Μάριο Σεντένο, Πιερ Μοσκοβισί και Κλάους Ρέγκλινγκ συμφωνούν και δηλώνουν ότι δημοσιονομικός χώρος υπάρχει – άρα, δεν αμφισβητείται η ύπαρξη υπερπλεονάσματος και δικαιώνεται, με τη «σφραγίδα» και των θεσμών, η θέση της Αθήνας ότι η περικοπή των συντάξεων δεν είναι δημοσιονομικά αναγκαίο μέτρο.

Ads

Όμως, επίσης οι Μάριο Σεντένο, Πιερ Μοσκοβισί και Κλάους Ρέγκλινγκ δηλώνουν, σε διαφορετικούς τόνους ο καθένας αλλά στην ίδια κατεύθυνση, ότι τελεί υπό συζήτηση «πόσος» είναι αυτός ο δημοσιονομικός χώρος και «πως» θα χρησιμοποιηθεί – άρα, εξακολουθεί να υπάρχει απόσταση μεταξύ Αθήνας και δανειστών για το ύψος του υπερπλεονάσματος και για το εάν αυτό επιτρέπει την παράλληλη εφαρμογή των θετικών μέτρων Τσίπρα και της μη περικοπής των συντάξεων.

Εάν σε αυτά τα δύο συμπεράσματα που προέκυψαν από το χθεσινό Eurogroup προστεθούν και οι πληροφορίες που φέρουν την απόσταση που χωρίζει την ελληνική κυβέρνηση και τους θεσμούς στα 300 εκατομμύρια ευρώ, γίνεται σαφής και η φάση στην οποία βρίσκεται αυτή τη στιγμή η υπόθεση της μη περικοπής των συντάξεων. Δηλαδή οι θεσμοί θεωρούν πως με την παράλληλη ακύρωση των περικοπών και της εφαρμογής των θετικών μέτρων το 2019 θα υπάρξει υστέρηση 0,15% (300 εκατομμύρια ευρώ) έναντι του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5%. Αντιθέτως, η Αθήνα εκτιμά ότι ακόμη και με την παράλληλη εφαρμογή το πλεόνασμα θα κλείσει στο 3,56% του ΑΕΠ – εξ ου και θεωρεί δεδομένη τη διάσωση τόσο των συντάξεων όσο και του συνόλου των θετικών μέτρων που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ.

Το εάν και πως θα γεφυρωθεί αυτή η – αντικειμενικά, μικρή – απόσταση θα κριθεί στη διαβούλευση των δύο επόμενων εβδομάδων και οι τελικές αποφάσεις για τις συντάξεις θα ληφθούν στο έκτακτο Eurogroup της 19ης Νοεμβρίου, τη σύγκλιση του οποίου επιβεβαίωσε χθες, οριστικά, ο Μάριο Σεντένο. Ούτως ή άλλως, περαιτέρω περιθώρια δεν υπάρχουν καθώς δύο ημέρες αργότερα, στις 21 του μήνα, θα πρέπει να κατατεθεί στη Βουλή το τελικό κείμενο του προϋπολογισμού και να ακολουθήσει άμεσα – το αργότερο έως τις 10 Δεκεμβρίου – η κατάθεση του νέου νόμου που θα ακυρώνει τις προνομοθετημένες, για την 1η Ιανουαρίου του 2019, περικοπές στις συντάξεις.

Ads

Ως προς την ουσία της διαβούλευσης, αυτή καθαυτή η μη περικοπή των συντάξεων είναι δεδομένη και δεν συζητείται πλέον ούτε στην Αθήνα, ούτε στις Βρυξέλλες. Με δεδομένα όμως τα μηνύματα που, κατά τις πληροφορίες, έλαβε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος στο περιθώριο του χθεσινού Eurogroup τα ερωτήματα είναι δύο.

Το πρώτο είναι εάν οι θεσμοί θα επιμείνουν μέχρι τέλους στην θέση περί, μικρής έστω, δημοσιονομικής απόκλισης, αξιώνοντας όχι συνολική ακύρωση αλλά γενναίες «εκπτώσεις» στην εφαρμογή των θετικών μέτρων που έχει εξαγγείλει ο πρωθυπουργός. Η εκτίμηση που έκαναν χθες το βράδυ κυβερνητικοί κύκλοι είναι πως κάτι τέτοιο δεν θα συμβεί και η απόσταση θα γεφυρωθεί σε μεγάλο βαθμό – εξ ου και το Μαξίμου έχει δώσει οδηγία να αρχίσει από αυτήν κιόλας την εβδομάδα η κατάθεση των ξεχωριστών νομοσχεδίων με τα θετικά μέτρα με πρώτα την καταβολή των αναδρομικών σε ένστολους, δικαστικούς, πανεπιστημιακούς και γιατρούς και τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών των ελευθέρων επαγγελματιών.

Το δεύτερο ερώτημα είναι κατά βάση πολιτικό και έχει να κάνει με το εάν οι θεσμοί θα αποδεχθούν την οριστική ακύρωση της περικοπής των συντάξεων ή θα επιχειρήσουν να εισάγουν «ρήτρα» σύνδεσής της με την επίτευξη των πλεονασμάτων. Εάν δηλαδή, όπως φέρεται να επιδιώκει ο «σκληρός» άξονας των δανειστών, θα προκρίνουν, έναντι της ακύρωσης, την αναστολή των περικοπών για όσο διάστημα επιτυγχάνονται πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ.

Επ’ αυτού καθοριστική θα είναι η τελική στάση του Βερολίνου, για την οποία ασφαλείς προβλέψεις δεν υπάρχουν. Η κρίση στο Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα, η προαναγγελία αποχώρησης της ´Ανγκελα Μέρκελ, και η σταθερή συντηρητική μετατόπιση του γερμανικού εκλογικού σώματος δεν αποτελούν ευνοϊκούς οιωνούς. Η κυβέρνηση, ωστόσο, εξακολουθεί να διαμηνύει πως δεν συζητεί οτιδήποτε λιγότερο από την πλήρη και οριστική ακύρωση του μέτρου. Κι εδώ, κομβική σημασία μπορεί να έχει η πρώτη μεταμνημονιακή έκθεση της Κομισιόν για την ελληνική οικονομία, η οποία αναμένεται να δημοσιοποιηθεί περί τα μέσα Νοεμβρίου, ήτοι τις παραμονές του Eurogroup.