Σε μια χώρα που βιώνει την άγρια κρατική καταστολή και τον αυταρχισμό της εξουσίας που θυμίζουν μαύρες εποχές, η απόφαση της κυβέρνησης να επαναφέρει τη διάταξη της «κακόβουλης βλασφημίας», εκλαμβάνεται περισσότερο ως αυτοσαρκασμός μέσα σε μια σειρά κωμικοτραγικών γεγονότων καθώς στερείται σοβαρότητας.

Ads

Μετά τις εισβολές της Αστυνομίας σε σινεμά και τις προσαγωγές ανηλίκων, την επίθεση των ΜΑΤ σε καφενείο των Εξαρχείων για να συλλάβει θαμώνες και τον βασανισμό συλληφθέντα, την απίστευτη επιχείρηση σε βάρος 300 νεαρών σε μπάρ στο Γκάζι,  που εξανάγκαστηκαν να σταθούν γονατιστοί με τα χέρια σηκωμένα επί ώρες ή την προαναγγελία αναβίωσης του Νόμου Παπαθεμελή, η κυβέρνηση επαναφέρει ξαφνικά στον Ποινικό Κώδικα την «κακόβουλη βλασφημία και καθύβριση θρησκευμάτων», μια αναχρονιστική διάταξη που επισείει ποινή φυλάκισης μέχρι δύο ετών.

Προφανώς κάποιοι σκέφθηκαν να πουλήσουν εκδούλευση στους φανατικούς της εκκλησίας, καθώς η διάταξη είναι τόσο παρωχημένη και αστεία που έμεινε ανεφάρμοστη για δεκαετίες, μέχρι να καταργηθεί αυτονόητα από την προηγούμενη κυβέρνηση. Σχεδόν 40 χρόνια πριν, η διάταξη είχε ήδη γελοιοποιηθεί με το περίφημο τραγούδι του Τζίμη Πανούση/Μουσικές Ταξιαρχίες «Κι εγώ σ’ αγαπώ γ@@@ το Χριστό μου» που απαγορεύτηκε κατ΄εφαρμογή της, οι δίσκοι κατασχέθηκαν και οι διώξεις που ακολούθησαν σε κάθε επαρχία, κατέστησαν την «κακόβουλη βλασφημία», ανέκδοτο και το τραγούδι θρύλο.

Σε επίπεδο ουσίας όμως, την ίδια ώρα, προβληματίζει η υπέρμετρη βία που ασκήθηκε από την Αστυνομία σε βάρος φοιτητών της ΑΣΟΕΕ που επιχειρούσαν να μπουν στη σχολή τους και απωθήθηκαν από τα ΜΑΤ με μεγάλη σκληρότητα, ξύλο και τραυματισμούς. Στο κλίμα των ημερών η Σύγκλητος του Οικονομικού Πανεπιστημίου αποφάσισε να αναστείλει τη λειτουργία, υπενθυμίζοντας τη θλιβερή απόφαση που ελήφθη τέτοιες μέρες το 1973.  Αχτίδα φωτός, η απόφαση της Συγκλήτου του ΕΜΠ που καλεί σε υπεράσπιση του Πανεπιστημιακού Ασύλου μέχρι τη 17η Νοέμβρη, τιμώντας τη δημοκρατική ιστορία του ιδρύματος και της ελληνικής κοινωνίας.

Ads

Ενόψει της επετείου του Πολυτεχνείου, η κυβέρνηση της σκληρής Δεξιάς, βυθισμένη σε αντιλήψεις άλλων εποχών, εντείνει την καταστολή προκειμένου να εκφοβίσει τη νεολαία, τα αιτήματα της οποίας δεν είναι επετειακά αλλά αποτέλεσμα του γενικότερου δόγματος καταστολής και της εχθρικής πολιτικής ενάντια στο δημόσιο Πανεπιστήμιο και την Παιδεία.

Ενδεικτική του φόβου, η απόπειρα των ΜΜΕ να αποκρύψουν τη μεγάλη πορεία φοιτητών το βράδυ της Δευτέρας κατά της αστυνομικής βίας  ενώ είναι σχεδόν αναμενόμενο ότι η ενισχυμένη ακροδεξιά πτέρυγα της ΝΔ, θα δηλητηριάσει τις επόμενες μέρες τη δημόσια συζήτηση με τις γνωστές δοξασίες για την αντιδικτατορική εξέγερση. Η κυβέρνηση που ευαγγελίστηκε «Νόμο και Τάξη» έχει αποτύχει στην πραγματική εγκληματικότητα και μετά και την παταγώδη αποτυχία στο προφυγικό, φαίνεται ότι προσπαθεί να επαναφέρει ιδεολογικές μάχες και συγκρούσεις που δεν έχουν θέση στη σύγχρονη κοινωνία.  

«Έχουμε δημοκρατία», φωνάζει μια κοπέλα στην επιχείρηση της αστυνομίας στο Γκάζι, που έχει ήδη δεχτεί σωματικό έλεγχο μέσα από τα εσώρουχά της. «Κάνεις πολύ μεγάλο λάθος» απαντά ο αστυνομικός, στη σκηνή που αρκεί για να περιγράψει την ομιχλώδη κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η ελληνική κοινωνία. «Χούντα ρε το κατάλαβες!», όπως φώναξε άλλος αστυνομικός σε συλληφθέντα στα Εξάρχεια.