Παγκόσμια ημέρα της γυναίκας σήμερα, αλλά οι πρώτοι αγώνες των γυναικών στην Ελλάδα για ισονομία και ισότητα γίνονται, κυριολεκτικά, στο πεδίο των μαχών στην επανάσταση του 1821, μια λιγότερο αναδειγμένη πλευρά της οποίας αποτελεί η γυναικεία συμμετοχή. Ιστορικοί και ερευνητές της περιόδου επικεντρώνονται αποκλειστικά στον ανδρικό ηρωισμό, αδικώντας έτσι τον γυναικείο παράγοντα που κάθε άλλο παρά αμελητέος είναι.

Ads

Αντίθετα, η λαϊκή μούσα εξυμνεί την αγωνιστικότητα και τον ηρωισμό της Ελληνίδας αγωνίστριας που “λύνει” με το σπαθί το ζήτημα της ισότητας…Η Μόσχω Τζαβέλα, σύζυγος του Λάμπρου,επικεφαλής 400 γυναικών αναγκάζει τους τουρκαλβανούς του Αλή Πασά σε υποχώρηση, οι Μεσολογγίτισες πολεμούν στη μεγάλη έξοδο κρατώντας στο ένα χέρι το σπαθί και στο άλλο το μωρό, ενώ μετά τη σφαγή της Χίου το 1822, οι αιχμάλωτες δεν δέχονται τροφή επιλέγοντας θάνατο από ασιτία παρά σκλαβοπάζαρα.

Όμως εκτός των δεσμών της δουλείας η γυναίκα καλείται να σπάσει και κάποια άλλα με βαθύτερες ρίζες από εκείνα  της τουρκοκρατίας. Μπορεί όλα τα μετά-επαναστατικά συντάγματα της χώρας να διακηρύσσουν την ισότητα των δύο φύλλων, αλλά η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική. H γυναίκα, ως πολίτης β κατηγορίας αποκλεισμένη από πολιτικές και εκπαιδευτικές δραστηριότητες, με μηδαμινά νομικά δικαιώματα, υπάρχει μόνο μέσα από την παρουσία πατέρα συζύγου ή αδελφού, και καλείται να αρκεστεί στο χώρο της οικογένειας.

Ads

Η βιομηχανική επανάσταση και η αστικοποίηση στα τέλη του 19ου αιώνα εισάγει την Ελληνίδα στον εργασιακό χώρο με τις χειρότερες δυνατές συνθήκες :περισσότερες ώρες εργασίας με μικρότερο ημερομίσθιο, καμία δυνατότητα ανέλιξης, παιδική εργασία και αποκλειστικά χειρονακτικά επαγγέλματα, οριοθετούν τον εργασιακό μεσαίωνα που βιώνουν οι γυναίκες της εποχής. Το ίδιο τραγικά είναι τα πράγματα και στο χώρο της παιδείας, αφού οι πρώτες κοπέλες που εισάγονται στην ανώτατη εκπαίδευση δεν έχουν ν’ αντιμετωπίσουν μόνο την κοινωνική προκατάληψη, αλλά και τη χλεύη των συμφοιτητών τους.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η πρώτη Ελληνίδα πτυχιούχος της Ιατρικής Σχολής Ελένη Ρούσου το 1890, αποδοκιμάζεται με συνθήματα του τύπου “σκούπα και φαράσι”, ενώ τρία χρόνια πριν η Ελένη Παντελίδου αυτοκτονεί όταν η Ιατρική Σχολή Αθηνών δεν δέχεται την εγγραφή της…Η τελευταία της επιστολή δείχνει ότι η αυτοκτονία της είναι μια πολιτική πράξη και όχι κίνηση συναισθηματικής απελπισίας:“Αυτοκτονώ διαμαρτυρόμενη δια την αδικίαν. Ο θάνατός μου ας ακουστεί ως κραυγή εις εκείνους οίτινες θεωρούν την γυναίκαν ως μεσαιωνικήν δούλην”. Σίγουρα μπορούμε να θεωρήσουμε την Παντελίδου ως το πρώτο θύμα του φεμινιστικού κινήματος στην Ελλάδα.

Η είσοδος του 20ου αιώνα, κι ενώ ο ανδρικός πληθυσμός παρακολουθεί έκπληκτος το παγκόσμιο κίνημα των “Σουφραζέτων” που διεκδικεί μαχητικότατα δικαίωμα ψήφου, στην Ελλάδα τα πράγματα κινούνται με βραδύτερους ρυθμούς. Σημαντικότερη προπολεμική προσωπικότητα του γυναικείου κινήματος αποτελεί η καθηγήτρια πιάνου και συγγραφέας Αύρα Θεοδωροπούλου, η οποία δημιουργεί σειρά φορέων για τις γυναίκες, με σημαντικότερο από αυτούς τον “Σύνδεσμο για τα Δικαιώματα της Γυναίκας” το 1922, στον οποίο παραμένει πρόεδρος για 35 συνεχή χρόνια. Στη συνέχεια, η γυναίκα περνά από την ανεργία στην εκμετάλλευση, και από την πολιτική ανυπαρξία στο δικαίωμα ψήφου μόνο για εγγράμματες στις δημοτικές εκλογές του 1934, στο δικαίωμα του εκλέγεσθαι και την πρώτη Ελληνίδα βουλευτή το 1953.

Η απριλιανή δικτατορία απαγορεύει, μεταξύ πολλών άλλων, τη λειτουργία των γυναικείων οργανώσεων, αλλά το φεμινιστικό κίνημα στη χώρα φουντώνει στη μεταπολίτευση θέτοντας νέα ζητήματα αφού η ισότητα των φύλλων θεσπίζεται στο Σύνταγμα του 1975: ισότητα στην πράξη, νομιμοποίηση των εκτρώσεων, σεξουαλικότητα και ενδοοικογενειακή βία.