Την αδυναμία των αρχών του Κιέβου να επιβάλουν την τάξη στις ανατολικές επαρχίες της Ουκρανίας, όπου οι φιλορώσοι έχουν καταλάβει το Ντονέτσκ και το Λουχάνσκ, ανακοίνωσε ο μεταβατικός Πρόεδρος της Ουκρανίας, Ολεξάντρ Τσουρτσίνοφ. Πλέον στόχος του Κιέβου είναι να μην επεκταθούν οι φιλορώσοι σε άλλες επαρχίες.

Ads

 
Υπενθυμίζεται ότι οι φιλορώσοι αυτονομιστές έχουν καταλάβει πολυάριθμα κυβερνητικά κτίρια στις δύο επαρχίες, ζητώντας δημοψηφίσματα ανεξαρτησίας ανάλογα εκείνου της Κριμαίας, ενώ έχουν συλλάβει ως ομήρους τους παρατηρητές του Οργανισμού για την Ασφάλεια και την Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ).
 
«Θα ήθελα να δηλώσω ευθαρσώς ότι αυτή τη στιγμή οι δομές ασφαλείας δεν έχουν τη δυνατότητα να επαναφέρουν την τάξη στις επαρχίες του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ», δήλωσε ο Τσουρτσίνοφ, αλλά πρόσθεσε ότι οι ένοπλες δυνάμεις της Ουκρανίας είναι σε επιφυλακή μπροστά στον κίνδυνο μιας ρωσικής εισβολής.
 
Σημειώνεται πως τόσο ο Ρώσος Πρόεδρος, Βλάντιμιρ Πούτιν, όσο και ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, Σεργκέι Λαβρόφ, έχουν δηλώσει πως έχουν την άδεια από το κοινοβούλιο να εισβάλλουν στην Ουκρανία ως ειρηνευτική δύναμη ή εάν απειληθούν οι ρωσόφωνοι πολίτες.
 
Ο Τσουρτσίνοφ είπε ακόμη ότι τα μέλη των δυνάμεων ασφαλείας στις δύο περιοχές, τα οποία είναι επιφορτισμένα, με την προστασία των πολιτών, έχουν «παραλύσει. Κάτι περισσότερο, μερικές από τις μονάδες εκεί συνεργάζονται με τις τρομοκρατικές ομάδες ή τις βοηθούν».
 
«Σκοπός μας είναι να σταματήσουμε την εξάπλωση της τρομοκρατικής δραστηριότητας πρώτα απ’ όλα στις επαρχίες του Χαρκόβο και της Οδησσού», κατέληξε, σημειώνοντας παράλληλα ότι οι δεκάδες χιλιάδες Ρώσοι στρατιώτες οι οποίοι σταθμεύουν κοντά στα ρωσο-ουκρανικά σύνορα αποτελούν απόδειξη ότι «η απειλή έναρξης ενός πολέμου από πλευράς Ρωσίας κατά της Ουκρανίας είναι πραγματική».
 
Πάντως, οι ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν κατηγορήσει τη Ρωσία ότι δεν εφαρμόζει τους όρους της συμφωνίας της Γενεύης μεταξύ Ουάσιγκτον, Βρυξελλών, Μόσχας και Κιέβου, με κύριο άξονα τον αφοπλισμό των ένοπλων φιλορωσικών πολιτοφυλακών.
 
Η Δύση επέτεινε τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας στις αρχές της εβδομάδας, περιλαμβάνοντας στον κατάλογο περισσότερους Ρώσους αξιωματούχους, αλλά και ρωσικές εταιρείες, που βρίσκονται στον στενό κύκλο του Πούτιν. Η ΕΕ, ανακοίνωσε δια μέσω του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Χέρμαν Βαν Ρομπάϊ, ότι είναι έτοιμη να συνεισφέρει οικονομικά στην Ουκρανία μαζί με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Ωστόσο την Τετάρτη Γερμανία και Βρετανία έριξαν τους τόνους επισημαίνοντας πως η μόνη λύση που εξετάζεται είναι η διπλωματική. Η Άνγκελα Μέρκελ, σε προεκλογική ομιλία στη Φρανκφούρτη, δήλωσε πως πρόθεσή της είναι να συνεχίσει η Γερμανία να έχει μια καλή συνεργασία με τη Ρωσία και απέκλεισε κάθε ενδεχόμενο στρατιωτικής επέμβασης. «Δεν θα επιλύσουμε τις συγκρούσεις στην Ευρώπη με στρατιωτικά μέσα. Οι στρατιωτικές λύσεις μπορούν να αποκλειστούν» είπε καταχειροκροτούμενη από το ακροατήριο.

«Βοηθούμε την Ουκρανία σε ένα δύσκολο ταξίδι και παράλληλα θέλουμε να έχουμε μια λογική συνεργασία με τη Ρωσία» είπε η καγκελάριος της Γερμανίας. Σημειώνεται πως η Γερμανία βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στη Ρωσία για την παροχή φυσικού αερίου.

Ads

Στο ίδιο μήκος και οι δηλώσεις του βρετανού πρωθυπουργού Ντέιβιντ Κάμερον, ο οποίος είχε τηλεφωνική επικοινωνία το βράδυ της Τετάρτης με τον πρόεδρο της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν. «Οι ηγέτες της Ρωσίας και της Βρετανίας συμφώνησαν ότι το τέλος της σοβαρής πολιτικής αντιπαράθεσης δε μπορεί να επιτευχθεί παρά μόνο με ειρηνικά μέσα. Συμφώνησαν να συνεχίσουν τις διμερείς επαφές σε πολλά επίπεδα» ανέφερε το Κρεμλίνο.

«Ο Ρώσος πρόεδρος επεσήμανε, ιδιαίτερα, τη θεμελιώδη σημασία μιας όσο το δυνατόν πιο σύντομης και άνευ όρων εφαρμογής από τις αρχές του Κιέβου των όρων της συμφωνίας της Γενεύης της 17ης Απριλίου για την αποκλιμάκωση των εντάσεων στην χώρα», σημειώνεται στην ανακοίνωση της ρωσικής προεδρίας.