Το Ελεγκτικό Συνέδριο της Αυστρίας ανακοίνωσε πως δεν θα ασκήσει δίωξη κατά του ακροδεξιού FPÖ σχετικά με τις πληροφορίες ότι έλαβε χρήματα από ρωσικές πηγές το 2016 με αντάλλαγμα την εισαγωγή φιλορωσικής πρότασης στο κοινοβούλιο, επικαλούμενο διαδικαστικούς λόγους.

Ads

Σύμφωνα με την έρευνα του περιοδικού Profil, τα χακαρισμένα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ενός «Ρώσου επικεφαλής προπαγανδιστή» θα δείξουν πώς οι εκπρόσωποι του ακροδεξιού κόμματος FPÖ της αντιπολίτευσης και άλλων δεξιών λαϊκιστών έγιναν «πρόθυμα εργαλεία δημοσίων σχέσεων του Πούτιν» μετά την προσάρτηση της Κριμαίας. Τα μέλη του FPÖ ζήτησαν επίσης χρήματα σε αντάλλαγμα για φιλορωσικές προτάσεις που παρουσιάστηκαν στο κοινοβούλιο, ενώ παρήγγειλαν δημοσιοσχετίστικα άρθρα και επισκέψεις στη Μόσχα.

Παρ’ όλα αυτά, για διαδικαστικούς λόγους, οι αυστριακές δικαστικές αρχές αποφάσισαν να μην συνεχίσει η έρευνα, ανέφερε ο εκπρόσωπος Christian Neuwirth στο Twitter τη Δευτέρα.

Σύμφωνα με το Euractiv, ο εκπρόσωπος αναφερόταν στην τελευταία τροποποίηση του νόμου για τα πολιτικά κόμματα, η οποία επιτρέπει στο δικαστήριο να παρεμβαίνει σε περιπτώσεις «εύλογων υποψιών», ενώ η Ανεξάρτητη Γερουσία Διαφάνειας των Κομμάτων (UPTS) επιτρέπεται να επιβάλλει κυρώσεις σε θέματα μόνο μετά την 1η Ιανουαρίου 2023.

Ads

«Ήδη η διάδοση μιας τέτοιας υποψίας πληροί τα στοιχεία του αδικήματος της προσβολής της τιμής και της φθοράς της πίστης καθώς και της συκοφαντικής δυσφήμισης», ανέφερε το FPÖ σε ανακοίνωσή του στο Αυστριακό Πρακτορείο Ειδήσεων, απορρίπτοντας όλους τους ισχυρισμούς.

Η Ανεξάρτητη Γερουσία Διαφάνειας των Κομμάτων (UPTS) είναι μια ανεξάρτητη αρχή που έχει συσταθεί με συνταγματική διάταξη για την επιβολή προστίμων και χρηματικών ποινών για παραβιάσεις ορισμένων διατάξεων του νόμου περί πολιτικών κομμάτων (στην Ομοσπονδιακή Καγκελαρία).

Μια «ληγμένη» σύμβαση

Το 2016, το FPÖ υπέγραψε πενταετή σύμβαση συνεργασίας με το κυβερνών κόμμα της Ρωσίας «Ενωμένη Ρωσία», με σκοπό την ενίσχυση των πολιτικών και οικονομικών δεσμών μεταξύ Βιέννης και Μόσχας, αλλά τώρα αρνείται να τη δημοσιοποιήσει.

Ερχόμενος αντιμέτωπος με το σύμφωνο που έχει στη διάθεσή του το Αυστριακό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο γενικός γραμματέας του FPÖ Christian Hafenecker δήλωσε ότι «έληξε», υποστηρίζοντας ότι και η ρωσική πλευρά θα το επιβεβαιώσει

Το κόμμα της σοσιαλδημοκρατικής αντιπολίτευσης (SPÖ) επέμεινε την Τρίτη ότι ο αρχηγός του FPÖ Herbert Kickl θα πρέπει «να αποκαλύψει αμέσως όλες τις συμβάσεις μεταξύ του FPÖ και του κόμματος ‘Ενωμένη Ρωσία’ του Πούτιν» και να παραχωρήσει οικειοθελώς στο Ελεγκτικό Συνέδριο πλήρη πρόσβαση στα οικονομικά του κόμματος.

«Εάν το FPÖ συνεχίσει να αρνείται τον έλεγχο, οι σοβαρές υποψίες θα επιβεβαιωθούν», ανέφερε σε δήλωσή του ο ομοσπονδιακός διευθυντής του SPÖ Christian Deutsch, προσθέτοντας ότι το ακροδεξιό κόμμα έχει καταθέσει 30 φιλορωσικές προτάσεις στο κοινοβούλιο από την έναρξη της ρωσικής επίθεσης κατά της Ουκρανίας.

Η συνεδρίαση του ΟΑΣΕ

Η Αυστρία βρίσκεται ήδη στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος για την επικείμενη συνεδρίαση της Συνέλευσης του ΟΑΣΕ στη Βιέννη που θα πραγματοποιηθεί από τις 23 έως τις 24 Φεβρουαρίου, αφού βουλευτές από 20 χώρες του ΟΑΣΕ προέτρεψαν την κυβέρνηση να απαγορεύσει τη συμμετοχή Ρώσων διπλωματών.

Ο Αυστριακός ΥΠΕΞ Alexander Schallenberg εξέφρασε πρόσφατα τη λύπη του για την προγραμματισμένη ημερομηνία της συνόδου ως «πολύ ατυχή», αλλά σημείωσε ότι η Βιέννη πρέπει να επιτρέψει σε όλους τους αντιπροσώπους από όλα τα συμμετέχοντα κράτη να εισέλθουν στη χώρα.

«Ταυτόχρονα, όμως, δεν πρέπει να αγνοήσουμε το γεγονός ότι χρειαζόμαστε πλατφόρμες. Ο ΟΑΣΕ δεν ήταν ποτέ ένας οργανισμός ομοϊδεατών», πρόσθεσε.

Ο ΟΑΣΕ αγωνίζεται επί του παρόντος να εγκρίνει τον προϋπολογισμό του για το 2023 λόγω της έλλειψης συνεργασίας από τη Ρωσία. Αυτό έχει αφήσει τον οργανισμό να αγωνίζεται με την εντολή του και να λαμβάνει κρίσιμες αποφάσεις, όπως το ποιος θα έχει τη μελλοντική εκ περιτροπής προεδρία.

Επιπλέον, δεν υπάρχει μηχανισμός εντός του ΟΑΣΕ για την απομάκρυνση της Ρωσίας ή την επιβολή περιορισμών σε αυτήν, πράγμα που σημαίνει ότι τα αιτήματα για την απαγόρευση των Ρώσων αξιωματούχων φαίνεται απίθανο να εισακουστούν.