Για τέταρτη μέρα συνεχίζεται το θρίλερ στη Σύνοδο Κορυφής αναφορικά με το Ταμείο Ανάκαμψης, καθώς δεν έχει προκύψει σύγκλιση μεταξύ των χωρών του Βορρά (Ολλανδία, Σουηδία, Δανία, Αυστρία), που κρατούν σκληρή στάση, και των χωρών του Νότου. Oι Ευρωπαίοι ηγέτες παραμένουν στις Βρυξέλλες με την πρόκληση να καταλήξουν σε συμφωνία για να βγούμε από την οικονομική και κοινωνική κατάρρευση που επιφέρει η πανδημία, σε ένα Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, όπου… όλοι φοράνε μάσκες και δεν σφίγγουν τα χέρια τους.

Ads

Έπειτα από ολονύχτιες και άκαρπες διαβουλεύσεις, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ αποφάσισε να προχωρήσει σε κατ’ ιδίαν συναντήσεις με όλους τους αρχηγούς των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προκειμένου να γεφυρωθούν οι διαφορές, ζητώντας να επιτευχθεί συμβιβασμός, έστω και την ύστατη στιγμή, μέχρι να ξεκινήσει ξανά στις 17:00 ώρα Ελλάδας η Σύνοδος Κορυφής. Στις αντιπροσωπείες έχει διανεμηθεί η νέα συμβιβαστική πρόταση, η οποία θα προβλέπει ότι το ποσό του Ταμείου ανάκαμψης θα ανέρχεται σε 750 δισ. ευρώ, εκ των οποίων όμως τα 390 δισ. ευρώ θα αποτελούν επιχορηγήσεις και τα υπόλοιπα 360 δισ. δάνεια. Το «ψαλίδι» στις επιδοτήσεις ενδεχομένως αμβλύνει και τις αντιδράσεις του Βορρά, καθώς το ποσό των 390 δισ. ευρώ είναι σημαντικά χαμηλότερο από τα 500 δισ. ευρώ που ήταν η αρχική πρόταση.

Είναι ενδεικτικό πως οι ηγέτες Ολλανδίας και Αυστρίας, οι «πρωτεργάτες» του μπλοκαρίσματος μιας συμφωνίας, που μαζί με τους συμμάχους τους Δανία και Σουηδία θέλουν λιγότερες επιδοτήσεις, περισσότερα δάνεια και μικρότερο κεφάλαιο, προκαλώντας τις καθυστερήσεις των προηγούμενων ημερών, εκφράζουν την ικανοποίησή τους όσο περνάει ο χρόνος και χειροτερεύουν οι όροι για το αδύναμο το μέτωπο του Νότου Ειδικότερα, ο Μαρκ Ρούτε δήλωσε το πρωί σε δημοσιογράφους ότι σημειώνεται πρόοδος, αλλά προειδοποίησε πως δεν είναι ακόμη εξασφαλισμένη η επίτευξη συμφωνίας. «Υπήρξαν στιγμές που τα πράγματα δεν έμοιαζαν καλά χθες βράδυ, αλλά η αίσθησή μου είναι ότι συνολικά κάνουμε πρόοδο», είπε ο Ολλανδός πρωθυπουργός για να προσθέσει ότι τώρα είναι ευτυχής με τις τρέχουσες προτάσεις πάνω στο τραπέζι για το ταμείο και το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο της Ε.Ε., ύψους 1,8 τρισ. ευρώ.

Και ο καγκελάριος της Αυστρίας, Σεμπάστιαν Κουρτς, εμφανίστηκε ικανοποιημένος σήμερα για την πορεία των διαπραγματεύσεων, κάνοντας επίσης λόγο για πρόοδο. «Οι σκληρές διαπραγματεύσεις μόλις έφτασαν στο τέλος τους και μπορούμε να είμαστε πολύ ικανοποιημένοι για το σημερινό αποτέλεσμα. Θα συνεχίσουμε το απόγευμα», έγραψε στο Twitter.

Ads

Αισιόδοξος για αίσια έκβαση των συζητήσεων εμφανίστηκε ο πρόεδρος της Γαλλίας. «Οι συνομιλίες επαναλαμβάνονται «με εν δυνάμει ελπίδες για συμβιβαστική συμφωνία. Τίποτε δεν έχει αποφασισθεί, κατά συνέπεια θα παραμείνω επιφυλακτικός», δήλωσε ο Εμανουέλ Μακρόν προσερχόμενος στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Αλλά και η Γερμανίδα Καγκελάριος υπογράμμισε ότι έχει γίνει πρόοδος κι ότι «σήμερα μπορεί να επιτευχθεί συμφωνία». «Τη χθεσινή νύκτα, έπειτα από μακρές διαπραγματεύσεις, καταλήξαμε σε ένα πλαίσιο εν δυνάμει συμφωνίας. Είναι ένα βήμα προς τα εμπρός και δίνει την ελπίδα ότι μία συμφωνία μπορεί να επιτευχθεί σήμερα, ή τουλάχιστον ότι μία συμφωνία είναι εφικτή», δήλωσε η Άνγκελα Μέρκελ πριν από την επανάληψη των εργασιών της συνόδου.

Στους ίδιους τόνους κινήθηκε και η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν επεσήμανε ότι «οι Ευρωπαίοι πολίτες χρειάζονται λύση, η ΕΕ χρειάζεται μία λύση, χρειάζεται συμφωνία για να ξεπεράσει αυτή την κρίση και να προετοιμάσει την Ευρώπη για το μέλλον. Είμαι θετική για σήμερα. Δεν είμαστε ακόμη εκεί αλλά τα πράγματα κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση».

Πάντως για την Ελλάδα φαίνεται πως τα πράγματα δεν κινούνται θετικά. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας, σχολιάζοντας τη νέα πρόταση συμφωνίας που επεξεργάζονται οι «27» στις Βρυξέλλες, δήλωσε ως πρόκειται για μια συμβιβαστική πρόταση του πρόεδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, η οποία είναι πολύ δυσλειτουργική, πολύ περίπλοκη διαδικασία, και η οποία θα φέρει δυσκολίες στην υλοποίηση των δράσεων στην περίπτωση που χρησιμοποιήσουν τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. χρήματα του Ταμείου. Εξέφρασε ωστόσο την ελπίδα πως «μέσα στην ημέρα θα υπάρξουν τροποποιήσεις στο θέμα της διακυβέρνησης του Ταμείου Ανάκαμψης». 

Τι ζήτησαν οι ηγέτες των FRUGAL4 και του Βίζεγκραντ

Μέχρι τα ξημερώματα της Δευτέρας, ο Μάρκ Ρούτε τηρούσε την πιο σκληρή στάση ανάμεσα στους ηγέτες των FRUGAL4 – της Ολλανδίας, της Αυστρίας, της Δανίας και της Σουηδίας – που παραμένουν αρνητικοί στο Ταμείο Ανάκαμψης, παίζοντας με τον χρόνο την ώρα που ΕΕ έχει καταγράψει πάνω από 180.000 θανάτους από τον κορονοϊό και οι οικονομικές της προοπτικές είναι δυσοίωνες.

Ο Ολλανδός πρωθυπουργός επέμειε στην θέση ότι αντί για ενισχύσεις προς τα κράτη μέλη της ΕΕ θα πρέπει να δοθούν περισσότερα δάνεια με αυστηρούς όρους. Τι όρους; Μεταρρυθμίσεις. Τι μεταρρυθμίσεις; “Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι οι οικονομίες θα γίνουν πιο ανθεκτικές. Είναι το γεγονός ότι χρειαζόμαστε μια ισχυρή Ευρώπη σε έναν ασταθή κόσμο, αλλά μια ισχυρή Ευρώπη σημαίνει επίσης ότι οι χώρες που υστερούν όσον αφορά τις μεταρρυθμίσεις, όσον αφορά την αγορά εργασίας, τις συντάξεις κλπ., πρέπει να καλύψουν τη διαφορά. Εάν θέλετε δάνεια, ακόμη και επιδοτήσεις, νομίζω ότι είναι λογικό να εξηγήσετε στους πολίτες της Ολλανδίας ότι, σε αντάλλαγμα, αυτές οι μεταρρυθμίσεις έχουν πραγματοποιηθεί. Δεν αρκεί να εγγυόμαστε ότι θα πραγματοποιηθούν”, είπε.

Ο Αυστριακός καγκελάριος Σεμπάστιαν Κούρτς από τη μεριά του προειδοποίησε ότι οι εταίροι του, η Δανία, η Σουηδία και η Ολλανδία, είχαν συντονίσει τη θέση τους και πρόσθεσε: “ενώ έχουν ληφθεί ορισμένα θετικά βήματα σχετικά με τον πολυετή προϋπολογισμό της ΕΕ, οι θέσεις παραμένουν πολύ διαφορετικές μεταξύ των κρατών μελών σχετικά με τα μέτρα για την ανάκαμψη, ιδίως όσον αφορά τον όγκο, τη χρηματοδότηση και τον στόχο. Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι τα μέτρα θα υποστηρίξουν τις πράσινες και ψηφιακές μεταβάσεις, τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και θα ωφελήσουν εκείνους που έχουν πληγεί περισσότερο από την κρίση του κοροναϊού. Δεν θα δεχτούμε καμία ενέργεια που να οδηγεί σε μόνιμη μεταφορά πόρων”. Στρέφοντας τα βέλη του, δε, προς τις χώρες του νότου, είπε ότι “το ερώτημα σε μερικά χρόνια δεν θα είναι πόσος χρόνος χρειάστηκε για να καταλήξουμε σε συμφωνία, αλλά που πήγαν τελικά τα χρήματα. Γιατί εάν αυτά δεν χρησιμοποιηθούν για επενδύσεις με το βλέμμα στο μέλλον, εάν δεν συμβαδίζουν με μεταρρυθμίσεις σε χώρες με συστήματα διαλυμένα ή με μεγάλα προβλήματα, δεν θα έχουν κανένα αποτέλεσμα”.

Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές από την Σύνοδο Κορυφής, που επικαλείται το ισπανικό περιοδικό El Diario, “είναι άγνωστο που θα καταλήξουν οι διαπραγματεύσεις, αλλά οι συζητήσεις επικεντρώνονται σε τρια θέματα: διακυβέρνηση, μέγεθος του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου, οι τροποποιήσεις και το ύψος του Ταμείου Ανάκαμψης”.

Σύμφωνα με τις πηγές, η Δανία ζητά ανώτατο όριο στις δαπάνες και αποζημίωση για τις “καθαρές” χώρες, κάτι στο οποίο η Γαλλία αντιτίθεται κάθετα. Η Ολλανδία, από την πλευρά της, τάσσεται υπέρ ενός νέου μηχανισμού διακυβέρνησης για το Ταμείο ανάκαμψης, με την Ιταλία και την Ισπανία να ευθυγραμμίζονται με την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η σκιά του ολλανδικού βέτο σε μια διαπραγμάτευση που απαιτεί ομοφωνία απειλεί να προκαλέσει την αποτυχία της Συνόδου. Αλλά ο Ρούτε υποστηρίζει ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο είναι μια “μόνιμη ανταλλαγή χιλιάδων βέτο.”

Τα βέτο έχουν να κάνουν επίσης και με τους όρους που λένε ότι τα κεφάλαια να δίνονται με ρήτρα την τήρηση και την ενίσχυση του Κράτους Δικαίου – με τα βλέμματα να κοιτούν τις χώρες του Βίζεγκραντ – την Ουγγαρία, την Πολωνία, την Σλοβακία και την Τσεχία. Ο Ορμπάν αυτό δεν το βρίσκει ούτε καν αστείο.

Η σύνδεση των πόρων με την προάσπιση του κράτους δικαίου έχει κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου στις χώρες του Βίζεγκραντ. Η Πολωνία δεν υποστηρίζει τις προτάσεις αυτές, υπενθύμισε ο πρωθυπουργός της Ματέους Μοραβέτσκι. “Η σύνδεση αυτών των δύο τομέων [προϋπολογισμός και κράτος δικαίου], αυτών των δύο εντελώς διαφορετικών νομικών όρων, αποτελεί τεράστια απειλή έλλειψης δικαίου. Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με αυτό”.

Ο πρωθυπουργός της Τσεχίας Αντρέι Μπάμπα δήλωσε: “Θα δούμε τον αντίκτυπο της πανδημίας το επόμενο έτος και αυτός ο αντίκτυπος θα είναι κυρίως στο ΑΕΠ, το οποίο θα πρέπει να είναι το πιο σημαντικό κριτήριο για τη διανομή κεφαλαίων ανάκαμψης”. “Οι Βρυξέλλες νοιάζονται για την πράσινη συμφωνία και την ψηφιακή μετάβαση. Αλλά πρέπει να φροντίσουμε την παραδοσιακή μας βιομηχανία. Και ο μεγαλύτερος κίνδυνος υπάρχει για την ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία”, προσέθεσε.