Η πιθανότητα ύπαρξης υδρογονανθράκων με την έννοια της αναπτυξιακής ευκαιρίας στον ελλαδικό χώρο θεωρούνταν μέχρι πρότινος αντικείμενο συζήτησης ανάμεσα σε γραφικούς. Πλέον, μετά το παράδειγμα της Κύπρου αλλά και λόγω της ανάγκης που γεννά η κρίση για την «εξόρυξη» εθνικών σωτήρων, παρατηρούνται συμπτώματα πετρελαϊκού παραληρήματος. Ως συνήθως, η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση. Του Βασίλη Κωστούλα.
 

Ads

Ένα πράγμα είναι σίγουρο στην περίπτωση των «ελληνικών» υδρογονανθράκων: Αν δεν ολοκληρωθούν οι γεωφυσικές έρευνες στην περιοχή του Ιονίου και της Νότιας Κρήτης, δεν είναι δυνατό να εξαχθούν τα οποιαδήποτε ασφαλή συμπεράσματα. «Θα είμαστε σε θέση να έχουμε μία πρώτη εικόνα στο τέλος του 2013», εκτιμά ο αναπλ. καθηγητής στο Τμήμα Ορυκτών του Πολυτεχνείου Κρήτης Νίκος Πασαδάκης.

Το Ελληνικό Ινστιτούτο Υδρογονανθράκων παραθέτει το εξής χρονοδιάγραμμα: «Με βάση τις ενέργειες που γίνονται τώρα από την Πολιτεία, καμμιά γεώτρηση δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί πριν το 2016-2017 και που εάν ανακαλυφθεί αμέσως το κοίτασμα (στατιστικά το ποσοστό επιτυχίας είναι μόνον 7%…), τότε χρειαζόμαστε 2-3 χρόνια ακόμη για περιχαράκωση και προσδιορισμό των χαρακτηριστικών του κοιτάσματος και άλλα 4-7 χρόνια για την ανάπτυξή του (παραγωγικές γεωτρήσεις, εξέδρες, δίκτυα μεταφοράς κλπ.), οπότε θα αρχίσει και η εισροή πόρων, με την προϋπόθεση βέβαια ότι όλα θα προχωρήσουν σύμφωνα με τη διεθνή πρακτική και χωρίς καθυστερήσεις, δηλαδή το 2024-2026».

Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με την τελευταία ενημέρωση από τους παράγοντες του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, έχει ολοκληρωθεί το 30% της γεωφυσικής έρευνας την οποία έχει αναλάβει η νορβηγική εταιρεία PGS ξεκινώντας από τη δυτική Ελλάδα.

Ads

Στο χορό των εσόδων

Ο πρώην υφυπουργός Ενέργειας Γιάννης Μανιάτης έχει δηλώσει ότι το σύνολο των δημόσιων εσόδων τα οποία μπορούν να προκύψουν από τη διαφαινόμενη ύπαρξη υδρογονανθράκων στο Ιόνιο και την Κρήτη αγγίζουν τα 150 δις, σε βάθος 30 ετών. Ειδικότερα ως προς τα κοιτάσματα πετρελαίου, έχει μιλήσει για τη δυνατότητα παραγωγής έως και 500 εκατ. βαρελιών ετησίως. Ο ίδιος, μάλιστα, έχει εκφέρει άποψη αναφορικά με τον τρόπο αξιοποίησης των κερδών, προτείνοντας να ιδρυθεί ένα «Εθνικό Ταμείο Αλληλεγγύης Γενεών».

Στις εκτιμήσεις, αν όχι εικασίες, των πιο αισιόδοξων Ελλήνων επιστημόνων φέρεται να βασίζεται πρόσφατη έκθεση της Deutsche Bank, η οποία υπολογίζει τα εν δυνάμει καθαρά έσοδα για το ελληνικό Δημόσιο από τα υποθαλάσσια κοιτάσματα φυσικού αερίου νότια της Κρήτης στα 214 δις, ποσό το οποίο αντιστοιχεί στο 107% του σημερινού ΑΕΠ! Για τον υπολογισμό της, η γερμανική τράπεζα λαμβάνει ως δεδομένο ότι το 25% των αρχικών εσόδων θα διατεθεί στην εξόρυξη, άλλο 25% θα αφορά στο κέρδος των εμπλεκόμενων εταιρειών και το υπόλοιπο 50% θα καταλήξει στα κρατικά ταμεία. Όπως επισημαίνει η Deutsche Bank, οι χρηματικές εισροές μπορούν να αρχίσουν μετά από περίπου 10 χρόνια.

Με απόδειξη ή χωρίς;

Πόση σχέση με την πραγματικότητα έχουν αντίστοιχες αναλύσεις; Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΕΛΛΙΝΥ Βασίλη Καρκούλια, «ο πρώην υφυπουργός ΠΕΚΑ ανακοινώνει πιθανά αποθέματα σε διάφορες περιοχές της χώρας, πράγμα απαράδεκτο, ενώ για άλλες λέει ότι είναι διακεκαυμένες ζώνες και με πολύ ρίσκο για τους επενδυτάς, δηλαδή δεν πρέπει να γίνουν επενδύσεις εκεί (…) για την εξυπηρέτηση συμφερόντων ή προσωπικών προβολών ή για λόγους κερδοσκοπίας ή λαϊκισμού, ανακοινώνονται πρόωρα μέτρα και απραγματοποίητοι στόχοι».

Πέρα από την ελαφρότητα η οποία αποδίδεται σε κάποιες εξαγγελίες, αποτελεί γεγονός μία συστηματική προβολή στοιχείων από επιστημονικούς κύκλους οι οποίοι υποστηρίζουν ότι υπάρχουν κοιτάσματα μεγάλων δυνατοτήτων στον ελλαδικό χώρο. «Αυτές οι εκτιμήσεις δεν είναι αυθαίρετες. Αφορούν στα αποτελέσματα παραδεκτών μοντέλων. Σε μεγάλο βαθμό, λαμβάνεται υπόψη η ισχύουσα δομή στα γειτονικά τμήματα της Κύπρου και του Ισραήλ (σ.σ. έχουν εντοπιστεί μεγάλες ποσότητες), βάσει της οποίας γίνονται οι αντίστοιχες τεχνικές υποθέσεις για την περιοχή που εκτείνεται στη νότια Κρήτη», εξηγεί προσεκτικά ο κ. Πασαδάκης, ο οποίος κάνει λόγο για «εν δυνάμει» ενεργειακά αποθέματα των οποίων η ύπαρξη «πρέπει να αποδειχθεί».

Διαδρομή στο ημίφως

Σε κάθε περίπτωση, ο καθηγητής στο Πολυτεχνείο της Κρήτης θεωρεί χρήσιμη τη σχετική δημόσια συζήτηση έστω και με τις υπερβολές οι οποίες ενίοτε τη χαρακτηρίζουν, υπό την έννοια ότι με αυτόν τον τρόπο ωθούνται στην επιφάνεια… όχι αυτομάτως το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, αλλά οι χειρισμοί και η αποτελεσματικότητα του πολιτικού συστήματος προς αυτήν την κατεύθυνση. Αναφέρεται, άλλωστε, σε «δυνάμεις οι οποίες δεν επιθυμούν να ανακατευτεί η τράπουλα στον τομέα της ενέργειας» και σε «καβγάδες συμφερόντων για το ποιοι θα μπουν στο παιχνίδι».

Ο κ. Πασαδάκης, ο οποίος θεωρεί σκόπιμη την αξιοποίηση των όποιων διαθέσιμων κοιτασμάτων καθώς οι εναλλακτικές και πιο οικολογικές πηγές ενέργειας θα καθυστερήσουν να εξελιχθούν στο βαθμό που να καλύπτουν τις σημερινές ανάγκες, είναι υπέρμαχος μιας στρατηγικής η οποία θα διαφυλάξει το δημόσιο συμφέρον μέσα από την επιστράτευση της Δημόσιας Επιχείρησης Πετρελαίου. Σύμφωνα με το ίδιο σκεπτικό, η παλιά ΔΕΠ μπορεί και πρέπει να αναλάβει ρόλο αρχικά στη διερεύνηση των περιοχών οι οποίες φέρονται να φιλοξενούν κοιτάσματα και μετέπειτα στη διαδικασία παραγωγής.

Στο ίδιο πλαίσιο, εισηγείται την αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων φορέων (ΕΛΚΕΘΕ, πανεπιστήμια κλπ) μαζί με το προσωπικό και τον εξοπλισμό τους για τη δημιουργία ενός Ινστιτούτου Πετρελαίου, το οποίο θα μπορούσε να δραστηριοποιηθεί και εκτός επικράτειας. Βεβαίως, αναγνωρίζει ότι σε πρώτη φάση είναι απαραίτητη η συνδρομή ιδιωτικών εταιρειών λόγω τεχνογνωσίας και εξοπλισμού.