Την έντονη δυσαρέσκειά τους σχετικά με την αντίδραση του Υπουργείου Πολιτισμού αναφορικά με την εξώδική διαμαρτυρία τους σχετικά με την επικοινωνιακή στρατηγική της Coca Cola Hellas και την χρήση εθνικών συμβόλων στις συσκευασίες της, εκφράζουν οι εταιρείες  Βίκος, Λουξ και ΕΨΑ, τονίζοντας πως πρόκειται για «ένα καίριο ζήτημα της σαφούς εμπορευματοποίησης των εθνικών μνημείων της χώρας αλλά και της αποφυγής είσπραξης τελών εις βάρος του ταμείου δημοσίων εσόδων».

Ads

* ΔΙΑΒΑΣΤΕ το ρεπορτάζ του tvxs.gr: Ο Παρθενώνας… δεν πάει με όλα

Όπως αναφέρουν σε ανακοίνωσή τους οι τρεις εταιρείες, «με τη στάση του Υπουργείου Πολιτισμού γίνεται ξεκάθαρη η εμμονή του στην στήριξη της άποψης ενός προσώπου με σχέση έμμισθης εντολής και πάγιας αντιμισθίας , την οποία φαίνεται να υιοθετεί εκ του προχείρου ανώτερη υπάλληλος , χωρίς να έχει επιζητηθεί η γνωμοδότηση του νομικού Συμβουλίου του κράτους ή κάποιου άλλου οργάνου αρμοδίου για την επίλυση τόσο σοβαρών ζητημάτων που αφορούν το Υπουργείο Πολιτισμού».

«Επιπλέον, καθίσταται σαφές για μια ακόμα φορά ότι η Λουξ, ΕΨΑ και Βίκος με τις ενέργειες που ακολουθούν δεν επιδιώκουν ίδιον οικονομικό όφελος , αντιθέτως κοινός και μοναδικός στόχος τους παραμένει ο άμεσος περιορισμός παράνομων πρακτικών εμπορευματοποίησης των εθνικών μας συμβόλων αλλά και φαινομένων αθέμιτου ανταγωνισμού. Αξίζει να τονιστεί ότι οι τρεις εταιρείες-Μέλη της πρωτοβουλίας ΕΛΛΑ-ΔΙΚΑ ΜΑΣ, η ΕΨΑ, Βίκος και Λουξ δεν υψώνουν καμία κομματική σημαία στη διαμάχη που διαφαίνεται ότι έχει προκύψει ανάμεσα στην κυβέρνηση και την αντιπολίτευση», σημειώνουν.

Ads

«Κλείνοντας, ενώ όλη η Ελλάδα αντιλαμβάνεται την εμπορική χρήση και εκμετάλλευση των εθνικών μας συμβόλων, το ΥΠΠΟΑ βλέπει ‘’παιδιά που ζωγραφίζουν’’ ενώ άλλοι θησαυρίζουν», καταλήγει η ανακοίνωση.

Υπενθυμίζεται πως ο Παρθενώνας, ο Λευκός Πύργος, το Κάστρο Ιπποτών της Ρόδου, τα ανάκτορα της Κνωσού απεικονίστηκαν σε συλλεκτικές συσκευασίες, γίνανε διαφημιστική καμπάνια ή πιο εκλεπτυσμένα επικοινωνιακή στρατηγική και παρά το νόμο που ορίζει όρους και προϋποθέσεις, καθώς και καταβολή τελών, παρά και τη δεοντολογία του ανταγωνισμού, η πανίσχυρη πολυεθνική πουλάει ανενόχλητη και με την «ευχή» του υπουργείου, που της παραχώρησε δωρεάν το δικαίωμα.