Αγωγή κατά του συνδικαλιστή του ΟΣΕ, Μ. Παναγιώτου, ο οποίος κατέθεσε ενώπιον της εξεταστικής επιτροπής για την υπόθεση Siemens θα καταθέσει και ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, Χρήστος Βερελής, χαρακτηρίζοντας την κατάθεση του μάρτυρα ως ψευδή και αποδίδοντάς του «επιπόλαιη ψευδολογία, συνδικαλιστική κακεντρέχεια, κακοήθεια και συμπυκνωμένη άγνοια επί ειδικών θεμάτων». Υπενθυμίζεται ότι δικαστικά κατά του ίδιου μάρτυρα κινήθηκε και ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Ντίνος Ρόβλιας.

Ads

Παράλληλα, ο κ. Βερελής απέστειλε επιστολή προς τον πρόεδρο της εξεταστικής επιτροπής για τη Siemens, με την οποία ζητεί την επίσπευση της κατάθεσής του στην επιτροπή.

Σήμερα, στην Εξεταστική Επιτροπή κατέθεσε ο πρώην επικεφαλής της Γενικής Γραμματείας Οικονομικού Σχεδιασμού και Αμυντικών Επενδύσεων του υπουργείου Εθνικής Αμύνης επί υπουργίας Γιάννου Παπαντωνίου Σπύρος Τραυλός. Ο ίδιος χαρακτήρισε ως μονόδρομο και νομοτέλεια Τραυλός τη διαδικασία επιλογής της εταιρείας SAIC/SIEMENS ως αναδόχου του συστήματος ασφαλείας των ολυμπιακών αγώνων C4I.

Είπε ότι λόγω του κλίματος που είχε παγιωθεί μετά την 11η Σεπτεμβρίου, αλλά και την αναγκαιότητα με ταχύτατες διαδικασίες να εξασφαλιστεί ένα επαρκέστατο σύστημα ασφαλείας, προκρίθηκε ο καλύτερος τρόπος, «αφού με απευθείας ανάθεση, το σύστημα θα κόστιζε 1 δισ. ευρώ».

Ads

Πρόσθεσε ότι ο ίδιος απευθύνθηκε και στις δύο εταιρείες που κατέθεσαν προσφορά – την αμερικανική SAIC και την αμερικανογαλλική TRS – ζητώντας τους να συνεργαστούν ως συνανάδοχοι, αφενός για να υπάρξουν ταχύτερες διαδικασίες και αφετέρου να επιτευχθεί καλύτερο τίμημα, αλλά οι δύο εταιρίες δεν συνεργάστηκαν ούτε για πέντε λεπτά και η SAIC δήλωσε ότι διαφωνεί στην προοπτική.

Υποστήριξε επίσης ότι η πολυπλοκότητα του εγχειρήματος και το γεγονός ότι ολοκληρωμένο το C4I δεν είχε εφαρμοστεί αλλού, το καθιστούσε σύστημα υψηλού ρίσκου με τον κίνδυνο να αποτύχει τεχνολογικώς, όπως και τελικά έγινε, και έτσι η προσπάθεια ήταν να είναι δύο οι ανάδοχοι για να αποσοβηθεί ο κίνδυνος αποτυχίας.

Σε ερώτηση αν θα ήταν καλύτερο μετά τους αγώνες να είχε καταγγελθεί η σύμβαση, είπε ότι τα συστήματα που χρησιμοποιήθηκαν ήταν χρήσιμα για τους αγώνες κι ότι αν δεν κάνεις την καταγγελία την πρώτη στιγμή που υπάρχει αδυναμία εκπλήρωσης υποχρέωσης της εταιρείας, μετά την όποια διαπραγμάτευση, επακόλουθος είναι ο συμβιβασμός.

Όσο αφορά στις μίζες, ο κ. Τραυλός είπε ότι δεν θεωρεί ο ίδιος πιθανό να δόθηκαν μίζες σε μέλη της επιτροπής, γιατί η όλη υπόθεση ήταν ρώσικη ρουλέτα με τις προσφορές που άλλαζαν κάθε ημέρα. Αναφορικά με την κατάθεση Σίκατσεκ ότι δωροδόκησε με 10 εκ. ευρώ πέντε υπουργεία για τους ολυμπιακούς αγώνες δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο τα χρήματα αν διακινήθηκαν να πήγαν κατευθείαν στις τσέπες των ίδιων των στελεχών της Siemens που έκαναν τεράστιες περιουσίες: «Ας το αποδείξει ο κ. Σίκατσεκ ότι δόθηκαν οι μίζες», είπε.

Τέλος, απέφυγε, επικαλούμενος ότι δεν ενθυμείται, να απαντήσει σε ερωτήσεις για τα αντισταθμιστικά ωφελήματα.

Στο θέμα αναφέρθηκε εκτενώς ο επόμενος μάρτυρας, Ευάγγελος Βασιλάκος, σημερινός γενικός διευθυντής Εξοπλισμών του υπουργείου Αμύνης που τοποθετήθηκε στη θέση αυτή από την κυβέρνηση της ΝΔ το 2006 και διατηρείται στη θέση του και από τη σημερινή κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ.

Ο κ. Βασιλάκος δήλωσε ευθέως ότι δεν αξιοποιήθηκαν τα συγκεκριμένα αντισταθμιστικά. Πρόκειται για ωφελήματα ύψους 44 εκ. που προκύπτουν από τη σύμβαση του C4 I και τα οποία θα έπρεπε να είχαν χρησιμοποιηθεί στη διετία 2003-2005, ενώ το καλοκαίρι του 2006 ο όλος φάκελος του C4 I και των αντισταθμιστικών πέρασε και πάλι από το υπουργείο Άμυνας στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης από όπου ξεκίνησε.

«Μέχρι την ημερομηνία που έφυγε από τη Γενική Διεύθυνση Εξοπλισμών η κυρία σύμβαση του C4 I και των αντισταθμιστικών, δεν είχε πιστωθεί ούτε ένα πρόγραμμα, άρα η υλοποίηση των αντισταθμιστικών είναι μηδενική», τόνισε, επιβεβαιώνοντας ότι δεν κατέπεσε ούτε η εγγυητική επιστολή για την εκτέλεση των αντισταθμιστικών. Κατά τον μάρτυρα για τη μη υλοποίηση των αντισταθμιστικών υπεύθυνη ήταν η ανάδοχος εταιρεία, όπως επίσης υπεύθυνες είναι οι ίδιες οι συμβάσεις, οι διατάξεις των οποίων ήταν πάντα υπέρ των προμηθευτών στο θέμα των ποινικών ρητρών.