Στη σκιά των  σειρήνων και του καπνού, εκεί όπου ο ορίζοντας της Τεχεράνης σημαδεύεται ξανά από τη φωτιά και τον φόβο, αναδύεται μια διαφορετική φωνή μέσα από το Ιράν. Μια φωνή που ενάντια στις βόμβες που πέφτουν από τους εχθρούς αλλά  και τη βία του καθεστώτος που ισχυρίζεται ότι υπερασπίζεται την πατρίδα.

Ads

Ενώ η επίθεση του Ισραήλ στις ιρανικές πόλεις έχει εντείνει το χάος στην περιοχή και η Ισλαμική Δημοκρατία απαντά στην επίθεση, ένα πρωτοφανές κύμα εσωτερικής διαμαρτυρίας υψώνεται από τα κάτω. Δεν είναι το κράτος, ούτε οι στρατηγοί ή οι ιερείς  του, αλλά οι εργάτες, οι δάσκαλοι, οι φεμινίστριες και οι συγγραφείς — πολλοί από τους οποίους είναι φυλακισμένοι — που λένε τις  πιο καθαρές αλήθειες για τον πόλεμο, τη δικαιοσύνη και την επιβίωση.

Όπως έγραψα στο ιταλικό Kritica τις τελευταίες μέρες, έξι διαφορετικές αλλά πολιτικά ευθυγραμμισμένες ανακοινώσεις, έχουν δημοσιευθεί από διάφορους χώρους της ιρανικής κοινωνίας των πολιτών. Αυτές οι ανακοινώσεις προέρχονται από εργατικά σωματεία, εκπαιδευτικές ενώσεις, φυλακισμένες ακτιβίστριες για τα δικαιώματα των γυναικών και την Ένωση Ιρανών Συγγραφέων.

Ads

Δεν ηχούν σαν εκκλήσεις για εκδίκηση ή εθνική υπερηφάνεια. Αντιθέτως, καταδικάζουν όλες τις πλευρές της σύγκρουσης — από την ισραηλινή κατοχή και την ιμπεριαλιστική βία μέχρι την κατασταλτική και στρατιωτικοποιημένη εξουσία της Ισλαμικής Δημοκρατίας. Μαζί, αυτές οι φωνές διαμορφώνουν μια ενιαία απόρριψη του μιλιταρισμού και του αυταρχισμού και καλούν για ειρήνη, δημοκρατία και αξιοπρέπεια . Τις έννοιες αυτές δεν τις προτάσουν  ως συνθήματα, αλλά ως στρατηγικές επιβίωσης σε μια περιοχή που καταρρέει.

Αυτό το άρθρο παρουσιάζει και συνυφαίνει αυτές τις έξι ανακοινώσεις οι οποίες δεν είναι μεμονωμένες κινήσεις, αλλά σχηματοποιούν μια συλλογική αντίσταση. Είναι μια φωτογραφία της ζωντανής ιρανικής κοινωνίας των πολιτών: χτυπημένη, πολιορκημένη, αλλά που συνεχίζει να αρνείται να διαλέξει ανάμεσα σε δύο εκδοχές θανάτου. Ο πόλεμος διεξάγεται από τα κράτη, αλλά το τίμημα το πληρώνουν οι άνθρωποι. Και οι άνθρωποι λένε «όχι στο όνομά μας».

Οι φωνές των εκπαιδευτικών

Ανάμεσα στις πρώτες και καθαρότερες φωνές που μίλησαν ήταν οι Ιρανοί δάσκαλοι,  εκείνοι που περνούν τις μέρες τους με τα παιδιά και των οποίων η δέσμευση απέναντι στην ειρήνη ακούγεται στις αίθουσες διδασκαλίας, όχι στα κοινοβούλια. Δύο βασικοί φορείς, το Συντονιστικό Συμβούλιο των Εκπαιδευτικών Ενώσεων του Ιράν και το Σωματείο Δασκάλων Τεχεράνης, δημοσίευσαν ξεχωριστές αλλά βαθιά συνδεδεμένες ανακοινώσεις που αμφισβητούν τόσο την εξωτερική επιθετικότητα όσο και την εσωτερική καταπίεση.

Το Συντονιστικό Συμβούλιο καταδίκασε την ισραηλινή επίθεση σε ιρανικό έδαφος ως παραβίαση του διεθνούς δικαίου και απειλή για τη ζωή των πολιτών. Όμως η δήλωσή τους ξεπέρασε τα εθνικά σύνορα. Απέρριψαν τον μιλιταρισμό όλων των δυνάμεων στην περιοχή, συμπεριλαμβανομένης της Ισλαμικής Δημοκρατίας, και έδειξαν ως υπεύθυνους τους Ιρανούς κυβερνώντες για την όξυνση των εντάσεων μέσω μυστικοπάθειας, αποκλεισμού και στρατιωτικών κινήσεων. «Ο πόλεμος δεν είναι ούτε ευλογία ούτε ευκαιρία», τόνισαν, «είναι μια καταστροφή της οποίας τα κύρια θύματα είναι οι απλοί άνθρωποι, τα παιδιά, οι γυναίκες και οι άμαχοι».

Το Σωματείο Δασκάλων Τεχεράνης επανέλαβε αυτό το μήνυμα, επικεντρωμένο στην ψυχική επιβάρυνση που ασκεί η βία στη νέα γενιά. «Εργαζόμαστε καθημερινά με παιδιά», έγραψαν, «παιδιά που προσπαθούν να κατανοήσουν έναν κόσμο που θα έπρεπε να ανοίγει δρόμους για τη μάθηση, τη φιλία και τα όνειρα, όχι για βόμβες και καταστροφή». Η ανακοίνωση καταδίκασε έντονα τη στρατιωτική επίθεση του Ισραήλ, αποκαλώντας την έγκλημα, αλλά ταυτόχρονα επέμεινε ότι «κανένα κράτος δεν μπορεί να οικοδομήσει ειρήνη με σφιγμένη γροθιά».

Και οι δύο ανακοινώσεις  απορρίπτουν τη «ουδετερότητα» απέναντι στον πόνο. Η σιωπή, λένε, κανονικοποιεί τη βία. Αντιθέτως, καλούν όλες τις κοινωνικές και πολιτιστικές οργανώσεις — εντός και εκτός Ιράν — να αντισταθούν στον πόλεμο, να υπερασπιστούν την ανθρώπινη αλληλεγγύη και να αντικαταστήσουν τη γλώσσα της εξουσίας με εκείνη της εκπαίδευσης, της αξιοπρέπειας και της ειρήνης.

Οι δάσκαλοι δεν παίρνουν το μέρος των κρατών. Παίρνουν το μέρος των μαθητών, των εργατών, του μέλλοντος. Στις φωνές τους υπάρχει ένα ξεκάθαρο μήνυμα: όταν τα καθεστώτα ετοιμάζονται για πόλεμο, οι λαοί πρέπει να ετοιμάζονται για δικαιοσύνη.

Απο διαμαρτυρία στο Βερολίνο.

Οι Φεμινίστριες: Πίσω από τα κάγκελα, αλλά όχι σιωπηλές

Μέσα από τα τείχη της διαβόητης φυλακής Εβίν της Τεχεράνης, επτά Ιρανές φεμινίστριες συνδικαλίστριες και  ακτιβίστριες, δημοσίευσαν δύο δυνατές ανακοινώσεις που αποδομούν την προπαγάνδα του πολέμου και του εθνικισμού. Αυτές οι γυναίκες — φυλακισμένες για τη συμμετοχή τους σε διαδηλώσεις και την υπεράσπιση βασικών δικαιωμάτων — έχουν αποτελούν τις καθαρότερες φωνές ενάντια στη βία που καταπνίγει την περιοχή.

Σε μία από τις ανακοινώσεις, οι Reyhaneh Ansari, Sakineh Parvaneh, Varisheh Moradi, Golrokh Iraee απευθύνονται άμεσα στον ιρανικό λαό και στα διεθνή κινήματα της Αριστεράς. Τα λόγια τους απορρίπτουν κάθε αυταπάτη περί σωτηρίας από το εξωτερικό. «Ο δρόμος για την ελευθερία στο Ιράν», γράφουν, «βρίσκεται στη μαζική αντίσταση και στη δύναμη των κοινωνικών κινημάτων». Προειδοποιούν ενάντια στην ψευδαίσθηση ότι τα ξένα κράτη — είτε δυτικές δυνάμεις είτε γειτονικοί παίκτες — μπορούν να απελευθερώσουν τους καταπιεσμένους. Το μόνο που φέρνουν, λένε, είναι καινούργιες αλυσίδες.

Περιγράφουν το Ισραήλ ως ένα καθεστώς βασισμένο στην κατοχή και τη γενοκτονία, ένα στρατιωτικοποιημένο προπύργιο του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, υπεύθυνο για την πολεμική κατάσταση επί δεκαετίες  στην Παλαιστίνη, το Ιράκ, τη Συρία και τώρα στη Γάζα. Όμως η καταγγελία τους δεν είναι μονόπλευρη. Ασκούν έντονη κριτική και στην Ισλαμική Δημοκρατία για την καταστολή και την αξιοποίηση  του πολέμου ως εργαλείο εσωτερικού ελέγχου, λέγοντας ότι προετοιμάζει «ένα νέο 1988» (αναφορά στις μαζικές εκτελέσεις πολιτικών κρατουμένων). Για εκείνες, ο πόλεμος είναι εργαλείο όλων των εξουσιών για να φιμώσουν τις άλλες φωνές.

Σε δεύτερη ανακοίνωση , οι  Anisha Asadollahi, Nahid Khodajo, Nasrin KhezrJavadi περιγράφουν τον εαυτό τους ως «ομήρους» μιας κυβέρνησης που διεξάγει πολέμους στο εξωτερικό ενώ καταπνίγει τους πολίτες της στο εσωτερικό. Καλούν τον λαό να αντισταθεί στον επιβεβλημένο πόλεμο μέσα από συλλογική παρουσία και αλληλεγγύη. «Οι πόλεμοι δεν ωφελούν σε τίποτα τον λαό», γράφουν. «Το τίμημα το πληρώνουν πάντα εκείνοι που δεν είχαν καμία συμμετοχή ούτε ευθύνη για την έναρξή τους».

Απο διαμαρτυρία στο Βερολίνο.

Από τα σίδερα της φυλακής, αυτές οι γυναίκες λένε μια αλήθεια που λίγοι τολμούν να πουν δημόσια: η απελευθέρωση δεν μπορεί να εισαχθεί από έξω και ο αγώνας ενάντια στην κατοχή και τη δικτατορία πρέπει να προέρχεται από αυτούς που ζουν τις συνέπειές της. Τα λόγια τους είναι ταυτόχρονα προειδοποίηση και κάλεσμα σε δράση. Η πραγματική αντίσταση, λένε, δεν βρίσκεται στους πυραύλους ούτε στα συνθήματα, αλλά στην αλληλεγγύη από τα κάτω.

«Γυναίκα, Ζωή, Ελευθερία»

Καθώς αυτές οι φωνές υψώνονται μέσα από τα κελιά, μια άλλη ανακοίνωση τάραξε τα νερά: πάνω από 340 φεμινίστριες και ακτιβίστριες για ισότητα στο Ιράν υπέγραψαν κοινό κείμενο. Δημοσιεύθηκε ως απάντηση στην ισραηλινή στρατιωτική επίθεση και στην αντίδραση της Ισλαμικής Δημοκρατίας. Το κείμενο ρίχνει την ευθύνη και στα δύο πατριαρχικά και μιλιταριστικά καθεστώτα, και καλεί την κοινωνία των πολιτών να αντισταθεί στην καταστροφή με συλλογική δράση:

«Σε μια εποχή που δύο φιλοπόλεμα και πατριαρχικά καθεστώτα κρατούν ομήρους αμέτρητες ζωές αμάχων — ειδικά γυναικών και παιδιών — εμείς, μια ομάδα Ιρανών ακτιβιστριών για τα δικαιώματα των γυναικών, καλούμε όλους τους συμπολίτες μας να ενωθούν στη συνέχιση του δρόμου που χαράζει το τρίπτυχο «Γυναίκα, Ζωή, Ελευθερία». Ο πόλεμος δεν φέρνει τίποτα πέρα από καταστροφή. Φέρνει θάνατο και εκτεταμένες κοινωνικές και οικονομικές πληγές. Ο πόλεμος θα οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερη καταστολή πολιτικών και κοινωνικών ακτιβιστών. Το βλέπουμε ως καθήκον μας να καλλιεργήσουμε τους σπόρους του γυναικείου κινήματος του Ιράν, μαζί με τα υπόλοιπα λαϊκά κινήματα, και τώρα περισσότερο από ποτέ, να επαναβεβαιώσουμε τη δέσμευσή μας στους στόχους του  τρίπτυχου που εξελίχθηκε σε σύνθημα  «Γυναίκα, Ζωή, Ελευθερία» ενάντια στις πατριαρχικές εξουσίες, τον μιλιταρισμό, την καταστροφή και την καταπίεση.»

Αυτό το δημόσιο κάλεσμα δεν παρουσιάζει τον φεμινιστικό αγώνα ως περιφερειακό ή επιμέρους ζήτημα, αλλά ως βασική δύναμη στο δημοκρατικό και αντι-αυταρχικό κίνημα του Ιράν. Κατονομάζει τόσο το ισραηλινό κράτος όσο και την Ισλαμική Δημοκρατία ως καθεστώτα πολέμου και πατριαρχίας που χρησιμοποιούν τον φόβο και τον θάνατο για να κυριαρχήσουν πάνω σε γυναίκες και πολίτες. Και επιμένει ότι το σύνθημα «Γυναίκα, Ζωή, Ελευθερία» δεν είναι απλώς μια φωνή του παρελθόντος, είναι ένα ζωντανό πρόταγμα συλλογικής απελευθέρωσης για το παρόν.

Από τα κελιά των φυλακών μέχρι τους δρόμους, η φεμινιστική στάση παραμένει σταθερή: δεν υπάρχει ελευθερία μέσα από τον πόλεμο, ούτε δικαιοσύνη κάτω από δικτατορία.

Το Εργατικό Κίνημα και η κοινωνική αντίσταση: Όχι στον πόλεμο, όχι στον φασισμό

Ενώ η Ισλαμική Δημοκρατία ενισχύει τη ρητορική της με το σύνθημα της «υπεράσπισης της εθνικής κυριαρχίας», το εργατικό κίνημα του Ιράν και οι συμμαχικές κοινωνικές οργανώσεις, προτείνουν ένα εντελώς διαφορετικό όραμα  βασισμένο στην ταξική πάλη, όχι στα εθνικιστικά συνθήματα. Από τους οδηγούς λεωφορείων μέχρι τους νοσηλευτές, από τους εργαζομένους στις φυτείες ζαχαροκάλαμου μέχρι τους υπερασπιστές των δικαιωμάτων των παιδιών, έχει διαμορφωθεί ένα ισχυρό μέτωπο αντίστασης που δηλώνει ξεκάθαρα: αυτός δεν είναι ο δικός μας πόλεμος.

Σε κοινή ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε από το Σωματείο Εργαζομένων της Εταιρείας Λεωφορείων Τεχεράνης και Προαστίων, το Σωματείο Εργαζομένων στη Ζαχαροβιομηχανία Χαφτ Ταπέ και τη Συμμαχία Συνταξιούχων, μερικά από τα πιο ανθεκτικά εργατικά στρώματα του Ιράν απορρίπτουν κατηγορηματικά την πολεμική κλιμάκωση μεταξύ Ισραήλ και Ισλαμικής Δημοκρατίας. «Εμείς, οι εργαζόμενοι του Ιράν», γράφουν, «δεν έχουμε τίποτα να κερδίσουμε από πολέμους, μιλιταρισμό, βομβαρδισμούς ή ιμπεριαλιστικές πολιτικές. Αντιθέτως, οι εργαζόμενοι ήδη πληρώνουν το τίμημα, με φτώχεια, καταστολή, πείνα και θάνατο».

Η ανακοίνωση καταγγέλλει έντονα τους ισραηλινούς βομβαρδισμούς σε κατοικημένες περιοχές, διυλιστήρια και χώρους εργασίας, χαρακτηρίζοντάς τους εγκλήματα πολέμου. Όμως με την ίδια σαφήνεια απορρίπτει και τους ισχυρισμούς του Ισραήλ περί «φιλίας» προς τον ιρανικό λαό, τονίζοντας ότι πρόκειται για καθαρή προπαγάνδα, ειδικά υπό το φως εμπρηστικών δηλώσεων, όπως αυτή του Ισραηλινού Υπουργού Άμυνας που κάλεσε να «καεί η Τεχεράνη».

Παράλληλα, οι οργανώσεις αυτές στρέφουν την κριτική τους και προς τα μέσα. Αποκαλούν την Ισλαμική Δημοκρατία ως αυτό που είναι: «κατασταλτική, τυχοδιωκτική και εχθρική προς τους εργαζομένους». Καταγράφουν δεκαετίες καταστολής εργατικών κινητοποιήσεων, απαγόρευση των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων και διώξεις εργατικών ακτιβιστών. Το μήνυμα είναι ξεκάθαρο: οι εργάτες δεν είναι πιόνια του κράτους, το πολεμούν.

Απο διαμαρτυρία στο Βερολίνο.

 

Αυτή η στάση ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο με την «Κοινή Δήλωση Εργατικών και Κοινωνικών Οργανώσεων ενάντια στον πόλεμο και στην ερέχουσα επικίνδυνη κρίση», υπογεγραμμένη από ευρύ φάσμα οργανώσεων (οδηγούς φορτηγών, εργάτες πετρελαίου με συμβάσεις, νοσηλευτές, εκπαιδευτικούς, ακτιβιστές για τα δικαιώματα των παιδιών, συνταξιούχους και γυναικεία κινήματα). Όλοι μαζί χαρακτήρισαν τον σημερινό πόλεμο ως θανάσιμη σύγκρουση ανάμεσα σε «δύο φασιστικά καθεστώτα»: το ισραηλινό κράτος και την Ισλαμική Δημοκρατία.

Το πλαίσιο είναι αδιαπραγμάτευτο: ο πόλεμος δεν είναι τυχαίος. Είναι το αναπόφευκτο αποτέλεσμα δεκαετιών μιλιταρισμού, καταστολής και ιμπεριαλιστικών συμμαχιών. Έχει σπρώξει την ιρανική κοινωνία στο χείλος του γκρεμού,  εκτοπίζοντας πληθυσμούς, τραυματίζοντας κοινότητες και βαθαίνοντας την πείνα και τον φόβο, ιδιαίτερα για τα παιδιά και τους φτωχούς.

Αυτές οι οργανώσεις δεν αντιτάσσονται απλώς στη στρατιωτική επιθετικότητα, αλλά απορρίπτουν ολόκληρη τη λογική του πολέμου: τα όπλα μαζικής καταστροφής, την πυρηνική απειλή και τη φίμωση της διαφωνίας στο όνομα της εθνικής άμυνας. «Θέλουν να φιμώσουν τις διαμαρτυρίες μας αποκαλώντας μας κατασκόπους», προειδοποιεί η ανακοίνωση, «χρησιμοποιούν τον πόλεμο ως πρόσχημα για περισσότερη καταστολή».

Αυτό που ξεχωρίζει σε αυτές τις ανακοινώσεις είναι η επαναστατική τους στάση. Δεν περιορίζονται στην καταδίκη του πολέμου,  απαιτούν τον τερματισμό όλων των στρατιωτικών σχεδίων και καλούν σε ανανέωση του λαϊκού ξεσηκωμού. «Η απάντηση σε αυτή την καταστροφή είναι η συνέχιση της επανάστασης», δηλώνουν, υποστηρίζοντας ότι η απελευθέρωση δεν θα έρθει από στρατούς ή κυβερνήσεις, αλλά από τους δρόμους, τα σωματεία και τον αγώνα για ψωμί και ελευθερία.

Μεταξύ των υπογραφόντων είναι η Ένωση Εργαζομένων Ηλεκτρισμού και Μετάλλου Κερμανσάχ, η Καμπάνια «Μην Εκτελείτε», η Φωνή των Γυναικών του Ιράν και διάφορα τοπικά συμβούλια διαμαρτυρίας, αποδείξεις μιας αυξανόμενης πολιτικής σύγκλισης από τα κάτω.

Η Ένωση Συγγραφέων Ιράν ενάντια στις «μηχανές θανάτου»

Μέσα στον θόρυβο των πυραύλων και της κρατικής προπαγάνδας, η Ένωση Συγγραφέων Ιράν (Kanoon Nevisandegane Iran) εξέδωσε μια σκληρή και αταλάντευτη δήλωση. Εδώ και χρόνια στόχος λογοκρισίας και καταστολής, η Ένωση δεν παρουσιάζει τον σημερινό πόλεμο ως ρήξη, αλλά ως συνέχεια δύο αυταρχικών σχεδίων, το ένα βασισμένο στην κατοχή, το άλλο στις εσωτερικές σφαγές.

Περιγράφουν τη σύγκρουση ως πόλεμο «ανάμεσα σε ένα φασιστικό καθεστώς χτισμένο πάνω στην κατοχή και τη γενοκτονία, και σε μια κυβέρνηση θεμελιωμένη στο αίμα διαφωνούντων και ελεύθερων ανθρώπων». Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, ο πόλεμος δεν καταστρέφει απλώς ζωές,  απειλεί να εξαφανίσει την ιστορική μνήμη των αγώνων, συμπεριλαμβανομένων των κατακτήσεων της ιρανικής εξέγερσης του 2022. Ο κίνδυνος, προειδοποιούν, είναι πως αυτό που θα αναδυθεί από τη καμένη γη του πολέμου δεν θα είναι ούτε ειρήνη ούτε δικαιοσύνη, αλλά φυλετικός εξτρεμισμός, εθνικισμός και νέες μορφές φασισμού.

Η Ένωση Συγγραφέων δεν χαρίζεται σε καμία πλευρά. Το Ισραήλ, λένε, με τη βοήθεια των συμμάχων του στα μέσα ενημέρωσης, παρουσιάζει τις στρατιωτικές του επιχειρήσεις ως άμυνα, ενώ στην πραγματικότητα σκοτώνει αμάχους και φιμώνει την αγανάκτηση. Παράλληλα, η Ισλαμική Δημοκρατία χρησιμοποιεί τον πόλεμο για να ενισχύσει τον έλεγχό της στην εξουσία, δικαιολογώντας συλλήψεις, λογοκρισία και την απειλή νέων σφαγών στο όνομα της εθνικής ασφάλειας. «Να χυθεί αίμα για να επιβιώσουμε» — μας θυμίζουν —  αυτή ήταν η  λογική του καθεστώτος από την ίδρυση τους και αυτή συνεχίζει να καθοδηγεί τη στρατηγική του.


Η ανακοίνωση επισημαίνει επίσης τη λειτουργία της παγκόσμιας τάξης των ΜΜΕ, όπου «δύο πόλοι» κυριαρχούν στην αφήγηση. Ο ένας παρουσιάζει ένα κράτος επιφορτισμένο με εγκλήματα πολέμου σαν ηρωικό σωτήρα· ο άλλος κρύβει τον αυταρχισμό πίσω από τη γλώσσα της εθνικής άμυνας. Και στις δύο περιπτώσεις, οι ανεξάρτητες φωνές συνθλίβονται. Η Ένωση τονίζει ότι η πραγματική αντίσταση πρέπει να σπάσει αυτό το δίπολο.

Το κάλεσμά τους απευθύνεται όχι μόνο στους Ιρανούς, αλλά και σε συγγραφείς, διανοούμενους και ανθρώπους του πολιτισμού παντού. Τους ζητούν να ενισχύσουν τις ανεξάρτητες φωνές του λαού και να σταθούν ενάντια τόσο στην κρατική προπαγάνδα όσο και στη διανοητική συνενοχή. Ο ρόλος της λογοτεχνίας, μας θυμίζουν, δεν είναι να γυαλίζει την εξουσία, αλλά να λέει την αλήθεια από το περιθώριο.

Για την Ένωση, η πένα παραμένει όπλο όχι για το κράτος, αλλά για τον λαό.

Απο διαμαρτυρία στο Βερολίνο.

Αλληλεγγύη στην Παλαιστίνη

Ένα από τα πιο ξεκάθαρα σημεία πολιτικής και ηθικής σύγκλισης σε όλες αυτές τις δηλώσεις είναι η ρητή αλληλεγγύη προς τον παλαιστινιακό λαό. Παρότι απορρίπτουν τη χρησιμοθηρική εκμετάλλευση της Παλαιστίνης από την Ισλαμική Δημοκρατία για εσωτερική καταστολή, οι φωνές από την ιρανική κοινωνία των πολιτών τραβούν σαφώς τη γραμμή ανάμεσα στις ψεύτικες κρατικές «συμμαχίες» και την αληθινή ανθρώπινη αλληλεγγύη. Δεν αφήνουν κανένα περιθώριο ασάφειας: ο παλαιστινιακός αγώνας είναι δίκαιος, αλλά δεν μπορεί να χρησιμοποιείται για να δικαιολογηθεί η καταπίεση στο εσωτερικό ή ο πόλεμος στην περιοχή.

Οι φυλακισμένες φεμινίστριες  αποκαλούν το Ισραήλ «καθεστώς χτισμένο πάνω σε σφαγές» και το καταγγέλλουν ως «στρατιωτική βάση των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή», υπεύθυνο όχι μόνο για την κατοχή της Παλαιστίνης, αλλά και για την καταστροφή στο Ιράκ, το Αφγανιστάν, τη Συρία και την Υεμένη. Η περιγραφή της Γάζας δεν φιλτράρεται μέσα από γεωπολιτικούς υπολογισμούς,  παρουσιάζεται ως μια ανθρώπινη και ιστορική καταστροφή, μέρος της ίδιας παγκόσμιας λογικής που στηρίζει τη βία του κράτους και στο Ιράν.

Η Ένωση Συγγραφέων Ιράν καταγγέλλει με παρόμοιο τρόπο τη χρήση του πόνου στη Γάζα ως κάλυψη για νέες εκτελέσεις, συλλήψεις και ιδεολογική καταστολή στο εσωτερικό. Τονίζουν ότι «η χαρά του λαού μπροστά στον θάνατο των βασανιστών του δεν πρέπει ποτέ να συγχέεται με την αποδοχή της εισβολής στη γη και τη ζωή του». Οι συγγραφείς τοποθετούν την Παλαιστίνη και το Ιράν μέσα στην ίδια δομή καταστολής — όχι ως εχθρούς ή σωτήρες μεταξύ τους, αλλά ως λαούς που συντρίβονται κάτω από τις πολεμικές μηχανές του αυταρχισμού.

Οι εργατικές οργανώσεις εκφράζουν παρόμοια στάση. Στην ανακοίνωσή τους καταδικάζουν τα εγκλήματα πολέμου του Ισραήλ στη Γάζα, παράλληλα με τις επιθέσεις στις ιρανικές υποδομές. Όμως δεν υιοθετούν τη ρητορική του καθεστώτος. Αντιθέτως, στρέφονται στον πόνο των απλών ανθρώπων και στα δύο μέρη. Η αλληλεγγύη, για αυτούς, δεν είναι σύνθημα,  είναι η άρνηση να επιτρέψουμε σε οποιοδήποτε κράτος να μιλά στο όνομα των καταπιεσμένων ενώ κρατά καταπιεσμένους τους ίδιους τους πολίτες του εσωτερικά.

Αυτό που προκύπτει δεν είναι ένας τυπικός χαιρετισμός προς την Παλαιστίνη, αλλά μια ραδιαπραγμάτευτη θέση: η απελευθέρωση της Παλαιστίνης και η απελευθέρωση του Ιράν είναι αλληλένδετες, αλλά καμία δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσω μιλιταρισμού ή κρατικής βίας. Η πραγματική αλληλεγγύη πρέπει να έρθει από τον ίδιο τον λαό, από τα κάτω, όχι από τα πάνω.

Απο διαμαρτυρία στο Βερολίνο.

Από το περιθώριο στο  προσκήνιο και την πλειοψηφία

Αυτό που αποκαλύπτουν συλλογικά αυτές οι δηλώσεις είναι κάτι που τα διεθνή μέσα ενημέρωσης, τα κράτη και ακόμη και πολλά διεθνή κινήματα συνεχίζουν να αγνοούν: η ιρανική κοινωνία των πολιτών δεν είναι ούτε ανενεργή ούτε σιωπηλή και σίγουρα δεν είναι μπερδεμένη. Μέσα σε βομβαρδισμούς, συλλήψεις, οικονομική κατάρρευση και λογοκρισία, εργάτες, δάσκαλοι, κρατούμενες, φεμινίστριες και συγγραφείς διατυπώνουν μια ξεκάθαρη πολιτική θέση, που δεν απολογείται για την Ισλαμική Δημοκρατία και δεν δικαιολογεί τον μιλιταρισμό του Ισραήλ.

Αυτή δεν είναι περιθωριακή άποψη. Δεν πρόκειται για μεμονωμένες φωνές. Αυτές οι δηλώσεις εκφράζουν τα πιο οργανωμένα και συνεπή κομμάτια της ιρανικής κοινωνίας, εκείνα που άντεξαν δεκαετίες καταστολής και παρ’ όλα αυτά παραμένουν δεσμευμένα στον αγώνα για δικαιοσύνη. Η άρνησή τους να στοιχηθούν πίσω από κανένα κράτος δεν είναι αφέλεια. Είναι πολιτική διαύγεια, βγαλμένη από την εμπειρία του αγώνα.

Ενώ οι κυβερνήσεις ανταλλάσσουν πυραύλους και προωθούν τα αφηγήματα τους, αυτές οι φωνές μιλούν για το φαγητό, τα σχολεία, τα συνδικάτα, τη γλώσσα, την επιβίωση. Μας υπενθυμίζουν ότι το πραγματικό πεδίο της μάχης δεν είναι μόνο στον ουρανό, αλλά στους δρόμους, στις φυλακές, στους χώρους δουλειάς, σε αγώνες ταξικούς. Μας θυμίζουν ότι η αλληλεγγύη δεν είναι σύνθημα, αλλά ευθύνη  να ακούμε, να ενισχύουμε, να οργανωνόμαστε.

Αν η διεθνής Αριστερά, οι θεσμοί ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τα ειρηνιστικά κινήματα θέλουν πραγματικά να μιλήσουν για δικαιοσύνη στη Μέση Ανατολή, πρέπει να σταματήσουν να βλέπουν την περιοχή μέσα από τα διλήμματα που επιβάλλουν τα κράτη και οι αυτοκρατορίες. Η επιλογή δεν είναι ανάμεσα στο Τελ Αβίβ και την Τεχεράνη. Η πραγματική επιλογή είναι ανάμεσα στην κυριαρχία και την απελευθέρωση, ανάμεσα στον πόλεμο και τη ζωή, ανάμεσα στη σιωπή και την αλληλεγγύη.

Και στο Ιράν, ο λαός έχει ήδη κάνει αυτή την επιλογή.