Οι εαρινές προβλέψεις της Κομισιόν για την Μεγάλη Υφεση του κορονοϊού επιβεβαιώνουν το πιο δύσκολο σενάριο για την Ελλάδα, διαψεύδουν τον κεντρικό τραπεζίτη Γιάννη Στουρνάρα και εκθέτουν τον υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα.

Ads

Η Επιτροπή προβλέπει ότι η Ελλάδα θα είναι η χώρα της ευρωζώνης που θα χτυπηθεί περισσότερο από όλες από την πανδημία, προεξοφλεί ύφεση 9,75% για εφέτος – βαθύτερη ακόμη και από την Ιταλία – και περιμένει ότι θα χαθούν 160.000 θέσεις εργασίας με την ανεργία να φθάνει στο 20%. Βλέπει επίσης αποπληθωρισμό, έλλειμμα στο 6,4% του ΑΕΠ και καθίζηση των επενδύσεων κατά 30%.

Η Κομισιόν δείχνει μερική ανάκαμψη το 2021, οι προβλέψεις της όμως για εφέτος δίνουν ύφεση πολύ ισχυρότερης έντασης από εκείνη των εγχώριων προβλέψεων – όπως το 4% που υποστηρίζει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας. Ταυτόχρονα, εκθέτουν και την υποκριτική διγλωσσία του υπουργείου Οικονομικών, το οποίο στην μεν… ελληνική εκδοχή του Ποργράμματος Σταθερότητας παρουσιάζει μόνον ένα ήπιο σενάριο για ύφεση 4,7%, στην δε αγγλική version προσθέτει ως δυσμενέστερο σενάριο μια οικονομική συρρίκνωση κατά 7,9%.

Το πολιτικό παιχνίδι με τους αριθμούς επιβεβαιώνει ότι η κυβέρνηση, όπως έπραξε και με την υγειονομική κρίση, διαχειρίζεται την οικονομική κρίση του κορονοϊού με επικοινωνιακούς όρους την ώρα που εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι και μικρομεσαίες επιχειρήσεις βρίσκονται στον αέρα. Η διπλή διαχείριση… εσωτερικού και εξωτερικού άλλωστε ήταν εμφανής και στην συνέντευξη που έδωσε προχθές και ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο CNN όπου – γνωρίζοντας προφανώς τα στοιχεία της Κομισιόν – αναγνώρισε ότι οι εκτιμήσεις στην Ευρώπη συγκλίνουν σε μία ύφεση κοντά στο 10%.

Ads

Επί της ουσίας τώρα των επισημάνσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, πέραν του πλήγματος στον τουρισμό το στοιχείο που θεωρείται ως πλέον ανησυχητικό από τους αναλυτές είναι οι χαμηλές αντοχές των ελληνικών επιχειρήσεων που λόγω του μικρού μεγέθους τους αντιμετωπίζουν, στην πλειοψηφία τους, ασφυκτικά προβλήματα ρευστότητας.

Θεωρητικά, το συγκεκριμένο και δομικό πρόβλημα έχει εντοπίσει και η κυβέρνηση – εξ ου και δρομολογεί πρόγραμμα ευνοϊκής τραπεζικής δανειοδότησης των επιχειρήσεων με κρατικές εγγυήσεις. Για το θέμα αυτό υπήρξε χθες και τηλεδιάσκεψη του πρωθυπουργού με εκπροσώπους των τραπεζών, όμως στην πραγματικότητα οι επιχειρήσεις που εν τέλει θα ευνοηθούν είναι ελάχιστες. Και τούτο διότι, οι τράπεζες εμφανίζονται εξαιρετικά άκαμπτες ως προς τις εγγυήσεις που ζητούν, πέραν των κρατικών, για να ανοίξουν τις ροές της ρευστότητας προς τις επιχειρήσεις. Συγκεκριμένα, ζητούν εμπράγματες εγγυήσεις, ακόμη και υποθήκες πρώτης κατοικίας, τις οποίες οι περισσότερες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις είτε δεν τις διαθέτουν, είτε τις έχουν εκχωρήσει ήδη στις τράπεζες για παλαιότερο δανεισμό.

Το γεγονός αυτό υποδεικνύει ως βασικό ανασχετικό παράγοντα και ο πρώην υπουργός Οικονομίας Γιάννης Δραγασάκης τονίζοντας ότι «η κυβέρνηση, αν δεν θέλει να κάνει το «Πόντιο Πιλάτο», έχει δύο λύσεις:

Είτε θα απαιτήσει με νόμο την αλλαγή των κριτηρίων αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας των επιχειρήσεων από τις τράπεζες είτε θα πρέπει να δημιουργήσει νέα χρηματοδοτικά εργαλεία που να λειτουργούν με κριτήρια διαφορετικά από εκείνα των τραπεζών».

Η εκτίμηση παραγόντων της αγοράς είναι πως το άνοιγμα της ρευστότητας δεν θα είναι εύκολη υπόθεση, καθώς οι τράπεζες αντιμετωπίζουν και την άμεση απειλή ενός νέου κύματος κόκκινων δανείων λόγω της πανδημίας.

Ενώπιον αυτής της απειλής, στο τραπέζι έχει ήδη μπει – και σύμφωνα με τις πληροφορίες βρίσκεται σε διαπραγμάτευση με τους θεσμούς – το σχέδιο μια bad bank, μιας «κακής τράπεζας» που θα απορροφήσει τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια για να εξυγιανθούν τα χαρτοφυλάκια των τραπεζών. Στις συζητήσεις που γίνονται δείχνει να προκρίνεται ένα μοντέλο σύμφωνα με το οποίο κάθε τράπεζα θα μεταφέρει στην bad bank μέρος του προβληματικού χαρτοφυλακίου της καθώς και τμήμα των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων που έχουν, ως κεφάλαιο, στους ισολογισμούς τους.