Η συνεχής παρακολούθηση των πολιτών της Κίνας από το κράτος, με την χρήση της τεχνητής νοημοσύνης και οποιωνδήποτε τεχνολογικών μέσων έχει στη διάθεση της η κινεζική κυβέρνηση, αποτελεί πραγματικότητα. Όσο η χώρα συνεχίζει να ισχυροποιείται οικονομικά και τεχνολογικά, τα μέσα και η διαδικασία παρακολούθησης, κατά πάσα πιθανότητα επρόκειτο να εξελιχθούν.

Ads

Πιο συγκεκριμένα, κράνη τα οποία μετρούν τα εγκεφαλικά κύματα των εργαζομένων όταν τα φορούν, drones που κινούνται και έχουν μορφή σαν πουλιά ώστε να μη γίνονται αντιληπτά και ένα σύστημα απονομής ή αφαίρεσης ψηφιακών πόντων με βάση την κοινωνική συμπεριφορά ενός ατόμου, βασισμένο στη συνεχή αναγνώριση προσώπου του κάθε πολίτη της Κίνας, το οποίο χαίρει σημαντικής υποστήριξης και αποδοχής από τους πολίτες της χώρας, αποτελούν μόνο μερικά παραδείγματα της διαδικασίας παρακολούθησης των πολιτών της χώρας.

Μια πραγματικότητα βγαλμένη από το Black Mirror

Όπως αναφέρει ο Ross Andersen στο Atlantic, “η Κίνα έχει το ιδανικό στήσιμο για να διεξαχθεί ένα πείραμα ολικής παρακολούθησης. Ο πληθυσμός της είναι σε τεράστιο βαθμό συνδεδεμένος στο διαδίκτυο. Περισσότερα από 1 δισεκατομμύριο κινητά τηλέφωνα , τα οποία είναι πλήρως εξοπλισμένα με περίτεχνους αισθητήρες”. Βέβαια, εάν θεωρήσουμε πως το “πείραμα”, αφορά την αδιάκοπη σύνδεση των κινητών τηλεφώνων στο διαδίκτυο, η οποία μάλιστα ενισχύεται ακόμα περισσότερο λόγω της ανάπτυξης του 5G, σε συνδυασμό με την αποθήκευση τεραστίων ποσοτήτων ψηφιακών δεδομένων, τότε ενδεχομένως το συγκεκριμένο “πείραμα” να είναι αναπόφευκτο, λόγω της ραγδαίας ανάπτυξης της τεχνητής νοημοσύνης και της τεχνολογίας γενικότερα.  Όπως αναφέρει ο Andersen στο άρθρο του: “Η τεχνητή νοημοσύνη έχει εφαρμογές σε σχεδόν κάθε ανθρώπινο τομέα, από την άμεση μετάφραση της προφορικής γλώσσας έως την έγκαιρη ανίχνευση ιού. Αλλά ο Πρόεδρος της Κίνας θέλει επίσης να χρησιμοποιήσει τις τεράστιες αναλυτικές δυνάμεις της τεχνητής νοημοσύνης για να ωθήσει την Κίνα στην αιχμή της επιτήρησης”.

Ads

Παρ’ όλα αυτά, η κυβέρνηση της Κίνας, χρειαζόταν δύο σημαντικότατους παράγοντες για να πραγματοποιήσει την παρακολούθηση που επιθυμούσε. Πρώτον, χρειαζόταν τα τεχνολογικά μέσα, και δεύτερον μια σημαντική πληθυσμιακή ομάδα. Όσον αφορά το δεύτερο, το βρήκε, στην εθνική μειονότητα μουσουλμάνων (Ουιγούροι) που βρίσκονταν στη βορειοδυτική Κίνα.

Η παρακολούθηση λοιπόν των Ουιγούρων, αποτελεί ίσως το εφαλτήριο, για κάθε προσπάθεια συνολικής παρακολούθησης ολόκληρης της κινεζικής επικράτειας. Όπως αναφέρει και πάλι ο Andersen, “μια ακατέργαστη εκδοχή ενός συστήματος παρακολούθησης βρίσκεται ήδη σε λειτουργία στο βορειοδυτικό έδαφος της Κίνας, στο Σινγιάνγκ, όπου περισσότεροι από 1 εκατομμύριο Μουσουλμάνοι Ουιγούροι έχουν φυλακιστεί. Μόλις λοιπόν ο Πρόεδρος της Κίνας τελειοποιήσει αυτό το σύστημα στο Σιντζιάνγκ, κανένας τεχνολογικός περιορισμός δεν θα τον εμποδίσει να επεκτείνει την επιτήρηση AI σε όλη την Κίνα”.

Άλλωστε, είναι η ίδια εταιρεία (CETC), η οποία είχε επιμεληθεί σημαντικό μέρος της παρακολούθησης των εν λόγω μουσουλμάνων, στις περιοχές της βορειοδυτικής Κίνας στις οποίες και βρίσκονται. Πιο συγκεκριμένα, η παρακολούθηση των Ουιγούρων περιλάμβανε την αναγνώριση τους από αλγόριθμους, με βάση ορισμένα διακριτά εθνοτικά στοιχεία. Με άλλα λόγια, η κινεζική κυβέρνηση είχε αναπτύξει ένα λογισμικό, με βάση το οποίο όχι μόνο ανίχνευαν έναν Ουιγούρο με ευκολία, αλλά και κατά πόσο εκείνος είχε γενειάδα, φορούσε γυαλιά ηλίου ή χαμογελούσε, όπως αναφέρει ο Andersen. Το λογισμικό αυτό είχε όνομα, City Brain, και αναπτύχθηκε από την εταιρεία Alibaba, η οποία ανήκει στον Τζακ Μα, που έναν χρόνο πριν δήλωνε ότι είναι μεγάλη χαρά για τους εργαζομένους να δουλεύουν 72 ώρες την εβδομάδα.

Η κυβέρνηση της Κίνας λοιπόν προχωρά στη συστηματικότερη παρακολούθηση των πολιτών της, σε μια πραγματικότητα, στην οποία έχει “μάτια παντού”, μια δηλαδή “πανοπτική” πραγματικότητα.

Σε κάθε περίπτωση βέβαια, όπως έδειξαν οι αποκαλύψεις του Snowden, ενδεχομένως η μεγαλύτερη διαδικασία παρακολούθησης να μη συμβαίνει στην Κίνα, αλλά στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής από την 11η Σεπτεμβρίου και έπειτα. Το ζήτημα ενδεχομένως βέβαια είναι, να μην πρέπει να επιλέξουμε από ποιον θα παρακολουθούμαστε, ούτε να υπάρχουν αυθαιρεσίες στο συγκεκριμένο ζήτημα έπειτα από τον COVID-19, αλλά μέσα από την τεχνολογική εξέλιξη να φτάνουμε πιο κοντά στη ρήση του Ρήγα, δηλαδή πως “όποιος ελεύθερα συλλογάται, συλλογάται καλά”.