Ένα εκτενές αφιέρωμα στα περιστατικά λογοκρισίας και περιορισμού της πρόσβασης στο διαδίκτυο, κάνει η εφημερίδα Guardian. Σύμφωνα με αυτό, η λογοκρισία έχει εξελιχθεί τεχνολογικά και πλήττει όλο και περισσότερο την ελευθερία πρόσβασης και έκφρασης, για να προστατέψει τα συμφέροντα κυβερνήσεων.
Οι δημοσιογράφοι του Κασμίρ διαμαρτύρονται για τον αποκλεισμό της πρόσβασης στο διαδίκτυο που επέβαλε η κυβέρνηση της Ινδίας στο Σριναγκάρ στις 12 Οκτωβρίου 2019.
Για πολύ καιρό, η σαγηνευτική προσδοκία από το διαδίκτυο ήταν η επέκταση των οριζόντων, ότι οι μεμονωμένοι χρήστες θα φτάσουν έξω, θα ανακαλύψουν νέους φίλους και νέες προοπτικές, ότι το έθνος θα μιλούσε προς έθνος. Αυτό το όνειρο δεν ήταν αβάσιμο αλλά ήταν πάντα μια ελλιπής εκδοχή και οι σκεπτικιστές αποδείχτηκαν σωστοί. Μπαίνουμε σε μια εποχή κατά την οποία αυτό που ορίζει το διαδίκτυο μπορεί να μην είναι η “επέκταση” αλλά η “περιστολή” . Ενώ ο αριθμός των χρηστών του συνεχίζει να αυξάνεται, ο ευρηματικός και ομιλητικός χώρος που προσφέρει το διαδίκτυο βρίσκεται υπό απειλή. Ο χώρος αυτός δεν περιορίζεται μόνο από τις αποφάσεις των εταιριών τεχνολογίας και τις επιλογές των πελατών αλλά από την πολιτική των κυβερνήσεων.
Δείτε ένα νέο ρεκόρ που έχει δημιουργήσει η Ινδία στο τέλος του έτους: Στα μέσα Δεκεμβρίου, το “κατέβασμα” του διαδικτύου στο Κασμίρ – ένα από τα πολλά στη χώρα – ήταν το μεγαλύτερο που επιβλήθηκε ποτέ σε μια δημοκρατία ενώ η κυβέρνηση “γιόρτασε” με περιορισμούς, επίσης και στο Δελχί. Οι ενέργειες ς της Ινδίας την έβαλαν σε μια κακή αλλά μεγάλη “παρέα”. Η χρονιά είχε ξεκινήσει με διακοπή 20 ημερών στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό. Το Σουδάν, η Ζιμπάμπουε και το Ιράκ είναι μεταξύ εκείνων που ακολούθησαν λόγω διαμαρτυριών. (Η Αιθιοπία διέκοψε την πρόσβαση λόγω φόβου για εξαπάτηση σε εξετάσεις, καθώς και μετά τις δολοφονίες υπαλλήλων). Το αποτέλεσμα δεν αφορούσε μόνο στην πρόληψη κυκλοφορίας πληροφοριών εσωτερικά αλλά και στην παρεμπόδιση των ειδήσεων. Η Access Now, μια ομάδα που ασχολείται με το ελεύθερο και ανοιχτό διαδίκτυο, λέει ότι οι περιορισμοί στην πρόσβαση – μερικές φορές στοχεύοντας σε συγκεκριμένες υπηρεσίες ή περιορίζοντας το εύρος ζώνης παρά περιορίζοντας εντελώς την πρόσβαση – σημείωσαν άνοδο από 75 το 2016 σε 196 το 2018 και θα αυξηθούν κι άλλο.
Διαχωρισμός των ελέγχων
Τα “μπλακ άουτ” είναι η πιο ευρεία και εμφανής πτυχή των περιορισμών στο διαδίκτυο. Οι μέθοδοι ποικίλουν, από νόμους «πλαστών ειδήσεων» στη Σιγκαπούρη και τη Μυανμάρ μέχρι το κλείδωμα συγκεκριμένων πλατφορμών. Η αμερικανική ΜΚΟ Freedom House κατέγραψε πτώση της καθαρής ελευθερίας οκτώ χρόνια στη σειρά. Εν μέρει, φυσικά, η λογοκρισία αυξάνεται επειδή η αυξάνεται και χρήση του διαδικτύου. Περισσότεροι από το μισό πλανήτη, είναι πλέον “συνδεδεμένοι”. Οι κοινότητες έχουν βρει νέες πηγές πληροφοριών και γνώμης και έναν νέο τρόπο να μεγεθύνουν τις φωνές τους. Ορισμένες από τις κυβερνήσεις δαπανούν δισεκατομμύρια για να παρέχουν διαδικτυακή πρόσβαση στους πολίτες τους αλλά ταυτόχρονα εφευρίσκουν τρόπους να τους αρνηθούν την πρόσβαση ! Η παγκόσμια ροπή προς τον αυταρχισμό είναι ένας άλλος κρίσιμος παράγοντας και έχει συμβάλει στην άνοδο της ζήτησης για εξελιγμένες τεχνολογίες λογοκρισίας. Οι ηγέτες που επιδιώκουν να επεκτείνουν τους παραδοσιακούς ελέγχους πληροφοριών (π.χ. συλλαμβάνοντας δημοσιογράφους ή κλείνοντας τυπογραφεία) στη νέα πραγματικότητα, ακολουθούν ο ένας το παράδειγμα του άλλου, π.χ. όταν το Μπενίν έκλεισε πέρυσι την πρόσβαση στο ΄διαδίκτυο, είχε ακολουθήσει τα γειτονικά παραδείγματα του Τόγκο και της Γκάμπια.
Καμία χώρα δεν έχει κάνει περισσότερα για να ενθαρρύνει την εξάπλωση των περιορισμών στο διαδίκτυο όσα η Κίνα, η οποία έχει αναπτύξει το πιο εξελιγμένο και ευρύτατο σύστημα λογοκρισίας στον κόσμο, που περιλαμβάνει εσωτερικούς ελέγχους, ένα μεγάλο Firewall, που παρεμποδίζει τις εξωτερικές υπηρεσίες και, σύμφωνα με ερευνητές, το Μεγάλο Κανόνι για επιθέσεις DDoS που κατακλύζουν τους “στόχους” τους με αυξημένο traffic. Παρόλο που το Πεκίνο, επίσης, έχει χρησιμοποιήσει “μπλακ άουτ” στην πρόσβαση, κατά το μεγαλύτερο μέρος έχει εξασφαλίσει ότι δεν χρειάζεται να το κάνει πλέον καθολικά. Πριν από πέντε χρόνια, το Ιράν ανακοίνωσε ότι η Κίνα θα βοηθήσει στην ανάπτυξη του “εθνικού δικτύου πληροφόρησης” και θα εξασφαλίσει “ασφαλείς και υγιείς οικιακές υπηρεσίες”. Τον Νοέμβριο, κατά τη διάρκεια διαμαρτυριών, κατάφερε να αποβάλει τους χρήστες από τον παγκόσμιο ιστό ενώ τα εσωτερικά δίκτυα λειτουργούσαν σχετικά κανονικά. Η Ρωσία ανακοίνωσε τον περασμένο μήνα ότι είχε ολοκληρώσει δοκιμές για να ελέγξει εάν οι υπηρεσίες της στο διαδίκτυο θα λειτουργούσαν σε περίπτωση που η χώρα αποκοπεί από τον παγκόσμιο ιστό. Ακολουθεί ένα νομοσχέδιο “κρατικού διαδικτύου” το οποίο αυξάνει ουσιαστικά τον έλεγχο της κυβέρνησης, μεταφέροντας όλη την εσωτερική κυκλοφορία στα δίκτυα της χώρας, ενώ η εισερχόμενη πρέπει διέρχεται από καταχωρημένα σημεία ανταλλαγής.
Υπάρχουν και οικονομικά οφέλη για να πεισθούν άλλες χώρες να αγοράσουν τεχνολογίες λογοκρισίας, καθώς καθιστούν δύσκολη ή αδύνατη την πρόσβαση των χρηστών σε ξένες υπηρεσίες, πιέζοντάς τους προς εγχώριους ανταγωνιστές. Αλλά αυτό δεν είναι μόνο μια εμπορική προσπάθεια. Ο Xi Jinping θέλει να μετατρέψει την Κίνα σε “υπερδύναμη στον κυβερνοχώρο”, προσβλέποντας στο καθεστώς χώρας που θα είναι “μια νέα επιλογή για άλλες χώρες και έθνη που θέλουν να επιταχύνουν την ανάπτυξή τους διατηρώντας παράλληλα την ανεξαρτησία τους”. Η Κίνα εξάγει όχι μόνο την τεχνολογία της, αλλά και τους νόμους και τις δεξιότητές της, τις πρακτικές λογοκρισίας. Έχει καλέσει δεκάδες χώρες σε σεμινάρια σχετικά με τη νομοθεσία και την πολιτική. Το Freedom House σημείωσε ότι σύντομα μετά από αυτή την κατάρτιση αξιωματούχων, το Βιετνάμ εισήγαγε έναν νόμο για την ασφάλεια του κυβερνοχώρου που μιμείται τον αντίστοιχο της Κίνας.
Δοκιμές των ορίων
Σύμφωνα με σχετική δηλώσεις, η κινεζική κρατική People’s Daily Online χαιρέτισε τον τερματισμό λειτουργίας του Ινδικού Internet στο Assam και στο Meghalaya τον περασμένο μήνα. Σε σχόλιο στην ιστοσελίδα της αναφερθηκε ότι “απέδειξε για μια ακόμη φορά ότι η απαραίτητη ρύθμιση του διαδικτύου είναι μια λογική επιλογή κυρίαρχων χωρών με βάση τα εθνικά συμφέροντα και μια φυσιολογική επέκταση της εθνικής κυριαρχίας στον κυβερνοχώρο”.
Είναι αλήθεια ότι οι δημοκρατίες – ακόμα και εκείνες που είναι πολύ πιο φιλελεύθερες από την Ινδία της Narendra Modi – θέτουν όρια σε ό, τι μπορεί να δημοσιευθεί, ενίοτε λανθασμένα. Αλλά τείνουν να περιορίζουν πολύ λιγότερο υλικό και η διάκριση είναι επίσης ποιοτική. Υπάρχει μια προφανής διαφορά μεταξύ της απαγόρευσης των εικόνων της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών και της απαγόρευσης κάθε κριτικής των πολιτικών ηγετών. Υπάρχει επίσης μια βαθιά διαφορά ανάμεσα σε ένα σαφές και διάφανο σύνολο ειδικών κανόνων, το οποίο μπορεί να αμφισβητηθεί σε ανεξάρτητα δικαστήρια και να αλλάξει από δημοκρατικά εκλεγμένο νομοθετικό σώμα, ενώ ασαφείς διαταγές εφαρμόζονται αυθαίρετα και πίσω από ένα πέπλο. Στην Κίνα, οι αποφάσεις λογοκρισίας είναι οι ίδιες μυστικές.
Το πιο δύσκολο ζήτημα μπορεί να είναι ο τρόπος αντιμετώπισης όταν οι υπηρεσίες χρησιμοποιούνται για να υποκινήσουν το μίσος και τη βία. Μυανμάρ, Μπανγκλαντές, Ινδία και άλλες περιοχές έχουν βιώσει τις θανατηφόρες πραγματικές συνέπειες των ψευδών ειδήσεων που εξαπλώνονται με -παλιότερα- ασύλληπτη ταχύτητα σε απευθείας σύνδεση. Παρόλο που πρέπει να εξεταστεί προσεκτικά κάθε ισχυρισμός για περιορισμούς με σκοπό την προστασία του κοινού, οι αδίστακτες κυβερνήσεις τους καταχρώνται πολύ συχνά.
Ακόμη και σε κρίσεις, η παύση των υπηρεσιών μπορεί να αφήσει τα δυνητικά θύματα ευάλωτα και το κενό πληροφόρησης μπορεί να μεγεθύνει τη δυσπιστία. Ένας καλύτερος τρόπος προς τα εμπρός είναι η ρύθμιση που υποχρεώνει τις εταιρείες τεχνολογίας να ανταποκριθούν στις ευθύνες τους: Η εισαγωγή της “τριβής” μπορεί να είναι κατάλληλη όταν η απαγόρευση δεν είναι. Το WhatsApp περιόρισε τις φορές μπορεί να προωθηθεί ένα μήνυμα από χρήστη σε χρήστη, μετά τη διάδοση των λανθασμένων φημών σχετικά με την απαγωγή παιδιών που οδήγησε σε μαζική αυτοδικία στην Ινδία.
Όπου απαιτούνται περιορισμοί στο διαδίκτυο, πρέπει να είναι τόσο αναλογικοί όσο και διαφανείς. Οι πληροφορίες έχουν σημασία γιατί αν δεν είχαν οι “αυτοκράτορες” δεν θα ήταν τόσο ανήσυχοι να ελέγξουν τη ροή τους. Και οι άνθρωποι που κυβερνούν δεν θα βρίσκουν πάντα τρόπους για να παρακάμψουν αυτούς τους περιορισμούς.
Στην Ελλάδα τα ΜΜΕ που στηρίζουν τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, χρημαδοτούνται από το ... κράτος. Tο tvxs.gr στηρίζεται στους αναγνώστες του και αποτελεί μια από τις ελάχιστες ανεξάρτητες φωνές στη χώρα. Mε μια συνδρομή, από 2.9 €/μήνα,ενισχύετε την αυτονομία του tvxs.gr και των δημοσιογραφικών του ερευνών. Συγχρόνως αποκτάτε πρόσβαση στα ντοκιμαντέρ και το περιεχόμενο του 24ores.gr.
Δες τα πακέτα συνδρομών >