Αποκαλύψεις για το ρόλο του Ανδρέα Παπανδρέου και του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στην ένταξη της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ και το ελληνο-τουρκικό καθώς και την ένταξη στην ΕΟΚ των «9» περιέχουν τα εμπιστευτικά έγγραφα του Φόρεϊν Όφις του 1980 που ήρθαν στη δημοσιότητα 30 χρόνια μετά, στις 30 Δεκεμβρίου του 2010.

Ads

Σύμφωνα με άρθρο της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία», οι ελληνοτουρκικές σχέσεις και η επανένταξη της Ελλάδας στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ αποτελούσαν για τους Βρετανούς διπλωμάτες συνυφασμένα ζητήματα. Να υπενθυμίσουμε ότι το 1974, η Ελλάδα απέσυρε τις στρατιωτικές της δυνάμεις από το ΝΑΤΟ μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο.. Τόσο ο τότε υπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης όσο και ο Ανδρέας Παπανδρέου φαίνεται να τηρούσαν παρεμφερή στάση στο θέμα της επανένταξης στον οργανισμό, κάτι που πραγματοποιήθηκε τελικά τον Οκτώβριο του 1980.

Συγκεκριμένα, ο Μητσοτάκης επέμενε, σύμφωνα με έκθεση του καλοκαιριού του 1980, ότι το εμπόδιο για το δρόμο της Ελλάδας προς το ΝΑΤΟ ήταν τα ελληνοτουρκικά. Ενώ υποστήριζε ότι η διαπραγμάτευση της επανόδου της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ παρά το γεγονός ότι τα τουρκικά στρατεύματα παρέμεναν στην κατεχόμενη Κύπρο αποτελούσε ήδη μεγάλη υποχώρηση, σε συνομιλίες του με Βρετανούς βουλευτές κατά τη διάρκεια επίσκεψής τους στην Αθήνα τον Μάιο και τον Ιούνιο του ’80.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου, τόσο κατά την επίσκεψή του στο Λονδίνο το φθινόπωρο του ’80 όσο και σε άλλες περιπτώσεις, αν και φαινόταν να συμφωνεί με τη στάση Μητσοτάκη, εμφανιζόταν πιο θετικός από ό,τι κατά το παρελθόν για την επανένταξη της Ελλάδας. Ζητούσε όμως εγγυήσεις ότι η Τουρκία θα έπαυε τις διεκδικήσεις της, η Συμμαχία θα στήριζε την Αθήνα όσο και την Άγκυρα και ο ελληνικός στρατός θα είχε το περιθώριο να αναπτυχθεί για να υπερασπιστεί τα στρατηγικά συμφέροντα της Ελλάδας. Ο Παπανδρέου φέρεται να υποστήριζε ουδετερότητα των ελληνικών στρατευμάτων σε περίπτωση ολικής ρήξης Ανατολής-Δύσης, γεγονός που οι Βρετανοί δεν έβλεπαν θετικά.

Ads

Όσον αφορά στα ελληνοτουρκικά, ο Ανδρέας Παπανδρέου αντιμετωπίστηκε με συγκαταβατικά χαμόγελα στο Λονδίνο, όταν εξέφρασε τη βεβαιότητά του ότι οι Τούρκοι σχεδίαζαν επίθεση κατά της Ελλάδας. Σύμφωνα με τα αρχεία του Φορέιν Όφις ωστόσο, επαφές με τον τουρκικό στρατό δεν επιβεβαίωναν κάτι τέτοιο.

Σύμφωνα πάλι με τις συνομιλίες, η Βρετανία φαίνεται να ακολουθούσε πολιτική ίσων αποστάσεων από την Άγκυρα και την Αθήνα για το Κυπριακό. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι κατά την επίσκεψη Θάτσερ στην Αθήνα τον Σεπτέμβριο του 1980 το ζήτημα «συζητήθηκε επί τροχάδην». Στη συνέχεια όμως, με τον Παπανδρέου να εκφράζει τις ανησυχίες του για την αποδυνάμωση του Κύπριου προέδρου Κυπριανού και για την εξαιρετικά πολωμένη ατμόσφαιρα στην ελληνοκυπριακή πλευρά και τον Βρετανό Υπουργό Εξωτερικών, λόρδο Κάριγκτον να απαντά ότι βάση των διαπραγματεύσεων πρέπει να είναι ο ΟΗΕ κι όχι οι εγγυητήριες δυνάμεις, το Κυπριακό είχε συζητηθεί περισσότερο, σε συνάντηση των δύο στο Λονδίνο, τον Νοέμβριο του 1980.

Η ένταξη στην ΕΟΚ των «9» και οι Έλληνες πολιτικοί

Σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα της «Ε», μία από τις σημαντικότερες μεταστροφές στις θέσεις Παπανδρέου που σημείωναν οι Βρετανοί ήταν αυτή σε σχέση με την ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ των, τότε «9» κρατών-μελών που αποτελούνταν από τις χώρες Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ολλανδία, Βέλγιο, Λουξεμβούργο, Ηνωμένο Βασίλειο, Δανία και Ιρλανδία. Η θετικότερη διάθεση του Παπανδρέου για την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας ερμηνευόταν ως απόδειξη της μετακίνησής του προς το κέντρο καθώς πλησίαζαν οι εκλογές.

Τόσο οι Βρετανοί όσο και η κυβέρνηση Ράλλη, πάντως, εμφανίζονταν ανήσυχοι για την ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ. Σε τηλεγραφήματα αναφέρονται οι κίνδυνοι της έκθεσης της χώρας στην κοινή αγορά, χωρίς να έχει την απαραίτητη πείρα και ενώ η οικονομία της εξακολουθούσε να είναι λιγότερο ανταγωνιστική από τις άλλες ευρωπαϊκές.

Ένας ακόμα φόβος που φαίνεται να επικρατούσε, σύμφωνα με τους Βρετανούς αξιωματούχους στην Ελλάδα, ήταν ότι η αδυναμία της Ελλάδας σε σχέση με τους Ευρωπαίους εταίρους θα την καθιστούσε υποχείριο των ισχυρότερων και θα επέτρεπε τον αφελληνισμό της οικονομίας με την εισροή ευρωπαϊκών κεφαλαίων.

Ιδιαίτερα ανήσυχη εμφανιζόταν, δε, η κυβέρνηση Ράλλη για την επίδραση που θα είχε η άρση του προστατευτισμού στο εμπόριο για τους Έλληνες παραγωγούς, κυρίως τους αγρότες και κτηνοτρόφους. Γενικότερα, οι Βρετανοί συμπέραιναν ότι θα περνούσε καιρός μέχρι οι Έλληνες να μπορούν να συμμετέχουν στην διαμόρφωση πολιτικών σε ευρωπαϊκό επίπεδο και ότι τα οφέλη της ένταξης θα ήταν άρρηκτα συνδεδεμένα με την ελληνική οικονομία και την πορεία της στο ευρωπαϊκό πλαίσιο.

Διαβάστε επίσης:
Στη δημοσιότητα αρχεία του Φόρεϊν Όφις: Παπανδρέου, Φλωράκης και εφοπλιστές