Με μία κίνηση η οποία φαντάζει «αλλοπρόσαλλη» και άκρως επικίνδυνη, οι ΗΠΑ, ενώ ήδη βρίσκονται σε σύγκρουση με τη Κίνα, αποφάσισαν να κλιμακώσουν και τον εμπορικό πόλεμο που ξεκίνησαν οι ίδιες πριν μερικούς μήνες εναντίον της ΕΕ. Η Ουάσινγκτον, την περασμένη Τετάρτη, ανακοίνωσε νέους δασμούς ύψους από 10% ως 25%, που υπολογίζονται σε 7,5 δισεκατομμύρια δολάρια σε μια σειρά ευρωπαϊκών προϊόντων από ελιές μέχρι αεροσκάφη. Μεταξύ αυτών και πολλά ελληνικά προϊόντα γεγονός που αναμένεται να πλήξει σημαντικά τους εγχώριους παραγωγούς

Ads

Το «αλλοπρόσαλλο» της υπόθεσης έγκειται στο ότι, ενώ η τυπική αφορμή για τους νέους δασμούς είναι η απόφαση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) – που ανακοινώθηκε επίσης την Τετάρτη – η οποία αποφαίνεται ότι η Airbus έλαβε αθέμιτες επιδοτήσεις, άρα οι ΗΠΑ, ως μέσο προστασίας της δικής τους Boeing, έχουν δικαίωμα να «τιμωρήσουν» την ΕΕ, οι πρώτοι δασμοί που επέβαλλε ο Τραμπ τον περασμένο Μάιο στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου από την Ευρώπη είχαν σαν πρόφαση το… «πρώτα η Αμερική». Διότι, η εισαγωγή αλουμίνιου και χάλυβα από ΕΕ και άλλες χώρες υπονομεύει – κατά τον Τραμπ – τον αντίστοιχο αμερικανικό βιομηχανικό τομέα, άρα, αποτελεί «απειλή» για την εθνική ασφάλεια.

Στην πραγματικότητα και πέρα από τις συγκυριακές αιτιολογίες, είναι προφανές ότι οι ΗΠΑ, μετά το εμπορικό μέτωπο που άνοιξαν εναντίον της Κίνας, παγκοσμιοποιούν περαιτέρω τον εμπορικό πόλεμο, αφενός για να ενισχύσει το κεφάλαιό της, αφετέρου ως «όπλο» στην γενικότερη γεωπολιτική αντιπαράθεση με άλλους ισχυρούς παγκόσμιους «παίκτες» που αμφισβητούν την αμερικανική ηγεμονία (Κίνα, Ρωσία, εν μέρει ΕΕ).

Οι προειδοποιήσεις για παγκόσμια αποσταθεροποίηση από αυτήν την επιθετική τακτική των ΗΠΑ φαίνεται ότι πέφτουν στο κενό. Ακόμη και το ΔΝΤ, τον περασμένο Ιούνιο, με αφορμή τον διευρυνόμενο εμπορικό πόλεμο των ΗΠΑ με την Κίνα και την απειλή της Ουάσινγκτον ότι θα επιβάλλει δασμούς σε όλα τα εισαγόμενα αγαθά από το Μεξικό, προειδοποιούσε ότι όλα αυτά θα οδηγήσουν την παγκόσμια οικονομία σε ύφεση και πως τα μέτρα αυτού του είδους υπονομεύουν την εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων και των αγορών, επιβραδύνοντας αισθητά τον ρυθμό ανάπτυξης. Μάλιστα, το ΔΝΤ εκτιμούσε ότι τόσο οι δασμοί που έχουν επιβληθεί στην Κίνα – και αντιστρόφως – όσο και οι επαπειλούμενοι μπορεί να μειώσουν το παγκόσμιο ΑΕΠ κατά 0,5% σε ετήσιο ρυθμό, ή περίπου 455 δισεκατομμύρια δολάρια. Η Λαγκάρντ, ως επικεφαλής του ΔΝΤ τότε, είχε συνοψίσει τις συνέπειες αυτού του εμπορικού πολέμου για την παγκόσμια οικονομία, ως «αυτοτραυματισμό».

Ads

Η απάντηση της ΕΕ

Αν και η Ευρωπαϊκή Ένωση συμμερίζεται τις ανησυχίες για την οικονομία, ωστόσο, εύλογα, όπως έκανε και την πρώτη φορά – επιβάλλοντας δασμούς στις μοτοσικλέτες Χάρλεϊ Ντάβιντσον, το ουίσκι και τα τζιν – έτσι και τώρα θα λάβει αντίμετρα σε απάντηση στους νέους δασμούς που πρόκειται να επιβάλουν οι ΗΠΑ στα προϊόντα της, όπως προειδοποίησε την Παρασκευή Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Χάικο Μάας σε συνέντευξη που παραχώρησε στις εφημερίδες του δημοσιογραφικού ομίλου Funke. «Η ΕΕ θα πρέπει τώρα να αντιδράσει, και αφού λάβει την έγκριση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, ίσως να επιβάλει και εκείνη τιμωρητικά αντίμετρα», επεσήμανε. Αντίστοιχα, ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Όλαφ Σολτς δήλωσε την Πέμπτη ότι η ΕΕ θα πρέπει να αντιδράσει αλλά με σύνεση, καθώς οι παγκόσμιες εμπορικές διαμάχες δεν είναι προς το συμφέρον κανενός.

Η ΕΕ ελπίζει πάντως ότι θα καταλήξει σε μια φιλική διευθέτηση με την Ουάσινγκτον προκειμένου να αποφευχθεί η κλιμάκωση ενός εμπορικού πολέμου στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Προς το παρόν, η απάντηση των Βρυξελλών είναι, πως αν «αν οι Ηνωμένες Πολιτείες επιβάλουν κυρώσεις, θα ωθήσουν την ΕΕ να κάνει το ίδιο», σύμφωνα με τον εκπρόσωπο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ντανιέλ Ροσάριο. Εκφράζοντας «λύπη» για την αμερικανική απόφαση, ο Ροσάριο δήλωσε πως οι επιπλέον τελωνειακοί δασμοί που προβλέπεται να τεθούν σε ισχύ στις 18 Οκτωβρίου «θα επηρεάσουν πρώτα και κυρίως τους Αμερικανούς καταναλωτές και τις αμερικανικές επιχειρήσεις».

Η εκτίμηση του Ροσάριο έχει βάση και ίσως να αποτελεί τον απόηχο της πρόσφατης ανοιχτής επιστολής μιας ομάδας Αμερικανών εισαγωγέων αλκοόλ, χονδρεμπόρων, μεταφορέων και υπηρεσιών Logistics, οι οποίοι απευθύνουν έκκληση προς τον Τραμπ να άρει τους δασμούς. Προειδοποιούν, ότι οι δασμοί στο σκοτσέζικο ουίσκι, τα λικέρ και το κρασί θα επηρεάσουν σχεδόν κατά 3,4 δισεκατομμύρια δολάρια τις εισαγωγές και θα κοστίσουν 13.000 θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ.

Το Assosciated Press συμπεραίνει ότι οι δασμοί αυξάνουν την αβεβαιότητα για την παγκόσμια οικονομία, η οποία έχει πληγεί ιδιαίτερα από τον εμπορικό και τεχνολογικό πόλεμο των ΗΠΑ με την Κίνα. Προσθέτει, ότι η αμερικανική και η ευρωπαϊκή οικονομία είναι πιο κοντά από ό,τι οι ΗΠΑ και την Κίνα, οπότε οι ζημίες από την κλιμάκωση αυτή θα μπορούσαν να αποδυναμώσουν το μέτωπο με την Κίνα. προς όφελος της τελευταίας. Οι συνολικές επενδύσεις των ΗΠΑ στην ΕΕ, για παράδειγμα, είναι τρεις φορές υψηλότερες από ό,τι σε ολόκληρη την Ασία. Οι επενδύσεις της ΕΕ στις ΗΠΑ είναι οκτώ φορές μεγαλύτερες από τις ευρωπαϊκές επενδύσεις στην Κίνα και την Ινδία. Οι δύο πλευρές, ΗΠΑ και ΕΕ, αντιπροσωπεύουν περίπου το μισό της παγκόσμιας οικονομίας.

Γι’ αυτό και οικονομικοί αναλυτές, όπως ο ‘Αλεξ Κουπτίκεβιτς της χρηματιστηριακής FxPro δηλώνουν ότι το αμερικανικό βήμα εγείρει φόβους για ένα νέο γύρο κλιμάκωσης των δασμολογικών πολέμων. «Η επιβολή δασμών και οι φόβοι για ισοδύναμα αντίποινα θα μπορούσαν να καταστείλουν το επιχειρηματικό κλίμα, το οποίο βρίσκεται ήδη στα χαμηλότερα επίπεδα για χρόνια».

«Αν δεν υπήρχε ο ευρύτερος εμπορικός πόλεμος, όλοι θα λέγαμε ότι είναι απλώς business as usual σύμφωνα με τους κανόνες του ΠΟΕ» λέει στο  Assosciated Press ο Εντουαρντ Αλντεν, στέλεχος της αμερικανικής «δεξαμενής σκέψης» Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων (Council on Foreign Relations). «Στο σημερινό πλαίσιο, όμως, θα είναι δύσκολο να περιοριστεί. Οι Ευρωπαίοι αισθάνονται ότι οι οικονομίες τους δέχονται επίθεση από τη διοίκηση Τραμπ».

Την «πληρώνουν» ο γεωργικός τομέας και τα τρόφιμα

Η αυξανόμενη αβεβαιότητα σχετικά με ένα από τα παλαιότερα και μεγαλύτερα οικονομικά εμπορικά «μονοπάτια» – αυτό της Ευρώπης και των ΗΠΑ – θα καθιστούσε ακόμη πιο σκοτεινές τις προοπτικές για τους εισαγωγείς, εξαγωγείς και κατασκευαστές και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, εκτιμά η ανάλυση του πρακτορείου. Ο Μπομπ Μπάουερ, πρόεδρος της Ένωσης Βιομηχανιών Τροφίμων που εδρεύει στο Νιου Τζέρσεϋ και αντιπροσωπεύει περίπου 1.000 εισαγωγείς και εξαγωγείς τροφίμων παγκοσμίως, δήλωσε ότι τα μέλη της ένωσης είναι εξαγριωμένα, διότι θεωρούν πως τα τρόφιμα στοχοποιούνται στο πλαίσιο μιας διαμάχης που αφορά σε επιδοτήσεις της αεροπορικής βιομηχανίας. «Θα πληρώσουμε εμείς για να μπορούν η Boeing και η Airbus να συνεχίσουν να λαμβάνουν αυτές τις επιδοτήσεις», λέει ο Μπάουερ στο AP, προσθέτοντας ότι πολλοί εισαγωγείς τροφίμων είναι μικρές, οικογενειακές επιχειρήσεις που δεν μπορούν να απορροφήσουν έναν επιπλέον φόρο 25% επειδή τα τρόφιμα έχουν χαμηλό περιθώριο κέρδους.

Ο επικεφαλής της Ισπανικής Ομοσπονδίας Βιομηχανιών Τροφίμων και Ποτών, Μαουρίτσιο Γκαρσία ντε Κεβέντο εκτιμά ότι οι νέοι δασμοί των ΗΠΑ θα δυσκολέψουν τη διεθνή ανταγωνιστικότητα των εταιρειών που εκπροσωπεί και αυτό θα συμβάλει στην απώλεια θέσεων εργασίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος πελάτης τροφίμων και ποτών της Ισπανίας μετά την ΕΕ, σύμφωνα με την ομοσπονδία, με εξαγωγές 1,7 δισεκατομμυρίων ευρώ το 2018.

Ο Μιγκέλ Μπλάνκο, γενικός γραμματέας της ισπανικής ομοσπονδίας γεωργικών κτηνοτροφικών συλλόγων (COAG), που εκπροσωπεί περισσότερους από 15.000 Ισπανούς αγρότες και κτηνοτρόφους, δήλωσε ότι οι δασμοί είναι «εντελώς άδικοι και υπερβολικοί». «Για άλλη μια φορά, ο γεωργικός τομέας πρόκειται να πληρώσει έναν εμπορικό πόλεμο της ΕΕ που δεν έχει καμία σχέση με την ισπανική ύπαιθρο», είπε στο Europa Press.

Αντίστοιχη είναι και η διάθεση της γαλλικής ομοσπονδίας εξαγωγέων κρασιών και οινοπνευματωδών ποτών, ο πρόεδρος της οποίας, Αντουάν Λετσία λέει ότι «αισθανόμαστε πως είμαστε όμηροι αυτών των αντιποίνων».

Στη Γερμανία, τη μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ, που επικεντρώνεται σε μεγάλο βαθμό στις εξαγωγές, η Ομοσπονδία Γερμανικών Βιομηχανιών εκτιμά ότι οι ΗΠΑ χρησιμοποιούν την απόφαση του ΠΟΕ για να κλιμακώσουν τις εμπορικές διαφορές. Αναμένοντας αν ο Τραμπ θα κάνει πράξη τις απειλές του για δασμούς στις εισαγωγές ευρωπαϊκών αυτοκινήτων – κάτι το οποίο θα χτυπήσει πρώτα τη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία – ο επικεφαλής της ομοσπονδίας, Γιόακιμ Λανγκ θεωρεί ότι οι χαμένοι της υπόθεσης θα είναι οι βιομηχανίες και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού.