Μιλώντας στην πρωινή ενημερωτική εκπομπή του Ant1, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης, ξεκαθάρισε πως η συντριπτική πλειοψηφία των ελληνικών επιχειρήσεων, που είναι μικρομεσαίοι, δεν θα έχουν δυνατότητα συμψηφισμού οφειλών και επιστροφών, ενώ συνέδεσε την φοροδιαφυγή με την προνοιακή πολιτική.
 
Ο κ. Σκυλακάκης ξεκαθάρισε ότι για περιπτώσεις επιστροφών «δεν πρόκειται να κάνουμε κανενός είδους συμψηφισμό, οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι επιχειρήσεις έχουν μία υποχρέωση που θα αρχίσει από 1η Ιανουαρίου του 2022, μία ήπια υποχρέωση που πιστεύω ότι θα ανταποκριθούν σε αυτήν. Το κράτος βρέθηκε δίπλα τους σε μία κρίσιμη ώρα, πρέπει και αυτοί να βρεθούν κοντά στην υπόλοιπη κοινωνία. Οι επιχειρηματίες υπό κανονικές συνθήκες παράγουν και προσφέρουν φόρους. Η μαζική ενίσχυση ήταν έκτακτη συνθήκη, όχι μόνιμη».

Ads

Για τις πρώτες φορολογικές δηλώσεις, ο κ. Σκυλακάκης είπε ότι «προχωράει η ροή κανονικά, έχουμε σημαντικό αριθμό δηλώσεων. Φέτος θα είναι μία χρονιά που “θα σας πάρουμε λιγότερα”».
  
Σχετικά με τον κατώτατο μισθό και μια ενδεχόμενη αύξηση, ο αναπληρωτής υπουργός επεσήμανε τα εξής: «Η σημερινή φάση είναι πολύ ευαίσθητη, ειδικά οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν έχουν ισορροπήσει, θέλουν λίγο χρόνο. Στην πορεία θα έχουμε μία πολύ αυξημένη ζήτηση εργατικού δυναμικού και μία αύξηση των μέσων μισθών, κατώτατων, όλης της γκάμας. Όταν αυτή αρχίσει να διαπιστώνεται, τότε θα πρέπει να προσαρμόσουμε και τον κατώτατο μισθό. Οι κυβερνητικές πρακτικές πρέπει να ακολουθούν την οικονομική εξέλιξη, δεν μπορείς να την επιβάλλεις διατάσσοντας».

Ο ίδιος πρόσθεσε πως «περιμένουμε σε διάφορους τομείς πολλές δεκάδες χιλιάδες προσλήψεις, οι επιχειρήσεις ήδη αρχίζουν να αντιμετωπίζουν προβλήματα εύρεσης ανθρώπινου δυναμικού. Ειδικά στα πιο εξειδικευμένα στελέχη θα υπάρχει αυξημένη πίεση».
 
Σχετικά με τους συντελεστές φορολόγησης για μισθωτούς και συνταξιούχους, ο κ. Σκυλακάκης δήλωσε πως «το τι χώρο θα έχουμε θα το ξέρουμε όταν οριστικοποιηθούν οι ευρωπαϊκοί στόχοι. Για το 2021 και το 2022 υπάρχει η ρήτρα γενικής διαφυγής, δηλαδή δημοσιονομική ελευθερία αρκεί να μην λαμβάνουμε μόνιμα μέτρα. Από το 2023 και μετά θα αρχίσει να δημιουργείται δημοσιονομικός χώρος. Πόσος θα είναι, θα εξαρτηθεί από το πώς θα πάει η οικονομία φέτος, πόσα χρήματα θα αρχίσει να παράγει. Καλώς ή κακώς, εκεί θα κριθούν. Στο βαθμό που θα υπάρχει χώρος, πρώτη μας προτεραιότητα είναι η μείωση φόρων για όσο μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού γίνεται».
 
Επιπλέον, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, θεωρεί πως υπάρχει σύνδεση μεταξύ φοροδιαφυγής και προνοιακής πολιτικής. «Υπάρχουν κοινωνικά επιδόματα που λειτουργούν ως δίχτυ ασφαλείας. Το βασικό είναι το επίδομα ανεργίας. Αυτά πρέπει να προσαρμόζονται στο κόστος ζωής. Αν αυξάνεται το κόστος ζωής, πρέπει να αυξήσουμε και τα όρια των εισοδημάτων. Από εκεί και πέρα, αν μπορέσουν οι άνθρωποι να έχουν πολύ καλύτερα εισοδήματα, θα μπορούμε να βοηθήσουμε περισσότερο αυτούς που παραμένουν “σε ανάγκη”, παρά αυτούς που έχουν ήδη έναν καλό μισθό», για να τονίτει πως «σε μία χώρα με μεγάλη φοροδιαφυγή, κάποιος που φοροδιαφεύγει μετά μπορεί να έρθει να διεκδικήσει και επίδομα. Έχει νόημα να ψάχνουμε με πολλή προσοχή, να βοηθάμε όσους είναι σε δυσκολία πραγματικά. Γιατί πολλές φορές αυτά τα δίκτυα προστασίας δεν κοιτάνε την πραγματική ζωή των ανθρώπων»…