροσδιορίζει τον τρόπο με τον οποίο παράγεται, διανέμεται και καταναλώνεται η ενέργεια παγκοσμίως. Οι συνέπειες γίνονται ολοένα και πιο ορατές, τόσο στις τιμές όσο και στη σταθερότητα του ενεργειακού εφοδιασμού, με άμεσες επιπτώσεις στην καθημερινότητα πολιτών και επιχειρήσεων.
Ακραία καιρικά φαινόμενα και ενεργειακές υποδομές
Ένα από τα πρώτα μέτωπα στα οποία η κλιματική κρίση δείχνει τα δόντια της είναι οι ενεργειακές υποδομές. Θερμοκρασίες ρεκόρ, παρατεταμένες ξηρασίες, πλημμύρες και ανεμοστρόβιλοι προκαλούν ζημιές ή πλήρη διακοπή λειτουργίας σε σταθμούς παραγωγής και δίκτυα μεταφοράς.
Για παράδειγμα, οι υδροηλεκτρικοί σταθμοί πλήττονται έντονα από την ξηρασία. Σε χώρες όπως η Ισπανία, η Ιταλία και η Κίνα, η μειωμένη στάθμη των ποταμών έχει οδηγήσει σε σημαντική μείωση της παραγωγής, αναγκάζοντας τις κυβερνήσεις να αναζητήσουν εναλλακτικές – συχνά πιο ρυπογόνες – πηγές ενέργειας.
Το ίδιο ισχύει και για τις θερμοηλεκτρικές μονάδες που χρειάζονται μεγάλες ποσότητες νερού για ψύξη. Κατά τη διάρκεια καύσωνα, η θερμοκρασία του νερού ανεβαίνει τόσο πολύ που η ψύξη καθίσταται αναποτελεσματική, με αποτέλεσμα μειωμένη απόδοση ή και παύση λειτουργίας.
Οι ανεμογεννήτριες και τα φωτοβολταϊκά επηρεάζονται επίσης. Η απόδοσή τους εξαρτάται από τις καιρικές συνθήκες – και η κλιματική κρίση τις καθιστά όλο και πιο απρόβλεπτες. Η άπνοια, η έντονη συννεφιά ή ακόμα και η υπερβολική ζέστη επηρεάζουν την παραγωγή, μειώνοντας την αξιοπιστία των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) αν δεν συνοδεύονται από λύσεις αποθήκευσης ή έξυπνης διαχείρισης.
Ενεργειακή ζήτηση και πίεση στα δίκτυα
Οι πιο θερμοί χειμώνες και τα πιο καυτά καλοκαίρια μεταβάλλουν τα ενεργειακά προφίλ των κοινωνιών. Η χρήση κλιματιστικών αυξάνεται ραγδαία – ειδικά στις χώρες του Νότου – προκαλώντας αιχμές στη ζήτηση ρεύματος που τα υπάρχοντα δίκτυα δεν ήταν σχεδιασμένα να αντέχουν.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Γαλλίας και της Γερμανίας, όπου το καλοκαίρι του 2023 η ζήτηση για ρεύμα σε οικιακό και εμπορικό επίπεδο ξεπέρασε κάθε προηγούμενο, με αποτέλεσμα αυξήσεις τιμών στην αγορά χονδρικής και ανάγκη εισαγωγών από άλλες χώρες.
Παράλληλα, η ανάγκη για ηλεκτροδότηση κέντρων ψύξης, αντλιών θερμότητας, αλλά και για φόρτιση ηλεκτρικών οχημάτων, ενισχύει περαιτέρω τη ζήτηση και καθιστά πιο επιτακτική την ανάγκη για επενδύσεις σε σύγχρονα, «έξυπνα» δίκτυα.

Ανατιμήσεις: το κλίμα “ανάβει” τις τιμές
Η αστάθεια στην παραγωγή ενέργειας οδηγεί συχνά σε ανατιμήσεις. Όταν οι ανανεώσιμες δεν αποδίδουν λόγω καιρού, η κάλυψη της ζήτησης πέφτει στο φυσικό αέριο ή τον άνθρακα. Αυτό σημαίνει αυξημένο κόστος, ιδιαίτερα σε περιόδους όπου οι τιμές των ορυκτών καυσίμων είναι υψηλές, όπως συνέβη μετά την ενεργειακή κρίση του 2022 που προκλήθηκε από τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Η αβεβαιότητα εντείνεται, καθώς οι αγορές προσπαθούν να προεξοφλήσουν κινδύνους που πλέον δεν σχετίζονται μόνο με τη γεωπολιτική, αλλά και με το… δελτίο καιρού. Έτσι, το κόστος της ενέργειας γίνεται περισσότερο απρόβλεπτο και ευάλωτο σε εξωγενείς παράγοντες.
Η ενεργειακή μετάβαση: λύση με κόστος
Η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης προϋποθέτει μια ριζική ενεργειακή μετάβαση: από τα ορυκτά καύσιμα στις ΑΠΕ. Αυτή η μετάβαση, όμως, έχει το δικό της κόστος. Η εγκατάσταση ανεμογεννητριών, φωτοβολταϊκών, σταθμών αποθήκευσης, δικτύων φόρτισης και η αναβάθμιση των ηλεκτρικών δικτύων απαιτούν τεράστιες επενδύσεις.
Συχνά, οι δαπάνες αυτές περνούν στον καταναλωτή μέσω των λογαριασμών ρεύματος ή των πράσινων τελών. Παρότι η μετάβαση υπόσχεται φθηνότερη ενέργεια μακροπρόθεσμα, στο παρόν δημιουργεί πίεση σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Ταυτόχρονα, πολλές χώρες συνεχίζουν να επιδοτούν το φυσικό αέριο ή το πετρέλαιο για να καλύψουν τα κενά, καθυστερώντας την πλήρη απανθρακοποίηση και δημιουργώντας ένα υβριδικό και ασταθές ενεργειακό σύστημα.
Ανάγκη για ανθεκτικότητα και στρατηγική
Η κλιματική κρίση υποχρεώνει τον ενεργειακό τομέα να αλλάξει. Δεν αρκεί πλέον η παραγωγή καθαρής ενέργειας – χρειάζεται ανθεκτικότητα, ευελιξία και στρατηγική. Οι επενδύσεις σε αποθήκευση ενέργειας, οι διασυνδέσεις μεταξύ κρατών, οι ανθεκτικές υποδομές και η αποκέντρωση της παραγωγής (π.χ. ενεργειακές κοινότητες) είναι λύσεις που ενισχύουν την ασφάλεια και περιορίζουν τις αναταράξεις.
Η Ελλάδα, με την ηλιοφάνεια και το αιολικό της δυναμικό, έχει συγκριτικό πλεονέκτημα. Όμως, η πραγματική πρόκληση είναι να μετατρέψει αυτή την αφθονία σε σταθερή, οικονομικά βιώσιμη ενέργεια, που θα φτάνει με ασφάλεια σε κάθε πολίτη.
Η ενεργειακή επάρκεια δεν είναι πλέον δεδομένη. Είναι ένα διακύβευμα που εξαρτάται τόσο από τις τεχνολογίες, όσο και από τις πολιτικές αποφάσεις. Και εν μέσω κλιματικής κρίσης, καμία απόφαση δεν μπορεί να περιμένει.