Βαθιά διχασμένη εμφανίζεται εκ νέου η ΕΕ εν μέσω της ενεργειακής κρίσης, καθώς πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις αλλά και αξιωματούχοι των Βρυξελλών βάλλουν κατά της Γερμανίας για πλήρη απουσία αλληλεγγύης σε μια τόσο κρίσιμη συγκυρία.

Ads

Οι τόνοι ανέβηκαν ακόμη περισσότερο τις τελευταίες εβδομάδες, με επίκεντρο την πρόταση για προσφυγή σε αμοιβαιοποιημένα -σε ευρωπαϊκό επίπεδο- εργαλεία για την αντιμετώπιση της κρίσης.

Η πρόταση Τζεντιλόνι-Μπρετόν και το “τείχος” από τους σκληρούς της ΕΕ

Την πρόταση κατέθεσαν μέσω κοινού τους άρθρο στον ευρωπαϊκό Τύπο ο ευρωπαίοι επίτροποι Οικονομίας και Εσωτερικής Αγοράς, ο Ιταλός, Πάολο Τζεντιλόνι, και ο Γάλλος, Τιερί Μπρετόν, απηχώντας επί τους ουσίας την κοινή θέση Ρώμης και Παρισιού επί του ζητήματος.

Ads

Στο άρθρο τους δηλώνουν ότι η σημερινή κρίση απαιτεί αλληλεγγύη μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης και προτείνουν κοινό δανεισμό μεταξύ των 27 για την αντιμετώπιση της εκτίναξης των τιμών της ενέργειας που απειλεί να βυθίσει το ευρωπαϊκό μπλοκ στην ύφεση.

Ειδικότερα, προτείνουν την επανάληψη του σχήματος της κοινής έκδοσης χρέους που εφαρμόσθηκε κατά την πανδημία της Covid-19 για την υποστήριξη των θέσεων εργασίας που διαφορετικά θα είχαν χαθεί.

Η εν λόγω πρόταση όμως φαίνεται να προσκρούει πάνω στις σοβαρές ενστάσεις του Βερολίνου αλλά και άλλων χωρών από το μπλοκ των “σκληρών” της ΕΕ, η Αυστρία και η Σουηδία, οι οποίες δεν θέλουν ούτε να ακούνε για νέα έκδοση κοινού χρέους.

«Είναι η μεμονωμένη άποψη δύο επιτρόπων. Εχω την εντύπωση ότι δεν είναι αυτή η γενική άποψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής», δήλωσε χαρακτηριστικά ο αυστριακός υπουργός Οικονομικών Μάγκνους Μπρύνερ.

Από τη μεριά του, ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Βάλντις Ντομπρόβσκις, -ο οποίος βρίσκεται πιο κοντά στις απόψεις του Βερολίνου- σημείωσε ότι η πρόταση αυτή «απαιτεί συζητήσεις διότι υπάρχουν διαφορές απόψεων γύρω από το τραπέζι».

Μονομερής ενέργεια με απώτερο στόχο

Όλα τα παραπάνω ίσως να αποτελούσαν μια ακόμη επανάληψη της γνωστής αντιπαράθεσης στους κόλπους της ΕΕ, αν δεν είχε προηγηθεί μόλις πριν από μια εβδομάδα η ανακοίνωση από την Γερμανία ενός εθνικού πακέτου 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την προστασία της οικονομίας της από την αύξηση των τιμών της ενέργειας.

Κάπως έτσι το Βερολίνο βρέθηκε να δέχεται από πολλές πλευρές πυρά για υποκρισία, καθώς επιμένει στην λιτότητα στην ΕΕ, την ώρα που η ίδια προχωρά μονομερώς κατασπαταλώντας τον δικό της λογαριασμό.

Επί της ουσίας, δεν είναι λίγοι εκείνοι που εκφράζουν εκτίμηση πως η σπουδή της γερμανικής κυβέρνησης να προχωρήσει σε αυτή την κίνηση, έχει ως στόχο στην πραγματικότητα να δώσει στις επιχειρήσεις της πλεονέκτημα σε σχέση με τις ανταγωνίστριες της άλλων ευρωπαϊκών χωρών, που δεν έχουν τα μέσα να χρηματοδοτήσουν μία τόσο ισχυρή «ασπίδα» κατά της εκτόξευσης των τιμών της ενέργειας.

Τα πυρά κατά του Βερολίνου – Τι του προσάπτουν

Με αυτά τα δεδομένα, το κλίμα κατά την έκτακτη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της ΕΕ στο Λουξεμβούργο ήταν κάτι παραπάνω από τεταμένο, κάτι που δεν αναμένεται να αλλάξει ούτε στην επικείμενη Σύνοδο Κορυφής που θα διεξαχθεί στην Πράγα στα τέλη της εβδομάδας.

«Η Γερμανία ύψωσε ξεκάθαρα το μεσαίο δάχτυλο στην υπόλοιπη Ευρώπη με το συγκεκριμένο πακέτο της» σημείωσε χαρακτηριστικά σύμφωνα με το Politico Ευρωπαίος αξιωματούχος και πρόσθεσε: «Αυτό πραγματικά έχει ανεβάσει την θερμοκρασία μεταξύ των κρατών»

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που επισημαίνουν ότι η Γερμανία έχει ακόμη μεγαλύτερη ευθύνη για την επερχόμενη βαθιά κρίση, λόγω της συμβολής του Βερολίνου  στην κυριαρχία της Gazprom στην Ευρώπη αλλά και επειδή η γερμανική επιδίωξη για νέες προμήθειες φυσικού αερίου ανεβάζει τις τιμές για όλους.

«Οι Γερμανοί ανησυχούν περισσότερο για την προμήθεια φυσικού αερίου παρά για τις τιμές του, αλλά για τις υπόλοιπες 26 χώρες δεν ισχύει κάτι ανάλογο», ανέφερε με νόημα ο Ιταλός υπουργός Ενέργειας, Ρομπέρτο ​​Τσινγκολάνι.

Ούτε βήμα πίσω από τo Βερολίνο

Από την δική του πλευρά, το Βερολίνο δεν φαίνεται να ανησυχεί ούτε από την ευρωπαϊκά πυρά που δέχεται, ούτε καν από την δριμεία κριτική που ασκήθηκε ακόμη και από το Ομοσπονδιακό Ελεγκτικό Συνέδριο της χώρας για την χρηματοδότηση του σχεδίου της.

Ο γερμανός υπουργός Οικονομικών, Κρίστιαν Λίντνερ, έσπευσε να υποστηρίξει ότι το σχέδιο της κυβέρνησης Σολτς είναι «αντίστοιχο του μεγέθους της χώρας» και κατά συνέπεια συγκρίσιμο με τα μέτρα στήριξης που έχουν ληφθεί στην Γαλλία.

«Πολλοί δεν έχουν αντιληφθεί ότι τα μέτρα εκτείνονται σε μία διετία», πρόσθεσε. «Προτάσεις βασιζόμενες στο πρόγραμμα SURE (σσ περιέχεται στην πρόταση Τζεντιλόνι-Μπρετόν) δεν μπορούν να δικαιολογηθούν από τις αποφάσεις που έλαβε η Γερμανία», υποστήριξε ο Κρίστιαν Λίντνερ διαβεβαιώνοντας ότι το Βερολίνο «είναι ανοικτό για την συζήτηση άλλων εργαλείων».

«Ενα πράγμα είναι σαφές: το κοινό χρέος δεν θα μας βοηθήσει να ενισχύσουμε μακροπρόθεσμα την ανταγωνιστικότητά μας (…), η χρηματοδότηση μέσω κοινού δανείου δεν θα αποτελεί λύση», επέμεινε ο γερμανός υπουργός Οικονομικών.

Υπενθυμίζεται πως πριν από λίγες εβδομάδες ο Κρίστιαν Λίντνερ είχε τοποθετηθεί υπέρ της επαναφοράς των κανόνων δημοσιονομικής πειθαρχίας στην ΕΕ (είχαν χαλαρώσει κατά τη διάρκεια της κρίσης του Covid), ξυπνώντας εφιαλτικές μνήμες σε εκατομμύρια Ευρωπαίους πολίτες.

Το γερμανικό πακέτο 200 δισεκατομμυρίων ευρώ υπερασπίστηκε και ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς, χαρακτηρίζοντάς ως δικαιολογημένο «πολύ έξυπνο, πολύ ισορροπημένο και πολύ αποφασιστικό πακέτο». Επισήμανε ότι με τα χρήματα που θα διατεθούν θα στηριχθούν και οι εισαγωγείς φυσικού αερίου γεγονός που θα βοηθήσει κι άλλες χώρες. «Τα μέτρα δεν είναι μεμονωμένα και έχουν υιοθετηθεί και σε άλλες χώρες. Είναι σαφές ότι κάθε χώρα πρέπει να κάνει κάτι», είπε. 

Χαλαρό πλαίσιο για τη Γερμανία, πιο αυστηρό για τους υπόλοιπους;

Αξίζει να σημειωθεί πάντως πως επι του παρόντος υπάρχει ένα προσωρινό πλαίσιο κρίσης σε ισχύ εκ μέρους της Κομισιόν, το οποίο επιτρέπει την ευελιξία βάσει των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις προκειμένου να επιτρέψει στις χώρες να διαχειριστούν κατά το δοκούν το οικονομικό βάρος που δημιουργήθηκε από τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Την ίδια στιγμή όμως η Μάργκαρετ Βεστάγκερ έχει δεσμευθεί να κατασταλάξει μέσα στον Οκτώβριο σε ένα νέο πλαίσιο αναφορικά με τις κρατικές ενισχύσεις για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης.

Μέχρι στιγμής πάντως δεν είναι σαφές εάν το πακέτο του Βερολίνου θα αξιολογηθεί βάσει του νέου πλαισίου, που θα τεθεί σε διαβούλευση μεταξύ των Βρυξελλών και των χωρών της ΕΕ, ή με το παλιό.