Tο μονοπάτι προς μία βιώσιμη προοδευτική διακυβέρνηση απέναντι στις δυνάμεις του νεοφιλελευθερισμού και της ακροδεξιάς δείχνει η Ιβηρική Χερσόνησος. Παρά τις αρχικές δυσκολίες, σε ένα κοινωνικοπολιτικό «ναρκοπέδιο» εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, με τη διασφάλιση νέας ψήφου εμπιστοσύνης μέσω των εκλογών και την εφαρμογή της ατζέντας τους, οι προοδευτικές κυβερνήσεις της Ισπανίας και της Πορτογαλίας σταθεροποιούνται, επί της ουσίας, σε βάθος χρόνου.

Ads

Οι κοινοί στόχοι υπερβαίνουν δυσκολίες και διαφορές

Στην Ισπανία, έπειτα από δύο εκλογικές αναμετρήσεις και ένα χρόνο πολιτικής αβεβαιότητας και ρευστότητας, μετά την πτώση της κυβέρνησης Σάντσεθ, Σοσιαλιστές (PSOE) και Podemos, με τη συνδρομή μικρότερων, κυρίως περιφερειακών (από τη χώρα των Βάσκων και την Καταλονία), κομμάτων συμφώνησαν για τον πρώτο κυβερνητικό συνασπισμό της μετα-Φράνκο εποχής, υπό τον πρόεδρο των Σοσιαλιστών. Το κόμμα των Podemos συμμετέχει ενεργά, ως επίσημος κυβερνητικός εταίρος με τέσσερα υπουργεία και τον επικεφαλής του Πάμπλο Ιγκλέσιας να λαμβάνει θέση αντιπροέδρου της κυβέρνησης (για τα Κοινωνικά Δικαιώματα και την Ατζέντα 2030).

Στην Πορτογαλία, μπορεί η «Geringonça» («Μηχανή»), η συμφωνία ανάμεσα στον Αντόνιο Κόστα με το Μπλόκο της Αριστεράς, το Κομμουνιστικό Κόμμα και τους Πράσινους να μην έχει επίσημη μορφή, ενός κυβερνητικού συνασπισμού, ωστόσο οι Σοσιαλιστές είναι κυβέρνηση μειοψηφίας στηριζόμενοι στην ανοχή των αριστερών κομμάτων, όπως φάνηκε στην πρόσφατη ψήφιση του Προϋπολογισμού του 2020, του πρώτου πλεονασματικού, μάλιστα, έπειτα από 45 χρόνια (κατά 0,2%). Κοινωνικό κράτος, υγεία και εκπαίδευση αποτελούν, μεταξύ άλλων, κοινούς στόχους για τις προοδευτικές δυνάμεις της χώρας, παρά τις επιμέρους διαφορές και αποτελεί θετικό σημείο, παρά τη μη ύπαρξη προγραμματικής συμφωνίας.

Ads

Παρά τα πολιτικά εμπόδια οι κυβερνήσεις των χωρών της Ιβηρικής συνεχίζουν να προωθούν την προοδευτική ατζέντα τους. Στον τομέα των εργασιακών, η σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού αποτυπώνει την πρόθεση των κυβερνήσεων Σάντσεθ και Κόστα για αποκατάσταση των αδικιών εις βάρος των εργαζομένων που επλήγησαν από την κρίση.

Η ισπανική κυβέρνηση, έπειτα από συμφωνία των κοινωνικών εταίρων και παρά τις ενστάσεις των εκπροσώπων των εργοδοτών, προχώρησε στην αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 5,5%, διαμορφώνοντάς τον στα 950 ευρώ καθαρά (1.108 ευρώ μεικτά), ως ένα «μικρό εργαλείο για την αντιμετώπιση των ανισοτήτων», σύμφωνα με τηνυπουργό Εργασίας Γιολάντα Ντίας. Τον Δεκέμβριο του 2018 η κυβέρνηση Σάντσεθ είχε προχωρήσει σε αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 22%, την υψηλότερη από το 1977. Στόχος της κυβέρνησης είναι ο κατώτατος μισθός να ανέλθει μέσα στην τετραετία στο 60% του μέσου μισθού (1.970 ευρώ), δηλαδή στα 1.182 ευρώ. Οι θετικές ειδήσεις δεν σταμάτησαν εκεί, αφού το ποσοστό ανεργία της χώρας μειώθηκε το τελευταίο τρίμηνο του 2019 στο 13,78%, ποσοστό που σύμφωνα με τα στοιχεία της εθνικής στατιστικής υπηρεσίας της Ισπανίας είχε να εμφανιστεί πριν από το 2008. Παράλληλα, με την τελευταία αύξηση του κατώτατου μισθού, η κυβέρνηση ανακοίνωσε αύξηση των συντάξεων κατά σχεδόν 1%, όπως και αύξηση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων κατά 2% ενώ έχει θέσει ως στόχο να επαναδιαπραγματευτεί με τη νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή τους στόχους του ελλείμματος της Ισπανίας για τα επόμενα χρόνια, επιδιώκοντας και την αύξηση των δημόσιων δαπανών.

Ίδια κατεύθυνση για τον κατώτατο μισθό -και όχι μόνο- και στη Λισαβόνα. Η κυβέρνηση του Αντόνιο Κόστα προχώρησε σε νέα αύξησή του κατά 6% (από τα 600 στα 635 ευρώ). Ο σοσιαλιστής πρωθυπουργός της Πορτογαλίας έχει δεσμευθεί να αυξήσει τον κατώτατο μισθό κατά 25% (να ανέλθει στα 750 ευρώ) μέχρι το 2025. Είναι ενδεικτικό ότι το διάστημα 2015-2019 αυξήθηκε κατά 14%, από τα 505 στα 600 ευρώ, σε σχέση με τα χαμηλά επίπεδα στα οποία είχε κατέλθει κατά τη μνημονιακή περίοδο. Ο Προϋπολογισμός του 2020 περιλαμβάνει μεταξύ άλλων μείωση φόρου για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, μείωση φόρων για τις οικογένειες με παιδιά ως τριών ετών και μια χρηματοδοτική «ένεση» ύψους 800 εκατομμυρίων ευρώ για τη δημόσια υγεία.

Μοντέλο προοδευτικής διακυβέρνησης

Οι προοδευτικές κυβερνήσεις των χωρών της Ιβηρικής, που ουσιαστικά επανεξελέγησαν από τους λαούς των δύο χωρών (νωρίτερα στην Πορτογαλία και πρόσφατα στην Ισπανία), είτε άμεσα με τη μορφή κυβέρνησης συνεργασίας είτε έμμεσα με κυβέρνηση μειοψηφίας και στήριξη μέσω ανοχής, αποτελούν οδηγό διαμόρφωσης ενός προοδευτικού μετώπου απέναντι στο μέτωπο της νεοφιλελεύθερης ηγεμονίας και του ακροδεξιού λαϊκισμού.

Τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Πορτογαλίας και της Ισπανίας, βλέποντας διορατικά και λαμβάνοντας μαθήματα από την κρίση της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας, αποστασιοποιήθηκαν από στάσεις και πεπραγμένα που οδήγησαν στην κρίση και απέρριψαν τις λογικές «ίσων αποστάσεων» και ένωσαν τις δυνάμεις τους με τις δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς με τα κέρδη πια να αποτυπώνονται τόσο σε εκλογικό όσο, κυρίως, σε κοινωνικό επίπεδο.

Μέτρα στήριξης της εργασίας, μέτρα ενίσχυσης του Κοινωνικού Κράτους, «ανάσα» προς κοινωνικές ομάδες που χτυπήθηκαν από τις πολιτικές απορρύθμισης και λιτότητας που εφάρμοσαν οι συντηρητικές κυβερνήσεις των δύο χωρών (Κοέλιο στην Πορτογαλία και Ραχόι στην Ισπανία), παράλληλα με αποδοτική δημοσιονομική διαχείριση, διαμορφώνουν ένα ελπιδοφόρο σκηνικό ως παράδειγμα όχι μόνο για τον ευρωπαϊκό Νότο, αλλά για όλη την Ευρώπη.

* Ο Βαγγέλης Βιτζηλαίος είναι συντονιστής κύκλου ανάλυσης ευρωπαϊκών και διεθνών εξελίξεων του Ινστιτούτου ΕΝΑ

Πηγή: Ινστιτούτο ΕΝΑ