Την άποψη ότι τα τεστ αντισωμάτων δεν μπορούν να ανιχνεύσουν το εύρος της ανοσιακής απάντησης στο εμβόλιο εξέφρασε ο καθηγητής Πνευμονολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, Νίκος Τζανάκης.

Ads

«Τα αντισώματα και οι εξετάσεις που κάνουμε δεν ανιχνεύουν το σύνολο της ανοσιακής απάντησης στο εμβόλιο. Ανιχνεύουν ένα ή δύο είδη αντισωμάτων από την πολυκλωνική απάντηση αντισωμάτων που κάνει ο οργανισμός μας. Κάθε εργαστήριο έχει επιλέξει ανιχνεύει μόνο κάποια είδη. Ένας με χαμηλό δείκτη δεν σημαίνει ότι έχει χαμηλή άμυνα ή ανοσία έναντι στον ιό» εξήγησε μιλώντας σήμερα στον ΣΚΑΪ.

Σημείωσε δε ότι η κυτταρική ανοσία καθορίζει και τη χημική. Και συνέχισε:
«Τα κύτταρα μνήμης έχουν τη συνταγή και καθοδηγούν άλλα κύτταρα του οργανισμού, τα β λεμφοκύτταρα, να παράγουν αντισώματα. Συνεπώς με την είσοδο του ιού στο σώμα μας, η κυτταρική ανοσία έχει ακόμα τη μνήμη και καθοδηγεί άμεσα τα Β-λεμφοκύτταρα να παράγουν μεγάλες ποσότητες αντισωμάτων και να καταστείλουν τον ιό εν τη γενέσει».

Ο κ. Τζανάκης μίλησε επίσης για την τρίτη δόση του εμβολίου σε υγειονομικούς και πολίτες άνω των 6 ετών, λέγοντας πως πρόκειται για μια σωστή απόφαση.

Ads

Για το γεγονός ότι όσοι έκαναν AstraZeneca, θα κάνουν τρίτη δόση με εμβόλιο mRNA, ο καθηγητής διαβεβαίωσε πως «έχει δοκιμαστεί η μίξη των εμβολίων και ξέρουμε ότι η ανοσιακή απάντηση μετά από έναν ολοκληρωμένο εμβολιασμό με AstraZeneca και mRNA είναι πάρα πολύ καλή και ασφαλής. Οι πιθανότητες μυοκαρδίτιδας είναι 1-2 στις 500.000 και μάλιστα εμφανίζεται κυρίως σε νεαρούς έφηβους. Ξεπερνιέται εύκολα με μια μικρή θεραπεία εκτός νοσοκομείου».

Τέλος, για το ότι ανακοινώθηκε ήδη η τρίτη δόση, επισήμανε πως αν είχαν εμβολιαστεί όλοι οι μεγαλύτερης ηλικίας δεν θα υπήρχε αυτή η βιασύνη.

«Προφανώς η Δανία και η Πορτογαλία με 90%-95% εμβολιαστική κάλυψη στις μεγάλες ηλικίες και πολύ χαμηλό επιδημιολογικό φορτίο μπορεί να μην πάρει απόφαση για τρίτη δόση. Η απόφαση αυτή συσχετίζεται με αναποτελεσματική εμβολιαστική κάλυψη των μεγάλων ηλικιών».