Τον τρόπο που σκηνοθέτησε την «ληστεία» για να σκηνοθετήσει την δολοφονία της Καρολάιν περιέγραψε βήμα – βήμα ο Χαράλαμπος Αναγνωστόπουλος, επικαλούμενος, ωστόσο, «κενά μνήμης» σε ό,τι αφορά στους χρόνους. Να σημειωθεί, ότι στην δικογραφία υπάρχουν στοιχεία που έρχονται σε αντίθεση με την υπερασπιστική γραμμή του «εν βρασμώ ψυχής», που ακολουθεί ο κατηγορούμενος, όπως, για παράδειγμα, η αφαίρεση της κάρτας της κάμερας του σαλονιού όπου αποθηκεύονταν τα βίντεο και η οποία βγήκε ώρες πριν τον φόνο. Συγκεκριμένα στις 1:30 ο δράστης αφαιρεί την κάρτα μνήμης από το καταγραφικό μηχάνημα του κλειστού συστήματος παρακολούθησης, ενώ στη σοφίτα όπου έγινε η δολοφονία ανεβαίνει στις 4:00 τα ξημερώματα.

Ads

Έτσι, όπως ισχυρίστηκε στους αστυνομικούς, «σκέφτηκα να εξαφανίσω το σώμα της, αλλά κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο να κάνω. Μόνο που την κοίταζα, έκλαιγα». Γι’ αυτό, όπως είπε, «κατέληξε» στο σενάριο της ληστείας: «Το επόμενο πράγμα που σκέφτηκα ήταν να πω ότι κάποιος άλλος το έκανε. Θα έλεγα στην αστυνομία ότι μπήκαν χρήστες μέσα στο σπίτι. Βρισκόμουν σε πανικό. Δεν ήξερα τι να κάνω».

Παρά τον πανικό τον οποίο επικαλείται, έβαλε σε εφαρμογή ένα εξαιρετικά λεπτομερές σχέδιο «για να φανεί πιο αληθοφανές και να πιστέψουν ότι μπήκαν αδίστακτοι ληστές». Αυτό το νοσηρό σχέδιο περιελάμβανε την θανάτωση του κουταβιού: «Με πόνο καρδιάς κρέμασα το λουρί του σκύλου στα κάγκελα της σκάλας» υποστήριξε είπε.

«Κενά μνήμης»

Κατά την περιγραφή του, ο Χαρ. Αναγνωστόπουλος δήλωσε στους αστυνομικούς ότι δεν θυμόταν με χρονολογική σειρά τις ενέργειες που έκανε. Για παράδειγμα, είπε ότι δεν θυμόταν καθόλου πώς κατόρθωσε να αφαιρέσει το κούφωμα του πίσω παραθύρου, ώστε να φανεί ότι αυτή ήταν η είσοδος των τριών ληστών στο σπίτι: «Δεν θυμάμαι με χρονολογική σειρά τί έκανα μετά. Κάποια στιγμή όμως, ανέβηκα στην κρεβατοκάμαρα, άνοιξα τα συρτάρια, κοίταξα τα πράγματα που είχαν μέσα, για να φανεί ότι μέσα στο δωμάτιο είχαν μπει ληστές. Επίσης, κάποια στιγμή, κατέβηκα στο υπόγειο και παραβίασα το παράθυρο που υπήρχε εκεί για να φανεί ότι από εκεί είχαν μπει οι ληστές. Μη ρωτάτε πως ακριβώς το έκανα, δεν θυμάμαι, θυμάμαι όμως ότι κάποια στιγμή ξεβίδωσα κάποιες βίδες, βγήκε το παράθυρο και το ακούμπησα στο πάτωμα».

Ads

Στη συνέχεια, πάντα σύμφωνα με τον ίδιο, ανέβηκε στο σαλόνι, ανακάτεψε και εκεί τα πράγματα που είχε, για να φαίνεται ότι είχαν ψάξει και εκεί ληστές.

Τα κοσμήματα

«Το μόνο αξίας που υπήρχε στο σπίτι, ήταν οι δύο βέρες μας και το δαχτυλίδι αρραβώνων της Καρολάιν. Αυτά τα πήρα και τα έβαλα σε μία μικρή νάιλον σακούλα και τα πέταξα μέσα στο ντεπόζιτο της μηχανής που είχα στο γκαράζ. Λεφτά μέσα στο σπίτι δεν υπήρχαν. Τις επόμενες μέρες, έβγαλα τα κοσμήματα από το ντεπόζιτο και τα πέταξα σε έναν κάδο απορριμμάτων» κατέθεσε και πρόσθεσε πως ουδέποτε υπήρχαν τα χρήματα, που ψευδώς είπε στις αρχές ότι έκλεψαν οι ληστές.

«Ακόμα, άνοιξα ένα παιχνίδι Μονόπολυ για να πω ότι εκεί είχαμε 9.500 ευρώ, και τα οποία πήραν ληστές. Όλα αυτά που σας περιγράφω τα έκανα φορώντας ένα ζευγάρι γάντια που είχα για τη μηχανή. Τα γάντια αυτά μόλις τελείωσα, τα έβαλα στο γκαράζ», πρόσθεσε.

Ομολόγησε ότι ο ίδιος ξήλωσε την κάμερα ασφαλείας που είχαν στο σαλόνι ενώ έβγαλε από μέσα και την κάρτα μνήμης, για να εξασφαλίσει το αποτέλεσμα.

Όπως ανέφερε, «την κάρτα την έκοψα με ένα ψαλίδι αν θυμάμαι καλά και την πέταξα την λεκάνη της τουαλέτας».

Τέλος, έδεσε τον εαυτό του, για να φανεί κι αυτός ως θύμα. «Πήρα ένα σπάγκο που είχα στην κουζίνα, αν θυμάμαι καλά και μια ταινία και ανέβηκα στην κρεβατοκάμαρα. Ξεκίνησα να δένω την ταινία στα μάτια και στο στόμα μου. Στη συνέχεια με το σπάγκο έδωσα τα πόδια μου, τα χέρια μου μαζί με τα πόδια μου και όλο αυτό το έδεσα στις τάβλες του κρεβατιού. Πριν δεθώ, πήρα τη μικρή από τον καναπέ που κοιμόταν και την έβαλα στο κρεβάτι της κρεβατοκάμαρας, δίπλα από την Καρολάιν. Η μικρή κοιμόταν» ισχυρίστηκε.
Μετά πήρε το κινητό του τηλέφωνο που είχε τοποθετήσει δίπλα του και ξεκίνησε να προσπαθεί να καλέσει το 100. Τόσο από τον ίδιο όσο και από το διαβιβαστικό προκύπτει ότι έκανε αρκετές προσπάθειες για να καταφέρει να πληκτρολογήσει τα τρία νούμερα, ενώ αφού ζήτησε βοήθεια, κατόρθωσε να καλέσει και τη γειτόνισσα του για να καλέσει πάλι βοήθεια. «Η αστυνομία ήρθε σχετικά γρήγορα και μόλις ανέβηκαν στην κρεβατοκάμαρα, με έλυσαν και τους είπα όλα αυτά που είπα και σε εσάς στην πρώτη μου κατάθεση» κατέληξε.