Τριάντα χρόνια μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και είκοσι χρόνια μετά τους Νατοϊκούς βομβαρδισμούς στο έδαφός της, η Σερβία, το βασικότερο διάδοχο κράτος της Γιουγκοσλαβίας, συνεχίζει να απέχει πολύ από την “κανονικότητα” και ο σέρβικος λαός να μη βλέπει ακόμη “φως στην άκρη του τούνελ”.

Ads

Βέβαια, αν πλέον ταξιδέψει κανείς οδικώς από τη Θεσσαλονίκη στο Βελιγράδι, παίρνοντας τον αυτοκινητόδρομο Ε-75, δηλαδή μια απόσταση 700 χιλιομέτρων περίπου, θα δει πολλά καινούργια τούνελ (και φως στο τέλος από αυτά…).

Τα νέα τούνελ, που μίκρυναν όντως την απόσταση, κατασκευάστηκαν, τόσο στη Βόρεια Μακεδονία (περιοχή Ντεμίρ Κάπια/ Σιδηρές Πύλες Αξιού), όσο και στη νότια Σερβία (περιοχή Γκάρνταλίτσκα Κλίσουρα). Είναι φτιαγμένα τα περισσότερα από τους γνωστούς μας “εθνικούς εργολάβους” (ΑΚΤΩΡ, ΤΕΡΝΑ), που αναζητούν νέο “ζωτικό χώρο” στα Βαλκάνια.

Στην είσοδο ενός από αυτά τα νέα τούνελ στη Γκάρνταλίτσκα Κλίσουρα είναι κρεμασμένο ένα τεράστιο πανό, για να φαίνεται από τα διερχόμενα αυτοκίνητα. Στη μια άκρη φαίνεται το πρόσωπο του προέδρου της Σερβίας Αλεξάνταρ Βούτσιτς και στην άλλη άκρη του Ντόντικ, του “πρωθυπουργού” της Σέρβικης Δημοκρατίας (Ρεπούμπλικα Σέρπσκα) της Βοσνίας, ενώ στη μέση είναι γραμμένο το τεράστιο σύνθημα: “Φως στην άκρη του τούνελ”! Είναι όμως έτσι;
 
image

Ads

image

“Κάντο όπως ο Βούτσιτς”

Η κυβέρνηση του Αλεξάνταρ Βούτσιτς, η οποία βρίσκεται στην εξουσία από το 2012 και φιλοδοξεί να μετατρέψει τη Σερβία σ’ ένα “απέραντο εργοτάξιο”, αποτελεί κοινό μυστικό πως δίνει “γη και ύδωρ” (και όχι απλά ένα flat tax της τάξεως του 12.5%) στους ξένους επενδυτές κι επιχειρηματίες. Αρκεί φυσικά κι εκείνοι να ακολουθούν το “βαλκανικό τρόπο”, δηλαδή “λαδώνοντας” τους κυβερνώντες και το κόμμα τους, το δεξιό SNS (Σέρβικο Προοδευτικό Κόμμα), ώστε να κινηθεί ταχύτερα ο κρατικός μηχανισμός, να μην υπάρχουν καθυστερήσεις και να κερδίζουν όσο το δυνατόν περισσότερα. Αντιπολίτευση και αντικυβερνητικός Τύπος υποστηρίζουν πως δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή στη Σερβία κάποιο μεγάλο δημόσιο ή ιδιωτικό έργο σε εξέλιξη, οι εργολάβοι του οποίου να μην έχουν καταθέσει κάποια “γενναιόδωρη συνεισφορά” στους κυβερνητικούς αξιωματούχους, είτε με “μαύρες βαλίτσες” είτε με καταθέσεις σε υπεράκτιους λογαριασμούς.

Εξάλλου κανείς δεν μπορεί να ελέγξει πλέον την κυβέρνηση, καθώς οι θεσμοί στη Σερβία έπαψαν να λειτουργούν. Τα περισσότερα Media ελέγχονται, άμεσα ή έμμεσα, από την κυβέρνηση, ενώ ο ίδιος ο πρόεδρος Βούτσιτς βγαίνει κατά μέσο όρο 28 λεπτά ημερησίως στη σερβική τηλεόραση, προπαγανδίζοντας τον εαυτό του και το έργο του. Είναι ίσως ο πιο προβεβλημένος πολιτικός στον κόσμο, στην Ευρώπη σίγουρα, και φαίνεται να το απολαμβάνει.

Κάποιοι, όπως ο αντιφρονών συγγραφέας, Τέοφιλ Πάντσιτς, λένε πως ο Βούτσιτς ανέγραψε απλά αυτή την “τεχνολογία διακυβέρνησης” από τον πρώην εθνικιστή πρωθυπουργό της Βόρειας Μακεδονίας, το Νίκολα Γκρουέφσκι, αλλά και από τον Βίκτωρ Όρμπαν, με τον οποίο συνδέεται με προσωπική φιλία και άλλα ανομολόγητα συμφέροντα.

Η Δικαιοσύνη δεν είναι ανεξάρτητη κι εφαρμόζει τους νόμους με βάση τα συμφέροντα του κυβερνώντος κόμματος. Ακόμη και η ορθόδοξη εκκλησία της Σερβίας, που κρατούσε επικριτική στάση απέναντι στην κυβέρνηση του “άθεου” Μιλόσεβιτς κατά τη δεκαετία του 1990, “ευλογεί” με κάθε ευκαιρία το “θεάρεστο” έργο της σημερινής κυβέρνησης, παρασημοφορώντας πρόσφατα και τον ίδιο τον Βούτσιτς -κάτι που είχε να γίνει από την εποχή των Σέρβων βασιλέων.
 
Όταν οι “κακοί μαθητές” κυβερνούν…

Οι Σέρβοι έπαψαν πλέον να αναρωτιούνται πως είναι δυνατόν πολιτικοί της κυβέρνησης Βούτσιτς, με μισθούς το πολύ 2.000 Ευρώ το μήνα, να κυκλοφορούν με πολυτελή αυτοκίνητα αξίας δεκάδων χιλιάδων Ευρώ και να διαμένουν π.χ. στο πανάκριβο Ντέτινιε του Βελιγραδίου, όπου η ταπεινότερη κατοικία κοστίζει εκατοντάδες χιλιάδες Ευρώ. Πως είναι δυνατόν υπουργοί, που ήταν ομολογουμένως “κακοί μαθητές στο σχολείο”, που αποδεδειγμένα πλαστογράφησαν ή αγόρασαν τα “πτυχία” τους από ιδιωτικά πανεπιστήμια, να είναι σήμερα οι “κυρίαρχοι του σύμπαντος” στη Σερβία, ενώ πραγματικοί πτυχιούχοι, κάτοχοι μεταπτυχιακών τίτλων και διδακτορικών, να αναγκάζονται να εγκαταλείπουν μαζικά τη χώρα;

Τέτοιες ερωτήσεις, όταν διατυπώνονται ανοικτά και δημόσια, μπορεί να γίνουν η αιτία για να χάσει κάποιος τη δουλεία του. Όχι μόνον αν εργάζεται στο δημόσιο τομέα, αλλά ακόμη και στον ιδιωτικό, καθώς το μεγαλύτερο μέρος των ιδιωτικών επιχειρήσεων στη Σερβία βρίσκεται σε άμεση διαπλοκή με την κυβέρνηση. Έτσι, για να βρει κάποιος δουλειά στο δημόσιο τομέα, ακόμη και ως οδοκαθαριστής, το σημαντικότερο “προσόν” που πρέπει να έχει, δεν είναι τα πτυχία, οι γνώσεις, οι δεξιότητες και η εμπειρία, αλλά αν είναι εγγεγραμμένο και ενεργό μέλος του κόμματος SNS. Ακόμη και για να εργαστεί π.χ. ως ταμίας σε μια αλυσίδα σούπερμαρκετ με 200 Ευρώ μισθό το μήνα, θα πρέπει προηγουμένως να προηγηθεί τηλέφωνο στον επιχειρηματία ή στον υπεύθυνο προσλήψεων από το τοπικό γραφείο του SNS, που να πιστοποιεί πως ο συγκεκριμένος αιτών είναι μέλος του κόμματος και ως εκ τούτου θα πρέπει να έχει προτεραιότητα έναντι των υπολοίπων. Αν δεν το κάνει ο επιχειρηματίας θα έχει άλλους μπελάδες με τη κυβέρνηση, τον τοπικό δήμο και τους κρατικούς μηχανισμούς. 
 
Εξαγορασμένοι υποστηρικτές και ψηφοφόροι

Ωστόσο δεν αρκεί απλά να είναι κανείς μέλος του κόμματος SNS για να έχει δουλειά στη σημερινή Σερβία. Για να την κρατήσει θα πρέπει να το αποδείξει και έμπρακτα. Συμμετέχοντας για παράδειγμα στις προεκλογικές δραστηριότητες –ο Βούτσιτς διεξαγάγει συνεχώς “προεκλογική εκστρατεία”, ώστε να κρατά συνεχώς το λαό υπό ανασφάλεια και σε συνεχή “εγρήγορση”– του κόμματος. Πηγαίνοντας στις εκδηλώσεις των κυβερνητικών εκπροσώπων που “οργώνουν τη χώρα” για να παρουσιάσουν το έργο τους, καθώς και σε φιλοκυβερνητικές αντιδιαδηλώσεις κατά των κινητοποιήσεων της αντιπολίτευσης που δεν έχουν σταματήσει. Μάλιστα το κυβερνών κόμμα, κατά τη μεγάλη αντιδιαδήλωση που οργάνωσε την περασμένη άνοιξη, μετέφερε με εκατοντάδες μισθωμένα λεωφορεία δεκάδες χιλιάδες οπαδούς του SNS από όλη τη Σερβία, παρέχοντας τους δωρεάν χυμούς, αναψυκτικά και σάντουιτς -όλα πληρωμένα από τα “μαύρα ταμεία” του κόμματος.

Η τελική απόδειξη της πίστης και αφοσίωσης προς το κόμμα αποτελεί φυσικά η ψήφος. Αλλά κι αυτό δεν αφήνεται στην τύχη. Όλα τα οργανωμένα μέλη του κόμματος, και ειδικά εκείνοι που έχουν κάποια εργασία, όταν πηγαίνουν στην κάλπη και ψηφίζουν, θα πρέπει την ίδια στιγμή να βγάζουν φωτογραφία με το κινητό τους τηλέφωνο το ψηφοδέλτιο με κυκλωμένο το όνομα του υποψηφίου του SNS (στη Σερβία υπάρχει μόνο ένα ψηφοδέλτιο με όλα τα κόμματα, και απλά “σημαδεύεις” αυτό που προτιμάς, προτού το βάλεις στο φάκελό και το ρίξεις στην κάλπη), και να το στέλνουν αμέσως στον εκάστοτε επιτετραμμένο του κόμματος που βρίσκεται έξω από το εκλογικό τμήμα και περιμένει “καταμετρώντας σίγουρες ψήφους”.

Σε κάποιες μάλιστα αγροτικές περιοχές της Σερβίας, την ημέρα των εκλογών εμφανίζονται ξαφνικά μαύρα πολυτελή τζιπ, με ανθρώπους του SNS που κτυπούν πόρτες σπιτιών αναζητώντας ψηφοφόρους. Μαζεύουν ακόμη και “απολιτίκ” μεθυσμένους από τις Καφάνες (σερβικά καφενεια-ταβέρνες), που τους υπόσχονται αμοιβή για να εξαγοράσουν την ψήφο τους -κάτι το όχι ιδιαίτερα δύσκολο για έναν λαό δύσπιστο ακόμη απέναντι στη δημοκρατία. Η διαδικασία είναι η ίδια που γίνεται και στα μέλη του κόμματος, με φωτογραφία του ψηφοδελτίου στο κινητό και αποστολή της στον “ελεγκτή” του κόμματος που βρίσκεται απ’ έξω. Όταν ολοκληρωθεί η διαδικασία ο ψηφοφόρος παίρνει άμεσα την αμοιβή του, που είναι φιξαρισμένη στα 2.000 δηνάρια, δηλαδή περίπου 18 Ευρώ, πληρωμένη κι αυτή από τα “μαύρα ταμεία” του SNS. Αυτά τα περιστατικά είναι χιλιάδες και συνηθισμένα, ώστε οι Σέρβοι πολίτες έπαψαν εδώ και χρόνια να τα σχολιάζουν καθώς τα θεωρούν πλέον δεδομένα και δείγμα της νέας σερβικής “κανονικότητας” της εποχής Βούτσιτς.

Σέρβικη “ανάπτυξη για λίγους”

Κατά τα άλλα η χώρα εμφανίζει “ανάπτυξη”, αλλά μόνο “για λίγους”, καθώς η πλειονότητα των Σέρβων συνεχίζει να ζει με τις δυσκολίες του παρελθόντος αλλά και με νέα βάρη που επιβάλει η κυβέρνηση Βούτσιτς, γι’ αυτό και επιλέγει τη μετανάστευση. Αυτοκινητόδρομοι ανακατασκευάζονται και διανοίγονται, αλλά παραχωρούνται σχεδόν όλοι -αφού προηγηθεί φυσικά η “συνεισφορά” των επιχειρηματιών στα μαύρα ταμεία του SNS- σε ιδιωτικές εταιρείες για να εκμεταλλευτούν τα διόδια τους. Εκτός από τα διόδια οι Σέρβοι οδηγοί πληρώνουν και αυξημένες τιμές (λόγω έμμεσης φορολογίας) στα καύσιμα, με την τιμή του ντίζελ να φτάνει αυτή τη Ελλάδας, σε μια χώρα που ο μέσος μισθός (ο κατώτερος είναι 150 Ευρώ) δεν ξεπερνά τα 500-600 Ευρώ.

Το Βελιγράδι επιφανειακά αλλάζει. Τα κατεστραμμένα, από τους βομβαρδισμούς του 1999, κυβερνητικά κτίρια της Κνέζα Μίλοσα κατεδαφίζονται. Το ένα, εκείνο της MUP, έγινε ήδη πολυόροφο κτίριο που φιλοξενεί γραφεία. Έμεινε μόνο το κόκκινο βομβαρδισμένο κτίριο του Υπουργείου Άμυνας, που οδεύει κι αυτό προς κατεδάφιση (ίσως μείνει ένα τμήμα του ως “μνημείο βομβαρδισμών”). Η νέα φαντασμαγορική γέφυρα στον ποταμό Σάβα, κοντά στην Άντα Τσιγκάνλια, έγινε το νέο έμβλημα της πόλης.
 
“Βελιγράδι στο Νερό”: Το “Ελληνικό” της Σερβίας

Όχι μακριά από εκεί, πάλι δίπλα στον ποταμό Σάβα, εξελίσσεται ένα νέο κατασκευαστικό Project, το λεγόμενο “Βελιγράδι στο Νερό”, που είναι το “Ελληνικό” της Σερβίας. Κατασκευάζονται μια σειρά από πολυόροφα πολυτελή κτίρια, για να πωληθούν ως διαμερίσματα σε ξένους με τιμές που ξεκινούν από 3.000 Ευρώ το τετραγωνικό, αλλά και εμπορικά καταστήματα, ξενοδοχείο και καζίνο -σας θυμίζει κάτι; Οι κυβερνώντες υποστηρίζουν πως θέλουν να καταστήσουν το Βελιγράδι “Ντουμπάι των Βαλκανίων”. Η αντιπολίτευση θεωρούν το “Βελιγράδι στο Νερό” ως το μεγαλύτερο “πλυντήριο χρήματος” στη χώρα καθώς, όπως υποστηρίζουν, οι περισσότεροι “ξένοι επενδυτές” δεν είναι παρά οι κυβερνώντες και οι οικογένειες τους που επαναπατρίζουν έτσι τα κεφάλαια που είχαν προηγουμένως μεταφέρει σε Off Shore.

Δένδρα κόβονται μαζικά στο Βελιγράδι, δήθεν για να ‘επισκευαστούν” τα πεζοδρόμια, δρόμοι αλλάζουν, για τρίτη φορά τα τελευταία τριάντα χρόνια, ονομασίες. Ακόμη και το περίφημο άγαλμα του “Νικητή” (Pobednik) κατέβηκε από το στύλο του στο Καλεμέγκταν, πάνω από τη συμβολή του Σάβα με το Δούναβη, ώστε να “καθαριστεί” -κάτι που συμβαίνει πρώτη φορά εδώ και εβδομήντα χρόνια. Ταυτόχρονα οι δρόμοι του Βελιγραδίου υποφέρουν, τη μεγαλύτερη διάρκεια της ημέρας, από κυκλοφοριακή συμφόρηση, και η αιθαλομίχλη είναι σταθερός κάτοικος της πόλης. Πολλοί Σέρβοι αγόρασαν φθηνά τα μεγάλα ντιζελοκίνητα οχήματα, που ξεφορτώνονται μαζικά οι Γερμανοί  (ειδικά έπειτα από τα σκάνδαλα των ρύπων), με αποτέλεσμα οι δρόμοι του Βελιγραδίου να έχουν γεμίσει από ρυπογόνα αυτοκίνητα, που δηλητηριάζουν τον αέρα της πόλης. Όταν μάλιστα δεν φυσά  η καθαρτική Κόσαβα, για να καθαρίσει την ατμόσφαιρα, οι συνθήκες είναι αποπνικτικές. Έτσι ήταν επί βδομάδες στα τέλη Οκτωβρίου και αρχές Νοεμβρίου, όταν οι τοξικοί ρύποι στην ατμόσφαιρα του Βελιγραδίου ήταν 3-4 φορές πάνω από το κανονικό κι έβλεπες το τοξικό νέφος της αιθαλομίχλης να αιωρείται πάνω από την πόλη.

image

image
 
BOJKOT: Γιατί η αντιπολίτευση θέλει να μποϊκοτάρει τις επόμενες εκλογές;

Δεν είναι όμως μόνο η τοξική ατμόσφαιρα πάνω από τα κεφάλια τους και ο τοξικός αέρας που αναπνέουν, που βγάζει κάθε Σάββατο βράδυ, επί 50 περίπου βδομάδες, τους Βελιγραδέζους ως ειρηνικούς διαδηλωτές στους δρόμους. Είναι και η τοξική πολιτική ατμόσφαιρα της διαφθοράς, του νεποτισμού, του ασφυκτικού ελέγχου των ΜΜΕ, της αδιάκοπης προπαγάνδας του φόβου και της απειλής (με το θέμα του Κοσόβου να μην έχει βγει στιγμή από την κυβερνητική ατζέντα), αλλά και του “κυνηγιού των μαγισσών” των αντιφρονούντων από τους κυβερνητικούς μηχανισμούς, που έχει  αγανακτήσει μια σημαντική μερίδα του σέρβικου λαού, που δεν έχει χάσει την ελπίδα για μια “πραγματική δημοκρατία” και μια Σερβία με ευρωπαϊκή προοπτική.

Στις διαδηλώσεις που παρακολουθήσαμε, και που συνεχίζονται επί 50 εβδομάδες, η συμμετοχή του κόσμου δεν ήταν τόσο μαζική, όπως στην αρχή. Υπάρχει έκδηλη κόπωση, παραίτηση, που φτάνει στα όρια του μηδενισμού και της απόγνωσης.  Αυτή τη φορά οι διαδηλωτές του κινήματος “1 από 5 εκατομμύρια” (1 od 5 miliona) στο κέντρο του Βελιγραδίου με το ζόρι έφταναν τους χίλιους. Εκτός από τα σταθερά συνθήματα  που φώναξαν: “Vucicu lopove!” (Κλέφτη Βούτσιτς!) και “Vucicu Odlazi!” (Φύγε Βούτσιτς!), το βασικότερο σύνθημα της πορείας ήταν το BOJKOT (Μποϊκοτάζ). Η διαδήλωση τελείωσε ειρηνικά μπροστά στα βομβαρδισμένα κυβερνητικά κτίρια της λεωφόρου Κνέζα Μίλοσα, με σύνθημα “μόνο να μη γίνει πόλεμος” και με τη διακριτική παρακολούθηση της σερβικής αστυνομίας.

Διαδηλωτές και τα περισσότερα κόμματα της αντιπολίτευσης, που έχουν συγκροτήσει τη συμμαχία “Ένωση για τη Σερβία”, πιστεύουν πως ο Βούτσιτς θα προκηρύξει σύντομα πρόωρες εκλογές τις οποίες και θα κερδίσει. Θα τις κερδίσει λόγω νοθείας, εξαγοράς ψήφων, προπαγάνδας από τα ελεγχόμενα ΜΜΕ, δαιμονοποίησης της αντιπολίτευσης και “διαχείρισης φόβου”, στα οποία ο Βούτσιτς θεωρείται ειδικός. Γι’ αυτό προκρίνουν το μποϊκοτάρισμα των εκλογών και στη μη νομιμοποίησή των αποτελεσμάτων τους. Ελπίζουν πως έτσι θα προκαλέσουν την παρέμβαση της Ε.Ε. κλπ. ώστε να εξαναγκαστεί σε παραίτηση η κυβέρνηση Βούτσιτς, και να συγκροτηθεί μια μεταβατική κυβέρνηση τεχνοκρατών, που θα οδηγήσει μέσα σε ένα χρόνο τη Σερβία στη διενέργεια ελεύθερων και αδιάβλητων εκλογών και στη συγκρότηση μιας νέας, δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης, που θα οδηγήσει σταδιακά τη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Πολλοί ωστόσο πιστεύουν πως αυτές είναι αυταπάτες και φρούδες ελπίδες, καθώς η Ευρώπη και το Βερολίνο “χρειάζονται τον Βούτσιτς για να τακτοποιήσει το ζήτημα του Κοσόβου”.
 
Το “σέρβικο σύνδρομο”

Στα τέλη της δεκαετίας του 1990 οι σκεπτόμενοι Σέρβοι περιέγραφαν το “σέρβικο σύνδρομο” ως το αποτέλεσμα της εξίσωσης Μιλόσεβιτς + Τσέτσα (Τουρμποφόλκ) + PINK TV. Σήμερα αυτή η εξίσωση δεν έχει μεταβληθεί ιδιαίτερα: Βούτσιτς + Καρλέουσα (Τουρμποφόλκ) + PINK TV (reality shows). Ο ίδιος υπνωτικός μηχανισμός, που ωθεί την πλειοψηφία του σερβικού λαού στην παθητικότητα, και τους πιο δραστήριους και έξυπνους να εγκαταλείπουν μαζικά τη χώρα. Ειδικά όσοι δεν αντέχουν την “τοξική ατμόσφαιρα” που επέβαλε η κυβέρνηση Βούτσιτς.

Μόνο το 2018 περίπου 55.000 Σέρβοι πολίτες, κυρίως νέοι και μορφωμένοι, εγκατέλειψαν τη Σερβία, παρότι η οικονομία της κατέγραψε “ανάπτυξη” σχεδόν 4%, αν και επρόκειτο για μια “ανάπτυξη για τους λίγους” (για την ακρίβεια, για τους  ευνοούμενους του Βούτσιτς). Την ίδια χρονιά οι θάνατοι ήταν 40.000 περισσότεροι από τις γεννήσεις, καταδικάζοντας τη χώρα σε δημογραφικό μαρασμό. Η Σερβία αργοσβήνει, ειδικά η ύπαιθρος.

“Χάσαμε πλέον κάθε ελπίδα”, μου είπε ο 40χρονος Μίλος, που κατεβαίνει σχεδόν κάθε Σάββατο στις διαδηλώσεις. “Το πρόβλημα στη Σερβία είναι πολύ βαθύ και μακροχρόνιο. Από τη Μετάβαση στον καπιταλισμό περάσαμε κατευθείαν στη Μετάσταση, σαν τον καρκίνο. Και πλέον δεν υπάρχει θεραπεία -δυστυχώς”.  Ο ίδιος ελπίζει του χρόνου να πάει να εργαστεί στην Αυστρία.
 
 
Φωτογραφίες: Γιώργος Στάμκος
 * Ο Γιώργος Στάμκος είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος, ειδικά στα βαλκανικά θέματα.