Το χωριό Arous, στην Ερυθρά θάλασσα, για πολλά χρόνια θεωρείτο ένα ιδανικό τουριστικό θέρετρο για καταδύσεις και διασκέδαση. Τουριστικές μπροσούρες με πληροφορίες εκτυπώνονταν και διακινούνταν σε ολόκληρη την Ευρώπη, ενώ κρατήσεις για διακοπές σε αυτό οργανώνονταν μέσω ενός τουριστικού γραφείου στη Γενεύη. Όμως ο τόπος που παρουσιαζόταν σαν ονειρική επιλογή για διακοπές δεν ήταν τίποτε άλλο από ένα ψέμα.
 
Η Mossad, οι μυστικές υπηρεσίες του Ισραήλ δηλαδή, είχαν στήσει και λειτουργούσαν το θέρετρο στην περιοχή για περισσότερα από τέσσερα χρόνια, στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Αυτό λειτουργούσε ως κάλυψη για μια ανθρωπιστική αποστολή – για τη διάσωση χιλιάδων Εβραίων της Αιθιοπίας, που είχαν βρεθεί σε στρατόπεδα συγκέντρωσης προσφύγων στο Σουδάν. Το Σουδάν ήταν μια εχθρική αραβική χώρα και η αποστολή της ασφαλούς μεταφοράς των ανθρώπων στο Ισραήλ έπρεπε να έρθει εις πέρας χωρίς να μαθευτεί.
 
«Ήταν ένα κρατικό μυστικό, κανείς δεν μιλούσε για αυτό», αναφέρει στο BBC ο Gad Shimron, ένας από τους πράκτορες που υπηρέτησαν στο χωριό. «Ούτε η οικογένειά μου δεν γνώριζε για την επιχείρηση».
 
Οι Εβραίοι της Αιθιοπίας ανήκαν σε μια κοινότητα που ονομάζεται Σπίτι του Ισραήλ, η προέλευσή τους όμως παραμένει ένα μυστήριο. Πολλοί πιστεύουν ότι προέρχονται από μία από τις λεγόμενες δέκα φυλές των αρχαίων βασιλείων του Ισραήλ ή από Ισραηλίτες που συνόδευαν το γιο της βασίλισσας Σαβά και του βασιλιά Σολομώντα στην Αιθιοπία, γύρω στο 950 π.Χ. Άλλοι πιστεύουν ότι έφυγαν από εκεί μετά την καταστροφή του πρώτου εβραϊκού ναού το 586 π.Χ.

Ads

image

Μπροσούρες για το θέρετρο. 
 
Οι Αιθίοπες Εβραίοι ακολουθούσαν την Τορά, ασκούσαν μια βιβλική εκδοχή του Ιουδαϊσμού και προσεύχονταν σε συναγωγές. Καθώς όμως ήταν απομονωμένοι από τους υπόλοιπους Εβραίους για χιλιετίες, πίστευαν ότι ήταν και οι τελευταίοι Εβραίοι στον κόσμο. Η αυθεντικότητα της προέλευσής τους επιβεβαιώθηκε από τους αρχηγούς ραβίνους του Ισραήλ στις αρχές της δεκαετίας του 1970.
 
Το 1977 ένα από τα μέλη τους, ο Ferede Aklum, εντάχθηκε σε ένα κύμα μη Εβραίων προσφύγων της Αιθιοπίας, που πέρασαν τα σύνορα στο Σουδάν για να ξεφύγουν από τον εμφύλιο πόλεμο και την επιδείνωση της επισιτιστικής κρίσης.
 
Ο ίδιος έστειλε επιστολές σε διάφορες υπηρεσίες, ζητώντας βοήθεια για την αντιμετώπιση της κατάστασης, και μία από αυτές βρήκε το δρόμο της προς τη Mossad. Για τον τότε Ισραηλινό Πρωθυπουργό, Menachem Begin, που είχε υπάρξει ο ίδιος πρόσφυγας από την κατεχόμενη από τους ναζιστές Ευρώπη, το Ισραήλ ήταν ένα ασφαλές καταφύγιο για τους γείτονες Εβραίους που βρίσκονταν σε κίνδυνο. Οι Ισραηλινοί αυτοί δεν αποτελούσαν εξαίρεση και έτσι ανέθεσε στην υπηρεσία πληροφοριών να ενεργήσει για τη διάσωσή τους.
 
Αφού εντοπίστηκε από έναν πράκτορα της Mossad, ο Ferede έστειλε μηνύματα πίσω στην κοινότητά του, λέγοντας ότι υπήρχαν καλύτερες πιθανότητες να φτάσουν στην Ιερουσαλήμ μέσω του Σουδάν, από ό,τι μέσω της Αιθιοπίας, η οποία είχε θέσει φραγμούς στη μετανάστευση.
 
Υπήρχε μπροστά τους μια εκπληκτική ευκαιρία ώστε να εκπληρωθεί ένα όνειρο 2.700 ετών. Και στην περίοδο που ακολούθησε, περίπου 14.000 ισραηλινοί πραγματοποίησαν ένα επικίνδυνο ταξίδι 800 χιλιομέτρων με τα πόδια, μαζί με πάνω από ένα εκατομμύριο άλλους Αιθίοπες που αναζητούσαν καταφύγιο στα σύνορα του Σουδάν.
 
Περίπου 1.500 από τους Εβραίους πρόσφυγες σκοτώθηκαν στη διαδρομή, έχασαν τη ζωή τους στα στρατόπεδα γύρω από τις περιοχές Γκενταρέφ και Κασάλα ή απήχθησαν.
 
Καθώς δεν υπήρχαν γνωστοί Εβραίοι στο Σουδάν, μια χώρα με μουσουλμάνους κατά πλειοψηφία, τους δόθηκε η εντολή να μην αποκαλύψουν τη θρησκεία τους για να μπερδευτούν με τους ντόπιους πληθυσμούς και να μην συλληφθούν από τη μυστική αστυνομία του Σουδάν.
 
Αποστολή διάσωσης
 
Σχεδόν αμέσως ξεκίνησαν ορισμένες δραστηριότητες διάσωσης μικρής κλίμακας, με τους Αιθίοπες Εβραίους να εγκαταλείπουν το Σουδάν για την Ευρώπη με πλαστά έγγραφα και στη συνέχεια να εισέρχονται στο Ισραήλ.
 
Ωστόσο, η ακτογραμμή της Ερυθράς Θάλασσας του Σουδάν παρουσίασε τη δυνατότητα να ενταθούν οι επιχειρήσεις σε εντελώς διαφορετική κλίμακα.
 
«Προσεγγίσαμε το Ισραηλινό ναυτικό για βοήθεια», αναφέρει στο BBC ένας πράκτορας υψηλού προφίλ που συμμετείχε στην αποστολή, ο οποίος δεν θέλησε να φανερωθεί η ταυτότητά του. «Είπαν, «Εντάξει», και δύο πράκτορες της Mossad κατευθύνθηκαν στο Σουδάν αναζητώντας πιθανές παραλίες εγκατάστασης, και ανακάλυψαν αυτό το έρημο χωριό στην ακτή, στη μέση του πουθενά».

«Για εμάς ήταν θεόσταλτο. Αν μπορούσαμε να καταλάβουμε αυτό το μέρος και να το διαμορφώσουμε, θα μπορούσαμε να πούμε ότι διευθύνουμε ένα χωριό καταδύσεων, το οποίο θα μας παρείχε έναν λόγο για να βρισκόμαστε στο Σουδάν και επιπλέον αφορμή να είμαστε κοντά στην παραλία».

Ads

image

Ο Gad Shimron. 
 
Αυτό που συνέβη στη συνέχεια είναι το θέμα μιας ταινίας του Χόλιγουντ, που πρόκειται σύντομα να κυκλοφορήσει και που ονομάζεται “Resort Diving Red Sea”. Γυρισμένη στη Ναμίμπια και τη Νότια Αφρική, αναφέρει την ιστορία της επιχείρησης διάσωσης και του χωριού. 
 
Ολοκληρωμένο σαν έργο το 1972 από Ιταλούς επιχειρηματίες, το θέρετρο ήταν ένα συγκρότημα αποτελούμενο από 15 bungalows με κόκκινη στέγη, μια κουζίνα και μια μεγάλη τραπεζαρία που έβλεπε προς την παραλία, μια λιμνοθάλασσα και τη θάλασσα.
 
Ωστόσο, χωρίς ηλεκτρισμό, παροχή νερού ή ακόμη και δρόμο που να εξασφαλίζει την πρόσβαση σε αυτό, οι Ιταλοί θεώρησαν πως το έργο ήταν αδύνατο να λειτουργήσει και το θέρετρο δεν άνοιξε ποτέ.
 
«Ήταν ένα πολύ δύσκολο μέρος για να λειτουργήσει, αν δεν υπήρχε η Mossad από πίσω», ανέφερε ο πράκτορας.
 
Χρησιμοποιώντας ψεύτικα διαβατήρια, μια ομάδα πρακτόρων, που δήλωναν πως ήταν εργαζόμενοι μιας ελβετικής εταιρείας εκμετάλλευσης εγκαταστάσεων, πήγε στο Σουδάν, έπεισε τις αρχές για την επιχειρηματική τους πρόταση και νοίκιασε το χωριό για τρία χρόνια για 320.000 δολάρια.

Ένα ψεύτικο θέρετρο

Πέρασαν το πρώτο έτος συμβάλλοντας στην ανακαίνιση του θέρετρου και έκαναν συμφωνία με τους τοπικούς προμηθευτές για την παροχή πόσιμου νερού και καυσίμων.

Το θέρετρο εφοδιάστηκε επίσης με εξοπλισμό που κατασκευάστηκε στο Ισραήλ, συμπεριλαμβανομένων μονάδων κλιματισμού, εξωλέμβιων κινητήρων και εξοπλισμού υδατοσφαίρισης και άλλων σπορ, που είχε περάσει βέβαια λαθραία στη χώρα. Έγινε η πρώτη εισαγωγή ιστιοσανίδας στο Σουδάν, ενώ πράκτορες της Mossad εργάζονταν σαν επαγγελματίες εκπαιδευτές καταδύσεων. Επίσης προσελήφθησαν περίπου 15 τοπικοί υπάλληλοι, συμπεριλαμβανομένων των καμαριέρων, των σερβιτόρων, του οδηγού και του σεφ του ξενοδοχείου. «Τους πληρώναμε τα διπλάσια λεφτά από όσα θα έβγαζαν υπό άλλες συνθήκες στη χώρα», ανέφερε ο πράκτορας.

Κανένας από το προσωπικό δεν γνώριζε τον πραγματικό σκοπό του θέρετρου, ή ότι οι λευκοί διευθυντές τους ήταν κατάσκοποι της Mossad.

image

Πρόσφυγες σε λέμβους του ναυτικού. 

Γυναίκες πράκτορες τοποθετήθηκαν παράλληλα ως υπεύθυνες για την καθημερινή λειτουργία του θέρετρου, γεγονός που θεωρήθηκε ότι θα μείωνε τυχόν υποψίες.

Η αποθήκη του εξοπλισμού καταδύσεων βρισκόταν εκτός των ορίων της εγκατάστασης. Σε αυτήν ήταν κρυμμένοι πομποί που χρησιμοποιούνταν για να διατηρούνται τακτικές επαφές με το αρχηγείο των μυστικών υπηρεσιών πίσω στο Τελ Αβίβ.

Ενώ στο θέρετρο δέχονταν νέους ένοικους καθημερινά, κάθε τόσο, κατά τη διάρκεια της νύχτας, μια ομάδα έφευγε στο σκοτάδι και κατευθυνόταν σε ένα σημείο συνάντησης 10 χιλιόμετρα νότια του Γκενταρέφ. Χρησιμοποιούσαν ως δικαιολογία απέναντι στο προσωπικό ότι πήγαιναν για μερικές μέρες στο Χαρτούμ, ή ότι πήγαιναν στο νοσοκομείο.

Αυτό που έκαναν όμως στην πραγματικότητα ήταν ότι διάλεγαν ομάδες Εβραίων της Αιθιοπίας, οι οποίες είχαν αποδράσει από τα στρατόπεδα της χώρας.

«Οι Εβραίοι της Αιθιοπίας δεν δέχονταν καμία ειδοποίηση, καθώς δεν μπορούσαμε να διακινδυνεύσουμε» αναφέρει ο Gad. «Δεν γνώριζαν καν ότι ήμαστε Ισραηλινοί, τους είπαμε ότι ήμασταν μισθοφόροι».

Από εκεί, μια συνοδεία φορτηγών που μετέφερε δεκάδες πρόσφυγες ξεκινούσε ένα ταξίδι διάρκειας δύο ημερών, παρακάμπτοντας την ανίχνευση σε πολλά σημεία ελέγχου κατά μήκος του δρόμου, ακολουθώντας όμως έναν συνδυασμό κακουχιών και δωροδοκίας στο δρόμο τους.

Όταν έφταναν στην παραλία βόρεια του χωριού όπου βρισκόταν το θέρετρο, ειδικές ισραηλινές ναυτικές δυνάμεις έφταναν στην ξηρά με λέμβους, ώστε να συλλέξουν τους πρόσφυγες και να τους μεταφέρουν σε ένα ναυτικό σκάφος αναμονής, το INS Bat Galim. Το πλοίο τους μετέφερε στη συνέχεια στο Ισραήλ.

«Ήταν συνεχώς και απολύτως επικίνδυνα», αναφέρει ο πράκτορας. «Όλοι γνωρίζαμε ότι αν κάποιος από εμάς γινόταν αντιληπτός, θα καταλήγαμε κρεμασμένοι στο κέντρο του Χαρτούμ».

Κάτι τέτοιο παραλίγο να συμβεί το Μάρτιο του 1982, όταν στην τρίτη κατά σειρά επιχείρηση η ομάδα εντοπίστηκε στα μέσα της μεταφορά προς την παραλία από Σουδανούς στρατιώτες. Αυτοί υποπτεύονταν πως ήταν λαθρέμποροι, όμως κατάφεραν να ξεφύγουν.

Μετά από αυτό το περιστατικό, αποφασίστηκε πως οι ναυτικές εκκενώσεις ήταν πολύ επικίνδυνες, και επινοήθηκε ένα νέο σχέδιο. Οι πράκτορες ασχολήθηκαν με την εύρεση ενός κατάλληλου σημείου προσγείωσης στην έρημο για αεροσκάφη C130 Hercules. Οι πρόσφυγες επρόκειτο να εγκαταλείπουν αεροπορικώς τη χώρα από τότε και στο εξής.

Εν τω μεταξύ, οι Ισραηλινοί συνέχισαν να διευθύνουν το θέρετρο καταδύσεων και να διασκεδάζουν τους επισκέπτες. Μέχρι τότε, το χωριό Arous είχε αποκτήσει μεγάλη φήμη.

«Σε σύγκριση με το υπόλοιπο Σουδάν, προσφέραμε πρότυπα τύπου Hilton» αναφέρει ο Gad, «και ήταν ένα τόσο όμορφο μέρος, που έμοιαζε πραγματικά σαν να έχει βγει από τις 1000 και μία νύχτες.

image

Το θέρετρο μεταξύ της πελατείας του φιλοξενούσε μια αιγυπτιακή στρατιωτική μονάδα, μια ομάδα Βρετανών στρατιωτών SAS, ξένους διπλωμάτες από το Χαρτούμ και αξιωματούχους του Σουδάν και όλοι αγνοούσαν την πραγματική λειτουργία του.

Το Arous Village έγινε τόσο επιτυχημένο που προέκυπταν από τη λειτουργία του αρκετά κέρδη για να είναι οικονομικά βιώσιμο, προς μεγάλη ανακούφιση των λογιστών της Mossad. Μερικά από τα χρήματα που κέρδιζαν από τους επισκέπτες χρησιμοποιήθηκαν για την αγορά ή ενοικίαση των φορτηγών που μετέφεραν τους πρόσφυγες.

Μεταφορά σε ασφαλές έδαφος

Εν τω μεταξύ, οι αερομεταφορές ξεκίνησαν. Ο GAd  και η ομάδα του έλαβαν τότε ένα μήνυμα που ανέφερε ότι στην περιοχή υπήρχε ένα εγκαταλειμμένο Βρετανικό αεροδρόμιο από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, που δεν απείχε πολύ από την ακτή του θέρετρου. Έτσι το Μάιο του 1982, το πρώτο C130, με ισραηλινής καταγωγής πλήρωμα, προσγειώθηκε εκεί μέσα στο βράδυ.

Χρόνια αργότερα, ένας από τους 130 Αιθίοπες που διασώθηκαν σε αυτή την πτήση είπε στο Gad: «Δεν έχετε ιδέα τι σήμαινε για μένα το να μπω σε ένα αεροπλάνο στη μέση της σουδανικής ερήμου μέσα στη νύχτα».

Μετά από δύο αεροπορικές μεταφορές, όμως, η Mossad ανακάλυψε ότι οι σουδανικές αρχές είχαν πληροφορίες για ύποπτη δραστηριότητα στην περιοχή. Στη συνέχεια δόθηκε εντολή στην ομάδα να βρει νέα σημεία προσγείωσης. Βρήκαν τις νέες τοποθεσίες, όμως αυτές βρίσκονταν στην έρημο, κυριολεκτικά στη μέση του πουθενά, και οι επιχειρήσεις γίνονταν πλέον υπό αντίξοες συνθήκες.

Παρ’ όλες τις δυσκολίες, 17 επιχειρήσεις ήρθαν εις πέρας και διασώθηκαν εκατοντάδες άνθρωποι.

Προς τα τέλη του 1984, το Σουδάν έπεσε σε λιμό και αποφασίστηκε η κλιμάκωση των επιχειρήσεων εκκένωσης.

Με την παρέμβαση των ΗΠΑ και μετά από την πληρωμή ενός μεγάλου χρηματικού ποσού, ο στρατηγός Jaafar Nimeiri συμφώνησε να αφήσει τους Εβραίους πρόσφυγες να πετάξουν απευθείας από το Χαρτούμ προς την Ευρώπη. Το έκανε με την προϋπόθεση της απόλυτης μυστικότητας, ώστε να αποφευχθούν οι επιπτώσεις από τον υπόλοιπο αραβικό κόσμο.

Σε 28 πτήσεις με αεροσκάφη Boeing 707, 6.380 Εβραίοι της Αιθιοπίας πέταξαν προς τις Βρυξέλλες και στη συνέχεια στο Ισραήλ. Η διάσωση έλαβε χώρα με την κωδική ονομασία Operation Moses.

Τα μέσα ενημέρωσης στο Ισραήλ δεν ήξεραν τίποτα εκείνη την εποχή, όμως η ιστορία τελικά διέρρευσε στον τύπο εξαιτίας ενός λάθος χειρισμού από μια τοπική ΜΚΟ.

image

Εικόνα από τα αεροσκάφη διάσωσης. 

Η δημοσιοποίηση της ιστορίας

Εφημερίδες σε όλο τον κόσμο δημοσιοποίησαν την ιστορία στις 5 Ιανουαρίου του 1985 και το Σουδάν σταμάτησε αμέσως τις πτήσεις. Απέρριψε δημοσίως οποιαδήποτε εμπλοκή, απορρίπτοντας παράλληλα τους ισχυρισμούς ότι είχε συνεννοηθεί με το Ισραήλ.

Η Mossad συνέχισε να λειτουργεί το θέρετρο διακοπών, διατηρώντας το διαθέσιμο ως επιλογή για μυστικές επιχειρήσεις. Παρά την παύση των επιχειρήσεων διάσωσης, οι πράκτορες έπρεπε ακόμα να καλύψουν την εισροή επισκεπτών και ο Gad ανακλήθηκε από την άδειά του στο Ισραήλ για να οργανώσει την ψυχαγωγία για τα Χριστούγεννα και το Νέο Έτος.

Έξω, η ατμόσφαιρα άλλαζε. «Από τον Ιανουάριο του 1985, αισθανόμουν ότι ερχόταν ένα πραξικόπημα», αναφέρει ο Gad.

Δεν χρειάστηκε πολύς χρόνος. Στις 6 Απριλίου του 1985, ο στρατηγός Nimeiri ανατράπηκε από αξιωματικούς του στρατού. Ήταν μια σειρά από γεγονότα που έθεταν σε κίνδυνο τους εργάτες του χωριού.

Η νέα στρατιωτική χούντα έστρεψε το βλέμμα της στην εξαφάνιση των κατασκόπων της Mossad, πραγματικών ή φανταστικών, για να καταστρέψει τα διαπιστευτήριά της στον αραβικό κόσμο.

Ο επικεφαλής της Mossad έδωσε την εντολή να εκκενωθεί το θέρετρο. Αυτό συνέβη την επόμενη μέρα, με απόλυτη μυστικότητα.

«Έξι από μας άφησαν το χωριό καταδύσεων με δύο οχήματα πριν από την αυγή», αναφέρει ένας από τους πράκτορες. «Ένα C130 προσγειώθηκε στα βόρεια, σε ένα σημείο προσγείωσης που δεν είχαμε ξαναχρησιμοποιήσει. Ανεβήκαμε σε αυτό και γυρίσαμε σπίτι». Οι τουρίστες που βρίσκονταν στο θέρετρο θα ξυπνούσαν για να καταλάβουν ότι είχαν εγκαταλειφθεί.

Μετά την ξαφνική αναχώρηση των πρακτόρων, το καταδυτικό θέρετρο έκλεισε.

Για τους 492 Αιθίοπες Εβραίους που έμειναν στο θέρετρο από την απότομη διακοπή της επιχείρησης, μια ακόμη αερομεταφορά σχεδιάστηκε δύο μήνες αργότερα, από τον Αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, Τζορτζ Μπους.

Κατά τη διάρκεια των επόμενων πέντε ετών, ακολούθησαν περισσότερες επιχειρήσεις, που θα μετέφεραν συνολικά περίπου 18.000 Εβραίους για να ξεκινήσουν μια νέα ζωή στο Ισραήλ.

Ο Ferede Aklum ήταν ένας από αυτούς.

«Οι Εβραίοι της Αιθιοπίας είναι οι πραγματικοί ήρωες της ιστορίας», αναφέρει ο Gad, «όχι οι πιλότοι, ούτε το ναυτικό, ούτε οι εργάτες της Mossad».

«Εμείς απλά κάναμε τη δουλειά μας».
 
Απόδοση από το BBC.