Εξαιρετικά ενδιαφέροντα στοιχεία σχετικά με την στρατηγική της Γερμανίας αναφορικά με την επέκταση του ΝΑΤΟ προς την Ανατολή στις αρχές της δεκαετίας του ‘90 -τις παραμονές της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης- έρχονται στην επιφάνεια μέσα από τα επίσημα έγγραφα του Ομοσπονδιακού υπουργείου Εξωτερικών της Γερμανίας, τα οποία δημοσιεύει το Ινστιτούτο Σύγχρονης Ιστορίας του Μονάχου.

Ads

Υπενθυμίζεται πως η Γερμανία μόλις πριν από λίγα χρόνια είχε επανενωθεί, ενώ στην ηγεσία της βρισκόταν ο ηγέτης της κεντροδεξιάς (CDU), Χέλμουτ Κολ, με υπουργό Εξωτερικών τον επικεφαλής των Φιλελευθέρων (FDP),  Χανς-Ντίτριχ Γκένσερ, με τον οποίο συγκυβερνούσε.

Σύμφωνα με όσα αποκαλύπτουν τα έγγραφα, ο Κολ φέρεται να θεωρούσε την ενδεχόμενη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης ως «καταστροφή», ενώ θεωρούσε «ανόητο» όποιον πίεζε προς αυτή την κατεύθυνση.

Ο Κολ αντιτάχθηκε στην ανεξαρτητοποίηση της Ουκρανίας και των χωρών της Βαλτικής από τη Σοβιετική Ένωση

Ads

‘Οπως αναφέρεται σε εκτενές σχετικό δημοσίευμα του Spiegel, υπό αυτό το πρίσμα ο τότε Γερμανός καγκελάριος τασσόταν φανατικά ενάντια στην προοπτική ανεξαρτητοποίησης τόσο της Ουκρανίας όσο και των χωρών της Βαλτικής.

Ο αρθρογράφος σημειώνει πως Εσθονία, Λετονία και Λιθουανία είχαν προσαρτηθεί το 1940 από τον Ιωσήφ Στάλιν, με τη Δυτική Γερμανία ωστόσο να μην αναγνωρίζει επισήμως ποτέ αυτή την κίνηση. 

Όταν όμως οι εν λόγω χώρες άρχισαν να πιέζουν για ανεξαρτησία και απόσχιση από την Σοβιετική Ένωση, ο Κολ εξέφρασε -μιλώντας στον Φρανσουά Μιτεράν- ξεκάθαρα την άποψη πως δεν βάδιζαν στο «σωστό μονοπάτι». Διατύπωσε δε την εκτίμηση ότι καλό θα ήταν οι χώρες αυτές να επιδείξουν υπομονή για άλλα δέκα χρόνια, πριν να προχωρήσουν σε ένα τέτοιο βήμα.

Η προοπτική της “ουδετερότητας” κατά το μοντέλο της Φινλανδίας

Ακόμη δε και σε μια τέτοια περίπτωση, ο Κολ πίστευε πως τα τρία κράτη θα έπρεπε να παραμείνουν σε καθεστώς ουδετερότητας (κατά το «φινλανδικό μοντέλο») και να μην ενταχθούν τόσο στο ΝΑΤΟ όσο και στην ΕΟΚ.

Κατά την ίδια λογική, θεωρούσε ότι η Ουκρανία θα έπρεπε να παραμείνει εντός της Σοβιετικής Ένωσης, τουλάχιστον σε αρχικό στάδιο, προκειμένου να μην μπει σε κίνδυνο η συνέχεια της ύπαρξής της.

Όταν όμως έγινε σαφές πως η ΕΣΣΔ όδευε προς διάλυση, η Γερμανία τάχθηκε υπέρ της ένταξης του Κιέβου στην Κοινοπολιτεία Ανεξάρτητων Κρατών, μαζί με τη Ρωσία και άλλα πρώην σοβιετικά κράτη.

Σύμφωνα μάλιστα με απομαγνητοφωνημένο διάλογο από συνάντηση μεταξύ του Χέλμουτ Κολ και του Μπόρις Γέλτσιν, ο Γερμανός Καγκελάριος φέρεται να εξέφρασε την πρόθεση να «ασκήσει όλη την επιρροή του στην Ουκρανική ηγεσία» προκειμένου να πετύχει την ένταξη της χώρας στην Κοινοπολιτεία. Μάλιστα, Γερμανοί διπλωμάτες φαίνεται πως εξέφραζαν ανησυχία για την ροπή του Κιέβου προς «εθνικιστικές υπερβολές».

Λίγες εβδομάδες  όμως αργότερα, μετά το δημοψήφισμα στην Ουκρανία όπου το 90% τάχθηκε υπερ μιας ανεξαρτησίας, ο Κολ και Γκέσνερ «αλλαξαν τροπάρι». Έτσι η Γερμανία έγινε η πρώτη χώρα της ΕΟΚ, που αναγνώρισε την Ουκρανία ως ανεξάρτητη χώρα.  

Ο Γκέσνερ συμμεριζόταν τις ανησυχίες της Μόσχας

Σύμφωνα με το Spiegel, ανάλογα ερωτήματα προκύπτουν και αναφορικά με τη στάση της Γερμανίας απέναντι σε αρκετές άλλες χώρες του λεγόμενου «πρώην ανατολικού μπλοκ». 

Για παράδειγμα, μετά την διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας ο Γκέσνερ φαίνεται πως επιστράτευσε διάφορα «κόλπα», προκειμένου να εμποδίσει την ένταξη κρατών όπως η Πολωνία, η Ουγγαρία και η Ρουμανία στο ΝΑΤΟ. Σύμφωνα με τα όσα αποκαλύπτονται από επίσημα έγγραφα εκείνης της περιόδου, ο τότε υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας έδειχνε να λαμβάνει υπόψη σοβαρά τις ανησυχίες που εξέφραζε η Σοβιετική Ηγεσία.

Είναι χαρακτηριστικό πως ο Γερμανός πρέσβης στη Μόσχα σε μήνυμά του τον Φεβρουάριο του 1991, σκιαγραφώντας την κατάσταση στα ηγετικά κλιμάκια της ΕΣΣΔ, έκανε λόγο για «αίσθηση απειλής, απομόνωσης αλλά και προδοσίας από τα πρώην αδελφά κράτη».

Από την μεριά του λοιπόν ο Γκέσνερ έδειχνε να μην θέλει να πυροδοτήσει περαιτέρω το κλίμα. Σημείωνε συχνά μάλιστα με έμφαση πως «η ένταξη των ανατολικοευρωπαίων στο ΝΑΤΟ δεν είναι στις προτεραιότητες μας».  Υπογράμμιζε δε με νόημα πως μπορεί η προσέγγιση των συγκεκριμένων χωρών με την Συμμαχία των Δυτικών χωρών να αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμά τους, προσθέτοντας όμως πως «στόχος μας πρέπει να είναι να μην ασκήσουν αυτό το δικαίωμα».

Τα αρχεία γερμανικού ΥΠΕΞ «δικαιώνουν» του ισχυρισμούς των Ρώσων

Σύμφωνα με το αρθρογράφο του Spiegel, αρκετά από τα έγγραφα που βλέπουν το φως της δημοσιότητας ενισχύουν τους ισχυρισμούς των Ρώσων. Ειδικότερα:

  • Την 1η Μαρτίου του 1991 ο Γκέσνερ δηλώνει στους Αμερικάνους πως ο ίδιος είχε αντιταχθεί στο ενδεχόμενο διεύρυνσης του ΝΑΤΟ προς ανατολάς με το επιχείρημα ότι «κατά τη διάρκεια των συζητήσεων για την επανένωση της Γερμανίας (γνωστές ως “διαπραγματεύσεις 2+4”) υπήρξε δέσμευση απέναντι στους Σοβιετικούς πως δεν σκοπεύαμε να προχωρήσουμε σε ένταξη ανατολικοευρωπαϊκών χωρών στο ΝΑΤΟ».
  • Έξι μέρες αργότερα ο επικεφαλής Πολιτικής Στρατηγικής του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών Γιούργκεν Γκρόμποκ ανέφερε, κατά τη διάρκεια συνάντησης με Γάλλους, Βρετανούς και Αμερικάνους διπλωμάτες πως «στο πλαίσιο της αμοιβαίας κατανόησης κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων «2+4», η αποχώρηση των Σοβιετικών στρατιωτών από τη Δύση δεν θα μπορούσε να γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης προς όφελός μας».
  • Στις 18 Απριλίου του ίδιου έτους ο Γκέσνερ αποκαλύπτει σε συνομιλία που είχε με τον Έλληνα ομόλογό του, Αντώνη Σαμαρά, ότι ο ίδιος είχε δηλώσει στους Σοβιετικούς ότι «η Γερμανία επιθυμεί να παραμείνει μέλος του ΝΑΤΟ  και μετά την επανένωσή της. Σε αντάλλαγμα, δεν θα προχωρήσουμε σε διεύρυνση προς ανατολάς».
  • Τον Οκτώβριο του 1991 είχε συναντήσεις με τον Γάλλο αλλά και τον Ισπανό ομόλογο (σσ τον Ρόναλντ Ντουμάς και τον Φρανσίσκο Φερναντεζ Ορντόνεζ). Στις δηλώσεις του αναφορικά με το μέλλον των κρατών του μέχρι πρότινος ανατολικού μπλοκ ο Γερμανός πολιτικός, αναφερόμενος και στις δεσμεύσεις που απέρρεαν από τις «διαπραγματεύσεις 2+4», σημείωνε χαρακτηριστικά: «Δεν μπορούμε επ’ ουδενί να δεχθούμε υποψηφιότητες αυτών των χωρών στο ΝΑΤΟ. Κάθε βήμα προς την σταθεροποίηση της συγκεκριμένης περιοχής αλλα και της ΕΣΣΔ είναι σημαντική».

Πώς απετράπη επίσημη δήλωση του ΝΑΤΟ

Υπό αυτό το πρίσμα, ο Γκέσνερ ήθελε να «αποπροσανατολίσει» την επιθυμία των χωρών αυτών για ένταξη στο ΝΑΤΟ προς άλλες εναλλακτικές, οι οποίες θα ήταν πιο αποδεκτές από την Σοβιετική Ένωση.  Το αποτέλεσμα ήταν η δημιουργία του Βορειοατλαντικού Συμβουλίου Συνεργασίας, στο οποίο όλα τα κράτη του πρώην Συμφώνου της Βαρσοβίας μπορούσαν να έχουν λόγο.

«Αρχικά όλα τα κράτη  του πρώην Συμφώνου της Βαρσοβίας είχαν εκδηλώσει την πρόθεση να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ” είχε αναφέρει χαρακτηριστικά ο Γκέσνερ, προσθέτοντας πως “τους αποθαρρύναμε από το να προβούν σε ένα τέτοιο βήμα σε εμπιστευτικές συζητήσεις που είχαμε».

Αξίζει να σημειωθεί πως για ένα διάστημα οι Γερμανοί εμφανίζονταν θετικοί ακόμη και στο ενδεχόμενο έκδοσης επίσημης δήλωσης εκ μέρους του ΝΑΤΟ, η οποία θα απέκλειε το ενδεχόμενο διεύρυνσης προς ανατολάς. 

Σύμφωνα με το Spiegel, η στάση της Βόννης αναφορικά με μια τέτοια επίσημη δήλωση άλλαξε μετά την επίσκεψη του Γερμανού υπουργού Εξωτερικών στην Ουάσιγκτον τον Μάιο του 1991. Κατα τη διάρκεια αυτής, η αμερικάνικη πλευρά φέρεται να ξεκαθάρισε πως «μια διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς την ανατολή δεν θα μπορούσε να αποκλειστεί».

De facto όμως η γερμανική πλευρά εμφανιζόταν διατεθειμένη να εμποδίσει με κάθε κόστος, την ένταξη χωρών του πρώην ανατολικού μπλοκ στο ΝΑΤΟ .