Κατά τη διάρκεια των 30 ετών που πέρασαν από τον εμφύλιο πόλεμο του Λιβάνου, οι γειτονιές της πρωτεύουσας Βηρυτού είναι χωρισμένες με σεχταριστικές γραμμές που αντικατοπτρίζουν το επίσης βασισμένο στις σέχτες συνταγματικό σύστημα καταμερισμού της εξουσίας της χώρας. 

Ads

Αλλά αυτό το πολιτικό οικοδόμημα βρίσκεται υπό αμφισβήτηση εδώ και αρκετούς μήνες. Τον Οκτώβριο, Λιβανέζοι από κάθε θρησκευτικό φάσμα βγήκαν στους δρόμους και διαδήλωσαν ενάντια στην πολιτική ηγεσία την οποία χαρακτηρίζουν ως μία διεφθαρμένη ελίτ. Τον περασμένο μήνα, η τεράστια έκρηξη στο λιμάνι της πόλης άφησε πίσω της ερείπια σε πολλές από τις κυρίαρχες χριστιανικές γειτονιές της πόλης και ξεσκέπασε τα ελαττωματικά σεχταριστικά όρια.  

Οι διάφορες κοινότητες του Λιβάνου είναι πιο καχύποπτες μεταξύ τους από κάθε άλλη στιγμή στην πρόσφατη ιστορία της χώρας. Στο επίκεντρο των εντάσεων βρίσκεται η Χεζμπολάχ που σύμφωνα με την αναλύτρια του Al Jazeera, Ανχάλ Βόχρα, διακρατά το «κλειδί», τόσο για να βυθίσει τη χώρα σε νέο χάος, όσο και για να επιφέρει την ειρήνη. Την ίδια ώρα, αν και δεν είναι καθόλου ξεκάθαρο το πως θα επιλυθούν αυτές οι σεχταριστικές διαφορές, είναι πάντως σίγουρο ότι κανείς δεν επιθυμεί η κατάσταση να εξελιχθεί σε έναν ακόμη εμφύλιο πόλεμο. 

Οι υποστηρικτές της Χεζμπολάχ, θεωρούν ότι τα όπλα της οργάνωσης είναι απαραίτητα για την προστασία των Σιιτών – παραδοσιακά την φτωχότερη κοινότητα του Λιβάνου – τόσο απέναντι στο Ισραήλ, όσο και εντός του έθνους που είναι γεμάτο θρησκευτικές διαιρέσεις. Η δευτερεύουσα κοινωνική θέση των Σιιτών χρονολογείται εδώ και αιώνες και αντικατοπτρίζει την υποστήριξη που παραδοσιακά παρέχεται στους Χριστιανούς από τις Δυτικές δυνάμεις καθώς και τον μεγαλύτερο πλούτο και την επιρροή που διακατέχουν οι Σουνίτες Μουσουλμάνοι, ιδιαίτερα υπό τους ομοϊδεάτες Οθωμανούς ηγεμόνες. Η άνοδος της Χεζμπολάχ, που φοβούνται και οι δυο αυτές κοινότητες, αποτελεί λόγο υπερηφάνειας για πολλούς Σιίτες. 

Ads

Οι μαχητές της Χεζμπολάχ σπάνια μιλούν σε δημοσιογράφους ή εμφανίζονται ως πολιτικοί υποστηρικτές και όχι ως μέλη. Ωστόσο, ο Αμπού Αλί μίλησε στο Foreign Policy, υποστηρίζοντας ότι έχει διατελέσει μαχητής στον πολέμο ενάντια στο Ισραήλ. Κι αυτό που είχε να πει είναι ότι οι περισσότεροι από τους διαδηλωτές που στρέφονται κατά της Χεζμπολάχ υποστηρίζονται από φίλους του Ισραήλ εντός του Λίβανου και βρίσκονται στη μισθοδοσία δυτικών πρεσβειών. Σημείωσε επίσης, για να υποστηρίξει τη θεωρία του, την ορατή οικονομική διαφορά μεταξύ διαδηλωτών της μεσαίας τάξης και των φτωχότερων Σιιτών, λέγοντας παράλληλα ότι «όλα θα είναι είναι δίκαια (ως απάντηση) αν αυτοί οι διαδηλωτές περάσουν τις “κόκκινες γραμμές” της Χεζμπολάχ». 

Η Χεζμπολάχ έχει ήδη συγκρουστεί πολλές φορές με το κίνημα διαμαρτυρίας. Οι περισσότεροι αναλυτές υποστηρίζουν ότι οι ηγέτες του κινήματος διαμαρτυρίας και οι αντιπολιτευόμενες φατρίες δεν θα ήθελαν να την προκαλέσουν πολύ περισσότερο, καθότι είναι ασαφές το πως θα μπορούσε να αντιδράσει. Πολλοί Λιβανέζοι εκτός σιιτικής κοινότητας και λιγότεροι εντός της σιιτικής κοινότητας θα ήθελαν την συγχώνευση της Χεζμπολάχ με το στρατό, αλλά γνωρίζουν ότι η αντίθεση στην ανεξαρτησία της οργάνωσης αναφορικά με τα όπλα, επισύρει μεγάλο προσωπικό ρίσκο. 

Ο καθηγητής Νάσερ Γιασίν του Αμερικανικού Πανεπιστημίου της Βηρυτού, υποστηρίζει ότι η Χεζμπολάχ δεν θα διστάσει να καταλάβει τους δρόμους, όπως έκανε το 2008, αν δεχτεί επίθεση. «Αν – κι αυτό είναι ένα μεγάλο αν – ορισμένες ομάδες (Σουνίτες, Χριστιανοί ή Δρούζες) φέρουν όπλα εναντίον της Χεζμπολάχ και αν ο Λιβανέζικος Στρατός φανεί απρόθυμος να συγκρουστεί μαζί τους, τότε η οργάνωση θα αναλάβει γρήγορη δράση για τον έλεγχο της χώρας, όπως το 2008». 

Το 2008 ο υποστηριζόμενος από τη Σαουδική Αραβία Σουνίτης πρωθυπουργός Φουάτ Σινιόρα τόλμησε να ρίξει τις επικοινωνίες της Χεζμπολάχ, δίνοντάς της την ευκαιρία να δείξει την δύναμή της στους δρόμους. Μέσα σε λίγες ημέρες, οι υποστηρικτές της Χεζμπολάχ πλημμύρισαν τη Βηρυττό. Οι Σουνίτες βρίσκονται έκτοτε ένα βήμα πίσω. 

Ο Ζιαάντ Αλλούκι, διοικητής της Σουνιτικής πολιτοφυλακής από στην Τρίπολη, έχει πολεμήσει στο παρελθόν σε σεχταριστικές συγκρούσεις αλλά λέει ότι τώρα οι πολιτικοί άρχοντες θα ήθελαν ανά αποφύγουν την κλιμάκωση. 

«Η απουσία ένοπλης δραστηριότητας οφείλεται στις παραχωρήσεις των ηγετών μας», λέει στο Foreign Policy, o Αλλούκι. Η γενική αντίληψη μεταξύ των Σουνιτών στο Λίβανο είναι ότι η ηγεσία τους τόσο στον Λίβανο, όσο και στην ευρύτερη περιοχή, με επικεφαλής τους Σαουδάραβες, τους έχει εγκαταλείψει στις ιδιοτροπίες της Χεζμπολάχ και του προστάτη της, του Ιράν. 

Ο Μπαχάα Χαρίρι, γιος του πρώην πρωθυπουργού Ραφίκ Χαρίρι και μεγαλύτερος αδελφός του επίσης πρώην πρωθυπουργού Σαντ Χαρίρι, δήλωσε ότι το κόμμα του δεν ήταν έτοιμο για αντιπαράθεση. «Ζητήσαμε αυτοσυγκράτηση επειδή είπαμε ότι δεν θέλουμε προβλήματα», τονίζει. Όταν ρωτήθηκε πώς σκόπευε να αφοπλίσει τη Χεζμπολάχ, κάτι που ο πατέρας και ο αδελφός του δεν κατάφεραν να κάνουν, απάντησε: «Πρέπει να οργανώσουμε τη δράση μας».

Πίσω στην λιβανέζικη κοινωνία η αντιμετώπιση του ζητήματος βρίσκει διαφορετική αντιμετώπιση. Υπάρχουν εκείνοι που θα προτιμούσαν οι Δυτικές δυνάμεις να αναλάβουν την ευθύνη για τον αφοπλισμό της Χεζμπολάχ, όπως οι υποστηρικτές της δεξιάς χριστιανικής φατρίας, των Λιβανέζικων Δυνάμεων, που ευθυγραμμίζεται πλήρως με την Αμερική και πάντως έχει χάσει σε δύναμη μετά τον Εμφύλιο. 

Τους τελευταίους δύο μήνες, το κίνημα διαμαρτυρίας έχει από τη μία μειωθεί αλλά από την άλλη, ιδιαίτερα μετά την έκρηξη, έχει αποκτήσει πιο σεχταριστικό τόνο. «Θα ήταν καλύτερο αν οι Χριστιανοί έπαιρναν μία ξεχωριστή χώρα και η Χεζμπολάχ της δική της», λέει μία γυναίκα αντανακλώντας ένα αίσθημα που συναντά κανείς σε χριστιανικές περιοχές. 

Σύμφωνα με το Foreign Policy, δεκάδες Λιβανέζοι διαδηλωτές δηλώνουν ότι το κίνημά τους επιδιώκει διαρθρωτικές αλλαγές και οικονομική μεταρρύθμιση, αλλά σε αυτές διείσδυσαν σεχταριστικές δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένων και αυτών της Χεζμπολάχ αλλά και του λιβανέζικου στρατού. 

Αρκετοί διαδηλωτές επίσης υποστηρίζουν ότι το ζήτημα των όπλων της Χεζμπολάχ διχάζει την κοινωνία και θα προτιμούσαν να αντιμετωπιστεί σε εθνικό επίπεδο μόνο όταν θα υπήρχε πια ένα νέο κυβερνητικό σύστημα. Άλλοι όπως ο Γκίλμπερτ Ντούμιτ που κατέβηκε στις τελευταίες εκλογές και έχασε κατηγορεί, όχι μόνο τη Χεζμπολάχ αλλά και όλους τους σεχταριστές ηγέτες για την επιστροφή του Λιβάνου στην άκρη του γκρεμού. «Από το 1990, υπήρξαν πολέμαρχοι που επέβαλαν στους πολίτες την ίδια ανταλλαγή: Σας προστατεύουμε και σε αντάλλαγμα, κλέβουμε από εσάς», είπε. «Κάθε φορά που απειλείτε τα συμφέροντά μας, προκαλούμε έναν εμφύλιο πόλεμο με το πρόσχημα της προστασίας της σέχτας», υποστηρίζει. 

Ορισμένοι αναλυτές υποστηρίζουν ότι ενώ η σεχταριστική δυσπιστία αυξάνεται, δεν υπάρχει καμία απειλή εμφύλιου πολέμου ακόμα – εκτός αν η Χεζμπολάχ αποφασίσει ότι θέλει έναν. Η Χεζμπολάχ και ο κύριος Σιιτικός σύμμαχός της, το Κίνημα Amal, πρόσφατα πραγματοποίησαν μια σειρά μηχανοκίνητες πορείες, κουνώντας σημαίες του ιδρυτή τους Ιμάμ Χουσείν. Οι Σιίτες εορτάζουν επί του παρόντος την ιερή ημέρα της Ασούρα, κατά την οποία θρηνούν τη δολοφονία του Χουσείν. Αυτό θα μπορούσε κανονικά να θεωρηθεί ως μια ακίνδυνη έκφραση θρησκευτικότητας, αλλά οι περισσότεροι Βηρυτοί σήμερα το βλέπουν ως επίδειξη δύναμης της Χεζμπολάχ: ένα κρυφό μήνυμα ότι οι άντρες της αν θέλουν, μπορούν να καταλάβουν ξανά τους δρόμους. 

Ο Αμπού Αλί λέει ότι η Χεζμπολάχ δεν θέλει εμφύλιο πόλεμο και ότι οι υποστηρικτές της προσπαθούν απλώς να διατηρήσουν το νόμο και την τάξη και να διασφαλίσουν ότι δεν θα ξεσπάσουν σεχταριστικές εντάσεις. «Αν υπήρχαν συνθήκες όπως στον εμφύλιο, τότε η Χεζμπολάχ θα επιτίθετο στο Ισραήλ. Είναι ο επικεφαλής όλων εκείνων που θέλουν βία στη χώρα», υποστηρίζει.