Οι καταστροφικές πυρκαγιές στην Εύβοια, έσβησαν, αφήνοντας πίσω τους σχεδόν μισό εκατομμύρια στρέμματα «νεκρής φύσης». Οι κάτοικοι των περιοχών απ΄ όπου πέρασε η μανία της φωτιάς, μετρούν τις πληγές τους, σε μία επόμενη ημέρα που φαντάζει εξαιρετικά δύσκολη.

Ads

Εκτός από τις υλικές ζημιές, οι άνθρωποι που βίωσαν αυτήν την «μαύρη» εβδομάδα στην Εύβοια, καλούνται αρχικά να αντιμετωπίσουν και εν συνεχεία να ξεπεράσουν, την ψυχολογική φθορά που υπέστησαν.

Στην Εύβοια έχουν μεταβεί κλιμάκια ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών, προκειμένου να συνδράμουν τους κατοίκους και τους πληγέντες.

Ποιες, όμως, είναι οι συνθήκες που συνάντησε το επιστημονικό προσωπικό, που βρέθηκε στις πυρόπληκτες περιοχές; Σε τι κατάσταση βρίσκονται οι κάτοικοι; Και με ποιά εργαλεία θα βοηθηθούν; Τις απαντήσεις, δίνουν στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, οι ειδικοί επιστήμονες που παρέμειναν στο πεδίο για μία εβδομάδα κι έζησαν από κοντά την πραγματικότητα.

Ads

«Όταν φθάσαμε, οι πυρκαγιές ήταν σε εξέλιξη. Ο κόσμος βίωνε το σοκ και προσπαθούσε να διαπιστώσει εάν υπάρχει νερό, ρεύμα και γενικά οι πρώτες ανάγκες. Εκεί έρχεται η δική μας συνδρομή με την διάγνωση αναγκών», επισημαίνει η ψυχολόγος της ΑΜΚΕ ΙΑΣΙΣ, Ελενα Χαραμή-Αλεξανδροπούλου και προσθέτει: «Η στέγη, η τροφή και η κάλυψη των βασικών αναγκών με την ταυτόχρονη παροχή του αισθήματος ασφάλειας και αλληλεγγύης. Τα συναισθήματα που διακατέχουν αυτούς τους ανθρώπους, είναι το άγχος και η άγνοια για την επόμενη ημέρα. Μόλις βγήκαν από τα ένστικτα, οι περισσότεροι ανέφεραν την ανάγκη για ψυχολογική υποστήριξη στο άμεσο μέλλον. Υπήρχε φόβος και θυμός, για όσα έγιναν και για όσα δεν έγιναν. Υπήρχε μία εικόνα αποδιοργάνωσης, δεδομένης της απώλειας περιουσίας και έντονη ανάγκη για ιατρική κάλυψη. Τους απασχολεί εάν θα ξεχασθούν από τους αρμόδιους φορείς. Μετά από σχεδόν μία εβδομάδα, αναγνωρίζουν την αλληλεγγύη των συνανθρώπων. Και όταν σε έναν βαθμό καλύφθηκαν οι βασικές ανάγκες, το άγχος για την επόμενη ημέρα και το μέλλον, είναι έντονα».

Επιπλέον, σύμφωνα με την ίδια, «η συνειδητοποίηση της πραγματικότητας, μόλις φύγει το άτομο από τα ένστικτα, προκαλεί θλίψη και αγωνία. Θα πρέπει να υπάρξει μία σταθερότητα στην παροχή ψυχολογικής υποστήριξης, αλλά είναι απαραίτητη η συνδρομή και άλλων ιατρικών ειδικοτήτων, όπως παιδοψυχολόγοι. Παράλληλα, σημαντική είναι και η αποκατάσταση των υλικών ζημιών, έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένα καλύτερο περιβάλλον και ν΄ αυξηθεί το αίσθημα της ασφάλειας. Η δημιουργία διεπιστημονικών ομάδων και προγραμμάτων υποστήριξης σε ατομικό και ομαδικό επίπεδο, θα βοηθήσουν ουσιαστικά και σημαντικά προς αυτήν την κατεύθυνση. Οι άνθρωποι αυτοί, διερωτώνται τι θα γίνει σε δύο μήνες. Ωστόσο, παρά την ύπαρξη του θυμού, αυτό που μου έκανε μεγαλύτερη εντύπωση, είναι η αλληλεγγύη που έδειξαν μεταξύ τους οι πληγέντες, παρά τις απολύτως φυσιολογικές στιγμιαίες εντάσεις, που υπήρξαν».

«Επισκεπτόμενοι τις πυρόπληκτες περιοχές της Βόρειας Εύβοιας, ήρθαμε αντιμέτωποι με μια σκληρή πραγματικότητα, που είναι δύσκολο κανείς να περιγράψει», εξηγεί η Μαριάνθη Ράμμου, ψυχολόγος και επιστημονικά υπεύθυνη ΠΕΨΥκΚΑ και προσθέτει: «Οι κάτοικοι της περιοχής, εκτός από τις άμεσες απώλειες, έχουν να αντιμετωπίσουν και τις δυσκολίες της επόμενης ημέρας. Σοκ, απόγνωση, εργασιακή ανασφάλεια, ακόμη και ο φόβος μίας επερχόμενης πλημμύρας, είναι λίγα από τα συναισθήματα τους. Επιβεβλημένη είναι, η σταθερή και συστηματική παροχή ψυχοκοινωνικής υποστήριξης με ένα χρονικό συνεχές, που θα αποτελέσει αρωγό στις ανάγκες τους και όχι απλά μια πρόσκαιρη ανακούφιση».

Από την πλευρά της, η κοινωνική λειτουργός της ΕΚΨ Π. Σακελλαρόπουλος, Αθηνά Τουλιάτου, διηγείται όσα βίωσε στην Εύβοια: «Παντού βουρκωμένα μάτια. Όλες οι αισθήσεις αντιλαμβάνονται την καταστροφή. Η όραση, καμμένα δάση καμμένα σπίτια, σοκαρισμένοι άνθρωποι. Η όσφρηση, τον καπνό. Η ακοή, παντού σιωπή. Πόνος και θλίψη των ανθρώπων για τις πυρκαγιές. Και έντονο το ερώτημα του γιατί μας άφησαν να καούμε τόσο. Υπάρχει φόβος για το αύριο, φόβος για τις πλημμύρες. Άγχος για την εργασία τους διότι οι περισσότεροι άνθρωποι ασχολούνται με τον πρωτογενή τομέα (με τη κτηνοτροφία με τα μελίσσια, με το ρετσίνι). Δυσκολία στη διαχείριση του σοκ που έζησαν. Απαιτείται υποστήριξη με ψυχοκοινωνικές παρεμβάσεις, ομαδικές και ατομικές θεραπευτικές συναντήσεις με σταθερή συχνότητα, σε βάθος χρόνου. Σύνδεση και συνεργασία των ομάδων υποστήριξης με τοπικές υπηρεσίες, τοπικούς φορείς και επαγγελματίες υγείας».

«Η κατάσταση που συναντήσαμε στην βόρεια Εύβοια ήταν σοκαριστική, σε σχέση με το περιβάλλον και την ζωή των κατοίκων σε αυτό! Υπήρχε μεγάλη ένταση η οποία πυροδοτείται από το σοκ της φωτιάς των προηγούμενων ημερών», διηγείται η Ροζαλία Κυρτσοκώστα, κοινωνική λειτουργός ΠΕΨΥκΚΑ και εξηγεί: «Ο κόσμος αντιμετωπίζει φόβο και ανασφάλεια για την επόμενη ημέρα, ψάχνοντας λύσεις για τον βιοπορισμό του. Μέθοδοι επαναφοράς στην κανονικότητα είναι η αναγκαία ψυχοκοινωνική υποστήριξη των κατοίκων και η εργασιακή διασφάλιση τους σε οποιαδήποτε δράση αποκατάστασης και επανασυγκρότησης του νησιού».

Μια άλλη, ευρύτερη, διάσταση του ζητήματος, αναλύει η κοινωνική λειτουργός της ΑΜΚΕ ΙΑΣΙΣ, Μεταξία Χιωτέλη: «Πρόκειται για μία τεραστία οικολογική καταστροφή, για εικόνες που πραγματικά δεν τις χωράει ο νους, ό,τι κι εάν έχεις ακούσει ή δει στις ειδήσεις. Κάτοικοι αγανακτισμένοι, πολύ θυμωμένοι. Στα περισσότερα χωριά, οι κάτοικοι προσπάθησαν μονοί τους να σβήσουν τη φωτιά και έφτιαξαν ζώνες πυρόσβεσης. Και αυτοί οι άνθρωποι, έχουν μια απίστευτη αξιοπρέπεια παρά το σοκ που υπέστησαν και υφίστανται».

Η ίδια, καταλήγει στα εξής: «Την επόμενη ημέρα της καταστροφής, υπάρχει γενικότερα, αδυναμία ή δυσκολία κάλυψης των βασικών αναγκών (πόσιμο νερό, τροφή, ένδυση, καθαρός ρουχισμός, υπόδηση, ατομική υγιεινή, απώλεια οικείας, περιούσιας, εργασίας – άρα και τρόπου επιβίωσης- επιδείνωση σε ήδη υφιστάμενα θέματα υγείας, αλλά και αδυναμία πρόσβασης σε υποστηρικτικούς μηχανισμούς. Όσον αφορά στους στοχευμένους και κατά το δυνατόν συγκεκριμένους τρόπους παρέμβασης, ορισμένοι εξ΄ αυτών, είναι η αντιμετώπιση και κάλυψη αρχικά πρακτικών ζητημάτων, η παρέμβαση και προσέγγιση με σεβασμό και επαγγελματισμό, προκειμένου να ακούσουμε την ανάγκη που εκφράζουν οι πληγέντες, έτσι ώστε να προτείνουμε τρόπους αντιμετώπισης».